«καλύτερα ένα φρικτό τέλος, παρά μια φρίκη δίχως τέλος»
Έχουμε προσεγγίσει το δράμα μας με κάθε δυνατό τρόπο. Ορθολογικό, μεταφυσικό, συναισθηματικό, αυτοκριτικό, νηφάλιο, οργισμένο, οικονομικό, πολιτικό, ιδεολογικό, ψυχολογικό, αναλυτικό, συνθετικό, κωμικό, τραγικό, αγωνιώδη ή ψύχραιμο. Στους 21 μήνες από την επίσημη ένταξή μας στον θάλαμο ευρωπαϊκών βασανιστηρίων και στο καθεστώς ελεγχόμενης χρεοκοπίας -διότι περί αυτού πρόκειται και δεν είναι κάποια νέα ανακάλυψη του ευφάνταστου Γερμανού υπουργού Οικονομίας Φίλιπ Ρέσλερ ή των σκοτεινών κερδοσκόπων- τα έχουμε δει όλα, τα έχουμε ακούσει όλα, τα έχουμε υποστεί όλα. Με εξαίρεση, ενδεχομένως, μια κανονική κατάληψη της πλατείας Συντάγματος από γερμανικά Leopard, μια εισβολή Γερμανών κομάντος στο Γενικό Λογιστήριο και μια διάλυση της ελληνικής Βουλής από το συνταγματικό δικαστήριο της Καρλσρούης, που αποφάσισε ότι η κρατική κυριαρχία είναι αποκλειστικό προνόμιο της Γερμανίας. Άντε, και κάνα δυο ακόμη χωρών. Η «κατοχή», που ήταν μια έννοια η οποία έθιγε τον πολιτικό καθωσπρεπισμό πολλών μνημονιοφρόνων και μη, έχει γίνει μια εφιαλτική κυριολεξία, ομολογούμενη δειλά και από τους ίδιους...
Η αναφορά του πρωθυπουργού σε πόλεμο που διεξάγεται και οι επικλήσεις του πατριωτικού φρονήματος -στο όνομα του οποίου ο μέσος Έλληνας (αλλά μόνον ο μέσος και οι κάτω απ’ αυτόν) πρέπει να καταθέσει τα δαχτυλίδια, τις βέρες, τα οικογενειακά κειμήλια, δυο μισθούς τον χρόνο, το σπίτι του και τα μικρομεσαία περιουσιακά του στοιχεία για την αγορά πολεμοφοδίων- αποτελούν τη σημειολογική προαναγγελία της πτώσης της χώρας.
Ο πόλεμος που υποτίθεται ότι διεξήγε η κυβέρνηση έχει χαθεί. Ο εχθρός είναι εντός των τειχών. Και ο πατριωτικός οβολός που ζητείται δεν είναι για τα όπλα της άμυνας, αλλά για τα λάφυρα του κατακτητή.
Σ’ αυτή την καταθλιπτική σημειολογία, άλλωστε, ο ταχύλαλος και πληθωρικός υπουργός Οικονομικών πρόσθεσε μια αποκαλυπτική αναφορά, που θυμίζει διαπραγμάτευση ταπεινωτικών όρων συνθηκολόγησης. Στη Θεσσαλονίκη, όπου ανακοίνωσε τον κεφαλικό φόρο κατά βωμών και εστιών, περιέγραψε την «οικογένεια» των εταίρων της Ευρωζώνης ως ένα απόλυτα εχθρικό πεδίο αναμέτρησης και κατέληξε πως «το παιχνίδι είναι πάρα πολύ δύσκολο και οι όροι του αλλάζουν, γιατί είναι προφανές ότι κάποιοι λειτουργούν και ως παίκτες και ως διαιτητές». Δηλαδή, το παιχνίδι (ή ο πόλεμος, η διαπραγμάτευση, όπως θέλετε πέστε το) είναι σικέ! Τότε, ποιους λόγους έχει η χώρα να παραμένει σ’ ένα παιχνίδι με σημαδεμένα χαρτιά και με προδιαγεγραμμένη την ήττα της; Να διαπραγματευτεί το σχήμα της φυλακής της και το χρώμα των αλυσίδων της;
Το έχουμε δει και θα το ξαναδούμε το έργο. Επαναλαμβάνεται με εφιαλτική γεωμετρία. Κάθε φοβισμένο, μικρό «όχι» της κυβέρνησης μετατρέπεται σ’ ένα όλο και πιο εξευτελιστικό «ναι», μια ταπεινωτική ανταπόκριση σε κάθε εξωφρενική απαίτηση των πιστωτών. Τελευταίο επίτευγμα η καταιγίδα των έκτακτων εισφορών. Το μέσο ελληνικό νοικοκυριό καλείται να καταβάλει τουλάχιστον έναν μισθό μέχρι το τέλος του χρόνου. Έχουν χαρατσωθεί όλες οι πηγές εισοδήματος – μισθός, σύνταξη, ψήγματα κοινωνικής πρόνοιας, κατοικία. Αυτό το χαράτσι είναι μια ιλιγγιώδης αφαίμαξη από την ήδη ισχνή καταναλωτική δαπάνη και θα μεταφραστεί με βεβαιότητα σε νέα δραματική πτώση τζίρων, ύφεση, λουκέτα, απολύσεις και τελικά σε συρρίκνωση των φορολογικών εσόδων. Σε αντίθεση με τη ρητορική των πιστωτών, δεν είναι η ασυνέπεια της κυβέρνησης στις «μεταρρυθμιστικές δεσμεύσεις» του μνημονίου και του Μεσοπρόθεσμου που οδηγεί σε εκτροπή από τους δημοσιονομικούς στόχους για το έλλειμμα και το χρέος. Ίσα ίσα, είναι η συνέπειά της που προκαλεί την εκτροπή. Οι πιστωτές, η τρόικα, που στόλισαν με κραυγαλέα ψέματα τους δείκτες του μνημονίου, το ξέρουν κι απλώς κάνουν τους Αλέκους. Το μνημόνιο οδηγεί σε χρεοκοπία. Τα μόνα τους διλήμματα είναι πια αν θα γίνει συντεταγμένα ή ασύνταχτα. Εντός ή εκτός ευρώ.
Μπορεί το τελευταίο επεισόδιο του ευρω-ελλαδικού θρίλερ να έληξε με μια καθησυχαστική ανάπαυλα, μπορεί να πάρουμε την έκτη δόση του δανείου-βρόχου, μπορεί να επικυρωθεί τελικά η συμφωνία για τον νέο δανεισμό και να ευοδωθεί όπως όπως η ανταλλαγή των ομολόγων. Όμως, η τρόικα θα ξανάρθει τον Δεκέμβριο για την επόμενη δόση. Θα ξανακρίνει και θα ξαναδικάσει τη χώρα. Κι ύστερα θα έρθει για την επόμενη δόση, και μετά για την 8η, τη 10η, τη 16η. Τι θα γίνει τότε; Τι θα γίνει με τις 10 δόσεις δανεισμού που προβλέπονται μέχρι το 2014; Ξανά μανά τα ίδια; Κάθε τρίμηνο και μια κάθοδος στην Κόλαση;
Το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού, που έμαθε νεράκι ο υπουργός Οικονομικών, αλλά μπερδεύει ακόμη τον πρωθυπουργό, δεν θα έρθει ποτέ. Γιατί, πολύ απλά, κάθε δόση έκτακτων φόρων που επιβάλλεται, ακόμη κι αν καταβληθούν με πατριωτική αυταπάρνηση, μεταφράζεται σε μια ανάλογη μείωση των τακτικών φόρων. Έχει υπολογίσει, άραγε, κανείς από τους εγχώριους ή τροϊκανούς τεχνοκράτες σε τι απώλεια εσόδων αντιστοιχεί η αναγκαστική «απόσυρση» από την κατανάλωση μιας φορολογικής αρπαχτής 10 δισ. ευρώ και πλέον, σαν την τελευταία; Στην πραγματικότητα μόνο ένα θαύμα μπορεί να αποκλείσει τις επόμενες «μαύρες τρύπες» στον προϋπολογισμό. Και τι θα γίνει όταν διαπιστωθούν; Τι άλλο θα φορολογήσουν, πέρα από το εισόδημα και την περιουσία; Το βήξιμο, το φτύσιμο, το ρέψιμο, τον λόξιγκα, την εισπνοή, την εκπνοή (και κάθε μια αυτοτελώς); Ή μήπως τις καταθέσεις, αυτές υπέρ των οποίων υποτίθεται πως θυσιάζονται όλα τ’ άλλα; Άλλωστε, αυτό δεν ήταν ένα υπόρρητο μήνυμα που εξέπεμψε η κυβέρνηση στις αγορές, επιβάλλοντας έναν φόρο έσχατης ανάγκης; Τι άλλο απομένει να φορολογήσει την επόμενη φορά εκτός από τις καταθέσεις, επιταχύνοντας έτσι την προαναγγελθείσα κατάρρευση;
Καθώς φτάνουμε στην κορύφωση της «ελληνικής τραγωδίας», ή του κατά Βενιζέλο σικέ παιγνίου, γίνεται προφανές ότι πίσω από τις διακηρύξεις αποφασιστικότητας για «διάσωση της Ελλάδας, εάν και εφόσον…» κρύβονται δεύτερες, άρρητες ή υπόρητες σκέψεις που δεν σχετίζονται μόνο με το μικροπολιτικό παιχνίδι των Γερμανών φιλελεύθερων για ν’ αποτρέψουν την πολιτική τους κατάρρευση. Τα «εάν και εφόσον…» προαναγγέλλουν τα επόμενα κύματα αφόρητων πιέσεων για μέτρα και πολιτικές στην πράξη ανεφάρμοστες σε μια οικονομία σε ελεύθερη πτώση. Προφανώς, στη γερμανική και την υπόλοιπη ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική ελίτ διαμορφώνεται μια δυναμική τάση που δεν πιστεύει στην ελληνική διάσωση και επιχειρεί να βρει μια ενδιάμεση λύση που θα στεγανοποιεί τον «υγιή πυρήνα» της Ευρωζώνης (αν πράγματι υπάρχει) από τις παρενέργειες μιας χρεοκοπίας. Σ’ αυτή την τάση συγκλίνει πιθανότατα κι ένα σημαντικό μέρος του χρηματοπιστωτικού Λεβιάθαν, που ξανασκέφτεται τη χρησιμότητα του rollover των ελληνικών ομολόγων και την εναλλακτική λύση μιας γερής αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους που μπορεί να καθιστά μονόδρομο την έξοδο από την Ευρωζώνη και με τους πιο επαχθείς για την ελληνική κοινωνία όρους.
Η ελληνική κοινωνία, ζαλισμένη από αλλεπάλληλα φορολογικά και οικονομικά χαστούκια, απορροφημένη σε έναν αγώνα επιβίωσης, δεν μπορεί φυσικά να αποκρυπτογραφήσει αυτή την πολιτικοοικονομική Βαβέλ. Ψυχανεμίζεται, ωστόσο, ότι το θρίλερ έχει πολλά ακόμη τρομακτικά επεισόδια. Και, παρ’ όλο που η τρομοκρατία των δόσεων έχει και τον επιπλέον ορατό στόχο να καταστείλει κάθε υποψία αντίδρασης, μπορεί να έχει αντίθετο αποτέλεσμα. Μπορεί να φέρει την κοινωνία σε μια ψυχολογία απελπισμένου θυμού, στην κατά Σοπενάουερ αντίληψη «καλύτερα ένα φρικτό τέλος, παρά μια φρίκη δίχως τέλος». Ή σε μια πιο λαϊκή, ελληνοτουρκικής υφής, απάντηση στον επόμενο εκβιασμό των πιστωτών: «Ε, αϊ σιχτίρ, πια! Πάρτε τις δόσεις σας, πάρτε τα δάνειά σας, πάρτε τα μνημόνια και τις τεχνικές σας βοήθειες, πάρτε και το ευρώ σας, αφήστε μας να χρεοκοπήσουμε με την ησυχία μας και… αποθανέτω η ψυχή μας μετά των αλλοφύλων».
Και μετά; Τι θα γίνει μετά; Βασανιστικό το ερώτημα, οδυνηρή η απάντηση, αλλά με μια ενδιαφέρουσα σημείωση. Η αλήθεια είναι ότι τίποτα μέχρι τώρα δεν αποδεικνύει πως η οικονομική και κοινωνική υποβάθμιση που συντελείται με την «πιστή τήρηση των δεσμεύσεων στους πιστωτές», αυτό το ιδιότυπο Καθαρτήριο με έξοδο μόνο προς την Κόλαση, θα μπορούσε να γίνει πολύ χειρότερη με μια στάση πληρωμών, όσο η χώρα διατηρεί ακόμη τον έλεγχο του χρέους της, μια έξοδο από το ευρώ, μια ανάκτηση της κρατικής της κυριαρχίας και μια επιχείρηση ανασυγκρότησης της οικονομίας και των διεθνών συνεργειών της. Το ερώτημα, άλλωστε, δεν είναι αν αυτά τα έσχατα όπλα είναι αποτελεσματικά. Το ζήτημα είναι ποιος τα έχει στα χέρια τους, υπέρ ποίου και ενάντια σε ποιον τα στρέφει.
Υ.Γ. Επί του «αϊ σιχτίρ» και της ελληνοτουρκικής του προέλευσης: Κατά μία εκδοχή προέρχεται από το τουρκικό ρήμα sikmen που σημαίνει γ…ω. Συναντάται σχεδόν σε όλες τις βαλκανικές γλώσσες. Για την περίπτωση που η έκφραση «αϊ σιχτίρ» προσβάλλει τα αντι-οθωμανικά αισθήματα των πιστωτών, υπάρχει και η παρηγορητική εναλλακτική της προέλευσης από την αρχαιοελληνική έκφραση απαξίωσης και περιφρόνησης «αεί σε οικτίρω». Δηλαδή, «είστε αξιολύπητοι, ρε».
Η αναφορά του πρωθυπουργού σε πόλεμο που διεξάγεται και οι επικλήσεις του πατριωτικού φρονήματος -στο όνομα του οποίου ο μέσος Έλληνας (αλλά μόνον ο μέσος και οι κάτω απ’ αυτόν) πρέπει να καταθέσει τα δαχτυλίδια, τις βέρες, τα οικογενειακά κειμήλια, δυο μισθούς τον χρόνο, το σπίτι του και τα μικρομεσαία περιουσιακά του στοιχεία για την αγορά πολεμοφοδίων- αποτελούν τη σημειολογική προαναγγελία της πτώσης της χώρας.
Ο πόλεμος που υποτίθεται ότι διεξήγε η κυβέρνηση έχει χαθεί. Ο εχθρός είναι εντός των τειχών. Και ο πατριωτικός οβολός που ζητείται δεν είναι για τα όπλα της άμυνας, αλλά για τα λάφυρα του κατακτητή.
Σ’ αυτή την καταθλιπτική σημειολογία, άλλωστε, ο ταχύλαλος και πληθωρικός υπουργός Οικονομικών πρόσθεσε μια αποκαλυπτική αναφορά, που θυμίζει διαπραγμάτευση ταπεινωτικών όρων συνθηκολόγησης. Στη Θεσσαλονίκη, όπου ανακοίνωσε τον κεφαλικό φόρο κατά βωμών και εστιών, περιέγραψε την «οικογένεια» των εταίρων της Ευρωζώνης ως ένα απόλυτα εχθρικό πεδίο αναμέτρησης και κατέληξε πως «το παιχνίδι είναι πάρα πολύ δύσκολο και οι όροι του αλλάζουν, γιατί είναι προφανές ότι κάποιοι λειτουργούν και ως παίκτες και ως διαιτητές». Δηλαδή, το παιχνίδι (ή ο πόλεμος, η διαπραγμάτευση, όπως θέλετε πέστε το) είναι σικέ! Τότε, ποιους λόγους έχει η χώρα να παραμένει σ’ ένα παιχνίδι με σημαδεμένα χαρτιά και με προδιαγεγραμμένη την ήττα της; Να διαπραγματευτεί το σχήμα της φυλακής της και το χρώμα των αλυσίδων της;
Το έχουμε δει και θα το ξαναδούμε το έργο. Επαναλαμβάνεται με εφιαλτική γεωμετρία. Κάθε φοβισμένο, μικρό «όχι» της κυβέρνησης μετατρέπεται σ’ ένα όλο και πιο εξευτελιστικό «ναι», μια ταπεινωτική ανταπόκριση σε κάθε εξωφρενική απαίτηση των πιστωτών. Τελευταίο επίτευγμα η καταιγίδα των έκτακτων εισφορών. Το μέσο ελληνικό νοικοκυριό καλείται να καταβάλει τουλάχιστον έναν μισθό μέχρι το τέλος του χρόνου. Έχουν χαρατσωθεί όλες οι πηγές εισοδήματος – μισθός, σύνταξη, ψήγματα κοινωνικής πρόνοιας, κατοικία. Αυτό το χαράτσι είναι μια ιλιγγιώδης αφαίμαξη από την ήδη ισχνή καταναλωτική δαπάνη και θα μεταφραστεί με βεβαιότητα σε νέα δραματική πτώση τζίρων, ύφεση, λουκέτα, απολύσεις και τελικά σε συρρίκνωση των φορολογικών εσόδων. Σε αντίθεση με τη ρητορική των πιστωτών, δεν είναι η ασυνέπεια της κυβέρνησης στις «μεταρρυθμιστικές δεσμεύσεις» του μνημονίου και του Μεσοπρόθεσμου που οδηγεί σε εκτροπή από τους δημοσιονομικούς στόχους για το έλλειμμα και το χρέος. Ίσα ίσα, είναι η συνέπειά της που προκαλεί την εκτροπή. Οι πιστωτές, η τρόικα, που στόλισαν με κραυγαλέα ψέματα τους δείκτες του μνημονίου, το ξέρουν κι απλώς κάνουν τους Αλέκους. Το μνημόνιο οδηγεί σε χρεοκοπία. Τα μόνα τους διλήμματα είναι πια αν θα γίνει συντεταγμένα ή ασύνταχτα. Εντός ή εκτός ευρώ.
Μπορεί το τελευταίο επεισόδιο του ευρω-ελλαδικού θρίλερ να έληξε με μια καθησυχαστική ανάπαυλα, μπορεί να πάρουμε την έκτη δόση του δανείου-βρόχου, μπορεί να επικυρωθεί τελικά η συμφωνία για τον νέο δανεισμό και να ευοδωθεί όπως όπως η ανταλλαγή των ομολόγων. Όμως, η τρόικα θα ξανάρθει τον Δεκέμβριο για την επόμενη δόση. Θα ξανακρίνει και θα ξαναδικάσει τη χώρα. Κι ύστερα θα έρθει για την επόμενη δόση, και μετά για την 8η, τη 10η, τη 16η. Τι θα γίνει τότε; Τι θα γίνει με τις 10 δόσεις δανεισμού που προβλέπονται μέχρι το 2014; Ξανά μανά τα ίδια; Κάθε τρίμηνο και μια κάθοδος στην Κόλαση;
Το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού, που έμαθε νεράκι ο υπουργός Οικονομικών, αλλά μπερδεύει ακόμη τον πρωθυπουργό, δεν θα έρθει ποτέ. Γιατί, πολύ απλά, κάθε δόση έκτακτων φόρων που επιβάλλεται, ακόμη κι αν καταβληθούν με πατριωτική αυταπάρνηση, μεταφράζεται σε μια ανάλογη μείωση των τακτικών φόρων. Έχει υπολογίσει, άραγε, κανείς από τους εγχώριους ή τροϊκανούς τεχνοκράτες σε τι απώλεια εσόδων αντιστοιχεί η αναγκαστική «απόσυρση» από την κατανάλωση μιας φορολογικής αρπαχτής 10 δισ. ευρώ και πλέον, σαν την τελευταία; Στην πραγματικότητα μόνο ένα θαύμα μπορεί να αποκλείσει τις επόμενες «μαύρες τρύπες» στον προϋπολογισμό. Και τι θα γίνει όταν διαπιστωθούν; Τι άλλο θα φορολογήσουν, πέρα από το εισόδημα και την περιουσία; Το βήξιμο, το φτύσιμο, το ρέψιμο, τον λόξιγκα, την εισπνοή, την εκπνοή (και κάθε μια αυτοτελώς); Ή μήπως τις καταθέσεις, αυτές υπέρ των οποίων υποτίθεται πως θυσιάζονται όλα τ’ άλλα; Άλλωστε, αυτό δεν ήταν ένα υπόρρητο μήνυμα που εξέπεμψε η κυβέρνηση στις αγορές, επιβάλλοντας έναν φόρο έσχατης ανάγκης; Τι άλλο απομένει να φορολογήσει την επόμενη φορά εκτός από τις καταθέσεις, επιταχύνοντας έτσι την προαναγγελθείσα κατάρρευση;
Καθώς φτάνουμε στην κορύφωση της «ελληνικής τραγωδίας», ή του κατά Βενιζέλο σικέ παιγνίου, γίνεται προφανές ότι πίσω από τις διακηρύξεις αποφασιστικότητας για «διάσωση της Ελλάδας, εάν και εφόσον…» κρύβονται δεύτερες, άρρητες ή υπόρητες σκέψεις που δεν σχετίζονται μόνο με το μικροπολιτικό παιχνίδι των Γερμανών φιλελεύθερων για ν’ αποτρέψουν την πολιτική τους κατάρρευση. Τα «εάν και εφόσον…» προαναγγέλλουν τα επόμενα κύματα αφόρητων πιέσεων για μέτρα και πολιτικές στην πράξη ανεφάρμοστες σε μια οικονομία σε ελεύθερη πτώση. Προφανώς, στη γερμανική και την υπόλοιπη ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική ελίτ διαμορφώνεται μια δυναμική τάση που δεν πιστεύει στην ελληνική διάσωση και επιχειρεί να βρει μια ενδιάμεση λύση που θα στεγανοποιεί τον «υγιή πυρήνα» της Ευρωζώνης (αν πράγματι υπάρχει) από τις παρενέργειες μιας χρεοκοπίας. Σ’ αυτή την τάση συγκλίνει πιθανότατα κι ένα σημαντικό μέρος του χρηματοπιστωτικού Λεβιάθαν, που ξανασκέφτεται τη χρησιμότητα του rollover των ελληνικών ομολόγων και την εναλλακτική λύση μιας γερής αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους που μπορεί να καθιστά μονόδρομο την έξοδο από την Ευρωζώνη και με τους πιο επαχθείς για την ελληνική κοινωνία όρους.
Η ελληνική κοινωνία, ζαλισμένη από αλλεπάλληλα φορολογικά και οικονομικά χαστούκια, απορροφημένη σε έναν αγώνα επιβίωσης, δεν μπορεί φυσικά να αποκρυπτογραφήσει αυτή την πολιτικοοικονομική Βαβέλ. Ψυχανεμίζεται, ωστόσο, ότι το θρίλερ έχει πολλά ακόμη τρομακτικά επεισόδια. Και, παρ’ όλο που η τρομοκρατία των δόσεων έχει και τον επιπλέον ορατό στόχο να καταστείλει κάθε υποψία αντίδρασης, μπορεί να έχει αντίθετο αποτέλεσμα. Μπορεί να φέρει την κοινωνία σε μια ψυχολογία απελπισμένου θυμού, στην κατά Σοπενάουερ αντίληψη «καλύτερα ένα φρικτό τέλος, παρά μια φρίκη δίχως τέλος». Ή σε μια πιο λαϊκή, ελληνοτουρκικής υφής, απάντηση στον επόμενο εκβιασμό των πιστωτών: «Ε, αϊ σιχτίρ, πια! Πάρτε τις δόσεις σας, πάρτε τα δάνειά σας, πάρτε τα μνημόνια και τις τεχνικές σας βοήθειες, πάρτε και το ευρώ σας, αφήστε μας να χρεοκοπήσουμε με την ησυχία μας και… αποθανέτω η ψυχή μας μετά των αλλοφύλων».
Και μετά; Τι θα γίνει μετά; Βασανιστικό το ερώτημα, οδυνηρή η απάντηση, αλλά με μια ενδιαφέρουσα σημείωση. Η αλήθεια είναι ότι τίποτα μέχρι τώρα δεν αποδεικνύει πως η οικονομική και κοινωνική υποβάθμιση που συντελείται με την «πιστή τήρηση των δεσμεύσεων στους πιστωτές», αυτό το ιδιότυπο Καθαρτήριο με έξοδο μόνο προς την Κόλαση, θα μπορούσε να γίνει πολύ χειρότερη με μια στάση πληρωμών, όσο η χώρα διατηρεί ακόμη τον έλεγχο του χρέους της, μια έξοδο από το ευρώ, μια ανάκτηση της κρατικής της κυριαρχίας και μια επιχείρηση ανασυγκρότησης της οικονομίας και των διεθνών συνεργειών της. Το ερώτημα, άλλωστε, δεν είναι αν αυτά τα έσχατα όπλα είναι αποτελεσματικά. Το ζήτημα είναι ποιος τα έχει στα χέρια τους, υπέρ ποίου και ενάντια σε ποιον τα στρέφει.
Υ.Γ. Επί του «αϊ σιχτίρ» και της ελληνοτουρκικής του προέλευσης: Κατά μία εκδοχή προέρχεται από το τουρκικό ρήμα sikmen που σημαίνει γ…ω. Συναντάται σχεδόν σε όλες τις βαλκανικές γλώσσες. Για την περίπτωση που η έκφραση «αϊ σιχτίρ» προσβάλλει τα αντι-οθωμανικά αισθήματα των πιστωτών, υπάρχει και η παρηγορητική εναλλακτική της προέλευσης από την αρχαιοελληνική έκφραση απαξίωσης και περιφρόνησης «αεί σε οικτίρω». Δηλαδή, «είστε αξιολύπητοι, ρε».
via papaioannou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου