«Εφόσον οι μεγάλοι μας σύμμαχοι αποφάσισαν πως η παρουσία του βρεττανικού στρατού στην Ελλάδα ήταν χρήσιμη, σημαίνει πως ήταν. Πιστεύουμε πως η σύγκρουση μεταξύ ΕΛΑΣ και Βρεττανών είναι αποτέλεσμα μιας θλιβερής παρεξήγησης, η οποία ελπίζουμε ότι θα ξεχαστεί.» Με αυτά τα λόγια σε συνέντευξη τύπου την παραμονή της υπογραφής της συνθήκης της Βάρκιζας, ο Σιάντος έκλεισε τα γεγονότα του «μεγάλου Δεκέμβρη». Χαρακτήρισε τις μάχες της Αθήνας ως μια παρεξήγηση και αποφάσισε ότι Βρεττανοί, που επί ένα μήνα βομβάρδιζαν τον λαό της Αθήνας, είναι φίλοι μας, αφού το λένε οι σύμμαχοι, δηλαδή η Σοβιετική Ένωση.
Λίγες μέρες νωρίτερα στη Γιάλτα είχε ξεκινήσει η διάσκεψη, κατά την οποία ο Στάλιν δήλωσε «έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στην βρεττανική πολιτική στην Ελλάδα», αρνούμενος ταυτόχρονα την πρόταση του Τσώρτσιλ να επισκεφτεί την Ελλάδα παρατηρητής εκ μέρους της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν πλέον περισσότερο από σαφές ότι ο Στάλιν παρέδιδε την Ελλάδα στους Βρεττανούς χωρίς κανένα όρο και περιορισμό, για να έχει και ο ίδιος τα χέρια του εντελώς ελεύθερα στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Ο Πέτρος Ρούσσος, ο οποίος μόλις ξέσπασε η σύγκρουση των Δεκεμβριανών ταξίδεψε στην Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία απεσταλμένος του ΕΑΜ για να ζητήσει ενίσχυση, είχε επιστρέψει μεταφέροντας την άρνηση του Δημητρώφ να βοηθήσει τους Έλληνες συντρόφους, προτρέποντας τους αντίθετα να μην ωθήσουν τα πράγματα στα άκρα, δηλαδή να συμβιβαστούν. Για την ακρίβεια έλεγε: «Οι Έλληνες και ο ΕΛΑΣ....δεν πρέπει να σπρώξουν τα πράγματα ως την άκρη, αλλά να δείξουν εξαιρετική ευλυγισία και επιδεξιότητα στο χειρισμό, ώστε να διατηρήσουν όσο είναι δυνατό τις δυνάμεις τους, περιμένοντας μια πιο κατάλληλη στιγμή για την πραγματοποίηση του δημοκρατικού τους προγράμματος».
Ο Σιάντος έβλεπε ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον συμβιβασμό, αφού έτσι τον συμβούλευαν όλοι οι σύμμαχοι του. Υπέγραψε στις 12 Φεβρουαρίου 1945 την συνθήκη της Βάρκιζας και παρέδωσε αμαχητί τον ΕΛΑΣ στους εχθρούς του. Ένα μικρό τμήμα του μόνο είχε πολεμήσει και ηττηθεί στα Δεκεμβριανά, το μεγαλύτερο μέρος του ήταν αήτητο και κυρίαρχο στην υπόλοιπη Ελλάδα. Χωρίς να χάσει τον πόλεμο χωρίς καν να δώσει τη μάχη του, ο πανίσχυρος ΕΛΑΣ αναγκάστηκε να παραδοθεί άνευ όρων. Τα δάκρυα των μαχητών όταν παρέδιδαν τα όπλα τους φανερώνουν την οδύνη την απογοήτευση και τον τρόμο για το μελλον αυτών των περήφανων ανταρτών που με μια υπογραφή παραδόθηκαν βορρά στους διώκτες τους.
Καθώς ο Σιάντος προσήλθε στη Βάρκιζα αποφασισμένος να υπογράψει, όλη η διαπραγμάτευση της Βάρκιζας αφορούσε κυρίως το θέμα της αμνηστείας. Ωστόσο ο Σιάντος υπέκυψε στις πιέσεις των αντιπάλων του και δεν πέτυχε την γενική αμνηστεία. Αμνηστεύθηκαν μόνο τα πολιτικά αδικήματα και έτσι προστατεύθηκε η ηγεσία του κινήματος. Αντίθετα τα ποινικά αδικήματα δεν αμνηστέυθηκαν και αμέσως μετά άρχισαν εκτός από τις ανεπίσημες και οι επίσημες διώξεις των ανταρτών για δήθεν ποινικά αδικήματα.
Η συνέχεια ήταν οδυνηρή. Οι μαχητές του ΕΛΑΣ φίλησαν τα τιμημένα όπλα τους τα παρέδωσαν με δάκρυα και επέστρεψαν στις εστίες τους, όπου τους περίμεναν οι δεξιές συμμορίες των πρώην συνεργατών των Γερμανών. Μετά από ένα χρόνο οι δολοφονημένοι αγωνιστές της αντίστασης ξεπερνούσαν τους 1000, ενώ την ίδια ώρα χιλιάδες σέρνονταν στα δικαστήρια στις φυλακές και τις εξορίες από χαλκευμενες κατηγορίες. Οι δοσίλογοι είχαν όλοι απελευθερωθεί και αναβαπτιστεί σε πατριώτες, ενώ οι αγωνιστές της αντίστασης χαρακτηρίζονταν απάτριδες και εχθροί του έθνους. Η συνθήκη της Βάρκιζας άνοιξε τους ασκούς του αιόλου οι οποίοι σάρωσαν την ελληνική κοινωνία για τα επόμενα τριάντα χρόνια και εξολόθρευσαν τον ανθό της ελληνικής νεολαίας.
xrisaxatzivasiliou
Λίγες μέρες νωρίτερα στη Γιάλτα είχε ξεκινήσει η διάσκεψη, κατά την οποία ο Στάλιν δήλωσε «έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στην βρεττανική πολιτική στην Ελλάδα», αρνούμενος ταυτόχρονα την πρόταση του Τσώρτσιλ να επισκεφτεί την Ελλάδα παρατηρητής εκ μέρους της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν πλέον περισσότερο από σαφές ότι ο Στάλιν παρέδιδε την Ελλάδα στους Βρεττανούς χωρίς κανένα όρο και περιορισμό, για να έχει και ο ίδιος τα χέρια του εντελώς ελεύθερα στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Ο Πέτρος Ρούσσος, ο οποίος μόλις ξέσπασε η σύγκρουση των Δεκεμβριανών ταξίδεψε στην Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία απεσταλμένος του ΕΑΜ για να ζητήσει ενίσχυση, είχε επιστρέψει μεταφέροντας την άρνηση του Δημητρώφ να βοηθήσει τους Έλληνες συντρόφους, προτρέποντας τους αντίθετα να μην ωθήσουν τα πράγματα στα άκρα, δηλαδή να συμβιβαστούν. Για την ακρίβεια έλεγε: «Οι Έλληνες και ο ΕΛΑΣ....δεν πρέπει να σπρώξουν τα πράγματα ως την άκρη, αλλά να δείξουν εξαιρετική ευλυγισία και επιδεξιότητα στο χειρισμό, ώστε να διατηρήσουν όσο είναι δυνατό τις δυνάμεις τους, περιμένοντας μια πιο κατάλληλη στιγμή για την πραγματοποίηση του δημοκρατικού τους προγράμματος».
Ο Σιάντος έβλεπε ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον συμβιβασμό, αφού έτσι τον συμβούλευαν όλοι οι σύμμαχοι του. Υπέγραψε στις 12 Φεβρουαρίου 1945 την συνθήκη της Βάρκιζας και παρέδωσε αμαχητί τον ΕΛΑΣ στους εχθρούς του. Ένα μικρό τμήμα του μόνο είχε πολεμήσει και ηττηθεί στα Δεκεμβριανά, το μεγαλύτερο μέρος του ήταν αήτητο και κυρίαρχο στην υπόλοιπη Ελλάδα. Χωρίς να χάσει τον πόλεμο χωρίς καν να δώσει τη μάχη του, ο πανίσχυρος ΕΛΑΣ αναγκάστηκε να παραδοθεί άνευ όρων. Τα δάκρυα των μαχητών όταν παρέδιδαν τα όπλα τους φανερώνουν την οδύνη την απογοήτευση και τον τρόμο για το μελλον αυτών των περήφανων ανταρτών που με μια υπογραφή παραδόθηκαν βορρά στους διώκτες τους.
Καθώς ο Σιάντος προσήλθε στη Βάρκιζα αποφασισμένος να υπογράψει, όλη η διαπραγμάτευση της Βάρκιζας αφορούσε κυρίως το θέμα της αμνηστείας. Ωστόσο ο Σιάντος υπέκυψε στις πιέσεις των αντιπάλων του και δεν πέτυχε την γενική αμνηστεία. Αμνηστεύθηκαν μόνο τα πολιτικά αδικήματα και έτσι προστατεύθηκε η ηγεσία του κινήματος. Αντίθετα τα ποινικά αδικήματα δεν αμνηστέυθηκαν και αμέσως μετά άρχισαν εκτός από τις ανεπίσημες και οι επίσημες διώξεις των ανταρτών για δήθεν ποινικά αδικήματα.
Η συνέχεια ήταν οδυνηρή. Οι μαχητές του ΕΛΑΣ φίλησαν τα τιμημένα όπλα τους τα παρέδωσαν με δάκρυα και επέστρεψαν στις εστίες τους, όπου τους περίμεναν οι δεξιές συμμορίες των πρώην συνεργατών των Γερμανών. Μετά από ένα χρόνο οι δολοφονημένοι αγωνιστές της αντίστασης ξεπερνούσαν τους 1000, ενώ την ίδια ώρα χιλιάδες σέρνονταν στα δικαστήρια στις φυλακές και τις εξορίες από χαλκευμενες κατηγορίες. Οι δοσίλογοι είχαν όλοι απελευθερωθεί και αναβαπτιστεί σε πατριώτες, ενώ οι αγωνιστές της αντίστασης χαρακτηρίζονταν απάτριδες και εχθροί του έθνους. Η συνθήκη της Βάρκιζας άνοιξε τους ασκούς του αιόλου οι οποίοι σάρωσαν την ελληνική κοινωνία για τα επόμενα τριάντα χρόνια και εξολόθρευσαν τον ανθό της ελληνικής νεολαίας.
xrisaxatzivasiliou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου