Η αναδιάρθρωση είναι πλέον η λέξη κλειδί που χρησιμοποιείται σε όλες τις πτυχές του ελληνικού ζητήματος. Οι επενδυτικές τράπεζες και οι οίκοι αξιολόγησης θεωρούν την αναδιάρθρωση ως το μόνο δρόμο για τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί προσπαθούν να την μεταμφιέσουν για να μην είναι αποκρουστική τόσο στις αγορές όσο και στους ευρωπαίους φορολογούμενους, που μέχρι στιγμής εμφανίζονται να επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος αυτής της στρατηγικής. Ενώ όμως συζητείται και είναι θέμα χρόνου να συμβεί η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση στον πλανήτη, οι Έλληνες συμβατικοί οικονομολόγοι και πολιτικοί ποινικοποιούν την λέξη, θεωρώντας ότι προσφέρουν καλή υπηρεσία στην υπόθεση της οικονομικής διάσωσης της χώρας. Στην πραγματικότητα ωστόσο συσκοτίζουν τα γεγονότα και τρομοκρατούν τους πολίτες ωθώντας τους στην απελπισία και στην αγανάκτηση. Ο δρόμος της αισιοδοξίας και της προοπτικής περνάει όχι από την αποδοχή αναπότρεπτων εξελίξεων αλλά από τον ορισμό των συμφερόντων της πατρίδας μας. Οι δειλές φωνές για τα ευρωομόλογα, στις οποίες έρχονται να προστεθούν οι ηγέτες των σοσιαλιστικών κομμάτων της αντιπολίτευσης σε Γερμανία και Γαλλία, καθώς και οι σκέψεις για ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ πρέπει να συνοδευτούν και από ένα πολιτικό πλάνο αναδιάρθρωσης του παραγωγικού και αναπτυξιακού τομέα της χώρας.
Η πολιτική ηγεσία είχε βασίσει την ανάπτυξη για πάνω από μια δεκαετία στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ακολουθώντας τα βήματα της Ευρώπης και του ευρύτερου δυτικού κόσμου, βασιζόμενη στις εισηγήσεις των ειδικών που καταδείκνυαν με έντονο τρόπο στην Ελλάδα το τι οφείλει να πράξει. Κι όμως οι ίδιοι ειδικοί σήμερα επιπλήττουν την Ελλάδα για την έλλειψη ανταγωνιστικότητας που οφείλεται, σύμφωνα με αυτούς, κυρίως στις εργασιακές σχέσεις και τα εργατικά κεκτημένα. Τέτοιου είδους εισηγήσεις γίνονται τώρα από το ΔΝΤ και κρέμονται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από την Ελλάδα, τρομοκρατώντας «έγκριτους» δημοσιογράφους και οικονομικούς κύκλους. Η στρατηγική όμως αυτή αποδεικνύεται αδιέξοδη.
Η λογική του κράτους – στρατηγείου που σε κομβικούς τομείς της οικονομικής ζωής (ενέργεια, χρηματοπιστωτικό σύστημα, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές) έχει μοχλούς παρέμβασής όχι μόνο στο θεσμικό πλαίσιο αλλά και στην καθημερινότητα, τώρα δικαιώνεται. Χρειαζόμαστε αναπτυξιακά εργαλεία που θα λειτουργήσουν προς όφελος του συνόλου της κοινωνίας. Η αριστερή αυτή θεώρηση δεν συμμερίζεται φυσικά ένα τεράστιο σοβιετικού στυλ κράτος, αλλά ένα σύγχρονο, λειτουργικό κρατικό μηχανισμό που διαθέτει τη δύναμη να αναγκάσει την αγορά να προσαρμοστεί στα στρατηγικά πλαίσια που θέτει. Η διαφθορά και ο κομματισμός είναι κοινωνικές ασθένειες και απαντώνται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο κρατικό τομέα. Στο σκάνδαλό Siemens, για παράδειγμα, η πολυεθνική λειτούργησε ως μηχανισμός επηρεασμού του πολιτικού κόσμου και εάν στο εξωτερικό είτε έχει θεσμοποιηθεί είτε έχει περιοριστεί αυτή η δυνατότητα παρέμβασης, στην Ελλάδα απλά κρύβεται κάτω από το χαλί. Τα σκάνδαλα και η προσωπική εμπλοκή υπουργών δεν είναι μόνο δείγματα κακοδιαχείρισης του κρατικού πλούτου, αλλά και παρέμβασης για χάρη συγκεκριμένων καναλαρχών και επιχειρηματιών. Το αυστηρό νομικό πλαίσιο και η καλλιέργεια σοβαρής επιχειρηματικής και πολιτικής κουλτούρας θα μειώσει αυτά τα συμβάντα, το κύριο ζητούμενο όμως είναι η συνεχής ανανέωση του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου, ώστε να μη παγιώνονται σχέσεις διαπλοκής μεταξύ τους, να υπάρχει συνεχής αξιολόγηση και σημαντικό κόστος για τα πιθανά παραπτώματα.
Ξεπουλώντας όλο τον εθνικό πλούτο (βλ ΟΤΕ ,ΕΥΔΑΠ, ΔΕΗ, Λιμάνια)δεν θα αναβαθμίσουμε τις παρεχόμενες υπηρεσίες και τη ποιότητα ζωής απλά θα βρεθούμε όμηροι καρτέλ που ενδιαφέρονται μόνο για το κέρδος (βλ γάλα, πετρέλαιο).Το κράτος πρέπει να ενδιαφέρεται να διασφαλίζει έστω και ελλειμματικά τη παρεχόμενη ποιότητα στον πολίτη. Δεν είναι δυνατόν να κατηγορούμε την ομολογουμένως λανθασμένη λειτουργία του κράτους και για τις κοινωνικές μας συμπεριφορές. Μη ξεχνάμε ότι με το μαχαίρι μπορείς να κόψεις ψωμί για να φας αλλά και να σκοτωθείς, σχεδόν ποτέ όμως δε φταίει το μαχαίρι.
Η σύγκρουση προοδευτικής και συντηρητικής αντίληψης, η βαθύτερη αιτία κάθε γόνιμου δημοκρατικού αποτελέσματος, τα τελευταία χρόνια είχε επικεντρωθεί περισσότερο σε θέματα ήσσονος σημασίας, και η παραγωγική πολιτική σκέψη παρέμεινε εγκλωβισμένη στα στάσιμα διαχειριστικά νερά αυτής της δεκαετίας. Οι πολιτικοί χώροι ένιωσαν την ανάγκη να αρχίσουν να συγκλίνουν και οι διαχωριστικές γραμμές των κομμάτων άρχισαν να γίνονται θαμπές, καθώς αναδεικνυόταν ως κυρίαρχη θεωρία ότι πλέον χρειάζονταν αποτελεσματικοί διαχειριστές ενός σχεδόν αλάθητου συστήματος και όχι ηγέτες νέων οραματισμών και συγκρουσιακών προοδευτικών πολιτικών, που μόνο ανασφάλεια μπορούσαν να δημιουργήσουν και ρήγματα στην τόσο καλά δομημένη ευημερία του δυτικού κόσμου. Μικρά ανεπαίσθητα για τις αγορές βήματα και η συντήρηση ευμεγεθών οικονομικών δεικτών, που θα ευνοούσαν στη προσέλκυση κεφαλαίων από αξιοσέβαστους επενδυτικούς κύκλους του εξωτερικού (σημερινά κατάπτυστα golden boys), υποτίθεται ότι αρκούν για τη σταθεροποίηση του συστήματος και πρέπει να επιδιώκονται μέσω της συρρίκνωσης του κράτους, της επικέντρωσης στα βραχυπρόθεσμα οικονομικά δεδομένα (ιδιωτικοποιήσεις κερδοφόρων κρατικών εταιρειών) και της αδιαφορίας για τους κοινωνικούς δείκτες.
Μια τέτοια παραλλαγή προτείνεται άλλωστε και από την αξιωματική αντιπολίτευση τον τελευταίο καιρό: πρόκειται για το πολυδιαφημισμένο «Ζάππειο 2», ένα συνονθύλευμα ετερόκλητων προτάσεων ελάχιστα πιο «κοινωνικών» και «αναπτυξιακών» από τις ορθόδοξες πολιτικές του ΔΝΤ και της τρόικας, που δύσκολα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τίποτε άλλο πέραν της εσωτερικής επικοινωνιακής κατανάλωσης, όπως άλλωστε έδειξε η παταγώδης αποτυχία του Αντώνη Σαμαρά να προωθήσει την «εναλλακτική» του Ζαππείου στην Ε.Ε. Κι ενώ παραπειστικά η ΝΔ υποστηρίζει ότι το πρόγραμμά της είναι σε θέση να επιτύχει εκεί όπου όλοι οι υπόλοιποι νεοφιλελεύθεροι αποτυγχάνουν, καλλιεργώντας υψηλές και εντελώς ανεδαφικές προσδοκίες, η αλήθεια καθημερινά αποκαλύπτεται με τον πιο επώδυνο τρόπο. Η συνταγή αυτή δεν αποτελεί λύση. Η λύση μπορεί μόνο να προέλθει από τη σύγκρουση πολιτικών ιδεολογιών σε όσο το δυνατόν συλλογικότερες εκλογικές διαδικασίες με τις οποίες μπορούν ή έστω διεκδικούν να μεταβάλουν ριζοσπαστικά τη δομή αυτού του οικονομικού συστήματος σε πριν συμβούν οι επαπειλούμενες κοινωνικές εκρήξεις. Οι προοδευτικοί συγκρούονται με τους συντηρητικούς, επί της ουσίας όμως συγκρούεται η ελπίδα με το φόβο.
Η αναδιάρθρωση του πολιτικού μας συστήματος και της δημοκρατίας μας θα αποδείξει ότι η πολιτική διαθέτει τα απαραίτητα αντανακλαστικά ώστε να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των καιρών. Η δημοκρατία πρέπει να λειτουργήσει πιο αμεσοδημοκρατικά και να εντάξει ξανά στις τάξεις της τον κόσμο που νιώθει πως έχει περιθωριοποιηθεί. Το Διαδίκτυο και οι Νέες Τεχνολογίες μπορούν να εξυπηρετήσουν την επίτευξη αυτού του σκοπού, προσφέροντας τακτικά τη δυνατότητα επιλογών στον πολίτη. Η λειτουργία του Κοινοβουλίου υπό ένα νέο Σύνταγμα μπορεί να δώσει την ευκαιρία να διορθωθούν ορισμένα ελαττώματα του πολιτικού συστήματος αλλά το κύριο πρόβλημα εδράζεται αλλού. Το αυτοκρατορικό μοντέλο διοίκησης του κόμματος παραμένει απειλητικό. Η λύση είναι η εύρυθμη λειτουργία του κόμματος, με καθαρό μητρώο μελών τακτοποιημένων οικονομικά και πολιτικά ενεργών που θα καλούνται να συμμετάσχουν σε κομματικά δημοψηφίσματα για να αναδείξουν τους βουλευτές της αρεσκείας τους. Με αυτό τον τρόπο θα έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία το να συμμετέχεις ενεργά στο κόμμα της προτίμησης σου, καθώς θα καλείσαι να συναποφασίσεις για την επιλογή των ανθρώπων που δύνανται να σε εκπροσωπήσουν. Αυτό θα επαναπολιτικοποιήσει τις κομματικές οργανώσεις και θα βοηθήσει να αναδειχθούν άνθρωποι που όντως έχουν τη διάθεση και την ικανότητα να προσφέρουν. Η ορθή πολιτική λειτουργία ενός κόμματος είναι μια ευκαιρία για ανθρώπους της μικρομεσαίας και της εργατικής τάξης να αναδειχθούν, παρέχοντας έναν εναλλακτικό δρόμο σε αυτόν της συνδικαλιστικής και της αυτοδιοικητικής δράσης, που είναι αρκετά δύσβατοι και χρονοβόροι. Οι νέοι άνθρωποι δεν έχουν χαθεί από τα πολιτικά δρώμενα της χώρας απλά πασχίζουν να εμφανιστούν.
Το ζητούμενο όμως για τον ενεργό πολίτη είναι να υπάρξουν μέτωπα και πολιτικές συγκρούσεις που θα τον βοηθήσουν να προσδιοριστεί και να ενταχθεί σε ένα νέο εθνικό κοινωνικό όραμα αλλαγής εφάμιλλο του ΄81. Στυλοβάτης της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ πρέπει να γίνει η νέα γενιά με τις ριζοσπαστικές της αντιλήψεις και τις παραγωγικές πολιτικές της λύσεις. Πρέπει να επανακτήσουμε την αυτοπεποίθηση μας και τις ιδεολογικές μας αντιπαλότητες. Μόνο έτσι μια ολόκληρη γενιά, που τώρα βρίσκεται εγκλωβισμένη, θα γίνει ξανά αυτό που θα έπρεπε να είναι, φορέας ελπίδας για το μέλλον της πολιτική ς και της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου