Του ΑΛΕΞΗ Π. ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ *
«Ημιμάθεια χείρον της αμαθείας εστίν» είχε πει ο διαχρονικός Ηράκλειτος.
Ανεξαρτήτως της ιδεολογικής σκευής του καθενός, όλοι οφείλουμε ταπεινόφρονα προσέγγιση των κοινωνικών ζητημάτων και ευλαβική τήρηση των κανόνων της λογικής, όπως έχουν συστηματοποιηθεί από την εποχή του Αριστοτέλη. Αυτούς τους κανόνες της λογικής παραβιάζουν συστηματικά όσοι, προξενώντας την κοινωνική επιδείνωση, επικαλούνται το δημόσιο συμφέρον.
Οσοι βρίσκονται από ετών στην κορυφή του πολιτικού εποικοδομήματος, έχουν μείζονα νομική και κοινωνική υποχρέωση τήρησης των κανόνων της λογικής. Γιατί, όπως υποστηρίζουν οι αρχαίοι φιλόσοφοι, η χειρότερη μορφή του λαϊκισμού είναι η απόκρυψη της αλήθειας ή η παρουσίαση του «μέρους» ως «όλου» ή η παρεμπόδιση του σχηματισμού του πλήρους συλλογισμού, με κύρια όπλα την αλλαγή του περιεχομένου των εννοιών και τη χρήση των ευφημισμών.
Οι σύγχρονοι λειτουργοί αυτού του «αθλήματος» προσπερνούν ως μη υπάρχουσα την ατέρμονη ταξική πάλη. Ορίζουν τους εκπροσώπους της αφυδατωμένης πλέον αστικής δημοκρατίας ως λειτουργούς του δήθεν αποκλειστικού «ναού» της. Λαμβάνουν ως θέσφατα τα προτάγματα των δανειστών και πλειοδοτούν σε βρυξελληνική νοοτροπία, ενώ, όχι μόνο δεν υπάρχει ευρωπαϊκός «μπούσουλας», αλλά η χρηματοοικονομική βιομηχανία κανοναρχεί τις αποφάσεις του πολιτικού συστήματος (βλ. άρθρο του καθηγητή Τζεφ Φρίντεν, «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 3-10-2010).
Με αυτή την οπτική, η παρέμβαση των τριών υπουργών είναι ένα βαθιά ταξικό και αντικοινωνικό διάβημα, ένας λίβελος εναντίον της κοινωνίας, μια επιφανειακή και πρωτόγονη στη σύλληψή της εκδοχή. Η Θάτσερ τουλάχιστον υποστήριζε ευθαρσώς ότι δεν υπάρχει κοινωνία, αλλά μόνον άτομα. Αυτοί χρησιμοποιούν τον όρο «κοινωνία» και απευθύνονται στη σκιά της. Η κοινωνία, γι’ αυτούς, είναι ένα συνονθύλευμα άβουλων και αμήχανων ατομικοτήτων, που, υπακούοντας στις προτροπές τους, πρέπει να αντιδράσουν εναντίον της θεσμικής τους έκφρασης, αφήνοντας στο απυρόβλητο τον πρωταρχικό κορπορατισμό της πολιτικο-οικονομικής διαπλοκής. Επιθυμούν να ξαναγίνει η κοινωνία ασύνδετη και ασπόνδυλη, όπου το άτομο δεν θα είναι πρόσωπο μέσω της διαδικασίας της κοινωνικοποίησης και της ένταξής του στις επιμέρους συλλογικότητες που ανήκει, αλλά θα παραμείνει στην πρωτόγονη προ-δημοκρατική κατάσταση, όταν οι διαταγές του απόλυτου ηγεμόνα διοχετεύονταν στο λαό από τους «οφθαλμούς» του.
Ετσι, προξενεί κατάπληξη να υπάρχουν άνθρωποι (και μάλιστα υπουργοί) που υποστηρίζουν ότι η φυσιολογική κατάσταση μιας κοινωνίας είναι η αποπροσωποποίηση, η κατάλυση των επιμέρους δεσμών. Μεγαλύτερη κατάπληξη όμως προξενεί ότι στο φλύαρο και άνευ θεωρητικού υπόβαθρου άρθρο, όπως επεσήμανε ευφυώς ο κ. Βενιζέλος, δεν αναφέρονται ούτε μία φορά στην τριαρχία των δανειστών, στο επιβληθέν διαρκές υπερ, σύνταγμά τους, στην κυβερνητική τους απρονοησία τόσων ετών…
Οι μεγάλοι σύγχρονοι πολιτικοί φιλόσοφοι θέτουν το εξής ερώτημα: «Για ποιο λόγο να ψηφίζει ένας λαός, αν δεν ελπίζει στη βελτίωση του βιοτικού του επιπέδου; Και αν η δημοκρατία είναι μια σύνδεση συμμετοχικού τρόπου διακυβέρνησης και προσδοκίας για βελτίωση των συνθηκών της ζωής, τότε τι μπορεί να αντικαταστήσει την ανυπέρβλητη αυτή αρχαιοελληνική επινόηση;»
Επομένως, τα περί ανομίας και έλλειψης δικαιοσύνης, που οι… «πανίσχυρες» συντεχνίες έχουν επιβάλει στους επί μακρόν κυβερνώντες, δεν αποδεικνύουν παρά μιαν ανεστραμμένη σύλληψη των εννοιών· όπως ανάποδη είναι και η θεώρηση του ελληνικού αναπτυξιακού ζητήματος, που διατήρησαν από την εποχή του «αδικαίωτου» εκσυγχρονισμού. Συμβαίνει συχνά στην Ιστορία, οι «γκρεμιστές» να αυτοαποκαλούνται «χτίστες», που «πατούν το γκάζι» για να αποκαταστήσουν την αγοραία και άνιση τάξη πραγμάτων. Γίνονται «ζηλωτές» της ορολογίας των συμφερόντων, για να ρίξουν τις ευθύνες τους σε κάθε αντιδρώσα συλλογικότητα.
Τόσο πολύ αλλοιώθηκε το νόημα των λέξεων και τόσο μεγάλη λεξιπενία υπάρχει, ώστε να ορίζουν την κοινωνική ευαισθησία ως «πάτημα του γκαζιού»; Τόσο μεγάλη υποκρισία ενδημεί στον κύκλο των καταστροφέων της κοινωνικής συνοχής, ώστε να αποκρύπτουν παντελώς τον μνημονιακό μηδενισμό στις ατάκες της… «εκσυγχρονιστικής» κενότητας;
Κλεισμένοι στον αταβιστικό και αντικοινωνικό δρόμο του μνημονίου, αναγορεύουν την απόλυτη ετερονομία της πολιτικής τάξης σε αυτονομία του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας. Καλούν τους πρώην συντρόφους τους (στις πλάτες των οποίων πάτησαν για να ανέβουν) να εγκαταλείψουν κάθε ίχνος αυτόνομου προσδιορισμού και συμπόρευσης με τον λαϊκό παλμό και να «πατήσουν το γκάζι» της παράδοσης όλου του διαχρονικού, υλικού και άυλου, πλούτου της χώρας στους δανειστές και όλου του κοινωνικού κεκτημένου στο κερδοσκοπικό κεφάλαιο.
Κρίμα που δεν μπορούν να αρθρώσουν μία φράση για το μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα και υιοθετούν τις θέσεις των συκοφαντών της χώρας. Με το πρωτόγονο, αντιφατικό, αόριστο και εξοργιστικό αυτό πόνημα, κλείνουν θέση στο κόμμα των δανειστών, υπό την προϋπόθεση ότι το επιθετικό νεοφιλελεύθερο λόμπι θα συμπράξει ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης.
*Πανεπιστημιακός και πρόεδρος της Ενωσης για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕΝΥΠΕΚΚ, www.enypekk.gr).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου