“Πρέπει να βάλουμε έναν ισχυρό φραγμό στην οικονομική ανισότητα και στην απληστίας των εταιρειών που αποτελούν τον νευραλγικό άξονα του αμερικανικού καπιταλισμού. Το κίνημά μας αποτελεί ένα σημείο καμπής” δηλώνει ο Ντικ Στέινκαμπ, 63 ετών, συνταξιούχος υπάλληλος, που εργάστηκε σκληρά για πολλά χρόνια στη Silicon Valley. Ο Στέινκαμπ συμμετέχει ενεργά σε όλες τις πρωτοβουλίες του κινήματος “Κατάληψη του Σηάτλ”. Αυτός και η σύζυγός του ταξίδεψαν για περισσότερες από δύο ώρες με το αυτοκίνητό τους, προκειμένου να συμμετέχουν στα συλλαλητήρια. Το σπίτι τους βρίσκεται στο Μπέλλινχαμ, μία πόλη βόρεια του Σηάτλ, και μέχρι να ξεσπάσουν οι διαμαρτυρίες ένιωθαν παθητικοί θεατές σε ένα θέατρο παραλόγου με υπέρογκους φόρους και συνεχή μείωση της αγοραστικής τους δύναμης. Με νεανικό ενθουσιασμό και ισχυρά αποθέματα ψυχικής δύναμης συμμετέχουν ενεργά σε όλες τις δράσεις του κινήματος.
Έκαναν πορεία στην καρδιά του εμπορικού κέντρου του Σηάτλ και ήταν παρόντες σε όλα τα δρώμενα που υλοποίησε το κίνημα μέσα σε εστιατόρια και διάφορους χώρους ψυχαγωγίας.
“Πριν από κάποιες δεκαετίες διαδήλωνα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Τώρα διαδηλώνω ενάντια ...
στη συσσώρευση του πλούτου στα χέρια των λίγων. Σχεδόν το 40% του πλούτου των ΗΠΑ βρίσκεται στα χέρια του 1% του πληθυσμού, το οποίο φορολογείται ελάχιστα ή καθόλου σε σχέση την πλειοψηφία των Αμερικανών. Εγώ ανήκω στο 99%” λέει χαρακτηριστικά ο Στέινκαμπ, κρατώντας ένα πλακάτ με το σύνθημα “Εμείς είμαστε το 99%”.
Ο Ντεπ Στέινκαμπ είναι ο δίδυμος αδελφός του Ντικ. “Ήρθα εδώ γιατί ήθελα να δείξω ότι δεν είναι ένα κίνημα μόνο νέους αναρχικούς” λέει ο Ντεπ, συνταξιούχος σύμβουλος γάμου, φορώντας μία χαρακτηριστική πράσινη μπέρτα, που τον προφυλάσσει ταυτόχρονα από τον υγρό και ψυχρό καιρό του Σηάτλ. “Τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα σηκώνουν από την κούνια τους ένα απίστευτο οικονομικό βάρος. Κάτι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτά” λέει ο Ντεπ και προσθέτει: “Αρκετοί φίλοι μου έχουν χάσει τις δουλειές τους και οι τράπεζες που περίμεναν την ευκαιρία, τους πήραν τα σπίτια την επόμενη μέρα. Η κυβέρνηση το μόνο που ξέρει να κάνει είναι να θεσπίζει φορολογικές ελαφρύνσεις για τις πετρελαϊκές εταιρείες και να στηρίζει τους τραπεζίτες. Όλα αυτά με εξοργίζουν. Δεν μπορώ να μείνω κλεισμένος στο σπίτι μου και να ακούω τον Πρόεδρο Ομπάμα να εξαγγέλλει μέτρα στήριξης των πλουσίων.”
Τον Ντεπ διακόπτουν οι κόρνες από ένα ατέλειωτο κομβόι που έχουν σχηματίσει οι αυτοκινητιστές του Σηάτλ, που συμπαραστέκονται με τον δικό τους τρόπο στους διαδηλωτές. Την υποστήριξή του στο κίνημα δήλωσε από την πρώτη στιγμή ο φιλελεύθερος δήμαρχος του Σηάτλ, Μάικ Μακ Γκιν. Πολύ γρήγορα όμως βρέθηκε αντιμέτωπος με τις χιλιάδες σκηνές που έστησαν οι διαδηλωτές σε διάφορα σημεία της πόλης αλλά και με την πίεση των αστυνομικών αρχών να πάρει θέση και να δώσει εντολή να απομακρυνθούν οι σκηνές. Την εντολή όμως δεν την έδωσε ποτέ.
Ο Άσερ Μακ Κορντ είναι ένας νέος διαδηλωτής, 31 ετών, που δουλεύει ως υπάλληλος σε ένα πολυκατάστημα του Σηάτλ. Είναι καλοντυμένος και η εξωτερική του εμφάνιση μαρτυρεί ότι προτιμά τα ρούχα επώνυμων σχεδιαστών.
“Έχω περάσει όλο το άγχος και τον πόνο της ανεργίας” λέει ο Κορντ. “Ήμουν και εγώ άνεργος για κάποιο χρονικό διάστημα και ξέρω τι σημαίνει αυτό. Ωστόσο, ήμουν από τους τυχερούς, αφού μόλις προέκυψε μία θέση εργασίας σε κάποιο εμπορικό κατάστημα, κατάφερα και έπεισα τους εργοδότες μου να με προσλάβουν. Αυτή τη στιγμή είμαι κάπως ήρεμος, δεν έχω κάποιες οικογενειακές υποχρεώσεις και τα χρήματα που βγάζω τα χρησιμοποιώ όλα για τον εαυτό μου. Δεν μπορώ όμως να εφησυχάσω. Ξέρω ότι κάποιο πρωί μπορεί να βρεθώ στο δρόμο και να ψάχνω για δουλειά. Γι’ αυτό συμμετέχω στις κινητοποιήσεις. Μόλις τέλειωσα τη βάρδια μου και ήρθα στην πλατεία. Στις τέσσερις το απόγευμα θα ακροβολιστούμε σε διάφορα σημεία της πόλης και θα ενημερώνουμε τον κόσμο για τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Είναι λάθος να λέμε “είμαι καλά και δε με αφορά”. Η οικονομική κρίση μας αφορά όλους και έχει απρόβλεπτες συνέπειες.”
Η Άντζελα Σίλλινγκ, 41 ετών, δουλεύει ως νοσοκόμα σε κάποιο νοσοκομείο του Σηάτλ. Ταχτικός χρήστης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, πληροφορήθηκε σχεδόν αμέσως τη δημιουργία του κινήματος. Το μήνυμα για αντίσταση και διαμαρτυρία ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Το νοσοκομείο, σε μία προσπάθεια για μείωση των λειτουργικών δαπανών του, είχε προχωρήσει σε δραματική μείωση των μισθών του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, υποχρεώνοντάς το σε υπερωριακή απασχόληση, χωρίς επιπλέον αμοιβή για τις πρόσθετες ώρες. Η Σίλλινγκ, εξαιτίας των υπερωριών, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει μία δεύτερη περιστασιακή απασχόληση που είχε, μειώνοντας ακόμα περισσότερο τα μηνιαία της έσοδα. Η χαριστική βολή ήρθε όταν το νοσοκομείο προχώρησε σε στάση πληρωμών όλου του προσωπικού για ένα τετράμηνο. Η Σίλλινγκ βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα αδηφάγο τραπεζικό σύστημα, που την απειλούσε ότι θα της κατασχέσει το σπίτι, εάν δεν εξοφλούσε άμεσα τις δόσεις που χρωστούσε. Η Σίλλινγκ κατάφερε, έστω και προσωρινά, να σώσει το σπίτι της χάρη στη βοήθεια ου της πρόσφεραν οι γονείς της. Διαπίστωσε όμως από πρώτο χέρι ότι στην πραγματικότητα δεν της ανήκει τίποτα και ότι η ζωή της από λεπτό σε λεπτό μπορεί να ανατραπεί προς το χειρότερο.
“Ο χαρακτηρισμός των διαδηλωτών ως “τέρατα” από τον επικεφαλής της πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων είναι προσβλητικός και χυδαίος. Ακόμα και τα καταπιεστικά καθεστώτα των χωρών της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, δεν τους χαρακτήρισαν έτσι. Αλλά, ένα είναι σίγουρο: δε θα τους περάσει. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταφέρουν τα μηνύματα πολύ γρήγορα σε πάρα πολλούς ανθρώπους. Τους επηρεάζουν θετικά και ως ένα βαθμό αλλάζουν και τη νοοτροπία τους. Τίποτα δε θ’ αλλάξει, αν μένεις απαθής στο σπίτι σου και παρακολουθείς τα γεγονότα από την τηλεόραση” λέει η Σίλλινγκ.
Πηγή Φωτογραφίας westerncpe.com
mediasoup
Έκαναν πορεία στην καρδιά του εμπορικού κέντρου του Σηάτλ και ήταν παρόντες σε όλα τα δρώμενα που υλοποίησε το κίνημα μέσα σε εστιατόρια και διάφορους χώρους ψυχαγωγίας.
“Πριν από κάποιες δεκαετίες διαδήλωνα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Τώρα διαδηλώνω ενάντια ...
στη συσσώρευση του πλούτου στα χέρια των λίγων. Σχεδόν το 40% του πλούτου των ΗΠΑ βρίσκεται στα χέρια του 1% του πληθυσμού, το οποίο φορολογείται ελάχιστα ή καθόλου σε σχέση την πλειοψηφία των Αμερικανών. Εγώ ανήκω στο 99%” λέει χαρακτηριστικά ο Στέινκαμπ, κρατώντας ένα πλακάτ με το σύνθημα “Εμείς είμαστε το 99%”.
Ο Ντεπ Στέινκαμπ είναι ο δίδυμος αδελφός του Ντικ. “Ήρθα εδώ γιατί ήθελα να δείξω ότι δεν είναι ένα κίνημα μόνο νέους αναρχικούς” λέει ο Ντεπ, συνταξιούχος σύμβουλος γάμου, φορώντας μία χαρακτηριστική πράσινη μπέρτα, που τον προφυλάσσει ταυτόχρονα από τον υγρό και ψυχρό καιρό του Σηάτλ. “Τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα σηκώνουν από την κούνια τους ένα απίστευτο οικονομικό βάρος. Κάτι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτά” λέει ο Ντεπ και προσθέτει: “Αρκετοί φίλοι μου έχουν χάσει τις δουλειές τους και οι τράπεζες που περίμεναν την ευκαιρία, τους πήραν τα σπίτια την επόμενη μέρα. Η κυβέρνηση το μόνο που ξέρει να κάνει είναι να θεσπίζει φορολογικές ελαφρύνσεις για τις πετρελαϊκές εταιρείες και να στηρίζει τους τραπεζίτες. Όλα αυτά με εξοργίζουν. Δεν μπορώ να μείνω κλεισμένος στο σπίτι μου και να ακούω τον Πρόεδρο Ομπάμα να εξαγγέλλει μέτρα στήριξης των πλουσίων.”
Τον Ντεπ διακόπτουν οι κόρνες από ένα ατέλειωτο κομβόι που έχουν σχηματίσει οι αυτοκινητιστές του Σηάτλ, που συμπαραστέκονται με τον δικό τους τρόπο στους διαδηλωτές. Την υποστήριξή του στο κίνημα δήλωσε από την πρώτη στιγμή ο φιλελεύθερος δήμαρχος του Σηάτλ, Μάικ Μακ Γκιν. Πολύ γρήγορα όμως βρέθηκε αντιμέτωπος με τις χιλιάδες σκηνές που έστησαν οι διαδηλωτές σε διάφορα σημεία της πόλης αλλά και με την πίεση των αστυνομικών αρχών να πάρει θέση και να δώσει εντολή να απομακρυνθούν οι σκηνές. Την εντολή όμως δεν την έδωσε ποτέ.
Ο Άσερ Μακ Κορντ είναι ένας νέος διαδηλωτής, 31 ετών, που δουλεύει ως υπάλληλος σε ένα πολυκατάστημα του Σηάτλ. Είναι καλοντυμένος και η εξωτερική του εμφάνιση μαρτυρεί ότι προτιμά τα ρούχα επώνυμων σχεδιαστών.
“Έχω περάσει όλο το άγχος και τον πόνο της ανεργίας” λέει ο Κορντ. “Ήμουν και εγώ άνεργος για κάποιο χρονικό διάστημα και ξέρω τι σημαίνει αυτό. Ωστόσο, ήμουν από τους τυχερούς, αφού μόλις προέκυψε μία θέση εργασίας σε κάποιο εμπορικό κατάστημα, κατάφερα και έπεισα τους εργοδότες μου να με προσλάβουν. Αυτή τη στιγμή είμαι κάπως ήρεμος, δεν έχω κάποιες οικογενειακές υποχρεώσεις και τα χρήματα που βγάζω τα χρησιμοποιώ όλα για τον εαυτό μου. Δεν μπορώ όμως να εφησυχάσω. Ξέρω ότι κάποιο πρωί μπορεί να βρεθώ στο δρόμο και να ψάχνω για δουλειά. Γι’ αυτό συμμετέχω στις κινητοποιήσεις. Μόλις τέλειωσα τη βάρδια μου και ήρθα στην πλατεία. Στις τέσσερις το απόγευμα θα ακροβολιστούμε σε διάφορα σημεία της πόλης και θα ενημερώνουμε τον κόσμο για τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Είναι λάθος να λέμε “είμαι καλά και δε με αφορά”. Η οικονομική κρίση μας αφορά όλους και έχει απρόβλεπτες συνέπειες.”
Η Άντζελα Σίλλινγκ, 41 ετών, δουλεύει ως νοσοκόμα σε κάποιο νοσοκομείο του Σηάτλ. Ταχτικός χρήστης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, πληροφορήθηκε σχεδόν αμέσως τη δημιουργία του κινήματος. Το μήνυμα για αντίσταση και διαμαρτυρία ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Το νοσοκομείο, σε μία προσπάθεια για μείωση των λειτουργικών δαπανών του, είχε προχωρήσει σε δραματική μείωση των μισθών του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, υποχρεώνοντάς το σε υπερωριακή απασχόληση, χωρίς επιπλέον αμοιβή για τις πρόσθετες ώρες. Η Σίλλινγκ, εξαιτίας των υπερωριών, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει μία δεύτερη περιστασιακή απασχόληση που είχε, μειώνοντας ακόμα περισσότερο τα μηνιαία της έσοδα. Η χαριστική βολή ήρθε όταν το νοσοκομείο προχώρησε σε στάση πληρωμών όλου του προσωπικού για ένα τετράμηνο. Η Σίλλινγκ βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα αδηφάγο τραπεζικό σύστημα, που την απειλούσε ότι θα της κατασχέσει το σπίτι, εάν δεν εξοφλούσε άμεσα τις δόσεις που χρωστούσε. Η Σίλλινγκ κατάφερε, έστω και προσωρινά, να σώσει το σπίτι της χάρη στη βοήθεια ου της πρόσφεραν οι γονείς της. Διαπίστωσε όμως από πρώτο χέρι ότι στην πραγματικότητα δεν της ανήκει τίποτα και ότι η ζωή της από λεπτό σε λεπτό μπορεί να ανατραπεί προς το χειρότερο.
“Ο χαρακτηρισμός των διαδηλωτών ως “τέρατα” από τον επικεφαλής της πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων είναι προσβλητικός και χυδαίος. Ακόμα και τα καταπιεστικά καθεστώτα των χωρών της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, δεν τους χαρακτήρισαν έτσι. Αλλά, ένα είναι σίγουρο: δε θα τους περάσει. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταφέρουν τα μηνύματα πολύ γρήγορα σε πάρα πολλούς ανθρώπους. Τους επηρεάζουν θετικά και ως ένα βαθμό αλλάζουν και τη νοοτροπία τους. Τίποτα δε θ’ αλλάξει, αν μένεις απαθής στο σπίτι σου και παρακολουθείς τα γεγονότα από την τηλεόραση” λέει η Σίλλινγκ.
Πηγή Φωτογραφίας westerncpe.com
mediasoup
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου