Γέμισαν τα ταμεία μας τρωκτικά σας, τσιμπούρια σας, βδέλλες σας αχόρταγες και με διαβεβαιώνατε πως... όλα, μια χαρά ήσαν.
Σαν στέρευαν τ’ αυριανά κοινά μας αποθέματα, σας άνοιξε όρεξη και για τ’ ατομικά μας. Φροντίσατε ν’ αυτο-απαλλαγείτε -τάχα- για την αποκαλυπτόμενη -εκ των πραγμάτων- κατάχρησή σας, όπως και για τη’ σχεδιαζόμενη νέα ασύστολη ληστεία μας, από ’σάς τους ίδιους, των συρταριών και των ντουλαπιών μας, αυτή τη’ φορά. Τόσο άφρονες, ανόητοι κι’ άχρηστοι είστε. Καμιά μεταμέλεια· καμιά στοιχειώδης σύνεση, παρά Αναισθησία, Αναλγησία κι’ Αναισχυντία, σ’ αφάνταστο βαθμό.
Φτάσατε -όμως- και να προσβάλετε τα ιερά κι’ όσιά μας· κι’ επισφραγίσατε -ανεξίτηλα- την οριστική καταδίκη σας, στη’ συνείδησή μας.
Είμαστε αντίπαλοι πια· εξαντλήθηκε κάθε προσπάθειά μας συνετισμού σας, όπως και κάθε άμυνά μας στις απροκάλυπτες -τώρα- επιθέσεις σας· ετοιμαστείτε· αναμένετε την αντεπίθεσή μας· όσο θαρρείτε πως την ελέγχετε, τόσο πιο λυσσαλέα θά ’ναι.
Κάποιοι μπορεί να κρεμαστείτε και ν’ απομείνετε εκεί, ως που να εκτονωθεί τ’ αγανακτισμένο λαϊκό αίσθημα. Να εύχεστε, αν έρθουν, νά ’ναι ψυχρές εκείνες σας οι μέρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου