Στρατιωτικό αδιέξοδο και πολιτική αποτελμάτωση απειλούν να οδηγήσουν σε ένα διχασμένο, ευάλωτο κράτος, στο έλεος ξένων επιδιαιτητών
Αν έπεφτε κανείς ουρανοκατέβατος στο κέντρο της Τρίπολης, θα δυσκολευόταν να πιστέψει ότι προσγειώθηκε στην πρωτεύουσα μιας χώρας που βρίσκεται σε πόλεμο ή μάλλον σε δύο πολέμους μαζί - έναν εξωτερικό και έναν εμφύλιο. Οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ έχουν αραιώσει, έτσι που μπορεί να περάσουν δύο και τρεις μέρες και νύχτες χωρίς να πέσει βόμβα, ενώ δεν ακούγονται πια ούτε τα (ούτως ή άλλως ανώφελα) αντιαεροπορικά πυρά του κυβερνητικού στρατού. Τα σχολεία ξανάνοιξαν ύστερα από διακοπή τριών εβδομάδων και στα σούπερ μάρκετ μπορεί αρκετά ράφια να είναι άδεια, αλλά δεν λείπουν τα βασικά. Μόνο οι διπλές και τριπλές ουρές αυτοκινήτων, που μπορεί να φτάνουν και το μισό χιλιόμετρο έξω από τα βενζινάδικα, μαρτυρούν ότι ο πόλεμος και οι κυρώσεις έχουν αρχίσει να δαγκώνουν.
Ωστόσο, η καθημερινότητα στη Λιβύη μόνο ομαλή δεν είναι, όπως αντιλαμβάνεται κανείς διασχίζοντας την απόσταση από το Ρας Τζεντίρ, στα σύνορα με την Τυνησία, μέχρι την Τρίπολη. Στα 200, πάνω-κάτω, χιλιόμετρα της διαδρομής, χρειάστηκε να περάσουμε από καμιά εικοσαριά σημεία ελέγχου του στρατού και της αστυνομίας. Στρατιώτες πίσω από σακιά με άμμο και πολυβολεία φρουρούσαν τις σημαντικές διασταυρώσεις, για να αποτρέψουν τον (εσωτερικό) εχθρό. Στη Ζουάρα και τη Ζαουίγια, τις δύο εξεγερμένες πόλεις δυτικά της Τρίπολης που κατάφερε να ανακαταλάβει ο κυβερνητικός στρατός αρκετές μέρες προτού ξεκινήσουν οι ΝΑΤΟϊκοί βομβαρδισμοί, οι γκρεμισμένες πολυκατοικίες, οι καμένοι τοίχοι, τα σημάδια από τις σφαίρες και οι κατεστραμμένοι από τις ερπύστριες των τεθωρακισμένων δρόμοι μιλούν για το τι προηγήθηκε. Το 90% των καταστημάτων εξακολουθεί να μένει κλειστό, σε μια πολύ εύγλωττη σιωπή, που συγκρούεται με τις πράσινες σημαίες έξω από λίγα ανοιχτά μαγαζιά, πλάι στα σημεία ελέγχου.
Με τις δυνάμεις του Καντάφι να ελέγχουν την Τρίπολη, την αντιπολίτευση εδραιωμένη στη Βεγγάζη και το ανατολικό μέτωπο του εμφυλίου πολέμου αποτελματωμένο, όλα τα μάτια στρέφονται στη Μισράτα, τη μόνη μεγάλη πόλη στο δυτικό τμήμα της χώρας που εξακολουθούν να ελέγχουν οι εξεγερμένοι και η οποία δέχεται εδώ και ενάμιση μήνα ανηλεή πολιορκία από τον κυβερνητικό στρατό. Ανθρωποι που διέφυγαν από τη Μισράτα στη Βεγγάζη με πλοία ανθρωπιστικών οργανώσεων περιγράφουν μια εφιαλτική πραγματικότητα και στηρίζουν τις καταγγελίες τους με ανατριχιαστικά βίντεο, που είδαν το φως της δημοσιότητας στο Αλ Τζαζίρα. Οι κυβερνητικές δυνάμεις εμφανίζονται να χρησιμοποιούν μεγάλης καταστροφική ισχύος πυραύλους Γκραντ μέσα σε κατοικημένες περιοχές, ελεύθεροι σκοπευτές και των δύο στρατοπέδων έχουν ακροβολιστεί στις πολυκατοικίες, ενώ το HumaRights Watch κάνει λόγο για 250 νεκρούς και η UNICEF υποστηρίζει ότι μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται 25 παιδιά. Η πολιορκία έχει φέρει σε απελπιστική θέση τον άμαχο πληθυσμό αυτής της πόλης των 300.000 κατοίκων, που δεν έχει νερό, αποχέτευση, ούτε βασικά εφόδια.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση Καντάφι αρνείται τις κατηγορίες για δολοφονίες αμάχων και υποστηρίζει ότι η ανθρωπιστική βοήθεια χρησιμοποιείται από μεγάλες δυτικές δυνάμεις ως προπέτασμα καπνού για να παραδοθούν όπλα στους εξεγερμένους και για να εγκατασταθούν ξένα στρατεύματα, ουσιαστικά δύναμη κατοχής, στο έδαφος της χώρας. Αν η πρώτη καταγγελία φαίνεται μέχρι στιγμής αστήρικτη, η δεύτερη μάλλον είναι δικαιολογημένη. Ηδη η Ευρωπαϊκή Ενωση δρομολόγησε την ανθρωπιστική αποστολή EUFOR για τη Μισράτα, με τους Γάλλους να πιέζουν ανοιχτά για την αποστολή και στρατιωτικής δύναμης. Προς την ίδια κατεύθυνση πιέζουν τόσο το ΝΑΤΟ όσο και ο διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στην Ευρώπη, ναύαρχος Σταυρίδης, που ζήτησε την εγκατάσταση «δύναμης σταθεροποίησης», κατά το πρότυπο της πρώην Γιουγκοσλαβίας (SFOR).
Παραλληλισμός
Ο παραλληλισμός της Λιβύης με τη Γιουγκοσλαβία θα μπορούσε να αποδειχθεί τελικά εύστοχος, αν και μόνο ευοίωνος δεν ακούγεται. Στη Βοσνία, όπως και στη Λιβύη, το ΝΑΤΟ επενέβη σε έναν εμφύλιο πόλεμο στο όνομα της επαπειλούμενης γενοκτονίας από ένα απολυταρχικό καθεστώς. Ωστόσο, η μεγαλύτερη σφαγή, στη Σρεμπρένιτσα, έγινε μπροστά στα μάτια κυανόκρανων, ενώ οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ απλώς εξασθένισαν την ισχυρότερη στρατιωτικά πλευρά, τους Σέρβους, χωρίς να καταφέρουν να ανατρέψουν τον Μιλόσεβιτς απουσία χερσαίων δυνάμεων. Το ίδιο συνέβη αργότερα και με το Κόσοβο.
Κατ΄ αναλογία, οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ από μόνοι τους δεν είναι δυνατόν να ανατρέψουν τον Καντάφι, ο οποίος πραγματοποιεί τις σφοδρότερες επιθέσεις σε πυκνοκατοικημένες πόλεις μετά την απόφαση 1973 του ΟΗΕ. Εξασθενίζοντας την ισχυρότερη πλευρά της σύγκρουσης, η επέμβαση του ΝΑΤΟ οδηγεί στην αποτελμάτωση του εμφυλίου πολέμου, εξουθενώνοντας και τα δύο στρατόπεδα, κυρίως δε την ίδια τη χώρα. Η μετακανταφική Λιβύη, όπως και όποτε κι αν προκύψει, θα είναι μια χώρα χωρίς αεροπορία, με αποδιαρθρωμένη αεράμυνα, πυροβολικό και τεθωρακισμένα, εσωτερικά διχασμένη από έναν αιματηρό εμφύλιο, με το παλιό καθεστώς συντετριμμένο και την ηγεσία της αντιπολίτευσης κηλιδωμένη από την υποστήριξη μιας ξένης επέμβασης, της οποίας μάλιστα ηγούνταν οι τρεις παραδοσιακές αποικιοκρατικές δυνάμεις στη βόρεια Αφρική.
Αν έπεφτε κανείς ουρανοκατέβατος στο κέντρο της Τρίπολης, θα δυσκολευόταν να πιστέψει ότι προσγειώθηκε στην πρωτεύουσα μιας χώρας που βρίσκεται σε πόλεμο ή μάλλον σε δύο πολέμους μαζί - έναν εξωτερικό και έναν εμφύλιο. Οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ έχουν αραιώσει, έτσι που μπορεί να περάσουν δύο και τρεις μέρες και νύχτες χωρίς να πέσει βόμβα, ενώ δεν ακούγονται πια ούτε τα (ούτως ή άλλως ανώφελα) αντιαεροπορικά πυρά του κυβερνητικού στρατού. Τα σχολεία ξανάνοιξαν ύστερα από διακοπή τριών εβδομάδων και στα σούπερ μάρκετ μπορεί αρκετά ράφια να είναι άδεια, αλλά δεν λείπουν τα βασικά. Μόνο οι διπλές και τριπλές ουρές αυτοκινήτων, που μπορεί να φτάνουν και το μισό χιλιόμετρο έξω από τα βενζινάδικα, μαρτυρούν ότι ο πόλεμος και οι κυρώσεις έχουν αρχίσει να δαγκώνουν.
Ωστόσο, η καθημερινότητα στη Λιβύη μόνο ομαλή δεν είναι, όπως αντιλαμβάνεται κανείς διασχίζοντας την απόσταση από το Ρας Τζεντίρ, στα σύνορα με την Τυνησία, μέχρι την Τρίπολη. Στα 200, πάνω-κάτω, χιλιόμετρα της διαδρομής, χρειάστηκε να περάσουμε από καμιά εικοσαριά σημεία ελέγχου του στρατού και της αστυνομίας. Στρατιώτες πίσω από σακιά με άμμο και πολυβολεία φρουρούσαν τις σημαντικές διασταυρώσεις, για να αποτρέψουν τον (εσωτερικό) εχθρό. Στη Ζουάρα και τη Ζαουίγια, τις δύο εξεγερμένες πόλεις δυτικά της Τρίπολης που κατάφερε να ανακαταλάβει ο κυβερνητικός στρατός αρκετές μέρες προτού ξεκινήσουν οι ΝΑΤΟϊκοί βομβαρδισμοί, οι γκρεμισμένες πολυκατοικίες, οι καμένοι τοίχοι, τα σημάδια από τις σφαίρες και οι κατεστραμμένοι από τις ερπύστριες των τεθωρακισμένων δρόμοι μιλούν για το τι προηγήθηκε. Το 90% των καταστημάτων εξακολουθεί να μένει κλειστό, σε μια πολύ εύγλωττη σιωπή, που συγκρούεται με τις πράσινες σημαίες έξω από λίγα ανοιχτά μαγαζιά, πλάι στα σημεία ελέγχου.
Με τις δυνάμεις του Καντάφι να ελέγχουν την Τρίπολη, την αντιπολίτευση εδραιωμένη στη Βεγγάζη και το ανατολικό μέτωπο του εμφυλίου πολέμου αποτελματωμένο, όλα τα μάτια στρέφονται στη Μισράτα, τη μόνη μεγάλη πόλη στο δυτικό τμήμα της χώρας που εξακολουθούν να ελέγχουν οι εξεγερμένοι και η οποία δέχεται εδώ και ενάμιση μήνα ανηλεή πολιορκία από τον κυβερνητικό στρατό. Ανθρωποι που διέφυγαν από τη Μισράτα στη Βεγγάζη με πλοία ανθρωπιστικών οργανώσεων περιγράφουν μια εφιαλτική πραγματικότητα και στηρίζουν τις καταγγελίες τους με ανατριχιαστικά βίντεο, που είδαν το φως της δημοσιότητας στο Αλ Τζαζίρα. Οι κυβερνητικές δυνάμεις εμφανίζονται να χρησιμοποιούν μεγάλης καταστροφική ισχύος πυραύλους Γκραντ μέσα σε κατοικημένες περιοχές, ελεύθεροι σκοπευτές και των δύο στρατοπέδων έχουν ακροβολιστεί στις πολυκατοικίες, ενώ το HumaRights Watch κάνει λόγο για 250 νεκρούς και η UNICEF υποστηρίζει ότι μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται 25 παιδιά. Η πολιορκία έχει φέρει σε απελπιστική θέση τον άμαχο πληθυσμό αυτής της πόλης των 300.000 κατοίκων, που δεν έχει νερό, αποχέτευση, ούτε βασικά εφόδια.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση Καντάφι αρνείται τις κατηγορίες για δολοφονίες αμάχων και υποστηρίζει ότι η ανθρωπιστική βοήθεια χρησιμοποιείται από μεγάλες δυτικές δυνάμεις ως προπέτασμα καπνού για να παραδοθούν όπλα στους εξεγερμένους και για να εγκατασταθούν ξένα στρατεύματα, ουσιαστικά δύναμη κατοχής, στο έδαφος της χώρας. Αν η πρώτη καταγγελία φαίνεται μέχρι στιγμής αστήρικτη, η δεύτερη μάλλον είναι δικαιολογημένη. Ηδη η Ευρωπαϊκή Ενωση δρομολόγησε την ανθρωπιστική αποστολή EUFOR για τη Μισράτα, με τους Γάλλους να πιέζουν ανοιχτά για την αποστολή και στρατιωτικής δύναμης. Προς την ίδια κατεύθυνση πιέζουν τόσο το ΝΑΤΟ όσο και ο διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στην Ευρώπη, ναύαρχος Σταυρίδης, που ζήτησε την εγκατάσταση «δύναμης σταθεροποίησης», κατά το πρότυπο της πρώην Γιουγκοσλαβίας (SFOR).
Παραλληλισμός
Ο παραλληλισμός της Λιβύης με τη Γιουγκοσλαβία θα μπορούσε να αποδειχθεί τελικά εύστοχος, αν και μόνο ευοίωνος δεν ακούγεται. Στη Βοσνία, όπως και στη Λιβύη, το ΝΑΤΟ επενέβη σε έναν εμφύλιο πόλεμο στο όνομα της επαπειλούμενης γενοκτονίας από ένα απολυταρχικό καθεστώς. Ωστόσο, η μεγαλύτερη σφαγή, στη Σρεμπρένιτσα, έγινε μπροστά στα μάτια κυανόκρανων, ενώ οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ απλώς εξασθένισαν την ισχυρότερη στρατιωτικά πλευρά, τους Σέρβους, χωρίς να καταφέρουν να ανατρέψουν τον Μιλόσεβιτς απουσία χερσαίων δυνάμεων. Το ίδιο συνέβη αργότερα και με το Κόσοβο.
Κατ΄ αναλογία, οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ από μόνοι τους δεν είναι δυνατόν να ανατρέψουν τον Καντάφι, ο οποίος πραγματοποιεί τις σφοδρότερες επιθέσεις σε πυκνοκατοικημένες πόλεις μετά την απόφαση 1973 του ΟΗΕ. Εξασθενίζοντας την ισχυρότερη πλευρά της σύγκρουσης, η επέμβαση του ΝΑΤΟ οδηγεί στην αποτελμάτωση του εμφυλίου πολέμου, εξουθενώνοντας και τα δύο στρατόπεδα, κυρίως δε την ίδια τη χώρα. Η μετακανταφική Λιβύη, όπως και όποτε κι αν προκύψει, θα είναι μια χώρα χωρίς αεροπορία, με αποδιαρθρωμένη αεράμυνα, πυροβολικό και τεθωρακισμένα, εσωτερικά διχασμένη από έναν αιματηρό εμφύλιο, με το παλιό καθεστώς συντετριμμένο και την ηγεσία της αντιπολίτευσης κηλιδωμένη από την υποστήριξη μιας ξένης επέμβασης, της οποίας μάλιστα ηγούνταν οι τρεις παραδοσιακές αποικιοκρατικές δυνάμεις στη βόρεια Αφρική.
Από την "Καθημερινή", 17/4/2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου