Το ιδρυτικό συνέδριο πέτυχε τους βασικούς σκοπούς του, όμως ο διάλογος για το πρόγραμμα ήταν περιορισμένος και δεν μπήκε στην ουσία των προβλημάτων που θα αντιμετωπίσουμε, λέει ο Γιάννης Δραγασάκης. Στην συνέντευξη εφ' όλης της ύλης που παραχώρησε στο tvxs.gr, αναφέρεται στα επιτεύγματα και τις αδυναμίες του Συνέδριου, προτρέποντας σε μία προγραμματική εμβάθυνση του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ: «το θέμα πλέον δεν είναι μόνο το τι θέλουμε αλλά και το πώς θα το υλοποιήσουμε».
Ό,τι και να πω θα είναι υποκειμενικό. Πάντως δεν νομίζω ότι το αποτέλεσμα έχει να κάνει με τις επαγγελματικές ιδιότητες ή τις όποιες ειδικές γνώσεις του καθενός από εμάς. Περισσότερο το ερμηνεύω ως μια αναγνώριση για τη δουλειά που κάναμε ως τώρα αλλά και κυρίως ως ανάθεση ευθύνης. Οι σύνεδροι, με την ψήφο τους, μας ζητούν και μας δεσμεύουν ηθικά να υπηρετήσουμε τις συλλογικές αποφάσεις του Συνεδρίου και να υπερασπισθούμε την ενότητα και τη συνοχή του ΣΥΡΙΖΑ.
Τι πέτυχε και τι δεν πέτυχε το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τους αρχικούς στόχους του;
Το βήμα έγινε και ο ενιαίος ΣΥΡΙΖΑ είναι γεγονός. Επίσης τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός νέους υποδείγματος αριστερού κόμματος που θα είναι ενιαίο και συνεκτικό, ανοιχτό στην κοινωνία, τα κινήματα και τις πρωτοβουλίες πολιτών, ένα κόμμα των μελών. Ακόμη δόθηκε μια ισχυρή ώθηση για το μετασχηματισμό της Αριστεράς, από δύναμη συμπληρωματική ή περιθωριακή και κατακερματισμένη, σε δύναμη ενιαία, πρωταγωνιστική και ηγετική της κοινωνίας.
Επομένως, το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τους βασικούς του στόχους. Όμως τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Διότι το πόσο γρήγορα και πόσο αποφασιστικά θα προχωρήσουμε σ’ αυτούς τους νέους δρόμους θα εξαρτηθεί από το κατά πόσον όλες οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ πάνω από τις ιδιαίτερες απόψεις ή βλέψεις τους θα βάλουν την υλοποίηση των κοινών αποφάσεων και την προώθηση του συλλογικού μας σχεδίου. Αυτή ακριβώς είναι η πρόκληση της νέας περιόδου.
Πού θα εντοπίζατε τα αδύνατα σημεία του συνεδρίου; Σίγουρα θα υπάρχουν.
Το πρώτο είναι ότι, όπως δηλώθηκε άλλωστε, δεν ήσαν όλες οι συνιστώσες το ίδιο έτοιμες για μια ομογενοποίηση σε βάθος. Άρα η διαδικασία αυτή θα είναι βραδύτερη από όσο θα θέλαμε, αλλά θα γίνει.
Το συνέδριο πήρε αποφάσεις σε κρίσιμα προγραμματικά θέματα και μας ωθεί σε μια προγραμματική εμβάθυνση. Όμως ο προγραμματικός διάλογος που έγινε, τόσο πριν από το Συνέδριο όσο και μέσα σ’ αυτό, ήταν περιορισμένος και, το σημαντικότερο, δεν μπήκε στην ουσία των προβλημάτων που θα αντιμετωπίσουμε στο μέλλον. Διότι το θέμα πλέον δεν είναι μόνο το τι θέλουμε αλλά και το πώς θα το υλοποιήσουμε. Βέβαια το Συνέδριο αυτό δεν είχε το πρόγραμμα στην ημερήσια διάταξή του. Και ίσως αυτό εξηγεί, τουλάχιστον ως ένα βαθμό, αυτή την αδυναμία. Αδυναμία πάντως που πρέπει και μπορούμε να ξεπεράσουμε.
Πόσο ενιαίος και συνεκτικός είναι στην πραγματικότητα ο νέος ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτός (ανα)συστάθηκε στο Φάληρο;
Αποσκοπούμε σ’ ένα ιδεολογικά ζωντανό και όχι σ’ ένα μονολιθικό κόμμα. Επιδιώκουμε τη συνειδητή συλλογικότητα και ενότητα, και όχι τη γραφειοκρατική ή διοικητικού τύπου «κομματική πειθαρχία». Αν με αυτά τα δεδομένα κρίνουμε το αποτέλεσμα των ψηφοφοριών για την εκλογή του Προέδρου αλλά και για την ψήφιση των πολιτικών και των προγραμματικών θέσεων, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται ήδη από ένα υψηλό επίπεδο εσωτερικής συνοχής, ισχυρότερο, θα έλεγα, από αυτό που συχνά εμφανίζει στη δημόσια εικόνα του.
Όμως ούτε η ιστορία της Αριστεράς, με τις πολλές και συχνά αναίτιες διασπάσεις, ούτε οι ορατές από τώρα μεγάλες δυσκολίες του εγχειρήματος μάς επιτρέπουν εφησυχασμό ή επανάπαυση. Πρέπει να καταστήσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη πιο αξιόμαχο, πράγμα που, εκτός των άλλων, σημαίνει διαρκής προσπάθεια για τη διαφύλαξη και την ενίσχυση τόσο της ενιαίας εξωτερικής δημόσιας εικόνας όσο και της εσωτερικής συνεκτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ποιες ανάγκες γεννά σε αυτήν τη φάση για τον ΣΥΡΙΖΑ η πρόκληση της «κυβερνησιμότητας»;
Μας κυβερνούν δυνάμεις οι οποίες στήριξαν την εκλογική νίκη τους στο φόβο και το ψέμα, και ενεργούν ως διεκπεραιωτές των εντολών της τρόικα, όπως και οι ίδιοι ασύστολα ομολογούν. Οι δυνάμεις αυτές έχουν κάθε λόγο να εμφανίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ άλλοτε ως ανίκανο, άλλοτε ως ανέτοιμο και άλλοτε ως απρόθυμο να κυβερνήσει.
Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πανέτοιμος όχι μόνο να κυβερνήσει αλλά και να αλλάξει την πορεία της χώρας, να αναζωογονήσει τη Δημοκρατία και να εμπνεύσει την εμπιστοσύνη στο μέλλον αυτού του τόπου και την αυτοπεποίθηση στην κοινωνία ότι μπορεί να κάνει συλλογικά σχέδια, να δεσμεύεται γι’ αυτά και να τα υλοποιεί. Διότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε θέλει να γίνει ένα κλειστό γραφειοκρατικό κόμμα αλλά ένας πολιτικός φορέας, ανοιχτός στην κοινωνία και τα κινήματα, που στηρίζεται σε μια πλατιά κοινωνική συμμαχία με πυρήνα τον κόσμο της εργασίας, τους ανέργους, τους νεόπτωχους και τη νεολαία, τις δυνάμεις που άλλωστε τον ανέδειξαν σε αξιωματική αντιπολίτευση.
Ακόμη γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πρόγραμμα που απαντά στις ώριμες ανάγκες της κοινωνίας και είναι ο μόνος πολιτικός φορέας ο οποίος μπορεί να ενώσει όλες τις αριστερές, οικολογικές και γνήσια πατριωτικές δυνάμεις σ’ έναν μεγάλο συνασπισμό και σ’ ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα για την ανόρθωση και την ανασυγκρότηση της κοινωνίας σε νέες βάσεις.
Παρ’ όλη την κυβερνητική φθορά της ΝΔ, οι δημοσκοπήσεις την φέρνουν είτε πρώτη είτε δεύτερη στα όρια του στατιστικού λάθους. Πού «κολλάει» ο ΣΥΡΙΖΑ;
Το ερώτημα αυτό και η όλη η συζήτηση περί στασιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται σε μια αντίληψη περί γραμμικής εξέλιξης των πραγμάτων. Αν δούμε όμως την ιστορία καθώς και όσα συμβαίνουν δίπλα μας σε Τουρκία, Αίγυπτο, Νότια Ευρώπη κλπ θα διαπιστώσουμε ότι οι εξελίξεις μόνο γραμμικές δεν είναι. Θα έλεγε κανείς ότι σε περιόδους που εξωτερικά φαίνονται ως στάσιμες συσσωρεύεται κοινωνική ενέργεια, η οποία ξεσπάει κάποια στιγμή όταν υπάρξει το κατάλληλο ερέθισμα, κάποιο γεγονός που λειτουργεί ως καταλύτης. Επίσης η κοινωνία, στην αρχή της κρίσης, ενδεχομένως πίστεψε ότι κάποια αποφασιστική κίνηση θα ήταν αρκετή για να επιστρέψουμε στο 2009. Αυτό ενδεχομένως αντανακλούσε και το άλμα του ΣΥΡΖΑ από το 4% στο 27%.
Σήμερα η κοινωνία αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι για να ανακτήσουμε δικαιώματα και για να δημιουργήσουμε προοπτικές ευημερίας θα χρειαστεί η μετάβαση σε ένα νέο υπόδειγμα, σε ένα νέο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο. Αν αυτό είναι σωστό τότε η διατήρηση του 27% δεν αποτελεί ένδειξη στασιμότητας αλλά ένδειξη μιας σταθεροποίησης σε μια αφετηρία πολύ υψηλότερη από αυτήν που είχαμε τον Μάιο του 2012. Επομένως υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μεγάλες και απότομες αλλαγές στον κοινωνικό και πολιτικό χάρτη της χώρας.
Τα κυβερνώντα κόμματα προσάπτουν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι υιοθετεί μία μηδενιστική αντιπολιτευτική τακτική, μάλιστα, χωρίς να προβάλλει ένα ρεαλιστικό εναλλακτικό σχέδιο. Ανεξαρτήτως των πιθανών σκοπιμοτήτων αυτής της κριτικής στο πλαίσιο του κομματικού ανταγωνισμού, εντοπίζετε ίσως κάποιες αδυναμίες σε επίπεδο στρατηγικής και θέσεων οι οποίες σε τελική ανάλυση δίνουν υπόσταση σε αντίστοιχες αναλύσεις;
Τα κυβερνώντα κόμματα κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ διότι οι προτάσεις του δεν είναι εντός των τειχών του μνημονίου. Για παράδειγμα για την κυβέρνηση «πρόταση» θα ήταν να πούμε ναι στις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά στη θέση που είναι η Ελλάδα δεν πρέπει να ξεπουλά αλλά αντίθετα πρέπει να περισώσει και να εξυγιάνει ό,τι έχει μείνει υπό δημόσιο έλεγχο προκειμένου να καταστεί εργαλείο ανασυγκρότησης της οικονομίας.
Για την κυβέρνηση «μεταρρύθμιση» είναι ό,τι καταλύει δικαιώματα ή κοινωνικές δεσμεύσεις προς το κεφάλαιο. Δεν θέλουν να κατανοήσουν όμως ότι εκείνο που χρειαζόμαστε σήμερα είναι μεταρρυθμίσεις νέου τύπου οι οποίες θα αποκαθιστούν αδικίες, θα αντιμετωπίζουν ανισότητες και θα απελευθερώνουν αδρανείς ή παγιδευμένες δυνάμεις της οικονομίας. Για την κυβέρνηση θετική πρόταση είναι ό,τι οδηγεί σε υποταγή και τυφλή εκτέλεση των εντολών της Μέρκελ. Δεν εννοούν να καταλάβουν ότι στην σημερινή Ευρώπη μόνο η άρνηση της υποταγής και η στοχευμένη διεκδίκηση μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα. Από εκεί και πέρα, βεβαίως, δεν έχω δυσκολία να διαπιστώσω ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μένουμε μόνο στην κριτική και την καταγγελία χωρίς να επιμένουμε στη προβολή των δικών μας εναλλακτικών προτάσεων. Και αυτό είναι κάτι που και πρέπει και μπορούμε να το διορθώσουμε.
Πώς αντιλαμβάνεστε ή οραματίζεστε ή προβλέπετε «τη συγκέντρωση των δυνάμεων της Αριστεράς και τη μετατροπή της σε ηγεμονική δύναμη», που επικαλεστήκατε ως ανάγκη κατά τη διάρκεια του συνεδρίου; Θα μπορούσατε να δώσετε σάρκα και οστά στον συγκεκριμένο συλλογισμό για την ανάγκη αυτής της συνέντευξης;
Στην ομιλία μου στο συνέδριο συνέδεσα δύο χαρακτηριστικά που παρουσίασε το αριστερό κίνημα από τον εμφύλιο πόλεμο μέχρι και σήμερα. Το ένα ήταν ο συμπληρωματικός ή περιθωριακός ρόλος του. Σας επισημαίνω ότι ακόμα και όταν η ΕΔΑ ήταν αξιωματική αντιπολίτευση κατανοούσε το ρόλο της κυρίως ως μια δύναμη πίεσης προς την εξουσία, κάτι που ίσως ήταν κατανοητό για εκείνη την εποχή, παρά ως δύναμη διεκδίκησης της εξουσίας. Σας επισημαίνω ότι και το ΚΚΕ μιλούσε, τη δεκαετία του ΄80, για «άθροισμα δημοκρατικών δυνάμεων», δηλαδή θεωρούσε τον εαυτό του μέρος ενός αντιδεξιού μπλοκ, την ηγεσία του οποίου θα είχε το ΠΑΣΟΚ. Επίσης ο Λεωνίδας Κύρκος είχε μιλήσει, μετά τη δικτατορία, για μια «εθνική ενότητα» υπό την ηγεμονία των αστικών δυνάμεων στην οποία η αριστερά θα είχε συμπληρωματικό ρόλο.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό ήταν ο κατακερματισμός της αριστεράς, ο οποίος συνεχίστηκε και μετά τη μεταπολίτευση σε ΚΚΕ, ΚΚΕ εσωτερικού και διάφορες ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, με τον κύριο όγκο όμως των αριστερών να εντάσσεται και να ενσωματώνεται στο ΠΑΣΟΚ.
Αυτό που θέλησα να τονίσω είναι ότι όπως αυτά τα δύο φαινόμενα ήταν αλληλένδετα μεταξύ τους στο παρελθόν, έτσι και τώρα θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε ενιαία. Δηλαδή η διεκδίκηση από μέρους της αριστεράς ενός ηγετικού ρόλου απαιτεί την υπέρβαση του κατακερματισμού της. Και αντίστοιχα η υπέρβαση του κατακερματισμού είναι όρος για να παίξει η αριστερά τον ηγετικό της ρόλο.
Βέβαια η υπέρβαση του κατακερματισμού δεν σημαίνει ότι όλες αυτές οι δυνάμεις, από την αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας μέχρι την εξωκοινοβουλευτική αριστερά, πρέπει υποχρεωτικά να γίνουν ενιαίο κόμμα. Μπορούν όμως να συγκροτήσουν έναν μεγάλο συνασπισμό ο οποίος θα αναλάβει τις τύχες της χώρας. Και κυρίως πρέπει να οικοδομήσουν τις μεταξύ τους σχέσεις στη βάση της άμιλλας, της αλληλεγγύης και όχι της πολεμικής και του τυφλού ανταγωνισμού.
Πώς παρακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ τις όποιες διεργασίες ανασύστασης της Κεντροαριστεράς; Παρεμπιπτόντως, ποιον ρόλο θεωρείτε ότι καλούνται να διαδραματίσουν στον ΣΥΡΙΖΑ τα λεγόμενα «πασοκογενή» στελέχη;
Το ερώτημα για εμάς δεν είναι αν θα υπάρξουν ή όχι νέα πολιτικά σχήματα ή συλλογικές πρωτοβουλίες, αλλά ποια θα είναι η πολιτική τους κατεύθυνση. Οι αγωνιώδεις προσπάθειες να δημιουργηθούν νέα σχήματα και νέοι «πόλοι» σε αντιαριστερή κατεύθυνση δεν βρίσκουν γόνιμο έδαφος. Αντίθετα, πυκνώνουν οι πρωτοβουλίες και οι συλλογικότητες που κινούνται σε μια κατεύθυνση διαλόγου ή και συμπαράταξης με τον ΣΥΡΙΖΑ, πρωτοβουλίες και συλλογικότητες τις οποίες αντιμετωπίζουμε θετικά, με βάση και τις αποφάσεις του πρόσφατου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ό,τι αφορά τον κόσμο που προσεγγίζει ή και εντάσσεται στον ΣΥΡΙΖΑ, προερχόμενος από τον ευρύτερο σοσιαλιστικό ή προοδευτικό χώρο, για εμάς αποτελεί ισότιμο και οργανικό τμήμα του νέου ΣΥΡΙΖΑ που δημιουργούμε.
Σε ποια εκτίμηση προβαίνετε πλέον αναφορικά με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας; Θεωρείτε κι εσείς ότι η ολοκλήρωση των γερμανικών εκλογών το φθινόπωρο θα σηματοδοτήσει εξελίξεις; Προς ποια κατεύθυνση;
Η ανάλυση που έχουμε κάνει δείχνει ότι η ύφεση συνεχίζεται με αμείωτη ένταση παρά την προπαγάνδα της κυβέρνησης. Βρισκόμαστε μέσα σ’ έναν σκοτεινό φαύλο κύκλο και η εφαρμοζόμενη πολιτική δεν διαθέτει τα μέσα για να τον σπάσει, αφού η ίδια τον δημιουργεί.
Οι γερμανικές εκλογές θα σηματοδοτήσουν αλλαγές, αλλά αυτές, όπως δήλωσε πρόσφατα ο κος Σόιμπλε, κινούνται μέσα στα ήδη γνωστά πλαίσια. Γίνεται ήδη ανοιχτά λόγος για νέα μνημόνια και νέα δάνεια.
Επιθυμεί ο ΣΥΡΙΖΑ εκλογές; Οι πολιτικοί του αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι θα προτιμούσε να αποφύγει την ανάληψη κυβερνητικής ευθύνης. Η αλήθεια είναι ότι σε αυτήν τη φάση θα είχε να διαχειριστεί τεράστιες προκλήσεις, επιπροσθέτως, με τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς σε βάρος του.
Αν λοιπόν θέλουν να δοκιμάσουν την ετοιμότητά μας γιατί δεν προχωρούν σε εκλογές; Εμείς λέμε πως όσο παρατείνεται αυτή η πολιτική το ένα μνημόνιο θα είναι χειρότερο από το προηγούμενο, με τις συνέπειες να είναι καταστροφικές για το σήμερα και το αύριο της χώρας. Γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει πως όσο πιο γρήγορα φύγει αυτή η κυβέρνηση τόσο το καλύτερο για την κοινωνία.
tvxs.gr
- Να υπερβούμε τον κατακερματισμό της αριστεράς
- Να δουλέψουμε περισσότερο το πρόγραμμα
- Δεν είναι όλες οι συνιστώσες έτοιμες για τον ενιαίο ΣΥΡΙΖΑ, γι’ αυτό θα αργήσουμε
- Ο κόσμος που έρχεται από τον σοσιαλιστικό χώρο έχει ισότιμο ρόλο
- Όσο πιο γρήγορα φύγει αυτή η κυβέρνηση, τόσο το καλύτερο για την κοινωνία
- Οι γερμανικές εκλογές θα φέρουν νέα μνημόνια και δάνεια
- Δεν φοβόμαστε να κυβερνήσουμε, θέλουμε εκλογές
Ό,τι και να πω θα είναι υποκειμενικό. Πάντως δεν νομίζω ότι το αποτέλεσμα έχει να κάνει με τις επαγγελματικές ιδιότητες ή τις όποιες ειδικές γνώσεις του καθενός από εμάς. Περισσότερο το ερμηνεύω ως μια αναγνώριση για τη δουλειά που κάναμε ως τώρα αλλά και κυρίως ως ανάθεση ευθύνης. Οι σύνεδροι, με την ψήφο τους, μας ζητούν και μας δεσμεύουν ηθικά να υπηρετήσουμε τις συλλογικές αποφάσεις του Συνεδρίου και να υπερασπισθούμε την ενότητα και τη συνοχή του ΣΥΡΙΖΑ.
Τι πέτυχε και τι δεν πέτυχε το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τους αρχικούς στόχους του;
Το βήμα έγινε και ο ενιαίος ΣΥΡΙΖΑ είναι γεγονός. Επίσης τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός νέους υποδείγματος αριστερού κόμματος που θα είναι ενιαίο και συνεκτικό, ανοιχτό στην κοινωνία, τα κινήματα και τις πρωτοβουλίες πολιτών, ένα κόμμα των μελών. Ακόμη δόθηκε μια ισχυρή ώθηση για το μετασχηματισμό της Αριστεράς, από δύναμη συμπληρωματική ή περιθωριακή και κατακερματισμένη, σε δύναμη ενιαία, πρωταγωνιστική και ηγετική της κοινωνίας.
Επομένως, το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τους βασικούς του στόχους. Όμως τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Διότι το πόσο γρήγορα και πόσο αποφασιστικά θα προχωρήσουμε σ’ αυτούς τους νέους δρόμους θα εξαρτηθεί από το κατά πόσον όλες οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ πάνω από τις ιδιαίτερες απόψεις ή βλέψεις τους θα βάλουν την υλοποίηση των κοινών αποφάσεων και την προώθηση του συλλογικού μας σχεδίου. Αυτή ακριβώς είναι η πρόκληση της νέας περιόδου.
Πού θα εντοπίζατε τα αδύνατα σημεία του συνεδρίου; Σίγουρα θα υπάρχουν.
Το πρώτο είναι ότι, όπως δηλώθηκε άλλωστε, δεν ήσαν όλες οι συνιστώσες το ίδιο έτοιμες για μια ομογενοποίηση σε βάθος. Άρα η διαδικασία αυτή θα είναι βραδύτερη από όσο θα θέλαμε, αλλά θα γίνει.
Το συνέδριο πήρε αποφάσεις σε κρίσιμα προγραμματικά θέματα και μας ωθεί σε μια προγραμματική εμβάθυνση. Όμως ο προγραμματικός διάλογος που έγινε, τόσο πριν από το Συνέδριο όσο και μέσα σ’ αυτό, ήταν περιορισμένος και, το σημαντικότερο, δεν μπήκε στην ουσία των προβλημάτων που θα αντιμετωπίσουμε στο μέλλον. Διότι το θέμα πλέον δεν είναι μόνο το τι θέλουμε αλλά και το πώς θα το υλοποιήσουμε. Βέβαια το Συνέδριο αυτό δεν είχε το πρόγραμμα στην ημερήσια διάταξή του. Και ίσως αυτό εξηγεί, τουλάχιστον ως ένα βαθμό, αυτή την αδυναμία. Αδυναμία πάντως που πρέπει και μπορούμε να ξεπεράσουμε.
Πόσο ενιαίος και συνεκτικός είναι στην πραγματικότητα ο νέος ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτός (ανα)συστάθηκε στο Φάληρο;
Αποσκοπούμε σ’ ένα ιδεολογικά ζωντανό και όχι σ’ ένα μονολιθικό κόμμα. Επιδιώκουμε τη συνειδητή συλλογικότητα και ενότητα, και όχι τη γραφειοκρατική ή διοικητικού τύπου «κομματική πειθαρχία». Αν με αυτά τα δεδομένα κρίνουμε το αποτέλεσμα των ψηφοφοριών για την εκλογή του Προέδρου αλλά και για την ψήφιση των πολιτικών και των προγραμματικών θέσεων, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται ήδη από ένα υψηλό επίπεδο εσωτερικής συνοχής, ισχυρότερο, θα έλεγα, από αυτό που συχνά εμφανίζει στη δημόσια εικόνα του.
Όμως ούτε η ιστορία της Αριστεράς, με τις πολλές και συχνά αναίτιες διασπάσεις, ούτε οι ορατές από τώρα μεγάλες δυσκολίες του εγχειρήματος μάς επιτρέπουν εφησυχασμό ή επανάπαυση. Πρέπει να καταστήσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη πιο αξιόμαχο, πράγμα που, εκτός των άλλων, σημαίνει διαρκής προσπάθεια για τη διαφύλαξη και την ενίσχυση τόσο της ενιαίας εξωτερικής δημόσιας εικόνας όσο και της εσωτερικής συνεκτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ποιες ανάγκες γεννά σε αυτήν τη φάση για τον ΣΥΡΙΖΑ η πρόκληση της «κυβερνησιμότητας»;
Μας κυβερνούν δυνάμεις οι οποίες στήριξαν την εκλογική νίκη τους στο φόβο και το ψέμα, και ενεργούν ως διεκπεραιωτές των εντολών της τρόικα, όπως και οι ίδιοι ασύστολα ομολογούν. Οι δυνάμεις αυτές έχουν κάθε λόγο να εμφανίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ άλλοτε ως ανίκανο, άλλοτε ως ανέτοιμο και άλλοτε ως απρόθυμο να κυβερνήσει.
Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πανέτοιμος όχι μόνο να κυβερνήσει αλλά και να αλλάξει την πορεία της χώρας, να αναζωογονήσει τη Δημοκρατία και να εμπνεύσει την εμπιστοσύνη στο μέλλον αυτού του τόπου και την αυτοπεποίθηση στην κοινωνία ότι μπορεί να κάνει συλλογικά σχέδια, να δεσμεύεται γι’ αυτά και να τα υλοποιεί. Διότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε θέλει να γίνει ένα κλειστό γραφειοκρατικό κόμμα αλλά ένας πολιτικός φορέας, ανοιχτός στην κοινωνία και τα κινήματα, που στηρίζεται σε μια πλατιά κοινωνική συμμαχία με πυρήνα τον κόσμο της εργασίας, τους ανέργους, τους νεόπτωχους και τη νεολαία, τις δυνάμεις που άλλωστε τον ανέδειξαν σε αξιωματική αντιπολίτευση.
Ακόμη γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πρόγραμμα που απαντά στις ώριμες ανάγκες της κοινωνίας και είναι ο μόνος πολιτικός φορέας ο οποίος μπορεί να ενώσει όλες τις αριστερές, οικολογικές και γνήσια πατριωτικές δυνάμεις σ’ έναν μεγάλο συνασπισμό και σ’ ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα για την ανόρθωση και την ανασυγκρότηση της κοινωνίας σε νέες βάσεις.
Παρ’ όλη την κυβερνητική φθορά της ΝΔ, οι δημοσκοπήσεις την φέρνουν είτε πρώτη είτε δεύτερη στα όρια του στατιστικού λάθους. Πού «κολλάει» ο ΣΥΡΙΖΑ;
Το ερώτημα αυτό και η όλη η συζήτηση περί στασιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται σε μια αντίληψη περί γραμμικής εξέλιξης των πραγμάτων. Αν δούμε όμως την ιστορία καθώς και όσα συμβαίνουν δίπλα μας σε Τουρκία, Αίγυπτο, Νότια Ευρώπη κλπ θα διαπιστώσουμε ότι οι εξελίξεις μόνο γραμμικές δεν είναι. Θα έλεγε κανείς ότι σε περιόδους που εξωτερικά φαίνονται ως στάσιμες συσσωρεύεται κοινωνική ενέργεια, η οποία ξεσπάει κάποια στιγμή όταν υπάρξει το κατάλληλο ερέθισμα, κάποιο γεγονός που λειτουργεί ως καταλύτης. Επίσης η κοινωνία, στην αρχή της κρίσης, ενδεχομένως πίστεψε ότι κάποια αποφασιστική κίνηση θα ήταν αρκετή για να επιστρέψουμε στο 2009. Αυτό ενδεχομένως αντανακλούσε και το άλμα του ΣΥΡΖΑ από το 4% στο 27%.
Σήμερα η κοινωνία αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι για να ανακτήσουμε δικαιώματα και για να δημιουργήσουμε προοπτικές ευημερίας θα χρειαστεί η μετάβαση σε ένα νέο υπόδειγμα, σε ένα νέο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο. Αν αυτό είναι σωστό τότε η διατήρηση του 27% δεν αποτελεί ένδειξη στασιμότητας αλλά ένδειξη μιας σταθεροποίησης σε μια αφετηρία πολύ υψηλότερη από αυτήν που είχαμε τον Μάιο του 2012. Επομένως υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μεγάλες και απότομες αλλαγές στον κοινωνικό και πολιτικό χάρτη της χώρας.
Τα κυβερνώντα κόμματα προσάπτουν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι υιοθετεί μία μηδενιστική αντιπολιτευτική τακτική, μάλιστα, χωρίς να προβάλλει ένα ρεαλιστικό εναλλακτικό σχέδιο. Ανεξαρτήτως των πιθανών σκοπιμοτήτων αυτής της κριτικής στο πλαίσιο του κομματικού ανταγωνισμού, εντοπίζετε ίσως κάποιες αδυναμίες σε επίπεδο στρατηγικής και θέσεων οι οποίες σε τελική ανάλυση δίνουν υπόσταση σε αντίστοιχες αναλύσεις;
Τα κυβερνώντα κόμματα κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ διότι οι προτάσεις του δεν είναι εντός των τειχών του μνημονίου. Για παράδειγμα για την κυβέρνηση «πρόταση» θα ήταν να πούμε ναι στις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά στη θέση που είναι η Ελλάδα δεν πρέπει να ξεπουλά αλλά αντίθετα πρέπει να περισώσει και να εξυγιάνει ό,τι έχει μείνει υπό δημόσιο έλεγχο προκειμένου να καταστεί εργαλείο ανασυγκρότησης της οικονομίας.
Για την κυβέρνηση «μεταρρύθμιση» είναι ό,τι καταλύει δικαιώματα ή κοινωνικές δεσμεύσεις προς το κεφάλαιο. Δεν θέλουν να κατανοήσουν όμως ότι εκείνο που χρειαζόμαστε σήμερα είναι μεταρρυθμίσεις νέου τύπου οι οποίες θα αποκαθιστούν αδικίες, θα αντιμετωπίζουν ανισότητες και θα απελευθερώνουν αδρανείς ή παγιδευμένες δυνάμεις της οικονομίας. Για την κυβέρνηση θετική πρόταση είναι ό,τι οδηγεί σε υποταγή και τυφλή εκτέλεση των εντολών της Μέρκελ. Δεν εννοούν να καταλάβουν ότι στην σημερινή Ευρώπη μόνο η άρνηση της υποταγής και η στοχευμένη διεκδίκηση μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα. Από εκεί και πέρα, βεβαίως, δεν έχω δυσκολία να διαπιστώσω ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μένουμε μόνο στην κριτική και την καταγγελία χωρίς να επιμένουμε στη προβολή των δικών μας εναλλακτικών προτάσεων. Και αυτό είναι κάτι που και πρέπει και μπορούμε να το διορθώσουμε.
Πώς αντιλαμβάνεστε ή οραματίζεστε ή προβλέπετε «τη συγκέντρωση των δυνάμεων της Αριστεράς και τη μετατροπή της σε ηγεμονική δύναμη», που επικαλεστήκατε ως ανάγκη κατά τη διάρκεια του συνεδρίου; Θα μπορούσατε να δώσετε σάρκα και οστά στον συγκεκριμένο συλλογισμό για την ανάγκη αυτής της συνέντευξης;
Στην ομιλία μου στο συνέδριο συνέδεσα δύο χαρακτηριστικά που παρουσίασε το αριστερό κίνημα από τον εμφύλιο πόλεμο μέχρι και σήμερα. Το ένα ήταν ο συμπληρωματικός ή περιθωριακός ρόλος του. Σας επισημαίνω ότι ακόμα και όταν η ΕΔΑ ήταν αξιωματική αντιπολίτευση κατανοούσε το ρόλο της κυρίως ως μια δύναμη πίεσης προς την εξουσία, κάτι που ίσως ήταν κατανοητό για εκείνη την εποχή, παρά ως δύναμη διεκδίκησης της εξουσίας. Σας επισημαίνω ότι και το ΚΚΕ μιλούσε, τη δεκαετία του ΄80, για «άθροισμα δημοκρατικών δυνάμεων», δηλαδή θεωρούσε τον εαυτό του μέρος ενός αντιδεξιού μπλοκ, την ηγεσία του οποίου θα είχε το ΠΑΣΟΚ. Επίσης ο Λεωνίδας Κύρκος είχε μιλήσει, μετά τη δικτατορία, για μια «εθνική ενότητα» υπό την ηγεμονία των αστικών δυνάμεων στην οποία η αριστερά θα είχε συμπληρωματικό ρόλο.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό ήταν ο κατακερματισμός της αριστεράς, ο οποίος συνεχίστηκε και μετά τη μεταπολίτευση σε ΚΚΕ, ΚΚΕ εσωτερικού και διάφορες ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, με τον κύριο όγκο όμως των αριστερών να εντάσσεται και να ενσωματώνεται στο ΠΑΣΟΚ.
Αυτό που θέλησα να τονίσω είναι ότι όπως αυτά τα δύο φαινόμενα ήταν αλληλένδετα μεταξύ τους στο παρελθόν, έτσι και τώρα θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε ενιαία. Δηλαδή η διεκδίκηση από μέρους της αριστεράς ενός ηγετικού ρόλου απαιτεί την υπέρβαση του κατακερματισμού της. Και αντίστοιχα η υπέρβαση του κατακερματισμού είναι όρος για να παίξει η αριστερά τον ηγετικό της ρόλο.
Βέβαια η υπέρβαση του κατακερματισμού δεν σημαίνει ότι όλες αυτές οι δυνάμεις, από την αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας μέχρι την εξωκοινοβουλευτική αριστερά, πρέπει υποχρεωτικά να γίνουν ενιαίο κόμμα. Μπορούν όμως να συγκροτήσουν έναν μεγάλο συνασπισμό ο οποίος θα αναλάβει τις τύχες της χώρας. Και κυρίως πρέπει να οικοδομήσουν τις μεταξύ τους σχέσεις στη βάση της άμιλλας, της αλληλεγγύης και όχι της πολεμικής και του τυφλού ανταγωνισμού.
Πώς παρακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ τις όποιες διεργασίες ανασύστασης της Κεντροαριστεράς; Παρεμπιπτόντως, ποιον ρόλο θεωρείτε ότι καλούνται να διαδραματίσουν στον ΣΥΡΙΖΑ τα λεγόμενα «πασοκογενή» στελέχη;
Το ερώτημα για εμάς δεν είναι αν θα υπάρξουν ή όχι νέα πολιτικά σχήματα ή συλλογικές πρωτοβουλίες, αλλά ποια θα είναι η πολιτική τους κατεύθυνση. Οι αγωνιώδεις προσπάθειες να δημιουργηθούν νέα σχήματα και νέοι «πόλοι» σε αντιαριστερή κατεύθυνση δεν βρίσκουν γόνιμο έδαφος. Αντίθετα, πυκνώνουν οι πρωτοβουλίες και οι συλλογικότητες που κινούνται σε μια κατεύθυνση διαλόγου ή και συμπαράταξης με τον ΣΥΡΙΖΑ, πρωτοβουλίες και συλλογικότητες τις οποίες αντιμετωπίζουμε θετικά, με βάση και τις αποφάσεις του πρόσφατου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ό,τι αφορά τον κόσμο που προσεγγίζει ή και εντάσσεται στον ΣΥΡΙΖΑ, προερχόμενος από τον ευρύτερο σοσιαλιστικό ή προοδευτικό χώρο, για εμάς αποτελεί ισότιμο και οργανικό τμήμα του νέου ΣΥΡΙΖΑ που δημιουργούμε.
Σε ποια εκτίμηση προβαίνετε πλέον αναφορικά με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας; Θεωρείτε κι εσείς ότι η ολοκλήρωση των γερμανικών εκλογών το φθινόπωρο θα σηματοδοτήσει εξελίξεις; Προς ποια κατεύθυνση;
Η ανάλυση που έχουμε κάνει δείχνει ότι η ύφεση συνεχίζεται με αμείωτη ένταση παρά την προπαγάνδα της κυβέρνησης. Βρισκόμαστε μέσα σ’ έναν σκοτεινό φαύλο κύκλο και η εφαρμοζόμενη πολιτική δεν διαθέτει τα μέσα για να τον σπάσει, αφού η ίδια τον δημιουργεί.
Οι γερμανικές εκλογές θα σηματοδοτήσουν αλλαγές, αλλά αυτές, όπως δήλωσε πρόσφατα ο κος Σόιμπλε, κινούνται μέσα στα ήδη γνωστά πλαίσια. Γίνεται ήδη ανοιχτά λόγος για νέα μνημόνια και νέα δάνεια.
Επιθυμεί ο ΣΥΡΙΖΑ εκλογές; Οι πολιτικοί του αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι θα προτιμούσε να αποφύγει την ανάληψη κυβερνητικής ευθύνης. Η αλήθεια είναι ότι σε αυτήν τη φάση θα είχε να διαχειριστεί τεράστιες προκλήσεις, επιπροσθέτως, με τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς σε βάρος του.
Αν λοιπόν θέλουν να δοκιμάσουν την ετοιμότητά μας γιατί δεν προχωρούν σε εκλογές; Εμείς λέμε πως όσο παρατείνεται αυτή η πολιτική το ένα μνημόνιο θα είναι χειρότερο από το προηγούμενο, με τις συνέπειες να είναι καταστροφικές για το σήμερα και το αύριο της χώρας. Γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει πως όσο πιο γρήγορα φύγει αυτή η κυβέρνηση τόσο το καλύτερο για την κοινωνία.
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου