του Θέμη Τζήμα
Την 10η Νοεμβρίου 2011 θα τη θυμόμαστε για πολύ καιρό. Σηματοδοτεί την τέλεση της πρώτης φάσης ενός ενδό-βουλευτικού πραξικοπήματος. Το βουλευτικό αυτό πραξικόπημα οργανώθηκε από το ντόπιο παρασιτικό και μεγάλο κεφάλαιο που θέλησε να υπερασπιστεί τα στρατηγικά του συμφέροντα και από την ευρωπαϊκή δεξιά που κυβερνά στην Ευρώπη σχεδόν παντού, επιβάλλοντας τη στρατηγική της ολοκληρωτικά, ειδικά δια της Γερμανίδας καγκελαρίου.
Υλοποιήθηκε από τα κατεστημένα ΜΜΕ, που αναδείχθηκαν σε πρωταρχικό προπαγανδιστικό και εκφοβιστικό πυλώνα υπέρ της ντόπιας ολιγαρχίας, από ένα μεγάλο τμήμα των μελών των κοινοβουλευτικών ομάδων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ που λειτουργούν ως φερέφωνα του παρασιτικού κεφαλαίου εδώ και χρόνια. Με τη συνεργασία της κοινοβουλευτικής έκφρασης της ακροδεξιάς και του κόμματος της Ντόρας Μπακογιάννη.
Το δρόμο για το βουλευτικό αυτό πραξικόπημα έστρωσε πρώτα και κύρια ο ίδιος ο- πρώην πλέον- πρωθυπουργός, ασχέτως του αν υπήρξε εν τέλει θύμα του. Υιοθετώντας και υλοποιώντας μια αντιδραστική, νεοφιλελεύθερη στρατηγική χωρίς καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση. Επιχείρημά του ότι η δημοκρατία κάμπτεται μπροστά στην “ανάγκη”, βάσει του πώς ο ίδιος και η κυβέρνησή του όριζαν και αντιλαμβάνονταν την τελευταία. Άνοιξαν έτσι το δρόμο για μια σειρά δημοκρατικών αφαιρέσεων. Κατόπιν βάδισαν αυτό το δρόμο πρόθυμα και αποφασιστικά, σε μια σειρά διαδικασιών εντός της Βουλής αλλά και έξω στο δρόμο, με σκληρή, βίαιη καταστολή.
Η απελθούσα κυβέρνηση υπηρέτησε πρόθυμα το παρασιτικό κεφάλαιο της χώρας, το οποίο αφού τη χρησιμοποίησε αποφάσισε να εξουδετερώσει ένα τμήμα της και να κρατήσει ένα άλλο που αποδείχθηκε πιο πρόθυμο, υπάκουο και προωθημένο ως προς την εφαρμοζομένη στρατηγική. Αυτό δεν αθωώνει τους -πρώην και νυν- κυβερνητικούς. Το ακριβώς αντίθετο. Αποδεικνύει πόσο μοιραίοι στάθηκαν για τον τόπο και τη δημοκρατική παράταξη.
Συνοδοιπόροι τους προκειμένου να στρωθεί ο δρόμος για το βουλευτικό αυτό πραξικόπημα και το βιασμό της ουσίας της δημοκρατίας υπήρξαντα καθεστωτικά ΜΜΕ, που επί δύο χρόνια υπερθεμάτιζαν του μνημονιακού μονοδρόμου, εμπεδώνοντας στο λαό το σύμπλεγμα υποταγής και ενοχής.
Επιπλέον, η ΝΔ, πιστή στην ίδια νεοφιλελεύθερη στρατηγική, μαζί με τα υπόλοιπα κόμματα της δεξιάς.
Και φυσικά ένα τμήμα της δήθεν διανόησης της χώρας. Αφού βοήθησε να εμπεδωθεί αρχικά η λογική του μνημονιακού μονοδρόμου, αφού θώπευσε τα ισοπεδωτικά, άρα ανώδυνα και αντί- πολιτικά στοιχεία των “αγανακτισμένων”, αφού δυσφήμησε κάθε συλλογική διεκδίκηση και κάθε πολιτικοποιημένο κίνημα, εν τέλει κατέληξε ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να κυβερνήσει αποκλειστικά και μόνο λόγω Παπανδρέου, ότι η μεταπολίτευση “έκλεισε τον κύκλο της”- κλασσική πομφόλυγα όποιου δεν μπορεί στοιχειωδώς να αναλύσει την κοινωνική και οικονομική κατάσταση στη χώρα- και ότι κατά συνέπεια χρειαζόμαστε έναν αντί- πολιτικό “ειδήμονα”, ένα “σωτήρα”. “Σωτήρα” της χώρας, σωτήρα του κατεστημένου.
Η απόφαση της ολιγαρχίας να ξεφορτωθεί την απελθούσα κυβέρνηση επιταχύνθηκε από τους κυβερνητικούς και ειδικότερα τους πρωθυπουργικούς χειρισμούς ως προς το δημοψήφισμα, που ξεκίνησαν ως κυβερνητικός εκβιασμός εις βάρος του λαού και κατέληξαν σε φιάσκο για τη χώρα, μετά την άτακτη υποχώρηση υπό το βάρος του τελεσιγράφου που απηύθυνε το δίδυμο Μέρκελ- Σαρκοζί.
Ενός τελεσιγράφου που παραβίασε τις ιδρυτικές συνθήκες της ΕΕ και της ΟΝΕ, όπως και οι κατοπινές τους πράξεις και ενέργειες, των ιδίων και άλλων θεσμικών και μη παραγόντων της ΟΝΕ. Ενέργειες στις οποίες η πολιτική ελίτ της χώρας δεν τόλμησε να απαντήσει ένα ουσιαστικό όχι, εγκαταλείποντας το λαό χωρίς προοδευτική, δημοκρατική, πολιτική ηγεσία, έρμαιο εκβιασμών και εκφοβισμών.
Κανείς από την πολιτική ελίτ δεν τόλμησε να πει ότι το δικαίωμα του κάθε λαού- και- εντός της ευρωζώνης να θέτει τα ερωτήματα που επιθυμεί και να δίνει τις απαντήσεις που θεωρεί ως ορθές, στο χρόνο που επιλέγει- απευθείας ή δια των αντιπροσώπων του- είναι απαραβίαστο και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Ότι η “εκνευριστική” για κάποιους ηγέτες συμπεριφορά ενός άλλου ηγέτη δεν μπορεί να συνεπάγεται συλλογική τιμωρία ενός λαού από τους “εταίρους” του.
Κανείς δεν τόλμησε να πει ότι η εκταμίευση της 6ης δόσης του πρώτου προγράμματος- του αρχικού μνημονίου- σε ό,τι αφορά την Ευρώπη δεν εξαρτάται από τη συμμόρφωση με μελλοντικές συμφωνίες που αφορούν το επόμενο πακέτο βοήθειας ή από αφηρημένους όρους όπως “πολιτική σταθερότητα”, δεδομένου ότι -κακώς κατά το γράφοντα αλλά τέλος πάντων- όλα τα μέτρα- προϋποθέσεις για την εκταμίευση της δόσης έχουν ληφθεί.
Κανείς δεν επεσήμανε ότι με τις απειλές τους, οι Μέρκελ και Σαρκοζί διακινδύνευαν να ανοίξουν την πόρτα του φρενοκομείου, τη στιγμή μάλιστα που η Ιταλία βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης, ενώ και η Γαλλία βλέπει ταχύτατα τα μαύρα σύννεφα να μαζεύονται επικίνδυνα από πάνω της. Η επάρκεια της πολιτικής ελίτ της χώρας αποδείχτηκε τέτοια, ώστε να αντέξει στο ξένο τελεσίγραφο μία με δύο ώρες. Φυσικά, από κοντά τα καθεστωτικά ΜΜΕ, που φρόντισαν να διασπείρουν τον πανικό, μετατρέποντας όλες τις δήθεν ενημερωτικές εκπομπές τους σε χυδαία χαλκεία ειδήσεων, εξαφανίζοντας επί μέρες κάθε άλλη άποψή, υβρίζοντάς την και διαστρέφοντάς την.
Ο πανικός, ο φόβος, η ισοπέδωση συνοδεύθηκαν όχι βέβαια από επικρίσεις στη στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού, η οποία μετά από ένα χρόνο εφαρμογής της οδήγησε την Ελλάδα στα πρόθυρα της – ομολογημένης πια- χρεοκοπίας και την ευρωζώνη στα πρόθυρα της διάλυσης αλλά από επικρίσεις μόνο στις ανεπάρκειες των επιμέρους διαχειριστών της και ειδικότερα του εξής ένα: του απερχομένου πρωθυπουργού. Στο απυρόβλητο έμειναν οι “κορυφαίοι” υπουργοί, με πρώτο και κύριο τον αντιπρόεδρο και υπουργό οικονομικών, που αφού συμφώνησαν με τους πρωθυπουργικούς χειρισμούς, ένα βράδυ μετά θυμήθηκαν και ανέσυραν τις διαφωνίες που είχαν ψελλίσει (;) δύο βράδυα πριν.
Όσοι έχουν την υπομονή να κοιτάξουν τα άρθρα μου θα δουν ότι η κριτική μου προς το πρόσωπο του πρώην πρωθυπουργού ήταν σαφής και συνολική εδώ και δυο χρόνια. Άλλωστε υπηρέτησε τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική με πρωτοφανή εμμονή αλλά και με καταφανείς διαχειριστικές αποτυχίες. Ωστόσο είναι ακραία συντηρητικό και χυδαίο ψέμμα να υποστηρίζει κανείς ότι η πηγή κάθε δεινού εντοπίζεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του Παπανδρέου, προκειμένου να μείνει ανέγγιχτη η ίδια αποτυχημένη στρατηγική, το ντόπιο παρασιτικό κεφάλαιο, οι δεξιές ηγεσίες διεθνώς και φυσικά οι συνδιαχειριστές- υπουργοί, πρώην και νυν, τα δεξιά ελληνικά κόμματα και οι πρόθυμοι παπαγάλοι των ΜΜΕ.
Έτσι λοιπόν το σύστημα αποφάσισε να “θυσιάσει” τον πρώην πρωθυπουργό προκειμένου να επιβιώσει το ίδιο, ανασύροντας έναν ακόμα “λαγό από το καπέλο”. Τον παράκλητο Παπαδήμο.
Τι κι αν ήταν κεντρικός τραπεζίτης στην Ελλάδα όταν φτιάχτηκε η φούσκα του φτηνού χρήματος προς κατανάλωση και των Ολυμπιακών αγώνων, υπονομεύοντας έτι περαιτέρω τα ούτως ή άλλως σαθρά θεμέλια της εθνικής μας οικονομίας;
Τι κι αν μαζί με τον κο Τρισέ χειρίστηκαν με καταστροφικό τρόπο το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης;
Τι κι αν είναι σκληρός μονεταριστής και νεοφιλελεύθερος, δηλαδή εκφράζει την πολιτική που χρεοκόπησε το λαό και ουσιαστικά και τη χώρα;
Τι κι αν είναι εκπρόσωπος του τραπεζιτικού κεφαλαίου, που επί χρόνια χρηματοδοτούσε χρεοκοπημένες επιχειρήσεις και κυρίως το υποτίθεται χρεοκοπημένο πολιτικό μας σύστημα;
Είναι ξενόφερτος, με λαμπρές σπουδές, σοβαρό παρουσιαστικό, εξαιρειτκή καριέρα, “επαρκής” τεχνοκρατικά, φιλικός προς τις αγορές, σάρκα από τη σάρκα της δεξιάς ευρώ- κρατίας.
Εκφραστής της μυθολογίας του έξωθεν “παράκλητου” και “σωτήρα”, έστω για λίγες κρίσιμες εβδομάδες και από συστημική οπτική.
Γνήσιος τοποτηρητής των στρατηγικών συμφερόντων του κεφαλαίου, του μεγάλου και παρασιτικού.
Συμβολικός και ουσιαστικός εκπρόσωπος της- λόγω της έντασης κρίσης- δυσανεξίας του κεφαλαίου προς “αστικοδημοκρατικές φιοριτούρες”. Η δημοκρατική πολιτική διαδικασία όσο βαθαίνει η κρίση καθίσταται ολοένα πιο επικίνδυνη για τα στρατηγικά συμφέροντα του κεφαλαίου, καθώς τα λαϊκά στρώματα οργίζονται ολοένα περισσότερο και κυρίως αρχίζουν να συνειδητοποιούν ποιος και τι πραγματικά “φταίει” για την κρίση.
Αλλά επιπλέον και “γεφυροποιός” προς τη “νέα εποχή” που εδώ και χρόνια το κατεστημένο στη χώρα προσπαθεί να χτίσει ή μάλλον να επαναφέρει- διότι ο οραματισμός των εν λόγω κύκλων θυμίζει ενοχλητικά περασμένες περιόδους πολιτικής ανωμαλίας και παρακμής.
Μια νέα εποχή με εύπλαστα “προς τα πάνω” και άκαμπτα “προς τα κάτω” κόμματα. Που θα προτάσσουν μονίμως ένα αόριστο εθνικό καθήκον θέτοντας στο χρονοντούλαπο της ιστορίας κάθε ταξικό διαχωρισμό. Με τη χώρα σε μια διαρκή κατάσταση “εκτάκτου ανάγκης” και κρίσης, όπου η αντί- θέση στον κυρίαρχο καθεστωτικό λόγο θα λοιδορείται και θα γραφικοποιείται, όταν δε θα στερείται απλά μικροφώνου. Με την κυριαρχία των ευφημισμών, βάσει των οποίων οι λέξεις θα χάνουν σταδιακά το νόημά τους. Με τις κοινωνικές διεκδικήσεις να βαφτίζονται ως συντεχνιακές απαιτήσεις εις βάρος του υπολοίπου λαού και οι κοινωνικές κατακτήσεις, περιττές πολυτέλειες. Με τον ίδιο το λαό να λαμβάνει μια σχεδόν μεταφυσική λόγω των διαδοχικών αφαιρέσεων, διάσταση. Με την πολιτική να θεωρείται βρόμικη ενώ η τεχνοκρατία, η δήθεν ουδετερότητα, η κοινοτοπία ωφέλιμες και καθαγιασμένες.
Όλοι αυτοί οι αντιδραστικοί μετασχηματισμοί έχουν ξεκινήσει να λαμβάνουν χώρα ήδη ως απαραίτητα συμπληρώματα μιας νεοφιλελεύθερης στρατηγικής. Τώρα θα προωθηθούν πολύ αποτελεσματικότερα, με τη στήριξη της δήθεν διανόησης που κινείται μεταξύ πολιτικού αγνωστικισμού και έμφασης αποκλειστικά στο εποικοδόμημα και μάλιστα στην πιο γενικευμένη, άρα ισοπεδωτική και οπότε ανώδυνη για το κατεστημένο ανάλυσή του.
Προωθητικός παράγοντας μιας (αντί-) πολιτικής ζωής που δε νοηματοδοτείται από κάτω προς τα πάνω- έστω με στρεβλώσεις- αλλά από πάνω προς τα κάτω. Μιας πολιτικής ζωής που δεν αναδεικνύει νέες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις αλλά που τρέχει πίσω από “σωτήρες” και επαρκείς διαχειριστές του ίδιου κατεστημένου. Κατά συνέπεια η λαϊκή έκφραση πρέπει αρχικά να καθοδηγηθεί και έπειτα να εκβιαστεί απροκάλυπτα. Και αν δεν πιάσει ούτε αυτό να φιμωθεί, με τον έναν με τον άλλον τρόπο. Με ή και χωρίς κοινοβουλευτικό μανδύα.
Προσοχή όμως: το πρωταρχικό πρόβλημα και πάλι δεν είναι το πρόσωπο αυτό καθ' εαυτό το κου Παπαδήμου. Είναι η πολιτική που ήρθε να υλοποιήσει, η διαδικασία με την οποία επεβλήθη, που υποδηλώνει την ουσία της πολιτικής και όσα σε υλικό και συμβολικό επίπεδο επιθυμούν να χτίσουν εκείνοι που τον εγκατέστησαν στη θέση του πρωθυπουργού.
Έτσι λοιπόν συνέβη το εξής, τυπικώς συνταγματικό αλλά ουσιαστικώς, βαθύτατα αντισυνταγματικό: η εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να κυβερνήσει, λόγω της δυσαρμονίας της -ως προς την ασκουμένη πολιτική- με το λαό. Και αντί να προσφύγει στο λαό ή να αλλάξει πολιτική, αποφάσισε από κοινού με τις πολιτικές δυνάμεις της δεξιάς, υπό την επίνευση του κατεστημένου και υπό την πιεστική απαίτηση μέρους της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ, να προχωρήσουν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και 2 αρχικά, 3 έπειτα πρόεδροι κοινοβουλευτικών κομμάτων, σε απανωτές διαδικασίες ανακτοβουλίων για 5 μέρες, μακρυά από τα αδιάκριτα βλέμματα του λαού, που απλά κατέστη δέκτης “διαρροών”.
Επιχείρημα; η αυθαίρετη ταύτιση εκλογών και χρεοκοπίας, επειδή το υπονόησαν οι Μέρκελ και Σαρκοζί- λες και δεν μπορούσαν να διεξαχθούν σε μια σύντομη προθεσμία, πριν τα μέσα Δεκέμβρη.
Πιθανότατα βέβαια η ίδια η πραγματικότητα θα “εκδικηθεί” αυτούς τους σχεδιασμούς αναδεικνύοντας νέες διαχειριστικές ανεπάρκειες και σε αυτήν την κυβέρνηση, όπως και διαμορφώνοντας μια μακρόχρονη προεκλογική περίοδο.
Ωστόσο το πρωτεύον είναι ότι μπροστά στα μάτια μας συνετελέσθη όχι η κατάλυση αλλά ο βιασμός της δημοκρατίας μας, ο ευτελισμός της, η εργαλειοποίησή της στα χέρια συγκεκριμένων συμφερόντων, με προκλητικό τρόπο.
Μπροστά σε αυτό το βιασμό, η ολιγωρία και η ιδεολογική σύγχυση, η ευκαιριακή κοστολόγηση της λαϊκής κυριαρχίας θα αποδειχθούν μοιραίες ευθύνες για όλους μας και ιδίως για τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας και του λαού. Οφείλουμε να μη δώσουμε ως λαός ψήφο εμπιστοσύνης σε αυτον το βιασμό της δημοκρατίας, να αντισταθούμε, να επεξεργαστούμε και να εμμείνουμε στην ανάγκη αλλαγής στρατηγικής και όχι διαχειριστών.
** Το παρόν άρθρο δεν απευθύνεται σε όσους με θεωρούν πουλημένο και προδότη λόγω της κομματικής μου διαδρομής, ασχέτως του τι έχω πράξει όλο αυτό το διάστημα. Ούτε επίσης σε όσους αγνοούν ότι όσοι είμαστε μέλη του ΠΑΣΟΚ αλλά όχι βουλευτές δεν έχουμε ψηφίσει κανένα μνημόνιο. Επίσης δεν απευθύνεται σε όσους δε νοιάζονται για το τι γράφω αλλά για το τι πιστεύουν ότι έχω στο μυαλό μου. Ας μη σπαταλούν τον πολύτιμο χρόνο τους, που κατά τα άλλα ξοδεύουν αποκλειστικά στα επαναστατικά τους καθήκοντα, μαζί μου.
tvxs
Την 10η Νοεμβρίου 2011 θα τη θυμόμαστε για πολύ καιρό. Σηματοδοτεί την τέλεση της πρώτης φάσης ενός ενδό-βουλευτικού πραξικοπήματος. Το βουλευτικό αυτό πραξικόπημα οργανώθηκε από το ντόπιο παρασιτικό και μεγάλο κεφάλαιο που θέλησε να υπερασπιστεί τα στρατηγικά του συμφέροντα και από την ευρωπαϊκή δεξιά που κυβερνά στην Ευρώπη σχεδόν παντού, επιβάλλοντας τη στρατηγική της ολοκληρωτικά, ειδικά δια της Γερμανίδας καγκελαρίου.
Υλοποιήθηκε από τα κατεστημένα ΜΜΕ, που αναδείχθηκαν σε πρωταρχικό προπαγανδιστικό και εκφοβιστικό πυλώνα υπέρ της ντόπιας ολιγαρχίας, από ένα μεγάλο τμήμα των μελών των κοινοβουλευτικών ομάδων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ που λειτουργούν ως φερέφωνα του παρασιτικού κεφαλαίου εδώ και χρόνια. Με τη συνεργασία της κοινοβουλευτικής έκφρασης της ακροδεξιάς και του κόμματος της Ντόρας Μπακογιάννη.
Το δρόμο για το βουλευτικό αυτό πραξικόπημα έστρωσε πρώτα και κύρια ο ίδιος ο- πρώην πλέον- πρωθυπουργός, ασχέτως του αν υπήρξε εν τέλει θύμα του. Υιοθετώντας και υλοποιώντας μια αντιδραστική, νεοφιλελεύθερη στρατηγική χωρίς καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση. Επιχείρημά του ότι η δημοκρατία κάμπτεται μπροστά στην “ανάγκη”, βάσει του πώς ο ίδιος και η κυβέρνησή του όριζαν και αντιλαμβάνονταν την τελευταία. Άνοιξαν έτσι το δρόμο για μια σειρά δημοκρατικών αφαιρέσεων. Κατόπιν βάδισαν αυτό το δρόμο πρόθυμα και αποφασιστικά, σε μια σειρά διαδικασιών εντός της Βουλής αλλά και έξω στο δρόμο, με σκληρή, βίαιη καταστολή.
Η απελθούσα κυβέρνηση υπηρέτησε πρόθυμα το παρασιτικό κεφάλαιο της χώρας, το οποίο αφού τη χρησιμοποίησε αποφάσισε να εξουδετερώσει ένα τμήμα της και να κρατήσει ένα άλλο που αποδείχθηκε πιο πρόθυμο, υπάκουο και προωθημένο ως προς την εφαρμοζομένη στρατηγική. Αυτό δεν αθωώνει τους -πρώην και νυν- κυβερνητικούς. Το ακριβώς αντίθετο. Αποδεικνύει πόσο μοιραίοι στάθηκαν για τον τόπο και τη δημοκρατική παράταξη.
Συνοδοιπόροι τους προκειμένου να στρωθεί ο δρόμος για το βουλευτικό αυτό πραξικόπημα και το βιασμό της ουσίας της δημοκρατίας υπήρξαντα καθεστωτικά ΜΜΕ, που επί δύο χρόνια υπερθεμάτιζαν του μνημονιακού μονοδρόμου, εμπεδώνοντας στο λαό το σύμπλεγμα υποταγής και ενοχής.
Επιπλέον, η ΝΔ, πιστή στην ίδια νεοφιλελεύθερη στρατηγική, μαζί με τα υπόλοιπα κόμματα της δεξιάς.
Και φυσικά ένα τμήμα της δήθεν διανόησης της χώρας. Αφού βοήθησε να εμπεδωθεί αρχικά η λογική του μνημονιακού μονοδρόμου, αφού θώπευσε τα ισοπεδωτικά, άρα ανώδυνα και αντί- πολιτικά στοιχεία των “αγανακτισμένων”, αφού δυσφήμησε κάθε συλλογική διεκδίκηση και κάθε πολιτικοποιημένο κίνημα, εν τέλει κατέληξε ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να κυβερνήσει αποκλειστικά και μόνο λόγω Παπανδρέου, ότι η μεταπολίτευση “έκλεισε τον κύκλο της”- κλασσική πομφόλυγα όποιου δεν μπορεί στοιχειωδώς να αναλύσει την κοινωνική και οικονομική κατάσταση στη χώρα- και ότι κατά συνέπεια χρειαζόμαστε έναν αντί- πολιτικό “ειδήμονα”, ένα “σωτήρα”. “Σωτήρα” της χώρας, σωτήρα του κατεστημένου.
Η απόφαση της ολιγαρχίας να ξεφορτωθεί την απελθούσα κυβέρνηση επιταχύνθηκε από τους κυβερνητικούς και ειδικότερα τους πρωθυπουργικούς χειρισμούς ως προς το δημοψήφισμα, που ξεκίνησαν ως κυβερνητικός εκβιασμός εις βάρος του λαού και κατέληξαν σε φιάσκο για τη χώρα, μετά την άτακτη υποχώρηση υπό το βάρος του τελεσιγράφου που απηύθυνε το δίδυμο Μέρκελ- Σαρκοζί.
Ενός τελεσιγράφου που παραβίασε τις ιδρυτικές συνθήκες της ΕΕ και της ΟΝΕ, όπως και οι κατοπινές τους πράξεις και ενέργειες, των ιδίων και άλλων θεσμικών και μη παραγόντων της ΟΝΕ. Ενέργειες στις οποίες η πολιτική ελίτ της χώρας δεν τόλμησε να απαντήσει ένα ουσιαστικό όχι, εγκαταλείποντας το λαό χωρίς προοδευτική, δημοκρατική, πολιτική ηγεσία, έρμαιο εκβιασμών και εκφοβισμών.
Κανείς από την πολιτική ελίτ δεν τόλμησε να πει ότι το δικαίωμα του κάθε λαού- και- εντός της ευρωζώνης να θέτει τα ερωτήματα που επιθυμεί και να δίνει τις απαντήσεις που θεωρεί ως ορθές, στο χρόνο που επιλέγει- απευθείας ή δια των αντιπροσώπων του- είναι απαραβίαστο και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Ότι η “εκνευριστική” για κάποιους ηγέτες συμπεριφορά ενός άλλου ηγέτη δεν μπορεί να συνεπάγεται συλλογική τιμωρία ενός λαού από τους “εταίρους” του.
Κανείς δεν τόλμησε να πει ότι η εκταμίευση της 6ης δόσης του πρώτου προγράμματος- του αρχικού μνημονίου- σε ό,τι αφορά την Ευρώπη δεν εξαρτάται από τη συμμόρφωση με μελλοντικές συμφωνίες που αφορούν το επόμενο πακέτο βοήθειας ή από αφηρημένους όρους όπως “πολιτική σταθερότητα”, δεδομένου ότι -κακώς κατά το γράφοντα αλλά τέλος πάντων- όλα τα μέτρα- προϋποθέσεις για την εκταμίευση της δόσης έχουν ληφθεί.
Κανείς δεν επεσήμανε ότι με τις απειλές τους, οι Μέρκελ και Σαρκοζί διακινδύνευαν να ανοίξουν την πόρτα του φρενοκομείου, τη στιγμή μάλιστα που η Ιταλία βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης, ενώ και η Γαλλία βλέπει ταχύτατα τα μαύρα σύννεφα να μαζεύονται επικίνδυνα από πάνω της. Η επάρκεια της πολιτικής ελίτ της χώρας αποδείχτηκε τέτοια, ώστε να αντέξει στο ξένο τελεσίγραφο μία με δύο ώρες. Φυσικά, από κοντά τα καθεστωτικά ΜΜΕ, που φρόντισαν να διασπείρουν τον πανικό, μετατρέποντας όλες τις δήθεν ενημερωτικές εκπομπές τους σε χυδαία χαλκεία ειδήσεων, εξαφανίζοντας επί μέρες κάθε άλλη άποψή, υβρίζοντάς την και διαστρέφοντάς την.
Ο πανικός, ο φόβος, η ισοπέδωση συνοδεύθηκαν όχι βέβαια από επικρίσεις στη στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού, η οποία μετά από ένα χρόνο εφαρμογής της οδήγησε την Ελλάδα στα πρόθυρα της – ομολογημένης πια- χρεοκοπίας και την ευρωζώνη στα πρόθυρα της διάλυσης αλλά από επικρίσεις μόνο στις ανεπάρκειες των επιμέρους διαχειριστών της και ειδικότερα του εξής ένα: του απερχομένου πρωθυπουργού. Στο απυρόβλητο έμειναν οι “κορυφαίοι” υπουργοί, με πρώτο και κύριο τον αντιπρόεδρο και υπουργό οικονομικών, που αφού συμφώνησαν με τους πρωθυπουργικούς χειρισμούς, ένα βράδυ μετά θυμήθηκαν και ανέσυραν τις διαφωνίες που είχαν ψελλίσει (;) δύο βράδυα πριν.
Όσοι έχουν την υπομονή να κοιτάξουν τα άρθρα μου θα δουν ότι η κριτική μου προς το πρόσωπο του πρώην πρωθυπουργού ήταν σαφής και συνολική εδώ και δυο χρόνια. Άλλωστε υπηρέτησε τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική με πρωτοφανή εμμονή αλλά και με καταφανείς διαχειριστικές αποτυχίες. Ωστόσο είναι ακραία συντηρητικό και χυδαίο ψέμμα να υποστηρίζει κανείς ότι η πηγή κάθε δεινού εντοπίζεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του Παπανδρέου, προκειμένου να μείνει ανέγγιχτη η ίδια αποτυχημένη στρατηγική, το ντόπιο παρασιτικό κεφάλαιο, οι δεξιές ηγεσίες διεθνώς και φυσικά οι συνδιαχειριστές- υπουργοί, πρώην και νυν, τα δεξιά ελληνικά κόμματα και οι πρόθυμοι παπαγάλοι των ΜΜΕ.
Έτσι λοιπόν το σύστημα αποφάσισε να “θυσιάσει” τον πρώην πρωθυπουργό προκειμένου να επιβιώσει το ίδιο, ανασύροντας έναν ακόμα “λαγό από το καπέλο”. Τον παράκλητο Παπαδήμο.
Τι κι αν ήταν κεντρικός τραπεζίτης στην Ελλάδα όταν φτιάχτηκε η φούσκα του φτηνού χρήματος προς κατανάλωση και των Ολυμπιακών αγώνων, υπονομεύοντας έτι περαιτέρω τα ούτως ή άλλως σαθρά θεμέλια της εθνικής μας οικονομίας;
Τι κι αν μαζί με τον κο Τρισέ χειρίστηκαν με καταστροφικό τρόπο το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης;
Τι κι αν είναι σκληρός μονεταριστής και νεοφιλελεύθερος, δηλαδή εκφράζει την πολιτική που χρεοκόπησε το λαό και ουσιαστικά και τη χώρα;
Τι κι αν είναι εκπρόσωπος του τραπεζιτικού κεφαλαίου, που επί χρόνια χρηματοδοτούσε χρεοκοπημένες επιχειρήσεις και κυρίως το υποτίθεται χρεοκοπημένο πολιτικό μας σύστημα;
Είναι ξενόφερτος, με λαμπρές σπουδές, σοβαρό παρουσιαστικό, εξαιρειτκή καριέρα, “επαρκής” τεχνοκρατικά, φιλικός προς τις αγορές, σάρκα από τη σάρκα της δεξιάς ευρώ- κρατίας.
Εκφραστής της μυθολογίας του έξωθεν “παράκλητου” και “σωτήρα”, έστω για λίγες κρίσιμες εβδομάδες και από συστημική οπτική.
Γνήσιος τοποτηρητής των στρατηγικών συμφερόντων του κεφαλαίου, του μεγάλου και παρασιτικού.
Συμβολικός και ουσιαστικός εκπρόσωπος της- λόγω της έντασης κρίσης- δυσανεξίας του κεφαλαίου προς “αστικοδημοκρατικές φιοριτούρες”. Η δημοκρατική πολιτική διαδικασία όσο βαθαίνει η κρίση καθίσταται ολοένα πιο επικίνδυνη για τα στρατηγικά συμφέροντα του κεφαλαίου, καθώς τα λαϊκά στρώματα οργίζονται ολοένα περισσότερο και κυρίως αρχίζουν να συνειδητοποιούν ποιος και τι πραγματικά “φταίει” για την κρίση.
Αλλά επιπλέον και “γεφυροποιός” προς τη “νέα εποχή” που εδώ και χρόνια το κατεστημένο στη χώρα προσπαθεί να χτίσει ή μάλλον να επαναφέρει- διότι ο οραματισμός των εν λόγω κύκλων θυμίζει ενοχλητικά περασμένες περιόδους πολιτικής ανωμαλίας και παρακμής.
Μια νέα εποχή με εύπλαστα “προς τα πάνω” και άκαμπτα “προς τα κάτω” κόμματα. Που θα προτάσσουν μονίμως ένα αόριστο εθνικό καθήκον θέτοντας στο χρονοντούλαπο της ιστορίας κάθε ταξικό διαχωρισμό. Με τη χώρα σε μια διαρκή κατάσταση “εκτάκτου ανάγκης” και κρίσης, όπου η αντί- θέση στον κυρίαρχο καθεστωτικό λόγο θα λοιδορείται και θα γραφικοποιείται, όταν δε θα στερείται απλά μικροφώνου. Με την κυριαρχία των ευφημισμών, βάσει των οποίων οι λέξεις θα χάνουν σταδιακά το νόημά τους. Με τις κοινωνικές διεκδικήσεις να βαφτίζονται ως συντεχνιακές απαιτήσεις εις βάρος του υπολοίπου λαού και οι κοινωνικές κατακτήσεις, περιττές πολυτέλειες. Με τον ίδιο το λαό να λαμβάνει μια σχεδόν μεταφυσική λόγω των διαδοχικών αφαιρέσεων, διάσταση. Με την πολιτική να θεωρείται βρόμικη ενώ η τεχνοκρατία, η δήθεν ουδετερότητα, η κοινοτοπία ωφέλιμες και καθαγιασμένες.
Όλοι αυτοί οι αντιδραστικοί μετασχηματισμοί έχουν ξεκινήσει να λαμβάνουν χώρα ήδη ως απαραίτητα συμπληρώματα μιας νεοφιλελεύθερης στρατηγικής. Τώρα θα προωθηθούν πολύ αποτελεσματικότερα, με τη στήριξη της δήθεν διανόησης που κινείται μεταξύ πολιτικού αγνωστικισμού και έμφασης αποκλειστικά στο εποικοδόμημα και μάλιστα στην πιο γενικευμένη, άρα ισοπεδωτική και οπότε ανώδυνη για το κατεστημένο ανάλυσή του.
Προωθητικός παράγοντας μιας (αντί-) πολιτικής ζωής που δε νοηματοδοτείται από κάτω προς τα πάνω- έστω με στρεβλώσεις- αλλά από πάνω προς τα κάτω. Μιας πολιτικής ζωής που δεν αναδεικνύει νέες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις αλλά που τρέχει πίσω από “σωτήρες” και επαρκείς διαχειριστές του ίδιου κατεστημένου. Κατά συνέπεια η λαϊκή έκφραση πρέπει αρχικά να καθοδηγηθεί και έπειτα να εκβιαστεί απροκάλυπτα. Και αν δεν πιάσει ούτε αυτό να φιμωθεί, με τον έναν με τον άλλον τρόπο. Με ή και χωρίς κοινοβουλευτικό μανδύα.
Προσοχή όμως: το πρωταρχικό πρόβλημα και πάλι δεν είναι το πρόσωπο αυτό καθ' εαυτό το κου Παπαδήμου. Είναι η πολιτική που ήρθε να υλοποιήσει, η διαδικασία με την οποία επεβλήθη, που υποδηλώνει την ουσία της πολιτικής και όσα σε υλικό και συμβολικό επίπεδο επιθυμούν να χτίσουν εκείνοι που τον εγκατέστησαν στη θέση του πρωθυπουργού.
Έτσι λοιπόν συνέβη το εξής, τυπικώς συνταγματικό αλλά ουσιαστικώς, βαθύτατα αντισυνταγματικό: η εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να κυβερνήσει, λόγω της δυσαρμονίας της -ως προς την ασκουμένη πολιτική- με το λαό. Και αντί να προσφύγει στο λαό ή να αλλάξει πολιτική, αποφάσισε από κοινού με τις πολιτικές δυνάμεις της δεξιάς, υπό την επίνευση του κατεστημένου και υπό την πιεστική απαίτηση μέρους της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ, να προχωρήσουν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και 2 αρχικά, 3 έπειτα πρόεδροι κοινοβουλευτικών κομμάτων, σε απανωτές διαδικασίες ανακτοβουλίων για 5 μέρες, μακρυά από τα αδιάκριτα βλέμματα του λαού, που απλά κατέστη δέκτης “διαρροών”.
Επιχείρημα; η αυθαίρετη ταύτιση εκλογών και χρεοκοπίας, επειδή το υπονόησαν οι Μέρκελ και Σαρκοζί- λες και δεν μπορούσαν να διεξαχθούν σε μια σύντομη προθεσμία, πριν τα μέσα Δεκέμβρη.
Πιθανότατα βέβαια η ίδια η πραγματικότητα θα “εκδικηθεί” αυτούς τους σχεδιασμούς αναδεικνύοντας νέες διαχειριστικές ανεπάρκειες και σε αυτήν την κυβέρνηση, όπως και διαμορφώνοντας μια μακρόχρονη προεκλογική περίοδο.
Ωστόσο το πρωτεύον είναι ότι μπροστά στα μάτια μας συνετελέσθη όχι η κατάλυση αλλά ο βιασμός της δημοκρατίας μας, ο ευτελισμός της, η εργαλειοποίησή της στα χέρια συγκεκριμένων συμφερόντων, με προκλητικό τρόπο.
Μπροστά σε αυτό το βιασμό, η ολιγωρία και η ιδεολογική σύγχυση, η ευκαιριακή κοστολόγηση της λαϊκής κυριαρχίας θα αποδειχθούν μοιραίες ευθύνες για όλους μας και ιδίως για τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας και του λαού. Οφείλουμε να μη δώσουμε ως λαός ψήφο εμπιστοσύνης σε αυτον το βιασμό της δημοκρατίας, να αντισταθούμε, να επεξεργαστούμε και να εμμείνουμε στην ανάγκη αλλαγής στρατηγικής και όχι διαχειριστών.
** Το παρόν άρθρο δεν απευθύνεται σε όσους με θεωρούν πουλημένο και προδότη λόγω της κομματικής μου διαδρομής, ασχέτως του τι έχω πράξει όλο αυτό το διάστημα. Ούτε επίσης σε όσους αγνοούν ότι όσοι είμαστε μέλη του ΠΑΣΟΚ αλλά όχι βουλευτές δεν έχουμε ψηφίσει κανένα μνημόνιο. Επίσης δεν απευθύνεται σε όσους δε νοιάζονται για το τι γράφω αλλά για το τι πιστεύουν ότι έχω στο μυαλό μου. Ας μη σπαταλούν τον πολύτιμο χρόνο τους, που κατά τα άλλα ξοδεύουν αποκλειστικά στα επαναστατικά τους καθήκοντα, μαζί μου.
tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου