Η Morgan Stanley προτείνει στους πελάτες της να αγοράσουν ελληνικά
ομόλογα και η Ελλάς γιορτάζει. Ανοήτως, δυστυχώς, γράφει ο οικονομολόγος
Γιάννης Βαρουφάκης στο protagon.
Tο άρθρο του Γιάννη Βαρουφάκη με τίτλο «Η αβάσταχτη γοητεία των ομολόγων»:
Η Morgan Stanley προτείνει στους πελάτες της να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα και η Ελλάς γιορτάζει. Ανοήτως, δυστυχώς
Γιατί ανοήτως; Επειδή η συμβουλή της Morgan Stanley έχει λογική βάση μεν αλλά, παράλληλα, είναι καθ΄ όλα συμβατή με την πρόβλεψη ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να βουλιάζει, εντείνοντας περισσότερο την κοινωνική καθίζηση. Να το πω διαφορετικά: Αν εργαζόμουν για τη Morgan Stanley, την ίδια συμβουλή θα έδινα στους πελάτες της (δηλαδή, να εντάξουν και κάποια ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, για τρεις ή τέσσερις μήνες). Κι αυτό παρά τις μελανές μου προβλέψεις τόσο για την ελληνική όσο και για την Ευρωζωνική, εν γένει, οικονομία.
Το εύλογο ερώτημα που θα μου θέσετε είναι το εξής:
Η αυξημένη ζήτηση ομολόγων ενός κράτους, του οποίου τα ομόλογα μέχρι πρότινος δεν ήθελε κανείς, δεν σημαίνει και αύξηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών σε αυτό το κράτος; Δεν σημαίνει ότι απομακρύνεται η περίπτωση κι άλλης πτώχευσης; Δυστυχέστατα στην περίπτωση της χώρας μας η αύξηση της ζήτησης των ομολόγων του δημοσίου δεν σημαίνει τίποτα τέτοιο. Μακάρι να σήμαινε κάτι τέτοιο!
Καταρχάς, να θυμηθούμε ότι το ελληνικό δημόσιο δεν έχει εκδώσει ομόλογα από το περσινό PSI – τότε που εξέδωσε νέα ομόλογα (αγγλικού δικαίου) με τα οποία αντικατέστησε, με πολύ μικρότερη ονομαστική αξία, τα παλαιότερα ομόλογα που κουρεύτηκαν. Από την Άνοιξη του 2012, όταν εκδόθηκαν αυτά τα νέα ομόλογα, μέχρι τον Δεκέμβριο, δεν τα ήθελε κανείς και η εμπορική αξία τους δεν ξεπέρναγε το 30% της ονομαστικής τους αξίας, καθώς όλοι γνώριζαν ότι θα κουρευτούν κι αυτά λόγω της μη βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους. Όπερ και εγένετο τον Δεκέμβριο υπό τον ευφημισμό της «επαναγοράς χρέους».
Από τότε, μετά το δεύτερο de facto κούρεμα, έχουν μείνει σε ιδιωτικά χέρια ελάχιστα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου – βασικά στα χέρια κάποιων hedge funds και άλλων ταμείων που τα κρατάνε ως κερδοσκοπικά εργαλεία στην βάση της (σωστής) πρόβλεψης ότι το συντριπτικό ποσοστό του ελληνικού δημόσιου χρέους έχει πλέον μεταφερθεί από τον ιδιωτικό τομέα στην τρόικα, η οποία θα επωμιστεί το τρίτο ελληνικό «κούρεμα».
Εν κατακλείδι, η πορεία των τιμών των ελληνικών ομολόγων (όσων λίγων έχουν απομείνει στους ιδιώτες) δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την πορεία του ελληνικού χρέους. Έτσι, οι αγορές έχουν κάθε λόγο από την μία να κρίνουν ότι τα εναπομείναντα ελληνικά ομόλογα αποτελούν μια καλή αγορά (δεδομένων μάλιστα των χαμηλών τιμών τους) ενώ από την άλλη, την ίδια ακριβώς στιγμή, κατανοούν ότι το ελληνικό δημόσιο θα ξανα-πτωχεύσει (με νέα αναδιάρθρωση του χρέους του, το οποίο θα πλήξει, αυτή τη φορά, τους ευρωπαίους φορολογούμενους) και ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας θα συνεχίσει να φθίνει (ιδίως εν όψει της παταγωδώς αποτυχημένης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών).
Θα με ρωτήσετε: Γιατί όμως θα συμβούλευα, όπως πράττει η Morgan Stanley, τους πελάτες μου (αν είχα τέτοιους!) να αποκτήσουν (για λίγους μήνες) ελληνικά ομόλογα ακόμα κι αν έχω δίκιο ότι η πορεία τους δεν σχετίζεται άμεσα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας; Ο λόγος είναι διττός:
Πρώτον, επειδή είναι σχεδόν απίθανο το Eurogroup να κάτσει να ασχοληθεί με ένα νέο κούρεμα αυτών των λίγων ομολόγων του ελληνικού δημοσίου που παραμένουν σε ιδιωτικά χέρια. Θα ήταν «πολύ κακό για το τίποτα». Θα σήμαινε σύγκρουση με αρπαχτικά hedge funds για να επιτευχθεί μια ανεπαίσθητη αλάφρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Ακόμα, οι «αγορές» νιώθουν πολύ πιο σίγουρες κρατώντας στο χαρτοφυλάκιό τους ομόλογα πτωχευμένων κρατών-μελών της Ευρωζώνης μετά το Νέο Κυπριακό – μετά την απόφαση του Eurogroup να κουρευτούν οι καταθέτες και να μην αγγιχτούν οι ομολογιούχοι.
Δεύτερον, η συντονισμένη ποσοτική χαλάρωση στις ΗΠΑ, Βρετανία, Σουηδία, Ελβετία και Ιαπωνία, μαζί με τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ στα (ουσιαστικά) μηδενικά επίπεδα των υπόλοιπων Κεντρικών Τραπεζών, έχει δημιουργήσει έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό: Τεράστια ρευστότητα (παραχθείσα από τις Κεντρικές Τράπεζες) και «εξευτελιστικά» επιτόκια. Έτσι, οι επενδυτές αγοράζουν οτιδήποτε «χαρτί» (π.χ. ελληνικά ομόλογα, junk bonds) βρουν που να τους αποδίδει ένα σοβαρό επιτόκιο – ή που να νομίζουν ότι κάποιοι άλλοι σαν αυτούς θα αγοράσουν σήμερα ή αύριο. Μέσα σε αυτή την ξέφρενη αγοραστική τους μανία, αγοράζουν και τα εναπομείναντα ελληνικά ομόλογα.
Το φαινόμενο της «αναβάθμισης των σκουπιδιών», την ώρα που η πραγματική οικονομία καταβαραθρώνεται, δεν αφορά βέβαια μόνο την Ελλάδα και τα ομόλογά μας. Είναι παγκόσμιο. Να πώς το περιέγραψε πριν μερικές μέρες ο Albert Edwards, αναλυτής της Societe General: «Η μεθυστική δύναμη της Ποσοτικής Χαλάρωσης (σημ. αναφέρεται στη νομισματική επέκταση εκ μέρους των Κεντρικών Τραπεζών, πλην της ΕΚΤ) έχει ναρκώσει τους επενδυτές και τους έχει καταστήσει υποχείρια ενός οργίου τροφοδοτούμενου από το καύσιμο της ρευστότητας. Θα επαναλάβω της σκέψεις μου του 2007… Αυτό το σκεπτικό ρευστότητας δεν είναι τίποτα άλλο παρά «ψέματα, ασυναρτησίες, βλακείες, ακαθαρσίες και απόλυτες ανοησίες»… Η εξελισσόμενη ύφεση, ακολουθούμενη από γενικευμένο αποπληθωρισμό, θα οδηγήσει τελικά στην απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών με αποτέλεσμα οι Κεντρικές Τράπεζες να μην καταφέρουν να σταματήσουν την επανάληψη μιας κρίσης αποπληθωρισμού ιαπωνικού τύπου. Παράλληλα, οι αγορές θα συμπεριφέρονται με ενθουσιασμό, όπως και στην Ιαπωνία.»
Συμπερασματικά, όσοι ψάχνουν απεγνωσμένα για σημάδια ανάκαμψης, για το πολυπόθητο φως στο τούνελ, είναι φυσικό να χαρούν με τη συμβουλή της Morgan Stanley και την αύξηση της τιμής των ελληνικών ομολόγων. Η τραγωδία όμως είναι ότι η χαρά τους είναι καταδικασμένη να μετατραπεί σε απόγνωση όταν συνειδητοποιήσουν ότι βασίζεται σε παρανόηση της πραγματικότητας. Η αναβάθμιση των σκουπιδιών όχι μόνο δεν σηματοδοτεί ύφεση της Κρίσης αλλά οφείλεται στο βάθεμα της Ύφεσης. Δυστυχώς.
πηγή: iefimerida.gr
via kartesios.com
Tο άρθρο του Γιάννη Βαρουφάκη με τίτλο «Η αβάσταχτη γοητεία των ομολόγων»:
Η Morgan Stanley προτείνει στους πελάτες της να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα και η Ελλάς γιορτάζει. Ανοήτως, δυστυχώς
Γιατί ανοήτως; Επειδή η συμβουλή της Morgan Stanley έχει λογική βάση μεν αλλά, παράλληλα, είναι καθ΄ όλα συμβατή με την πρόβλεψη ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να βουλιάζει, εντείνοντας περισσότερο την κοινωνική καθίζηση. Να το πω διαφορετικά: Αν εργαζόμουν για τη Morgan Stanley, την ίδια συμβουλή θα έδινα στους πελάτες της (δηλαδή, να εντάξουν και κάποια ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, για τρεις ή τέσσερις μήνες). Κι αυτό παρά τις μελανές μου προβλέψεις τόσο για την ελληνική όσο και για την Ευρωζωνική, εν γένει, οικονομία.
Το εύλογο ερώτημα που θα μου θέσετε είναι το εξής:
Η αυξημένη ζήτηση ομολόγων ενός κράτους, του οποίου τα ομόλογα μέχρι πρότινος δεν ήθελε κανείς, δεν σημαίνει και αύξηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών σε αυτό το κράτος; Δεν σημαίνει ότι απομακρύνεται η περίπτωση κι άλλης πτώχευσης; Δυστυχέστατα στην περίπτωση της χώρας μας η αύξηση της ζήτησης των ομολόγων του δημοσίου δεν σημαίνει τίποτα τέτοιο. Μακάρι να σήμαινε κάτι τέτοιο!
Καταρχάς, να θυμηθούμε ότι το ελληνικό δημόσιο δεν έχει εκδώσει ομόλογα από το περσινό PSI – τότε που εξέδωσε νέα ομόλογα (αγγλικού δικαίου) με τα οποία αντικατέστησε, με πολύ μικρότερη ονομαστική αξία, τα παλαιότερα ομόλογα που κουρεύτηκαν. Από την Άνοιξη του 2012, όταν εκδόθηκαν αυτά τα νέα ομόλογα, μέχρι τον Δεκέμβριο, δεν τα ήθελε κανείς και η εμπορική αξία τους δεν ξεπέρναγε το 30% της ονομαστικής τους αξίας, καθώς όλοι γνώριζαν ότι θα κουρευτούν κι αυτά λόγω της μη βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους. Όπερ και εγένετο τον Δεκέμβριο υπό τον ευφημισμό της «επαναγοράς χρέους».
Από τότε, μετά το δεύτερο de facto κούρεμα, έχουν μείνει σε ιδιωτικά χέρια ελάχιστα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου – βασικά στα χέρια κάποιων hedge funds και άλλων ταμείων που τα κρατάνε ως κερδοσκοπικά εργαλεία στην βάση της (σωστής) πρόβλεψης ότι το συντριπτικό ποσοστό του ελληνικού δημόσιου χρέους έχει πλέον μεταφερθεί από τον ιδιωτικό τομέα στην τρόικα, η οποία θα επωμιστεί το τρίτο ελληνικό «κούρεμα».
Εν κατακλείδι, η πορεία των τιμών των ελληνικών ομολόγων (όσων λίγων έχουν απομείνει στους ιδιώτες) δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την πορεία του ελληνικού χρέους. Έτσι, οι αγορές έχουν κάθε λόγο από την μία να κρίνουν ότι τα εναπομείναντα ελληνικά ομόλογα αποτελούν μια καλή αγορά (δεδομένων μάλιστα των χαμηλών τιμών τους) ενώ από την άλλη, την ίδια ακριβώς στιγμή, κατανοούν ότι το ελληνικό δημόσιο θα ξανα-πτωχεύσει (με νέα αναδιάρθρωση του χρέους του, το οποίο θα πλήξει, αυτή τη φορά, τους ευρωπαίους φορολογούμενους) και ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας θα συνεχίσει να φθίνει (ιδίως εν όψει της παταγωδώς αποτυχημένης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών).
Θα με ρωτήσετε: Γιατί όμως θα συμβούλευα, όπως πράττει η Morgan Stanley, τους πελάτες μου (αν είχα τέτοιους!) να αποκτήσουν (για λίγους μήνες) ελληνικά ομόλογα ακόμα κι αν έχω δίκιο ότι η πορεία τους δεν σχετίζεται άμεσα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας; Ο λόγος είναι διττός:
Πρώτον, επειδή είναι σχεδόν απίθανο το Eurogroup να κάτσει να ασχοληθεί με ένα νέο κούρεμα αυτών των λίγων ομολόγων του ελληνικού δημοσίου που παραμένουν σε ιδιωτικά χέρια. Θα ήταν «πολύ κακό για το τίποτα». Θα σήμαινε σύγκρουση με αρπαχτικά hedge funds για να επιτευχθεί μια ανεπαίσθητη αλάφρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Ακόμα, οι «αγορές» νιώθουν πολύ πιο σίγουρες κρατώντας στο χαρτοφυλάκιό τους ομόλογα πτωχευμένων κρατών-μελών της Ευρωζώνης μετά το Νέο Κυπριακό – μετά την απόφαση του Eurogroup να κουρευτούν οι καταθέτες και να μην αγγιχτούν οι ομολογιούχοι.
Δεύτερον, η συντονισμένη ποσοτική χαλάρωση στις ΗΠΑ, Βρετανία, Σουηδία, Ελβετία και Ιαπωνία, μαζί με τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ στα (ουσιαστικά) μηδενικά επίπεδα των υπόλοιπων Κεντρικών Τραπεζών, έχει δημιουργήσει έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό: Τεράστια ρευστότητα (παραχθείσα από τις Κεντρικές Τράπεζες) και «εξευτελιστικά» επιτόκια. Έτσι, οι επενδυτές αγοράζουν οτιδήποτε «χαρτί» (π.χ. ελληνικά ομόλογα, junk bonds) βρουν που να τους αποδίδει ένα σοβαρό επιτόκιο – ή που να νομίζουν ότι κάποιοι άλλοι σαν αυτούς θα αγοράσουν σήμερα ή αύριο. Μέσα σε αυτή την ξέφρενη αγοραστική τους μανία, αγοράζουν και τα εναπομείναντα ελληνικά ομόλογα.
Το φαινόμενο της «αναβάθμισης των σκουπιδιών», την ώρα που η πραγματική οικονομία καταβαραθρώνεται, δεν αφορά βέβαια μόνο την Ελλάδα και τα ομόλογά μας. Είναι παγκόσμιο. Να πώς το περιέγραψε πριν μερικές μέρες ο Albert Edwards, αναλυτής της Societe General: «Η μεθυστική δύναμη της Ποσοτικής Χαλάρωσης (σημ. αναφέρεται στη νομισματική επέκταση εκ μέρους των Κεντρικών Τραπεζών, πλην της ΕΚΤ) έχει ναρκώσει τους επενδυτές και τους έχει καταστήσει υποχείρια ενός οργίου τροφοδοτούμενου από το καύσιμο της ρευστότητας. Θα επαναλάβω της σκέψεις μου του 2007… Αυτό το σκεπτικό ρευστότητας δεν είναι τίποτα άλλο παρά «ψέματα, ασυναρτησίες, βλακείες, ακαθαρσίες και απόλυτες ανοησίες»… Η εξελισσόμενη ύφεση, ακολουθούμενη από γενικευμένο αποπληθωρισμό, θα οδηγήσει τελικά στην απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών με αποτέλεσμα οι Κεντρικές Τράπεζες να μην καταφέρουν να σταματήσουν την επανάληψη μιας κρίσης αποπληθωρισμού ιαπωνικού τύπου. Παράλληλα, οι αγορές θα συμπεριφέρονται με ενθουσιασμό, όπως και στην Ιαπωνία.»
Συμπερασματικά, όσοι ψάχνουν απεγνωσμένα για σημάδια ανάκαμψης, για το πολυπόθητο φως στο τούνελ, είναι φυσικό να χαρούν με τη συμβουλή της Morgan Stanley και την αύξηση της τιμής των ελληνικών ομολόγων. Η τραγωδία όμως είναι ότι η χαρά τους είναι καταδικασμένη να μετατραπεί σε απόγνωση όταν συνειδητοποιήσουν ότι βασίζεται σε παρανόηση της πραγματικότητας. Η αναβάθμιση των σκουπιδιών όχι μόνο δεν σηματοδοτεί ύφεση της Κρίσης αλλά οφείλεται στο βάθεμα της Ύφεσης. Δυστυχώς.
πηγή: iefimerida.gr
via kartesios.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου