Του Δημήτρη Καζάκη
οικονομολόγου - αναλυτή
Μπορεί το «τέλος της ιστορίας» να μην ήρθε για την παγκόσμια κοινότητα, αλλά είναι σίγουρο ότι πλησιάζει για την Ελλάδα και τον λαό της. Η επίσημη ένταξη και της Πορτογαλίας στον μηχανισμό στήριξης συνιστά ένα ακόμη θύμα της κρίσης του ευρώ και προμηνύει το τι θα ακολουθήσει αναφορικά με την Ισπανία, την Ιταλία, το Βέλγιο και άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Η εγκεφαλική επινόηση του ευρώ από μια χούφτα τραπεζίτες και εξαγορασμένους γραφειοκράτες αποδεικνύεται πολύ στενός κορσές για οικονομίες που βιώνουν ήδη καταστάσεις τραγικής ασφυξίας.
Όμως προέχει να διασωθούν οι τερατώδεις τράπεζες και το επινοημένο νόμισμά τους. Κι έτσι, με την οικονομία όλων των χωρών να έχει γίνει έρμαιο των αγορών και της ληστοσυμμορίας των τραπεζικών καρτέλ που κατέχουν το ευρώ, η πολιτική έχει κλειστεί μια για πάντα στα ανώτερα δώματα μιας εντελώς απρόσιτης, κρατικής και υπερκρατικής εξουσίας κεκλεισμένων των θυρών. Κανένα όριο, καμιά αναστολή, κανένα εμπόδιο δεν μπορεί να τίθεται σήμερα στις σύγχρονες μορφές της απολυταρχίας και μάλιστα της υπερεθνικής. Η διαπλοκή οικονομίας και πολιτικής έχει γεννήσει στις κορυφές της την πιο άθλια μορφή κοινωνικού παρασιτισμού στο πρόσωπο μιας κρατικομονοπωλιακής ολιγαρχίας που αναπαράγεται και δικτυώνεται μέσα από τα πολυεθνικά μονοπώλια, τα θεσμικά κυκλώματα των χρηματαγορών, τους μηχανισμούς των διεθνών οργανισμών και την ηγετική γραφειοκρατία των επιμέρους κρατών.
Η τυπική παραδοσιακή αντιπροσωπευτική δημοκρατία αποδεικνύεται πολύ στενή, άβολη, ακόμη και επικίνδυνη για τους κερδοσκοπικούς παροξυσμούς και τις επιχειρηματικές ορέξεις των σύγχρονων αρπακτικών της αγοράς. Κι έτσι σήμερα ό,τι δεν μπορεί να απαγορεύσει η κυβερνώσα ολιγαρχία διά της πυγμής, το ξεφτιλίζει, το ευνουχίζει και το συκοφαντεί σε τέτοιο βαθμό που μετατρέπεται σε μια καρικατούρα, άξια γενικής αποστροφής και χλευασμού.
Δικαιώματα κατακτημένα με ποταμούς δακρύων και αίματος, σήμερα μετατρέπονται σε ιδιωτική ιδιοκτησία στο τραπέζι της συναλλαγής, όπως κάποτε ήταν η πολιτική ιδιότητα του «Ρωμαίου πολίτη» για τους άκληρους της αρχαίας Ρώμης.
Η κομματική και πολιτική φαυλοκρατία έχει φτάσει πια στο απόγειό της. Τα επίσημα κόμματα επανέρχονται στη φυσική τους κατάσταση, ξαναγίνονται «κόμματα ισχυρών ανδρών», κλειστά κλαμπ κορυφής, απαλλαγμένα ακόμη και από τις παλιές τυπικές σχέσεις της ηγεσίας τους με τη μαζική τους βάση. Τίποτε περισσότερο από πολιτικές συμμορίες που απαλλαγμένες από το «πολιτικό κόστος» διαγκωνίζονται για τα λάφυρα της διακυβέρνησης.
«Ιδιωτική» η πολιτική
Η πολιτική ταυτίζεται ανοιχτά πια με τη διαχείριση και τη νομή της υπάρχουσας εξουσίας. Η πολιτική κατοχυρώνεται πια ως ιδιωτική υπόθεση, ως υπόθεση ατομικού βολέματος και επαγγελματικής καταξίωσης, ως προνομιακός χώρος δικτύωσης με κάθε λογής σκοτεινά συμφέροντα, ως συνώνυμο της πιο απροκάλυπτης σκοπιμότητας.
Στη συνείδηση της κοινωνίας πρέπει να πεθάνει οριστικά η πολιτική ως υπόθεση σύγκρουσης κοινωνικών τάξεων, ως υπόθεση μαζικής διεκδίκησης και ικανοποίησης άμεσων αιτημάτων, ως υπόθεση συνολικής αντιπαράθεσης κοινωνικών προγραμμάτων και ιδεολογιών.
Το σύνολο της πραγματικής κοινωνίας πρέπει να υποκύψει μια για πάντα στο ιδεατό, εξωπραγματικό άτομο, αποστειρωμένο από τις πιο άμεσες κοινωνικές και βιοποριστικές του ανάγκες, απαλλαγμένο από τα ιστορικά δεσμά μιας ασυμφιλίωτα ταξικής κοινωνίας.
● Ο ιδιώτης στην κοινωνία, η ιδιωτική πρωτοβουλία στην οικονομία, ο «ενεργός πολίτης» στην πολιτική.
● Η ανθρώπινη κοινωνία, η πραγματική κοινωνία των τάξεων, η κοινωνία των ανυπέρβλητων ανταγωνισμών στη βάση των πιο ζωτικών αναγκών του ανθρώπου, μετατρέπεται σε ένα εικονικό συνονθύλευμα ιδιωτών, σε μια εικονική «κοινωνία των πολιτών», όπου η ιδιώτευση αποτελεί την υπέρτατη αξία και η «συμμετοχή στα κοινά» μια απλή προέκταση της προσωπικής ιδιοτέλειας.
Τα παλιότερα χρόνια η επιβολή του διαχωρισμού ιδιωτικού και δημόσιου βίου, η διάσπαση ανάμεσα σε «κοινωνία των ιδιωτών» και «κοινωνία των πολιτών», βασίστηκε στη δήθεν «ουδετερότητα» του κράτους και της εξουσίας, η οποία γνώρισε την κορύφωσή της στα φασιστικά καθεστώτα.
Γενική απονέκρωση
Σήμερα γίνεται με τη γενικευμένη αντιδραστική απονέκρωση ακόμη και των πιο στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων, μέσα από την ανοιχτή μετατροπή του κράτους και της εξουσίας σε αδίστακτο δυνάστη της εργαζόμενης κοινωνίας προς όφελος της αγοράς.
Ο λαός, η κοινωνία, οι εργαζόμενοι δεν έχουν πια θέση και ρόλο στο σύγχρονο πολιτικό σύστημα, παρά μόνο ως υπεξούσιοι ενός εντελώς απρόσιτου, αποξενωμένου και απόμακρου συστήματος εξουσίας, ως άθλιοι υπήκοοι κρατικών και υπερκρατικών μηχανισμών, ολοκληρώσεων και οργανισμών, μακριά από κάθε έννοια δημοκρατικής αρχής.
Ο κυρίαρχος συνασπισμός εξουσίας βρίσκεται σήμερα σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Η ανάγκη να συνεχιστεί ο ίδιος «μονόδρομος», παρ' όλη την κρίση και την κοινωνική υποβάθμιση, δημιουργεί δυσκολίες ακόμη και στην ίδια την ομαλή δικομματική εναλλαγή. Τα παλιά κόλπα δεν επαρκούν. Έχουν εξαντληθεί πλέον οριστικά τα περιθώρια ακόμη και για εμπόριο αυταπατών ή ελπίδας.
Τα «κόμματα εξουσίας» αντλούν πια τη δύναμή τους απευθείας από τη γενίκευση της πιο μεγάλης απόγνωσης, της μοιρολατρίας και των συσσωρευμένων προσωπικών αδιέξοδων της εργαζόμενης κοινωνίας.
Όρος πολιτικής ομαλότητας για τον συνασπισμό εξουσίας σήμερα δεν είναι η εξαγορά της κοινωνίας με αυταπάτες, ανέξοδες υποσχέσεις και φρούδες ελπίδες, αλλά η γενική της αποσύνθεση μέσα σε μια εξατομικευμένη «κοινωνία των πολιτών», στην οποία οι εργαζόμενες τάξεις και τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα θα πάψουν να έχουν συλλογικές και οργανωμένες απαιτήσεις στη βάση των πιο άμεσων βιοποριστικών τους αναγκών.
Τίποτε περισσότερο από υποχείρια, υπήκοοι ή υποτελείς του εκάστοτε «μεγάλου άνδρα», ή «καταξιωμένου πολιτικού», όπως υποδεικνύεται κάθε φορά από τα κέντρα εξουσίας εντός και εκτός της χώρας.
Οριστικό τέλος στην περίοδο της αυταπάτης
Ο λαός και οι εργαζόμενοι σήμερα δεν έχουν ανάγκη να πειστούν για τα αδιέξοδα του κυρίαρχου συστήματος και των πολιτικών που επιτάσσει. Τα νιώθουν κάθε μέρα που περνά. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι μέσα στα υπάρχοντα πλαίσια και υπό το υπάρχον καθεστώς εξουσίας δεν έχουν καμιά ελπίδα.
Η περίοδος των αυταπατών, των προσδοκιών και των ψευδαισθήσεων έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Δεν είναι καθόλου δύσκολο σήμερα να αντιληφθεί ο λαός, οι απλοί εργαζόμενοι την αδίστακτη εκμετάλλευση που υφίστανται, την ανάγκη να υπάρξει διεκδίκηση και πάλη για μια άλλη κατάσταση όπου θα πρυτανεύουν τα συλλογικά συμφέροντα και οι ανάγκες του.
Σήμερα έχει γίνει φανερό ότι η ίδια η φύση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η οικονομία και η κοινωνία της χώρας μας απαιτεί ριζικά διαφορετικές λύσεις, λύσεις ενταγμένες σε μια πορεία συνολικής ρήξης με το καθεστώς
● της υπερεκμετάλλευσης της φτηνής εργατικής δύναμης,
● της διογκωμένης ανεργίας,
● της υποαπασχόλησης και της μαζικής φτώχειας,
● των ασύδοτων, επιδοτούμενων και κερδοσκοπικών επιχειρηματικών συμφερόντων,
● του πολιτικού αυταρχισμού,
● της γραφειοκρατικής αγκύλωσης,
● της διαφθοράς και του παρασιτισμού του κράτους,
● της ασφυκτικής πολιτικής, στρατιωτικής και οικονομικής εξάρτησης.
Ακόμη και τα πιο επείγοντα προβλήματα της οικονομίας συμπυκνώνονται σήμερα στον τρόπο που κινητοποιούνται οι βασικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας και πρωταρχικά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, που αποτελούν άλλωστε την κύρια παραγωγική δύναμη. Γι' αυτό και οι αναπτυξιακές πολιτικές ξεχωρίζουν πρώτα και κύρια από τον τρόπο που μεταχειρίζονται τους εργαζόμενους.
Απέναντι στις επίσημες αναπτυξιακές πολιτικές που μεταχειρίζονται τους εργαζόμενους ως κόστος και αναλώσιμο είδος, απαιτείται μια αναπτυξιακή προσπάθεια η οποία θα πρέπει να στηρίζεται στους ίδιους τους εργαζόμενους.
● Να στηρίζει ουσιαστικά το εισόδημά τους και τροφοδοτείται από την πραγματική του αύξηση.
● Να κατοχυρώνει και να διευρύνει τις κατακτήσεις και τα δικαιώματά τους.
● Να βελτιώνει αποφασιστικά τους συνολικούς όρους διαβίωσης, εργασίας και κοινωνικής δράσης τους στην πόλη και την ύπαιθρο.
Επομένως η ανάγκη να στηριχθεί η εισοδηματική κατάσταση, το βιοτικό επίπεδο, τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα του εργαζόμενου δεν προέρχεται από κάποιο αίσθημα φιλανθρωπίας, ή «κοινωνικής δικαιοσύνης» ούτε συνιστά κάποιο είδος «παροχών», ή απλά μια «ανακατανομή της κοινωνικής πίτας».
Αντίθετα αποτελεί μια βασική, θεμελιώδη προϋπόθεση για την ενεργοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, την αναγκαία ανόρθωση της οικονομίας και το αποφασιστικό σπάσιμο του φαύλου κύκλου της κρίσης.
Τα βασικά στοιχεία μιας πρότασης διεξόδου
Ποια πρέπει να είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της άμεσης πολιτικής πρότασης διεξόδου;
Πρώτο: Στη σημερινή πολιτική κατάσταση, που υποτάσσει τα πάντα στο κίνητρο του ιδιωτικού κέρδους και στην αύξησή του, χρειάζεται να αντιπαρατεθεί μια ριζικά διαφορετική πολιτική η οποία πρέπει να βασίζεται σε νέα κριτήρια ανάπτυξης με επίκεντρο τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων για απασχόληση, για παιδεία, υγεία, κοινωνική εξασφάλιση, προστασία του περιβάλλοντος, δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου και αποφασιστική συμμετοχή σ’ όλες τις διαδικασίες που τους αφορούν στην εργασία, την κοινωνία και την πολιτική.
Εκεί που έχει οδηγηθεί η οικονομία από την κρίση, την πρόσδεσή της στην Ε.Ε. και την ΟΝΕ, καθώς και από την εφαρμοζόμενη κυβερνητική πολιτική, δεν μπορούν να υπάρξουν ουσιαστικές και βιώσιμες λύσεις στα προβλήματα που τη μαστίζουν, αν δεν εντάσσονται σ' ένα συνολικό μακρόπνοο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης σε ανταγωνιστική κατεύθυνση με τα κριτήρια και τη λογική της εξαρτημένης ανάπτυξης και της ελεύθερης αγοράς.
Γι' αυτό και το να απαντήσει κανείς πειστικά στα πιο άμεσα προβλήματα των εργαζομένων, πρέπει αναγκαστικά να απαντήσει σ' αυτό το κεντρικό αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας, στο πρόβλημα της προοπτικής της.
Διαφορετικά όλες οι προτάσεις για αυξήσεις μισθών, για περιορισμό της ανεργίας, για χτύπημα της ακρίβειας, κ.ο.κ., ακόμη κι όταν υποδηλώνουν αγαθές προθέσεις, δεν είναι παρά απλοϊκή δημαγωγία, δεν είναι παρά μια ακόμη προσπάθεια εξαπάτησης των εργαζομένων, όσο κι αν θέλει να την στολίζει κανείς με αριστερά, υπεραριστερά και ταξικά επίθετα.
Είναι επείγουσα ανάγκη ένας νέου τύπου οικονομικός ρόλος του κράτους, που δεν θα είναι συμπληρωματικός της αγοράς, αλλά βασικός μοχλός μιας ριζικά διαφορετικής ανάπτυξης με κριτήριο τις άμεσες ανάγκες και τα συμφέροντα της εργαζόμενης κοινωνίας. Το βασικό ζητούμενο είναι το κράτος να μεταβληθεί από εικονικό σε πραγματικό εκπρόσωπο της κοινωνίας και μάλιστα εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που η επιβίωσή τους εξαρτάται από την προσωπική τους εργασία.
Ειδικά σε μια περίοδο άγριου ανταγωνισμού στις αγορές το κράτος δεν μπορεί να εμφανίζεται «ουδέτερο» ούτε να «απέχει» από την άμεση παραγωγική διαδικασία. Αντίθετα, πρέπει να εξαναγκαστεί σε σαφή τοποθέτηση και αυτή να είναι με την πλευρά των αδυνάμων, των χαμένων του παιχνιδιού, των ανθρώπων του μόχθου, που στέκουν ανίσχυροι μπροστά στους επιχειρηματικούς γίγαντες.
Και για να γίνει αυτό, το κράτος πρέπει να εξυγιανθεί, να κόψει τους δεσμούς του με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, να γίνει εγγυητής των συλλογικών δικαιωμάτων και των άμεσων αναγκών των εργαζόμενων τάξεων και να αναδειχθεί σε βασικό, στρατηγικό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας συνολικά.
Απεγκλωβισμός
Δεύτερο: Δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική σε όφελος των εργαζομένων δίχως την πάλη για τον απεγκλωβισμό από το καθεστώς εξάρτησης της χώρας, δίχως την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας. Η χώρα πρέπει να πάψει να αποτελεί έρμαιο των ιμπεριαλιστικών τυχοδιωκτισμών στην περιοχή και ανά την υφήλιο.
● Πρέπει να πάψει να ασφυκτιά από τον ζουρλομανδύα των ιμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων.
● Πρέπει να αποτινάξει το καθεστώς υποτέλειας και υποταγής στα μεγάλα αφεντικά.
Κύριο μέλημα της άρχουσας τάξης ήταν από παλιά η προσπάθεια να εμφανίζει το καθεστώς ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και υποτέλειας ως κάτι απολύτως «φυσικό», ως τη μοναδική «εγγύηση έναντι των εθνικών κινδύνων», ως «μονόδρομο ένταξης στην παγκόσμια οικονομία», ως αναγκαία «έκφραση της διεθνούς αλληλεξάρτησης».
Στην πραγματικότητα η εξάρτηση είναι κάτι το «φυσικό» μόνο σε ένα διεθνές περιβάλλον στο οποίο κυριαρχεί η αρχή της ισχύος και της πυγμής, σε μια παγκόσμια αγορά όπου αναμετρώνται μονοπωλιακές δυνάμεις. Ενώ ο βασικός εθνικός κίνδυνος προέρχεται από αυτή την ίδια την εξάρτηση. Κι απ' αυτήν η χώρα μπορεί και πρέπει να απαλλαγεί.
Γι' αυτό και η όποια υποτίμηση του προβλήματος της εξάρτησης, η όποια υποβάθμισή του για οιονδήποτε λόγο συνιστούν τυπική απολογητική του κυρίαρχου συνασπισμού εξουσίας. Η παραγνώριση της εξάρτησης οδηγεί αναγκαστικά στην εγκατάλειψη προνομιακών πεδίων συσπείρωσης και μετώπων πάλης του εργατικού και λαϊκού κινήματος.
Κανένα πρόβλημα της δημοκρατίας και της κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί δίχως να αναδειχθεί πρώτα απ' όλα η ανάγκη πάλης ενάντια στο καθεστώς εξάρτησης, για την απαλλαγή από την αμερικανοκρατία και την αποδέσμευση από την Ε.Ε.
Κατάκτηση της δημοκρατίας
Τρίτο: Θεμελιακή προϋπόθεση μιας πολιτικής αναγέννησης της χώρας και του λαού της είναι η κατάκτηση της δημοκρατίας ως αφετηρία αντιμετώπισης των προβλημάτων της οικονομίας και της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει πρώτα και κύρια την κατοχύρωση και διεύρυνση της λαϊκής κυριαρχίας.
● Σημαίνει εξασφάλιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και κατάργηση όλων των διακρίσεων και αντιδημοκρατικών νόμων.
● Σημαίνει την επιβολή ενός δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου σε όλα τα επίπεδα του συστήματος εξουσίας.
● Απαιτεί επίσης την προώθηση ενός κλιμακούμενου προγράμματος ουσιαστικής δημοκρατικής αποκέντρωσης θεμελιωμένης σε μια πραγματική λαϊκή τοπική αυτοδιοίκηση, όργανο και έκφραση του δικαιώματος της ελεύθερης αυτοοργάνωσης του λαού.
Όμως πρώτα και κύρια απαιτείται ένα νέο λαϊκό δημοκρατικό σύνταγμα, το οποίο θα είναι έκφραση αλλά και προϋπόθεση της λαϊκής κυριαρχίας. Γι' αυτό και θα είναι προϊόν μιας Συντακτικής Συνέλευσης, μιας νέας Εθνοσυνέλευσης, που θα γεννηθεί απευθείας από τον ίδιο το λαό με μοναδική αποστολή την σύνταξη του νέου συντάγματος.
Το σύνταγμα αυτό θα βασίζεται στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του εργαζομένου στην εργασία, την οικονομία, την κοινωνία και την πολιτική. Θα αναδεικνύει το κράτος σε εγγυητή αυτών των δικαιωμάτων και των ελευθεριών και θα θεσμοθετεί την εθνικοποίηση και δημοκρατική εξυγίανση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, αλλά και τη δημοκρατική αναδιοργάνωση και επαναπροσδιορισμό του ρόλου των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας.
Κινητήρια δύναμη αυτής της πολιτικής πρότασης δεν μπορεί να είναι άλλη από το μαζικό κίνημα του ίδιου του λαού. Στην πράξη αυτή η πολιτική πρόταση δεν μπορεί παρά να είναι η προγραμματική βάση μιας ευρύτατης κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας με επίκεντρο τους εργαζόμενους, τους επαγγελματίες, τους αγρότες, τους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες και τους νέους. Μόνο οι δικές τους οργανώσεις και ανεξάρτητες πρωτοβουλίες και να το μετατρέψουν σε μοχλό ανατροπής των κυρίαρχων συσχετισμών και χειραφέτησης της εργαζόμενης κοινωνίας.
Το κοινωνικο-ταξικό μέτρο αποδοχής και επιτυχίας της δεν θα είναι το κυνήγι των ψήφων σε έναν φαύλο κύκλο στείρου κοινοβουλευτισμού, αλλά η στήριξη και η άμεση βοήθεια σε κάθε αγώνα, σε κάθε κίνημα του λαού, σε κάθε προσπάθεια, από όπου κι αν προέρχεται, με στόχο την απόσπαση κατακτήσεων, βελτιώσεων και αλλαγών υπέρ των εργαζομένων.
Μια πολιτική πρόταση που δεν μπορεί να φανεί άμεσα χρήσιμη στις καθημερινές διεκδικήσεις του απλού κόσμου της εργασίας, στο άνοιγμα του δρόμου για έστω και περιορισμένες νίκες είναι ανεδαφική και αδιάφορη από τη σκοπιά των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού.
topontiki
οικονομολόγου - αναλυτή
Μπορεί το «τέλος της ιστορίας» να μην ήρθε για την παγκόσμια κοινότητα, αλλά είναι σίγουρο ότι πλησιάζει για την Ελλάδα και τον λαό της. Η επίσημη ένταξη και της Πορτογαλίας στον μηχανισμό στήριξης συνιστά ένα ακόμη θύμα της κρίσης του ευρώ και προμηνύει το τι θα ακολουθήσει αναφορικά με την Ισπανία, την Ιταλία, το Βέλγιο και άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Η εγκεφαλική επινόηση του ευρώ από μια χούφτα τραπεζίτες και εξαγορασμένους γραφειοκράτες αποδεικνύεται πολύ στενός κορσές για οικονομίες που βιώνουν ήδη καταστάσεις τραγικής ασφυξίας.
Όμως προέχει να διασωθούν οι τερατώδεις τράπεζες και το επινοημένο νόμισμά τους. Κι έτσι, με την οικονομία όλων των χωρών να έχει γίνει έρμαιο των αγορών και της ληστοσυμμορίας των τραπεζικών καρτέλ που κατέχουν το ευρώ, η πολιτική έχει κλειστεί μια για πάντα στα ανώτερα δώματα μιας εντελώς απρόσιτης, κρατικής και υπερκρατικής εξουσίας κεκλεισμένων των θυρών. Κανένα όριο, καμιά αναστολή, κανένα εμπόδιο δεν μπορεί να τίθεται σήμερα στις σύγχρονες μορφές της απολυταρχίας και μάλιστα της υπερεθνικής. Η διαπλοκή οικονομίας και πολιτικής έχει γεννήσει στις κορυφές της την πιο άθλια μορφή κοινωνικού παρασιτισμού στο πρόσωπο μιας κρατικομονοπωλιακής ολιγαρχίας που αναπαράγεται και δικτυώνεται μέσα από τα πολυεθνικά μονοπώλια, τα θεσμικά κυκλώματα των χρηματαγορών, τους μηχανισμούς των διεθνών οργανισμών και την ηγετική γραφειοκρατία των επιμέρους κρατών.
Η τυπική παραδοσιακή αντιπροσωπευτική δημοκρατία αποδεικνύεται πολύ στενή, άβολη, ακόμη και επικίνδυνη για τους κερδοσκοπικούς παροξυσμούς και τις επιχειρηματικές ορέξεις των σύγχρονων αρπακτικών της αγοράς. Κι έτσι σήμερα ό,τι δεν μπορεί να απαγορεύσει η κυβερνώσα ολιγαρχία διά της πυγμής, το ξεφτιλίζει, το ευνουχίζει και το συκοφαντεί σε τέτοιο βαθμό που μετατρέπεται σε μια καρικατούρα, άξια γενικής αποστροφής και χλευασμού.
Δικαιώματα κατακτημένα με ποταμούς δακρύων και αίματος, σήμερα μετατρέπονται σε ιδιωτική ιδιοκτησία στο τραπέζι της συναλλαγής, όπως κάποτε ήταν η πολιτική ιδιότητα του «Ρωμαίου πολίτη» για τους άκληρους της αρχαίας Ρώμης.
Η κομματική και πολιτική φαυλοκρατία έχει φτάσει πια στο απόγειό της. Τα επίσημα κόμματα επανέρχονται στη φυσική τους κατάσταση, ξαναγίνονται «κόμματα ισχυρών ανδρών», κλειστά κλαμπ κορυφής, απαλλαγμένα ακόμη και από τις παλιές τυπικές σχέσεις της ηγεσίας τους με τη μαζική τους βάση. Τίποτε περισσότερο από πολιτικές συμμορίες που απαλλαγμένες από το «πολιτικό κόστος» διαγκωνίζονται για τα λάφυρα της διακυβέρνησης.
«Ιδιωτική» η πολιτική
Η πολιτική ταυτίζεται ανοιχτά πια με τη διαχείριση και τη νομή της υπάρχουσας εξουσίας. Η πολιτική κατοχυρώνεται πια ως ιδιωτική υπόθεση, ως υπόθεση ατομικού βολέματος και επαγγελματικής καταξίωσης, ως προνομιακός χώρος δικτύωσης με κάθε λογής σκοτεινά συμφέροντα, ως συνώνυμο της πιο απροκάλυπτης σκοπιμότητας.
Στη συνείδηση της κοινωνίας πρέπει να πεθάνει οριστικά η πολιτική ως υπόθεση σύγκρουσης κοινωνικών τάξεων, ως υπόθεση μαζικής διεκδίκησης και ικανοποίησης άμεσων αιτημάτων, ως υπόθεση συνολικής αντιπαράθεσης κοινωνικών προγραμμάτων και ιδεολογιών.
Το σύνολο της πραγματικής κοινωνίας πρέπει να υποκύψει μια για πάντα στο ιδεατό, εξωπραγματικό άτομο, αποστειρωμένο από τις πιο άμεσες κοινωνικές και βιοποριστικές του ανάγκες, απαλλαγμένο από τα ιστορικά δεσμά μιας ασυμφιλίωτα ταξικής κοινωνίας.
● Ο ιδιώτης στην κοινωνία, η ιδιωτική πρωτοβουλία στην οικονομία, ο «ενεργός πολίτης» στην πολιτική.
● Η ανθρώπινη κοινωνία, η πραγματική κοινωνία των τάξεων, η κοινωνία των ανυπέρβλητων ανταγωνισμών στη βάση των πιο ζωτικών αναγκών του ανθρώπου, μετατρέπεται σε ένα εικονικό συνονθύλευμα ιδιωτών, σε μια εικονική «κοινωνία των πολιτών», όπου η ιδιώτευση αποτελεί την υπέρτατη αξία και η «συμμετοχή στα κοινά» μια απλή προέκταση της προσωπικής ιδιοτέλειας.
Τα παλιότερα χρόνια η επιβολή του διαχωρισμού ιδιωτικού και δημόσιου βίου, η διάσπαση ανάμεσα σε «κοινωνία των ιδιωτών» και «κοινωνία των πολιτών», βασίστηκε στη δήθεν «ουδετερότητα» του κράτους και της εξουσίας, η οποία γνώρισε την κορύφωσή της στα φασιστικά καθεστώτα.
Γενική απονέκρωση
Σήμερα γίνεται με τη γενικευμένη αντιδραστική απονέκρωση ακόμη και των πιο στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων, μέσα από την ανοιχτή μετατροπή του κράτους και της εξουσίας σε αδίστακτο δυνάστη της εργαζόμενης κοινωνίας προς όφελος της αγοράς.
Ο λαός, η κοινωνία, οι εργαζόμενοι δεν έχουν πια θέση και ρόλο στο σύγχρονο πολιτικό σύστημα, παρά μόνο ως υπεξούσιοι ενός εντελώς απρόσιτου, αποξενωμένου και απόμακρου συστήματος εξουσίας, ως άθλιοι υπήκοοι κρατικών και υπερκρατικών μηχανισμών, ολοκληρώσεων και οργανισμών, μακριά από κάθε έννοια δημοκρατικής αρχής.
Ο κυρίαρχος συνασπισμός εξουσίας βρίσκεται σήμερα σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Η ανάγκη να συνεχιστεί ο ίδιος «μονόδρομος», παρ' όλη την κρίση και την κοινωνική υποβάθμιση, δημιουργεί δυσκολίες ακόμη και στην ίδια την ομαλή δικομματική εναλλαγή. Τα παλιά κόλπα δεν επαρκούν. Έχουν εξαντληθεί πλέον οριστικά τα περιθώρια ακόμη και για εμπόριο αυταπατών ή ελπίδας.
Τα «κόμματα εξουσίας» αντλούν πια τη δύναμή τους απευθείας από τη γενίκευση της πιο μεγάλης απόγνωσης, της μοιρολατρίας και των συσσωρευμένων προσωπικών αδιέξοδων της εργαζόμενης κοινωνίας.
Όρος πολιτικής ομαλότητας για τον συνασπισμό εξουσίας σήμερα δεν είναι η εξαγορά της κοινωνίας με αυταπάτες, ανέξοδες υποσχέσεις και φρούδες ελπίδες, αλλά η γενική της αποσύνθεση μέσα σε μια εξατομικευμένη «κοινωνία των πολιτών», στην οποία οι εργαζόμενες τάξεις και τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα θα πάψουν να έχουν συλλογικές και οργανωμένες απαιτήσεις στη βάση των πιο άμεσων βιοποριστικών τους αναγκών.
Τίποτε περισσότερο από υποχείρια, υπήκοοι ή υποτελείς του εκάστοτε «μεγάλου άνδρα», ή «καταξιωμένου πολιτικού», όπως υποδεικνύεται κάθε φορά από τα κέντρα εξουσίας εντός και εκτός της χώρας.
Οριστικό τέλος στην περίοδο της αυταπάτης
Ο λαός και οι εργαζόμενοι σήμερα δεν έχουν ανάγκη να πειστούν για τα αδιέξοδα του κυρίαρχου συστήματος και των πολιτικών που επιτάσσει. Τα νιώθουν κάθε μέρα που περνά. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι μέσα στα υπάρχοντα πλαίσια και υπό το υπάρχον καθεστώς εξουσίας δεν έχουν καμιά ελπίδα.
Η περίοδος των αυταπατών, των προσδοκιών και των ψευδαισθήσεων έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Δεν είναι καθόλου δύσκολο σήμερα να αντιληφθεί ο λαός, οι απλοί εργαζόμενοι την αδίστακτη εκμετάλλευση που υφίστανται, την ανάγκη να υπάρξει διεκδίκηση και πάλη για μια άλλη κατάσταση όπου θα πρυτανεύουν τα συλλογικά συμφέροντα και οι ανάγκες του.
Σήμερα έχει γίνει φανερό ότι η ίδια η φύση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η οικονομία και η κοινωνία της χώρας μας απαιτεί ριζικά διαφορετικές λύσεις, λύσεις ενταγμένες σε μια πορεία συνολικής ρήξης με το καθεστώς
● της υπερεκμετάλλευσης της φτηνής εργατικής δύναμης,
● της διογκωμένης ανεργίας,
● της υποαπασχόλησης και της μαζικής φτώχειας,
● των ασύδοτων, επιδοτούμενων και κερδοσκοπικών επιχειρηματικών συμφερόντων,
● του πολιτικού αυταρχισμού,
● της γραφειοκρατικής αγκύλωσης,
● της διαφθοράς και του παρασιτισμού του κράτους,
● της ασφυκτικής πολιτικής, στρατιωτικής και οικονομικής εξάρτησης.
Ακόμη και τα πιο επείγοντα προβλήματα της οικονομίας συμπυκνώνονται σήμερα στον τρόπο που κινητοποιούνται οι βασικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας και πρωταρχικά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, που αποτελούν άλλωστε την κύρια παραγωγική δύναμη. Γι' αυτό και οι αναπτυξιακές πολιτικές ξεχωρίζουν πρώτα και κύρια από τον τρόπο που μεταχειρίζονται τους εργαζόμενους.
Απέναντι στις επίσημες αναπτυξιακές πολιτικές που μεταχειρίζονται τους εργαζόμενους ως κόστος και αναλώσιμο είδος, απαιτείται μια αναπτυξιακή προσπάθεια η οποία θα πρέπει να στηρίζεται στους ίδιους τους εργαζόμενους.
● Να στηρίζει ουσιαστικά το εισόδημά τους και τροφοδοτείται από την πραγματική του αύξηση.
● Να κατοχυρώνει και να διευρύνει τις κατακτήσεις και τα δικαιώματά τους.
● Να βελτιώνει αποφασιστικά τους συνολικούς όρους διαβίωσης, εργασίας και κοινωνικής δράσης τους στην πόλη και την ύπαιθρο.
Επομένως η ανάγκη να στηριχθεί η εισοδηματική κατάσταση, το βιοτικό επίπεδο, τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα του εργαζόμενου δεν προέρχεται από κάποιο αίσθημα φιλανθρωπίας, ή «κοινωνικής δικαιοσύνης» ούτε συνιστά κάποιο είδος «παροχών», ή απλά μια «ανακατανομή της κοινωνικής πίτας».
Αντίθετα αποτελεί μια βασική, θεμελιώδη προϋπόθεση για την ενεργοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, την αναγκαία ανόρθωση της οικονομίας και το αποφασιστικό σπάσιμο του φαύλου κύκλου της κρίσης.
Τα βασικά στοιχεία μιας πρότασης διεξόδου
Ποια πρέπει να είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της άμεσης πολιτικής πρότασης διεξόδου;
Πρώτο: Στη σημερινή πολιτική κατάσταση, που υποτάσσει τα πάντα στο κίνητρο του ιδιωτικού κέρδους και στην αύξησή του, χρειάζεται να αντιπαρατεθεί μια ριζικά διαφορετική πολιτική η οποία πρέπει να βασίζεται σε νέα κριτήρια ανάπτυξης με επίκεντρο τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων για απασχόληση, για παιδεία, υγεία, κοινωνική εξασφάλιση, προστασία του περιβάλλοντος, δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου και αποφασιστική συμμετοχή σ’ όλες τις διαδικασίες που τους αφορούν στην εργασία, την κοινωνία και την πολιτική.
Εκεί που έχει οδηγηθεί η οικονομία από την κρίση, την πρόσδεσή της στην Ε.Ε. και την ΟΝΕ, καθώς και από την εφαρμοζόμενη κυβερνητική πολιτική, δεν μπορούν να υπάρξουν ουσιαστικές και βιώσιμες λύσεις στα προβλήματα που τη μαστίζουν, αν δεν εντάσσονται σ' ένα συνολικό μακρόπνοο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης σε ανταγωνιστική κατεύθυνση με τα κριτήρια και τη λογική της εξαρτημένης ανάπτυξης και της ελεύθερης αγοράς.
Γι' αυτό και το να απαντήσει κανείς πειστικά στα πιο άμεσα προβλήματα των εργαζομένων, πρέπει αναγκαστικά να απαντήσει σ' αυτό το κεντρικό αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας, στο πρόβλημα της προοπτικής της.
Διαφορετικά όλες οι προτάσεις για αυξήσεις μισθών, για περιορισμό της ανεργίας, για χτύπημα της ακρίβειας, κ.ο.κ., ακόμη κι όταν υποδηλώνουν αγαθές προθέσεις, δεν είναι παρά απλοϊκή δημαγωγία, δεν είναι παρά μια ακόμη προσπάθεια εξαπάτησης των εργαζομένων, όσο κι αν θέλει να την στολίζει κανείς με αριστερά, υπεραριστερά και ταξικά επίθετα.
Είναι επείγουσα ανάγκη ένας νέου τύπου οικονομικός ρόλος του κράτους, που δεν θα είναι συμπληρωματικός της αγοράς, αλλά βασικός μοχλός μιας ριζικά διαφορετικής ανάπτυξης με κριτήριο τις άμεσες ανάγκες και τα συμφέροντα της εργαζόμενης κοινωνίας. Το βασικό ζητούμενο είναι το κράτος να μεταβληθεί από εικονικό σε πραγματικό εκπρόσωπο της κοινωνίας και μάλιστα εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που η επιβίωσή τους εξαρτάται από την προσωπική τους εργασία.
Ειδικά σε μια περίοδο άγριου ανταγωνισμού στις αγορές το κράτος δεν μπορεί να εμφανίζεται «ουδέτερο» ούτε να «απέχει» από την άμεση παραγωγική διαδικασία. Αντίθετα, πρέπει να εξαναγκαστεί σε σαφή τοποθέτηση και αυτή να είναι με την πλευρά των αδυνάμων, των χαμένων του παιχνιδιού, των ανθρώπων του μόχθου, που στέκουν ανίσχυροι μπροστά στους επιχειρηματικούς γίγαντες.
Και για να γίνει αυτό, το κράτος πρέπει να εξυγιανθεί, να κόψει τους δεσμούς του με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, να γίνει εγγυητής των συλλογικών δικαιωμάτων και των άμεσων αναγκών των εργαζόμενων τάξεων και να αναδειχθεί σε βασικό, στρατηγικό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας συνολικά.
Απεγκλωβισμός
Δεύτερο: Δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική σε όφελος των εργαζομένων δίχως την πάλη για τον απεγκλωβισμό από το καθεστώς εξάρτησης της χώρας, δίχως την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας. Η χώρα πρέπει να πάψει να αποτελεί έρμαιο των ιμπεριαλιστικών τυχοδιωκτισμών στην περιοχή και ανά την υφήλιο.
● Πρέπει να πάψει να ασφυκτιά από τον ζουρλομανδύα των ιμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων.
● Πρέπει να αποτινάξει το καθεστώς υποτέλειας και υποταγής στα μεγάλα αφεντικά.
Κύριο μέλημα της άρχουσας τάξης ήταν από παλιά η προσπάθεια να εμφανίζει το καθεστώς ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και υποτέλειας ως κάτι απολύτως «φυσικό», ως τη μοναδική «εγγύηση έναντι των εθνικών κινδύνων», ως «μονόδρομο ένταξης στην παγκόσμια οικονομία», ως αναγκαία «έκφραση της διεθνούς αλληλεξάρτησης».
Στην πραγματικότητα η εξάρτηση είναι κάτι το «φυσικό» μόνο σε ένα διεθνές περιβάλλον στο οποίο κυριαρχεί η αρχή της ισχύος και της πυγμής, σε μια παγκόσμια αγορά όπου αναμετρώνται μονοπωλιακές δυνάμεις. Ενώ ο βασικός εθνικός κίνδυνος προέρχεται από αυτή την ίδια την εξάρτηση. Κι απ' αυτήν η χώρα μπορεί και πρέπει να απαλλαγεί.
Γι' αυτό και η όποια υποτίμηση του προβλήματος της εξάρτησης, η όποια υποβάθμισή του για οιονδήποτε λόγο συνιστούν τυπική απολογητική του κυρίαρχου συνασπισμού εξουσίας. Η παραγνώριση της εξάρτησης οδηγεί αναγκαστικά στην εγκατάλειψη προνομιακών πεδίων συσπείρωσης και μετώπων πάλης του εργατικού και λαϊκού κινήματος.
Κανένα πρόβλημα της δημοκρατίας και της κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί δίχως να αναδειχθεί πρώτα απ' όλα η ανάγκη πάλης ενάντια στο καθεστώς εξάρτησης, για την απαλλαγή από την αμερικανοκρατία και την αποδέσμευση από την Ε.Ε.
Κατάκτηση της δημοκρατίας
Τρίτο: Θεμελιακή προϋπόθεση μιας πολιτικής αναγέννησης της χώρας και του λαού της είναι η κατάκτηση της δημοκρατίας ως αφετηρία αντιμετώπισης των προβλημάτων της οικονομίας και της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει πρώτα και κύρια την κατοχύρωση και διεύρυνση της λαϊκής κυριαρχίας.
● Σημαίνει εξασφάλιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και κατάργηση όλων των διακρίσεων και αντιδημοκρατικών νόμων.
● Σημαίνει την επιβολή ενός δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου σε όλα τα επίπεδα του συστήματος εξουσίας.
● Απαιτεί επίσης την προώθηση ενός κλιμακούμενου προγράμματος ουσιαστικής δημοκρατικής αποκέντρωσης θεμελιωμένης σε μια πραγματική λαϊκή τοπική αυτοδιοίκηση, όργανο και έκφραση του δικαιώματος της ελεύθερης αυτοοργάνωσης του λαού.
Όμως πρώτα και κύρια απαιτείται ένα νέο λαϊκό δημοκρατικό σύνταγμα, το οποίο θα είναι έκφραση αλλά και προϋπόθεση της λαϊκής κυριαρχίας. Γι' αυτό και θα είναι προϊόν μιας Συντακτικής Συνέλευσης, μιας νέας Εθνοσυνέλευσης, που θα γεννηθεί απευθείας από τον ίδιο το λαό με μοναδική αποστολή την σύνταξη του νέου συντάγματος.
Το σύνταγμα αυτό θα βασίζεται στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του εργαζομένου στην εργασία, την οικονομία, την κοινωνία και την πολιτική. Θα αναδεικνύει το κράτος σε εγγυητή αυτών των δικαιωμάτων και των ελευθεριών και θα θεσμοθετεί την εθνικοποίηση και δημοκρατική εξυγίανση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, αλλά και τη δημοκρατική αναδιοργάνωση και επαναπροσδιορισμό του ρόλου των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας.
Κινητήρια δύναμη αυτής της πολιτικής πρότασης δεν μπορεί να είναι άλλη από το μαζικό κίνημα του ίδιου του λαού. Στην πράξη αυτή η πολιτική πρόταση δεν μπορεί παρά να είναι η προγραμματική βάση μιας ευρύτατης κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας με επίκεντρο τους εργαζόμενους, τους επαγγελματίες, τους αγρότες, τους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες και τους νέους. Μόνο οι δικές τους οργανώσεις και ανεξάρτητες πρωτοβουλίες και να το μετατρέψουν σε μοχλό ανατροπής των κυρίαρχων συσχετισμών και χειραφέτησης της εργαζόμενης κοινωνίας.
Το κοινωνικο-ταξικό μέτρο αποδοχής και επιτυχίας της δεν θα είναι το κυνήγι των ψήφων σε έναν φαύλο κύκλο στείρου κοινοβουλευτισμού, αλλά η στήριξη και η άμεση βοήθεια σε κάθε αγώνα, σε κάθε κίνημα του λαού, σε κάθε προσπάθεια, από όπου κι αν προέρχεται, με στόχο την απόσπαση κατακτήσεων, βελτιώσεων και αλλαγών υπέρ των εργαζομένων.
Μια πολιτική πρόταση που δεν μπορεί να φανεί άμεσα χρήσιμη στις καθημερινές διεκδικήσεις του απλού κόσμου της εργασίας, στο άνοιγμα του δρόμου για έστω και περιορισμένες νίκες είναι ανεδαφική και αδιάφορη από τη σκοπιά των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού.
topontiki
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου