Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης
(press-gr)
«Είναι δύσκολο να νουθετήσεις εκείνους που σε εξοργίζουν. Είναι όμως αναγκαίο και απαραίτητο, γιατί εκείνοι κυρίως το χρειάζονται»
(press-gr)
«Είναι δύσκολο να νουθετήσεις εκείνους που σε εξοργίζουν. Είναι όμως αναγκαίο και απαραίτητο, γιατί εκείνοι κυρίως το χρειάζονται»
Μ. Μπρεχτ
Βλέποντας στο χθεσινό δελτίο ειδήσεων του Mega, τους κυρίους αξιότιμους «οργισμένους» δημοσιογράφους και τον κο Καψή σε ρόλο ιεροεξεταστή, να απαιτεί από τον κο Δημαρά να καταδικάσει τους διαδηλωτές της Θεσσαλονίκης, νοστάλγησα τον, τουλάχιστον ευφυή και πράο, Γεωργαλά της χούντας. Φαίνεται, πως μέσα στη γενική σύγχυση που επικρατεί, οι άνθρωποι αυτοί έχουν ζηλέψει τη φήμη του.
Αγνοούν πως το μακροχρόνιο πρόβλημα, η κατάρα αυτής της χώρας έγκειται στο γεγονός πως κανείς δεν κάνει σωστά τη δουλειά την οποία επαγγέλλεται. Επάγγελμα (από το επαγγέλλομαι) σημαίνει: ομολογία, μαρτυρία και διαβεβαίωση, ότι προσφέρεσαι για κάτι και υπόσχεσαι να το προσφέρεις αυτό σύμφωνα με κάποιους κανόνες δεοντολογίας. Ολοι ξέρουν ποια είναι η δουλειά των δημοσιογράφων και οι ίδιοι ξέρουν άριστα τους κανόνες δημοσιογραφικής δεοντολογίας.
Η δουλειά τους, δεν είναι σίγουρα η προπαγάνδα και η... παραπληροφόρηση, ώστε να δημιουργήσουν πολίτες-υπηκόους που θα συγχέουν το συμφέρον τους με τη συμφορά τους. Ούτε η συνειδητή αποπολιτικοποίηση της πολιτικής με πρακτικές παρουσίασης, οι οποίες κάνουν αόρατη την επίδραση της ιδεολογίας τους, κρύβοντας τα δικά τους συμφέροντα με τέτοιο τρόπο, ώστε παράλληλα να κρύβουν τις πολιτικές αλληλεξαρτήσεις, τα πραγματικά συμφέροντα και τις ιδεολογικές αφετηρίες αυτής της δύναμής τους.
Η απόλυτη ταύτισή τους με το εκάστοτε οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο, πέρα από τη συνενοχή του ευνοούμενου, είναι, κυρίως, ο δικαιολογημένος φόβος τους απέναντι στην οργή του λαού που βρίσκεται σε απόγνωση. Διαισθάνονται πως η ευτυχία τους και η ευτυχία των αφεντικών τους, συνυφαίνεται με τη δυστυχία των πολλών, του λαού.
Δεν μπορούν να καταλάβουν πως ο φόβος του λαού, το προσωρινό μούδιασμα μετατρέπεται σιγά αλλά σταθερά σε μια υποβόσκουσα οργή για να βρει διέξοδο και για να μεταμορφώσει το φόβο του, στο φόβο εκείνων που νιώθει πως τον καταδυναστεύουν κι από πάνω έχουν το θράσος και να τον χλευάζουν. Η οργή που γεννιέται από την εξαθλίωση και την απόγνωση, η ανείπωτη μυστική οργή των ανέργων γονιών που δεν τολμούν πλέον να δουν στα μάτια τα ίδια τα παιδιά τους, γιατί θα πρέπει να τους εξηγήσουν την πλήρη αποτυχία τους, θα ξεσπάσει εκεί που πρέπει.
Το ότι πολιτικοί με έντονο ακροδεξιό παρελθόν, είναι συχνά καλεσμένοι στο κανάλι τους, δεν με εξοργίζει, απλώς με προβληματίζει, γνωρίζοντας, όπως κι εκείνοι, πως ο φασισμός μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά τις συνέπειες κατάρρευσης μιας χώρας, με τον τρόπο του. Τον τρόπο εκείνο, που εκείνοι οι προνομιούχοι, θα παραμείνουν προνομιούχοι και το, κατ εκείνους, θηρίο που λέγεται λαός, θα μπει επιτέλους στο μαντρί, ώστε να συνεχίζουν να παραμένουν εκείνοι «μάγκες», ώστε ο λαός να παραμένει ηλίθιος, διότι όπου δεν υπάρχουν πολλοί ηλίθιοι δεν υπάρχουν ούτε μάγκες.
Λογικά, θα έπρεπε να εκφράσω κι εγώ τη συν-οργή μου για τις «ακραίες» συμπεριφορές των απεγνωσμένων. Εχω ακόμα τη δουλειά μου καθώς και η σύζυγός μου. Όταν όμως ακούω καθημερινά από γνωστούς, φίλους και γείτονες που ωθήθηκαν στην ανεργία τα οικογενειακά δράματά τους, θα πρέπει να είμαι πολύ ηλίθιος παραμένοντας αδιάφορος. Γνωρίζω ήδη δυο ακριβοπληρωμένα στελέχη, που πριν ένα χρόνο απέλυσαν ψυχρά και κυνικά συναδέλφους τους για να απολυθούν μετά από μερικούς μήνες και οι ίδιοι, σύμφωνα με τη γερμανική παροιμία: «οι αράπηδες εκτέλεσαν το καθήκον τους, οι αράπηδες μπορούν τώρα να πάνε στο διάολο».
*Και μια απορία: Με δεκάδες ανθρώπους που έχω μιλήσει δε βρήκα ούτε έναν να πει μια καλή κουβέντα για τους Πρετεντέρη, Καψή, Τρέμη, Παπαδημητρίου και Πορτοσάλτε. Μήπως τελικώς ανήκω στη λεγόμενη «φασίζουσα μειοψηφία»; Εγώ προσωπικώς βρίσκω πως επιτελούν άριστα τη δουλειά που τους ανετέθη.
Η δουλειά τους, δεν είναι σίγουρα η προπαγάνδα και η... παραπληροφόρηση, ώστε να δημιουργήσουν πολίτες-υπηκόους που θα συγχέουν το συμφέρον τους με τη συμφορά τους. Ούτε η συνειδητή αποπολιτικοποίηση της πολιτικής με πρακτικές παρουσίασης, οι οποίες κάνουν αόρατη την επίδραση της ιδεολογίας τους, κρύβοντας τα δικά τους συμφέροντα με τέτοιο τρόπο, ώστε παράλληλα να κρύβουν τις πολιτικές αλληλεξαρτήσεις, τα πραγματικά συμφέροντα και τις ιδεολογικές αφετηρίες αυτής της δύναμής τους.
Η απόλυτη ταύτισή τους με το εκάστοτε οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο, πέρα από τη συνενοχή του ευνοούμενου, είναι, κυρίως, ο δικαιολογημένος φόβος τους απέναντι στην οργή του λαού που βρίσκεται σε απόγνωση. Διαισθάνονται πως η ευτυχία τους και η ευτυχία των αφεντικών τους, συνυφαίνεται με τη δυστυχία των πολλών, του λαού.
Δεν μπορούν να καταλάβουν πως ο φόβος του λαού, το προσωρινό μούδιασμα μετατρέπεται σιγά αλλά σταθερά σε μια υποβόσκουσα οργή για να βρει διέξοδο και για να μεταμορφώσει το φόβο του, στο φόβο εκείνων που νιώθει πως τον καταδυναστεύουν κι από πάνω έχουν το θράσος και να τον χλευάζουν. Η οργή που γεννιέται από την εξαθλίωση και την απόγνωση, η ανείπωτη μυστική οργή των ανέργων γονιών που δεν τολμούν πλέον να δουν στα μάτια τα ίδια τα παιδιά τους, γιατί θα πρέπει να τους εξηγήσουν την πλήρη αποτυχία τους, θα ξεσπάσει εκεί που πρέπει.
Το ότι πολιτικοί με έντονο ακροδεξιό παρελθόν, είναι συχνά καλεσμένοι στο κανάλι τους, δεν με εξοργίζει, απλώς με προβληματίζει, γνωρίζοντας, όπως κι εκείνοι, πως ο φασισμός μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά τις συνέπειες κατάρρευσης μιας χώρας, με τον τρόπο του. Τον τρόπο εκείνο, που εκείνοι οι προνομιούχοι, θα παραμείνουν προνομιούχοι και το, κατ εκείνους, θηρίο που λέγεται λαός, θα μπει επιτέλους στο μαντρί, ώστε να συνεχίζουν να παραμένουν εκείνοι «μάγκες», ώστε ο λαός να παραμένει ηλίθιος, διότι όπου δεν υπάρχουν πολλοί ηλίθιοι δεν υπάρχουν ούτε μάγκες.
Λογικά, θα έπρεπε να εκφράσω κι εγώ τη συν-οργή μου για τις «ακραίες» συμπεριφορές των απεγνωσμένων. Εχω ακόμα τη δουλειά μου καθώς και η σύζυγός μου. Όταν όμως ακούω καθημερινά από γνωστούς, φίλους και γείτονες που ωθήθηκαν στην ανεργία τα οικογενειακά δράματά τους, θα πρέπει να είμαι πολύ ηλίθιος παραμένοντας αδιάφορος. Γνωρίζω ήδη δυο ακριβοπληρωμένα στελέχη, που πριν ένα χρόνο απέλυσαν ψυχρά και κυνικά συναδέλφους τους για να απολυθούν μετά από μερικούς μήνες και οι ίδιοι, σύμφωνα με τη γερμανική παροιμία: «οι αράπηδες εκτέλεσαν το καθήκον τους, οι αράπηδες μπορούν τώρα να πάνε στο διάολο».
*Και μια απορία: Με δεκάδες ανθρώπους που έχω μιλήσει δε βρήκα ούτε έναν να πει μια καλή κουβέντα για τους Πρετεντέρη, Καψή, Τρέμη, Παπαδημητρίου και Πορτοσάλτε. Μήπως τελικώς ανήκω στη λεγόμενη «φασίζουσα μειοψηφία»; Εγώ προσωπικώς βρίσκω πως επιτελούν άριστα τη δουλειά που τους ανετέθη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου