Δ. Κωνσταντακόπουλος
Θα υπερασπιστούμε το ευρώ με όλες μας τις δυνάμεις, γιατί το ευρώ είναι η Ευρώπη. Μέρκελ, Σαρκοζί και Σόιμπλε δεν κουράστηκαν να το επαναλαμβάνουν τις τελευταίες μέρες, σε μια προσπάθεια να κατευνάσουν τις «αγορές» και να αποκαταστήσουν μια επίφαση έστω σταθερότητας, ενόψει της συνόδου κορυφής που συνέρχεται σήμερα, σε κλίμα πρωτοφανούς «νευρικής κρίσης». Και μόνο όμως η προσφυγή σε παρόμοιες δηλώσεις, που κανονικά θα εθεωρούντο τετριμμένες, μάλλον επιβεβαιώνει, παρά διαψεύδει τους μεγάλους φόβους που προκαλεί και το δομικό πρόβλημα της ΕΕ, που αποκάλυψε η κρίση, και ο χαοτικός, ιδιοτελής και κοντόφθαλμος τρόπος που το χειρίζονται οι ηγέτες της Ευρώπης. (Το γεγονός άλλωστε ότι Γαλλία και Γερμανία προχωράνε γρήγορα σε ενοποιήσεις φορολογίας και άλλα μέτρα ενέτεινε μάλλον την καχυποψία ορισμένων για τις προθεσεις ή τα όρια του Βερολίνου)
Αν δηλαδή μπορούμε να μιλήσουμε για ηγέτες με οποιαδήποτε έννοια της λέξης: γενεές δεκατέσσερις πέρασε πρόσφατα όλους τους Ευρωπαίους πολιτικούς, μιλώντας με έντονα απαξιωτικούς όρους και εξαιρώντας μόνο τον Πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου Γιουνκέρ, ο πρώην Καγκελλάριος Χέλμουτ Σμίτ, μια από τις τελευταίες μεγάλες μορφές της ευρωπαϊκής πολιτικής.
Από ορισμένες απόψεις τουλάχιστο, η κατάσταση στην ΕΕ αρχίζει να θυμίζει την κατάσταση που επικρατούσε στην ΕΣΣΔ, καθώς έμπαινε από τη μπρεζνιεφική παρακμή σε μια περεστρόικα, που γρήγορα έγινε καταστρόικα. ‘Ενας από τους λόγους που διαλύθηκε η ΕΣΣΔ, ήταν ότι κανείς δεν περίμενε στ’ αλήθεια ότι μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. Αυτό ακριβώς και το κατέστησε δυνατό! Στη σημερινή ΕΕ κανένας δεν φαίνεται διατεθειμένος να παραμερίσει έστω και ελάχιστα τα ιδιαίτερα συμφέροντά του, επενδύοντας στην Ενωση ως σύνολο. Ηγετικές δυνάμεις, λόγω μεγέθους, η Γερμανία και η πειθήνια ακολουθούσα Γαλλία, δεν έχουν να προτείνουν τίποτα άλλο από αιματηρή λιτότητα, τιμωρητικά επιτόκια, ενίοτε και αρκετή περιφρόνηση για τα πιο αδύνατα μέλη.
Θα υπερασπιστούμε το ευρώ με όλες μας τις δυνάμεις, γιατί το ευρώ είναι η Ευρώπη. Μέρκελ, Σαρκοζί και Σόιμπλε δεν κουράστηκαν να το επαναλαμβάνουν τις τελευταίες μέρες, σε μια προσπάθεια να κατευνάσουν τις «αγορές» και να αποκαταστήσουν μια επίφαση έστω σταθερότητας, ενόψει της συνόδου κορυφής που συνέρχεται σήμερα, σε κλίμα πρωτοφανούς «νευρικής κρίσης». Και μόνο όμως η προσφυγή σε παρόμοιες δηλώσεις, που κανονικά θα εθεωρούντο τετριμμένες, μάλλον επιβεβαιώνει, παρά διαψεύδει τους μεγάλους φόβους που προκαλεί και το δομικό πρόβλημα της ΕΕ, που αποκάλυψε η κρίση, και ο χαοτικός, ιδιοτελής και κοντόφθαλμος τρόπος που το χειρίζονται οι ηγέτες της Ευρώπης. (Το γεγονός άλλωστε ότι Γαλλία και Γερμανία προχωράνε γρήγορα σε ενοποιήσεις φορολογίας και άλλα μέτρα ενέτεινε μάλλον την καχυποψία ορισμένων για τις προθεσεις ή τα όρια του Βερολίνου)
Αν δηλαδή μπορούμε να μιλήσουμε για ηγέτες με οποιαδήποτε έννοια της λέξης: γενεές δεκατέσσερις πέρασε πρόσφατα όλους τους Ευρωπαίους πολιτικούς, μιλώντας με έντονα απαξιωτικούς όρους και εξαιρώντας μόνο τον Πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου Γιουνκέρ, ο πρώην Καγκελλάριος Χέλμουτ Σμίτ, μια από τις τελευταίες μεγάλες μορφές της ευρωπαϊκής πολιτικής.
Από ορισμένες απόψεις τουλάχιστο, η κατάσταση στην ΕΕ αρχίζει να θυμίζει την κατάσταση που επικρατούσε στην ΕΣΣΔ, καθώς έμπαινε από τη μπρεζνιεφική παρακμή σε μια περεστρόικα, που γρήγορα έγινε καταστρόικα. ‘Ενας από τους λόγους που διαλύθηκε η ΕΣΣΔ, ήταν ότι κανείς δεν περίμενε στ’ αλήθεια ότι μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. Αυτό ακριβώς και το κατέστησε δυνατό! Στη σημερινή ΕΕ κανένας δεν φαίνεται διατεθειμένος να παραμερίσει έστω και ελάχιστα τα ιδιαίτερα συμφέροντά του, επενδύοντας στην Ενωση ως σύνολο. Ηγετικές δυνάμεις, λόγω μεγέθους, η Γερμανία και η πειθήνια ακολουθούσα Γαλλία, δεν έχουν να προτείνουν τίποτα άλλο από αιματηρή λιτότητα, τιμωρητικά επιτόκια, ενίοτε και αρκετή περιφρόνηση για τα πιο αδύνατα μέλη.
Το πρόγραμμα μοιάζει να είναι η μαζική φτωχοποίηση της ευρωπαϊκής περιφέρειας και όχι μόνο, αφού, όπως είπε ο κ. Μπαρόζο, «όλοι ξέρουν ότι οι επόμενες γενηές θα ζήσουν χειρότερα». Μπορεί όμως να επιβιώσει πολύ μια Ενωση που δεν έχει καλύτερο όραμα από το «να φτωχύνουμε, να γίνουμε Κινέζοι, να σώσουμε τις τράπεζες»; Και που, νεοφιλελεύθερη ούσα, ζηλεύει μόνο τα χαμηλά μεροκάματα των νεοκούληδων, κάνοντας ότι δεν βλέπει το ισχυρό κράτος του Μέσου Βασίλειου.
Πολλοί αμφιβάλλουν για το αποτέλεσμα και πρώτοι αυτοί, για τον κατευνασμό των οποίων φτιάχτηκε αυτό το πρόγραμμα λιτότητας! Οι «αγορές», όπως ευσχήμως ονομάζονται οι κάτοχοι χρηματιστικού κεφαλαίου, είναι ευφυέστερες των πολιτικών που τις εξυπηρετούν. Δεν έχουν κανένα λόγο να βαυκαλίζονται,εις βάρος της απόδοσης των κεφαλαίων τους! Φοβούνται ότι η λιτότητα θα κλονίσει τη συνοχή στην ΕΕ, θα τη ρίξει σε μεγαλύτερη ύφεση και μπορεί να οδηγήσει τελικά σε ανεξέλεγκτες πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις, με τελικό αποτέλεσμα να οξυνθεί, αντί να αμβλυνθεί η κρίση χρέους.
Η νέα, μετά τις εκλογές, ιρλανδική κυβέρνηση, δεν θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της τωρινής, προβλέπει ο Τζωρτζ Σόρος στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς (14.12), σε ένα άρθρο που φέρει τον τίτλο «Να σώσουμε τις τράπεζες πρώτα και μετά τα κράτη» και αποπνέει έντονη ανησυχία για το μέλλον τους. Αύξηση ιδίων κεφαλαίων ζητάει επειγόντως η ΕΚΤ, ενώ ένας οίκος αξιολόγησης απειλεί τώρα με υποτίμηση τους ισπανικούς τίτλους.
Πολλοί αμφιβάλλουν για το αποτέλεσμα και πρώτοι αυτοί, για τον κατευνασμό των οποίων φτιάχτηκε αυτό το πρόγραμμα λιτότητας! Οι «αγορές», όπως ευσχήμως ονομάζονται οι κάτοχοι χρηματιστικού κεφαλαίου, είναι ευφυέστερες των πολιτικών που τις εξυπηρετούν. Δεν έχουν κανένα λόγο να βαυκαλίζονται,εις βάρος της απόδοσης των κεφαλαίων τους! Φοβούνται ότι η λιτότητα θα κλονίσει τη συνοχή στην ΕΕ, θα τη ρίξει σε μεγαλύτερη ύφεση και μπορεί να οδηγήσει τελικά σε ανεξέλεγκτες πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις, με τελικό αποτέλεσμα να οξυνθεί, αντί να αμβλυνθεί η κρίση χρέους.
Η νέα, μετά τις εκλογές, ιρλανδική κυβέρνηση, δεν θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της τωρινής, προβλέπει ο Τζωρτζ Σόρος στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς (14.12), σε ένα άρθρο που φέρει τον τίτλο «Να σώσουμε τις τράπεζες πρώτα και μετά τα κράτη» και αποπνέει έντονη ανησυχία για το μέλλον τους. Αύξηση ιδίων κεφαλαίων ζητάει επειγόντως η ΕΚΤ, ενώ ένας οίκος αξιολόγησης απειλεί τώρα με υποτίμηση τους ισπανικούς τίτλους.
Ο Πρωθυπουργός της Πορτογαλίας αναζητεί επειγόντως δανεικά στην Κίνα και τη Βραζιλία. Η νεολαία ξεσηκώνεται βίαια στην Ιταλία, μετά τη Γαλλία και τη Βρετανία, και παρακολουθείται πολύ προσεκτικά η αύξηση της κοινωνικής δυσφορίας στην Ελλάδα. Οι Ελβετοί της Τemps αυτοσυγχαίρονται γιατί δεν άκουσαν όσους έλεγαν τη χώρα πολύ μικρή για να μείνει εκτός ΕΕ και αυτοθαυμάζονται για τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού τους. ‘Όπως πάει η ΕΚΤ, αγοράζοντας όλο και περισσότερα κρατικά ομόλογα, σε λίγο θα γίνει ιδιοκτήτρια της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλλίας σημειώνει η εφημερίδα, που, θέλοντας να δείξει στους αναγνώστες την ευρωπαϊκή κατάσταση, συγχαίρει τον Γάλλο πρωθυπουργό Φιγιόν, γιατί πρόλαβε να ανακοινώσει ο ίδιος και όχι ξένοι την περικοπή των γαλλικών συντάξεων.
Η κατάσταση είναι τόσο σοβαρή, που κατάφερε να ξυπνήσει από τη χειμερία νάρκη τους τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες. Μετά τον Σουλτς, που τάχθηκε υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγων, ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών Σταινμάγιερ αρθρογράφησε στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, υποστηρίζοντας ότι δεν φτάνουν τα ευρωομόλογα και χρειάζεται αλλαγή μοντέλου.
Την ίδια εφημερίδα, όργανο των αγορών του Σίτυ, και όχι τη Μοντ, τη Βελτ, ή τη Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε είχαν επιλέξει επίσης ο Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και ο Υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, για να λανσάρουν τα ευρωομόλογα. Δείγμα ευρωπαϊκής παρακμής, αλλά και δείγμα του πόσο σχεδόν όλοι οι πολιτικοί της Ευρώπης έγιναν τώρα ‘δούλοι΄ των αγορών.
Αν οι Γερμανοί αρχίζουν να ξυπνάνε, δεν συμβαίνει το ίδιο με τους Γάλλους σοσιαλιστές, που μοιάζουν να κλίνουν προς έναν κατεξοχήν άνθρωπο των αγορών, τον Ντομινίκ Στρως Καν, για προεδρικό υποψήφιο. Σημαντική εξαίρεση, ο πρώην πρωθυπουργός Λιονέλ Ζοσπέν με το άρθρο που συνυπογράφει στη Μοντ με τον διάσημο οικονομολόγο Αλιετά. Οι αρθρογράφοι προχωρούν πέραν της τρεχούσης κρίσεως, όχι μόνο αποδοκιμάζοντας τη λιτότητα και τη μανία των ελλειμμάτων, αλλά και υποβάλλοντας σε συντριπτική κριτική το όλο νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα που χτίστηκε σε τέσσερις δεκαετίες.
Απομένει να δούμε κατά πόσον το ευρωπαϊκό ενοποιητικό εγχείρημα και οι ευρωπαϊκές κοινωνίες διαθέτουν ακόμα κάποια ζωντάνια και κάποια ικανότητα αυτοδιόρθωσης και οικονομικής/κοινωνικής καινοτομίας. Η αναλογία στις δομές με τη διαλυθείσα τελικά Σοβιετική ‘Ενωση, που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου είναι περισσότερο εκτεταμένη από όσο θα φανταζόταν κανείς.
Στην ΕΣΣΔ, το επίσημο δόγμα ήταν ο «μαρξισμός-λενινισμός», στην ΕΕ είναι ο νεοφιλελευθερισμός και η λατρεία των αγορών – όπως κάθε μονόδρομος, κάθε κλειστό, αυτοαναφορικό μοντέλο οδηγεί σε αδιέξοδο. Ο ίδιος ο Σόρος εντοπίζει, ως βασική παράμετρο της κρίσης, δίπλα στην κρίση των τραπεζών, την κρίση της μακροοικονομικής σκέψης. Στην ΕΣΣΔ ο έλεγχος της εξουσίας επί της κοινωνίας απέτρεπε κάθε διόρθωση, κάθε ανάδραση – το ίδιο συμβαίνει στην Ευρώπη όπου οι «αγορές» έχουν σχεδόν ολοκληρώσει τον έλεγχο πολιτικών, θεσμών, ΜΜΕ, Διανοουμένων. Οι μεταρρυθμιστές του Γκορμπατσώφ αναζητούσαν αναγνώριση από το δυτικό κόσμο, όχι από τα ορατά αποτελέσματα στο εσωτερικό, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναζητούν την επιδοκιμασία των αγορών, στον πυρήνα των οποίων είναι μια φούχτα αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών και οίκων αξιολόγησης. Η μόνη και όχι ασήμαντη διαφορά ΕΕ και ΕΣΣΔ, από την άποψη που εξετάζουμε εδώ, είναι ότι η πρώτη έχει διατηρήσει τις βασικές πολιτικές ελευθερίες, που είχε εξαφανίσει η δεύτερη. ‘Ισως αυτό επιτρέψει μια διόρθωση, ως αποτέλεσμα της δράσης λαϊκών και δημοκρατικών δυνάμεων, αν προλάβουν να συγκροτηθούν.
konstantakopoulosd@yahoo.grΗ κατάσταση είναι τόσο σοβαρή, που κατάφερε να ξυπνήσει από τη χειμερία νάρκη τους τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες. Μετά τον Σουλτς, που τάχθηκε υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγων, ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών Σταινμάγιερ αρθρογράφησε στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, υποστηρίζοντας ότι δεν φτάνουν τα ευρωομόλογα και χρειάζεται αλλαγή μοντέλου.
Την ίδια εφημερίδα, όργανο των αγορών του Σίτυ, και όχι τη Μοντ, τη Βελτ, ή τη Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε είχαν επιλέξει επίσης ο Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και ο Υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, για να λανσάρουν τα ευρωομόλογα. Δείγμα ευρωπαϊκής παρακμής, αλλά και δείγμα του πόσο σχεδόν όλοι οι πολιτικοί της Ευρώπης έγιναν τώρα ‘δούλοι΄ των αγορών.
Αν οι Γερμανοί αρχίζουν να ξυπνάνε, δεν συμβαίνει το ίδιο με τους Γάλλους σοσιαλιστές, που μοιάζουν να κλίνουν προς έναν κατεξοχήν άνθρωπο των αγορών, τον Ντομινίκ Στρως Καν, για προεδρικό υποψήφιο. Σημαντική εξαίρεση, ο πρώην πρωθυπουργός Λιονέλ Ζοσπέν με το άρθρο που συνυπογράφει στη Μοντ με τον διάσημο οικονομολόγο Αλιετά. Οι αρθρογράφοι προχωρούν πέραν της τρεχούσης κρίσεως, όχι μόνο αποδοκιμάζοντας τη λιτότητα και τη μανία των ελλειμμάτων, αλλά και υποβάλλοντας σε συντριπτική κριτική το όλο νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα που χτίστηκε σε τέσσερις δεκαετίες.
Απομένει να δούμε κατά πόσον το ευρωπαϊκό ενοποιητικό εγχείρημα και οι ευρωπαϊκές κοινωνίες διαθέτουν ακόμα κάποια ζωντάνια και κάποια ικανότητα αυτοδιόρθωσης και οικονομικής/κοινωνικής καινοτομίας. Η αναλογία στις δομές με τη διαλυθείσα τελικά Σοβιετική ‘Ενωση, που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου είναι περισσότερο εκτεταμένη από όσο θα φανταζόταν κανείς.
Στην ΕΣΣΔ, το επίσημο δόγμα ήταν ο «μαρξισμός-λενινισμός», στην ΕΕ είναι ο νεοφιλελευθερισμός και η λατρεία των αγορών – όπως κάθε μονόδρομος, κάθε κλειστό, αυτοαναφορικό μοντέλο οδηγεί σε αδιέξοδο. Ο ίδιος ο Σόρος εντοπίζει, ως βασική παράμετρο της κρίσης, δίπλα στην κρίση των τραπεζών, την κρίση της μακροοικονομικής σκέψης. Στην ΕΣΣΔ ο έλεγχος της εξουσίας επί της κοινωνίας απέτρεπε κάθε διόρθωση, κάθε ανάδραση – το ίδιο συμβαίνει στην Ευρώπη όπου οι «αγορές» έχουν σχεδόν ολοκληρώσει τον έλεγχο πολιτικών, θεσμών, ΜΜΕ, Διανοουμένων. Οι μεταρρυθμιστές του Γκορμπατσώφ αναζητούσαν αναγνώριση από το δυτικό κόσμο, όχι από τα ορατά αποτελέσματα στο εσωτερικό, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναζητούν την επιδοκιμασία των αγορών, στον πυρήνα των οποίων είναι μια φούχτα αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών και οίκων αξιολόγησης. Η μόνη και όχι ασήμαντη διαφορά ΕΕ και ΕΣΣΔ, από την άποψη που εξετάζουμε εδώ, είναι ότι η πρώτη έχει διατηρήσει τις βασικές πολιτικές ελευθερίες, που είχε εξαφανίσει η δεύτερη. ‘Ισως αυτό επιτρέψει μια διόρθωση, ως αποτέλεσμα της δράσης λαϊκών και δημοκρατικών δυνάμεων, αν προλάβουν να συγκροτηθούν.
Ο Κόσμος του Επενδυτή, 17.12.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου