του Δημήτρη Τάννη
Πολιτικές επιλογές: αυτός είναι ο όρος που απουσιάζει επιδεικτικά από κάθε συζήτηση περί οικονομίας. Λες και ο νεοφιλελευθερισμός -και ο ίδιος ο καπιταλισμός- συνιστά κάποιο σύστημα φυσικών κανόνων που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση και αντίθετη άποψη.
Αυτό το ιδεολόγημα -προϊόν επικοινωνιολόγων και λοιπόν αυλικών-, καθώς και οι προκλητικές για τον κόσμο της εργασίας αθλιότητες του τύπου «το πάρτι τελείωσε», που υπονοούν ότι ζούσαμε ζωή χαρισάμενη ώς τώρα, συνηγορούν σε ένα ανήκουστο «διά ταύτα»: ότι δήθεν η οικονομία είναι ανεξάρτητη και υπεράνω της πολιτικής.
Αν όμως είναι έτσι τα πράγματα, τότε δεν χρειαζόμαστε -ούτε θα χρειαζόμασταν ποτέ- την πολιτική... Αρκούν μερικοί λογιστές και άπειροι αστυνόμοι, ώστε οι δεύτεροι να επιβάλλουν με τη βία αυτά που με άνωθεν εντολή θα αποφασίζουν οι πρώτοι...
Εις βάρος, βέβαια, του «κυρίαρχου λαού» που είναι «απαίδευτος», «κακομαθημένος» και «τεμπέλης» και, ως εκ τούτου, δεν δικαιούται να έχει άποψη για ζητήματα που δεν κατέχει, όπως η... οικονομία (!). Ισως να «κινδύνευε και η Δημοκρατία» από κάτι τέτοιο...
Δηλαδή η καθημερινότητα, η ποιότητα ζωής του, το μέλλον του, ο βραχνάς της καθημερινής επιβίωσης δεν τον αφορούν, γιατί δεν ξέρει από χρηματοπιστωτικά παίγνια... Και τι τον αφορά τότε άραγε, ως «πολιτικό ον», αν όχι οι υλικοί όροι της καθημερινότητάς του; Και μήπως η επίκληση «εθνικού κινδύνου» δεν ήταν ανέκαθεν το άλλοθι δικτατορικών/ολοκληρωτικών μεθοδεύσεων;
Αυτή όμως είναι η «κοσμοπολίτικη» δικτατορία των αγορών που, μες στην ανούσια και ξεθωριασμένη «πολυχρωμία» της, επιστρατεύει και «αριστερές» (για τον ράφτη τους μάλλον) γραφίδες σε ρόλο τιμητή -πάντοτε της κοινωνίας και ποτέ της εξουσίας φυσικά...- που θεωρούν ότι πολιτική άποψη είναι η αναπαραγωγή ψευδοβεβαιοτήτων, ευχολογίων και «πολιτικώς ορθών» κοινοτοπιών, στηρίζοντας παράλληλα έργω και λόγω κάθε πρακτική και ιδεολόγημα του καπιταλισμού, υπό τη νεοφιλελεύθερη συσκευασία του...
Ο γράφων βέβαια, συνεπικουρούμενος κι απ' την ιδιότητα του ιστορικού, μπορεί να διαβεβαιώσει ότι ένα πολύ συχνό σύμπτωμα συστημικής παρακμής είναι η αδυναμία της κρατικής εξουσίας να ελέγξει -κι αν χρειαστεί να ποδηγετήσει- τα πολύ ισχυρά ιδιωτικά οικονομικά κέντρα εξουσίας, τα οποία ξεφτιλίζουν κάθε έννοια συλλογικού συμφέροντος, σφετεριζόμενα τον κοινωνικό πλούτο ώς την πλήρη ποδηγέτηση της δημόσιας ζωής, με τελικό αποτέλεσμα την αυτοαναγωγή τους, όπως σήμερα, σε ανώτατους -ή μάλλον μοναδικούς, γιατί ανώτατοι ήταν ούτως ή άλλως- θεσμικούς εκφραστές.
Φαίνεται δε η πολιτική παιδεία και η συνείδηση καθενός απ' το αν σε μια κοινωνικοοικονομική κρίση, όπως η σημερινή (όπου σταδιακά κάθε επικράτεια μετατρέπεται σε φέουδο των αγορών και το εργατικό δυναμικό σε αναλώσιμα του κεφαλαίου), εντοπίζει ευθύνες «προς τα πάνω» ή «προς τα κάτω», δεδομένου ότι ζούμε σε ιεραρχικά δομημένες, καπιταλιστικές κοινωνίες. Αν βρίσκει ευθύνες «προς τα κάτω» («όλοι φταίμε» κ.λπ.), τότε δεν μιλάμε για πολιτική εκτίμηση, πόσω μάλλον ανάλυση, αλλά για κάτι ανάμεσα σε γκρίνια, συλλογική αυτολύπηση και κουτσομπολιό...
Η πολιτική στόχευση βέβαια όλης αυτής της (αντι)λαϊκίζουσας ουδετερολογίας -που προάγει την παθητικότητα, καλλιεργεί την ηττοπάθεια και προτυποποιεί τις δουλικές συμπεριφορές- είναι η αγνή καθεστωτική προπαγάνδα. Ο εξωθεσμικός πολιτικός και κοινωνικός ριζοσπαστισμός, όμως, όπως και η ακροδεξιά αντίδραση, που ήδη γιγαντώνονται πανευρωπαϊκά, είναι η απόδειξη της αποτυχίας των νεοφιλελεύθερων κοινωνικών μοντέλων και μια πρόγευση των συγκρούσεων του μέλλοντος, που, όπως και ο ίδιος ο αντίπαλος, θα έχουν, αναγκαστικά, στοιχεία «κοσμοπολιτισμού».
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Πολιτικές επιλογές: αυτός είναι ο όρος που απουσιάζει επιδεικτικά από κάθε συζήτηση περί οικονομίας. Λες και ο νεοφιλελευθερισμός -και ο ίδιος ο καπιταλισμός- συνιστά κάποιο σύστημα φυσικών κανόνων που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση και αντίθετη άποψη.
Αυτό το ιδεολόγημα -προϊόν επικοινωνιολόγων και λοιπόν αυλικών-, καθώς και οι προκλητικές για τον κόσμο της εργασίας αθλιότητες του τύπου «το πάρτι τελείωσε», που υπονοούν ότι ζούσαμε ζωή χαρισάμενη ώς τώρα, συνηγορούν σε ένα ανήκουστο «διά ταύτα»: ότι δήθεν η οικονομία είναι ανεξάρτητη και υπεράνω της πολιτικής.
Αν όμως είναι έτσι τα πράγματα, τότε δεν χρειαζόμαστε -ούτε θα χρειαζόμασταν ποτέ- την πολιτική... Αρκούν μερικοί λογιστές και άπειροι αστυνόμοι, ώστε οι δεύτεροι να επιβάλλουν με τη βία αυτά που με άνωθεν εντολή θα αποφασίζουν οι πρώτοι...
Εις βάρος, βέβαια, του «κυρίαρχου λαού» που είναι «απαίδευτος», «κακομαθημένος» και «τεμπέλης» και, ως εκ τούτου, δεν δικαιούται να έχει άποψη για ζητήματα που δεν κατέχει, όπως η... οικονομία (!). Ισως να «κινδύνευε και η Δημοκρατία» από κάτι τέτοιο...
Δηλαδή η καθημερινότητα, η ποιότητα ζωής του, το μέλλον του, ο βραχνάς της καθημερινής επιβίωσης δεν τον αφορούν, γιατί δεν ξέρει από χρηματοπιστωτικά παίγνια... Και τι τον αφορά τότε άραγε, ως «πολιτικό ον», αν όχι οι υλικοί όροι της καθημερινότητάς του; Και μήπως η επίκληση «εθνικού κινδύνου» δεν ήταν ανέκαθεν το άλλοθι δικτατορικών/ολοκληρωτικών μεθοδεύσεων;
Αυτή όμως είναι η «κοσμοπολίτικη» δικτατορία των αγορών που, μες στην ανούσια και ξεθωριασμένη «πολυχρωμία» της, επιστρατεύει και «αριστερές» (για τον ράφτη τους μάλλον) γραφίδες σε ρόλο τιμητή -πάντοτε της κοινωνίας και ποτέ της εξουσίας φυσικά...- που θεωρούν ότι πολιτική άποψη είναι η αναπαραγωγή ψευδοβεβαιοτήτων, ευχολογίων και «πολιτικώς ορθών» κοινοτοπιών, στηρίζοντας παράλληλα έργω και λόγω κάθε πρακτική και ιδεολόγημα του καπιταλισμού, υπό τη νεοφιλελεύθερη συσκευασία του...
Ο γράφων βέβαια, συνεπικουρούμενος κι απ' την ιδιότητα του ιστορικού, μπορεί να διαβεβαιώσει ότι ένα πολύ συχνό σύμπτωμα συστημικής παρακμής είναι η αδυναμία της κρατικής εξουσίας να ελέγξει -κι αν χρειαστεί να ποδηγετήσει- τα πολύ ισχυρά ιδιωτικά οικονομικά κέντρα εξουσίας, τα οποία ξεφτιλίζουν κάθε έννοια συλλογικού συμφέροντος, σφετεριζόμενα τον κοινωνικό πλούτο ώς την πλήρη ποδηγέτηση της δημόσιας ζωής, με τελικό αποτέλεσμα την αυτοαναγωγή τους, όπως σήμερα, σε ανώτατους -ή μάλλον μοναδικούς, γιατί ανώτατοι ήταν ούτως ή άλλως- θεσμικούς εκφραστές.
Φαίνεται δε η πολιτική παιδεία και η συνείδηση καθενός απ' το αν σε μια κοινωνικοοικονομική κρίση, όπως η σημερινή (όπου σταδιακά κάθε επικράτεια μετατρέπεται σε φέουδο των αγορών και το εργατικό δυναμικό σε αναλώσιμα του κεφαλαίου), εντοπίζει ευθύνες «προς τα πάνω» ή «προς τα κάτω», δεδομένου ότι ζούμε σε ιεραρχικά δομημένες, καπιταλιστικές κοινωνίες. Αν βρίσκει ευθύνες «προς τα κάτω» («όλοι φταίμε» κ.λπ.), τότε δεν μιλάμε για πολιτική εκτίμηση, πόσω μάλλον ανάλυση, αλλά για κάτι ανάμεσα σε γκρίνια, συλλογική αυτολύπηση και κουτσομπολιό...
Η πολιτική στόχευση βέβαια όλης αυτής της (αντι)λαϊκίζουσας ουδετερολογίας -που προάγει την παθητικότητα, καλλιεργεί την ηττοπάθεια και προτυποποιεί τις δουλικές συμπεριφορές- είναι η αγνή καθεστωτική προπαγάνδα. Ο εξωθεσμικός πολιτικός και κοινωνικός ριζοσπαστισμός, όμως, όπως και η ακροδεξιά αντίδραση, που ήδη γιγαντώνονται πανευρωπαϊκά, είναι η απόδειξη της αποτυχίας των νεοφιλελεύθερων κοινωνικών μοντέλων και μια πρόγευση των συγκρούσεων του μέλλοντος, που, όπως και ο ίδιος ο αντίπαλος, θα έχουν, αναγκαστικά, στοιχεία «κοσμοπολιτισμού».
Πηγή: Ελευθεροτυπία
2 σχόλια:
Αυτο σημαινει πως η οικονομία ορίζει την πολιτική, αγαπητέ σύντροφε Δημήτρη.
Αυτο σημαίνει πως 1.η οικονομια δεν ''αυτορρυθμιζεται'' ποτέ και 2.Αναλόγως των πολιτικών επιλογών,αντιστάσεων,ιδεολογικών ζυμώσεων και πιέσεων διαμορφώνεται και η φύση της.
Δημοσίευση σχολίου