Η συγκυρία χαρακτηρίζεται από τη βαθιά κρίση που διέρχεται η χώρα και από την καταλυτική επίδραση του μνημονίου συνεργασίας τρόικας και ελληνικής κυβέρνησης. Η πολιτική που επιβάλλει το μνημόνιο προτάσσει την ακραία περιστολή των δημοσίων οικονομικών με το βάρος να πέφτει στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική σε ό,τι αφορά το τραπεζικό σύστημα και τα κοινωνικά δικαιώματα. Οι τράπεζες ενισχύονται αφειδώς και διαρκώς, με κρατικές εγγυήσεις τις οποίες χρησιμοποιούν για να κερδοσκοπούν εις βάρος του δημοσίου, ενώ τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα συρρικνώνονται διαρκώς έως και εξαφανίζονται με πλήρη ανατροπή του συσχετισμού ισχύος εργασίας- κεφαλαίου υπέρ του δεύτερου.
Μέσα από το μνημόνιο οι διεθνείς και ντόπιοι εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού επιμένουν σε μια σειρά από αντιαναπτυξιακές, καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.
Παράλληλα, η εφαρμογή μιας πολιτικής που βρίσκεται στον αντίποδα εκείνης που υπερψήφισε ο ελληνικός λαός και η μεταφορά του πεδίου λήψης αποφάσεων σε κέντρα του εξωτερικού συνιστούν συμπτώματα μιας κρίσης που αφορά τα θεμελιακά χαρακτηριστικά της ταυτότητάς μας ως εθνικά κυρίαρχης, δημοκρατικής χώρας.
Η πολιτική αυτή είναι μη βιώσιμη. Τα στοιχεία πίσω από τη μείωση του ταμειακού ελλείμματος του προϋπολογισμού δείχνουν ότι τα έσοδα υστερούν και το δημόσιο έχει κηρύξει ένα είδος εσωτερικής στάσης πληρωμών προκειμένου πετύχει μια φαινομενική κάλυψη των ασφυκτικών στόχων του μνημονίου ενώ η ύφεση στην πραγματική οικονομία βαθαίνει επικίνδυνα.
Σε αυτήν την κατάσταση η χώρα βρέθηκε λόγω μιας ιστορικής «σύμπτωσης» παραγόντων: της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης και των χρόνιων εσωτερικών οικονομικών και δημοσιονομικών προβλημάτων.
Παγκοσμίως βιώνουμε την κερδοσκοπική λεηλασία του πλούτου των λαών από τις καπιταλιστικές ελίτ, ενώ και το οικοδόμημα της ευρωζώνης δοκιμάζεται ως προς τη βιωσιμότητά του. Οι νεοσυντηρητικοί της ζώνης του Ευρώ έχουν κάνει την επιλογή τους: τεχνητή ύφεση και ανεργία με σκοπό την αναγέννηση της κερδοφορίας και τη μεσοπρόθεσμη αναθέρμανση της επενδυτικής δραστηριότητας.
Παράλληλα, η χώρα υποφέρει από το παρασιτικό και μεταπρατικό μοντέλο μεγέθυνσης που διαχρονικά ακολούθησε. Στην τελική φάση εξέλιξης της κρίσης, οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας μετά το 2004, με εγκληματικό και ληστρικό τρόποβάθυναν τις δομικές αδυναμίες της εθνικής οικονομίας που άφησε πίσω του το ΠΑΣΟΚ, προσθέτοντας και νέα προβλήματα, επανέφεραν μια σειρά χυδαίων παλαιοκομματικών λογικών στο δημόσιο τομέα, πριμοδότησαν τα πιο παρασιτικά στρώματα της επιχειρηματικής τάξης, εξαφάνισαν το διεθνές κύρος της χώρας και έσβησαν όλα τα επιτεύγματα των προηγουμένων κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Αναμφισβήτητα φέρουν την κύρια ευθύνη για την κατάσταση στην οποία βρέθηκε σήμερα η χώρα.
Η ανάληψη της διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ προέκυψε καθώς η πλειοψηφία του ελληνικού λαού καταδίκασε τα φαινόμενα που προκάλεσαν οι συντηρητικές δυνάμεις της χώρας και συστρατεύθηκε με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για μια ρεαλιστική ριζοσπαστική διέξοδο.
Στο φως των ανωτέρω τίθεται με οξύτητα το ζήτημα της ειδικότερης πολιτικής στρατηγικής που έχει να κάνει με το συλλογικό μας πολιτικό υποκείμενο: το κόμμα ΠΑΣΟΚ σήμερα ταλανίζεται από το δυϊσμό που προκύπτει από το γεγονός ότι η ασκούμενη κυβερνητική πολιτική βρίσκεται στον αντίποδα του ιδεολογικού του χαρακτήρα και του προεκλογικού προγράμματος. Το κόμμα ΠΑΣΟΚ συρρικνώνεται ως συλλογικό πολιτικό υποκείμενο και δοκιμάζεται σε ό,τι αφορά τους λόγους ύπαρξής του στο πολιτικό στερέωμα, υποφέροντας από τη διαφαινόμενη διάλυση της ταξικής του συμμαχίας.
Και όμως: όσοι πιστεύουμε ότι ο ιδεολογικός χαρακτήρας του ΠΑΣΟΚ είναι και ρεαλιστικός και αναγκαίος, όσοι πρεσβεύουμε ότι το πρόγραμμα που ψήφισε ο ελληνικός λαός, εμπλουτισμένο και επικαιροποιημένο βάσει των μετεκλογικών εξελίξεων συνιστά τη ρεαλιστική συνταγή εξόδου από την κρίση και όχι επίτασής της δε χαρίζουμε το ΠΑΣΟΚ σε κανέναν. Το ΠΑΣΟΚ είναι η προοδευτική και αριστερή του βάση, όχι οι μονεταριστές και οι νεοφιλελεύθεροι που έχουν παρεισφρήσει στο εσωτερικό του. Δεν μπορούν να δρουν στο όνομά μας. Δεν τους χαρίζουμε το κίνημά μας. Πρέπει σήμερα να προχωρήσουμε σε πραγματική επαναπολιτικοποίηση του κινήματος, με συλλογικές και δημοκρατικές διαδικασίες παντού, από τη βάση προς την κορυφή, με ειλικρινή συζήτηση και με δημοκρατικές αποφάσεις για το τι δέον γενέσθαι, ώστε να επανά- συνδέσουμε το ΠΑΣΟΚ με τα κοινωνικά κινήματα.
Εκτιμούμε ότι πρέπει να ακολουθηθεί μια άλλη πολιτική με ενδεικτικά σημεία την εξεύρεση εναλλακτικών πιστωτών, την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, τη δημοσιονομική εξισορρόπηση με μείωση της σπατάλης και της διαφθοράς, την ισχυρή αναπτυξιακή ώθηση όχι στη βάση αλόγιστου δανεισμού αλλά διαρθρωτικών παραγωγικών τομών στον α’ βάθμιο, β’ β’ βάθμιο, γ’ βάθμιο τομέα της εθνικής οικονομίας και στο δημόσιο τομέα, τη δημιουργία ισχυρού, δημοσίου τραπεζικού πυλώνα και την ενίσχυση των χαμηλών και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων έμμεσα και άμεσα.
xreos mas
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου