Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Στης αμαρτίας το στρατί...

Του Σταύρου Χριστακόπουλου
«Η περιοδεία πέτυχε απολύτως, το κλίμα στη Γερμανία είναι διαφορετικό, η Γαλλία στέκεται σταθερά στο πλευρό μας και τώρα το μόνο που μένει είναι να αποδείξει η κυβέρνηση ότι εννοείαυτά που λέει, ώστε και οι δανειστές, επιτηρητές, εταίροι κ.λπ. να πειστούν ότι η Ελλάδα έχει τη διάθεση να αυξήσει τον βαθμό πολιτικήςαξιοπιστίας της και συνεπώς να αποτελέσει σταθερά μέλος του ευρώ». Αυτά ακούσαμε και διαβάσαμε μετά την ευρωπαϊκή τουρνέ Σαμαρά...
Μόνο που εδώ κάτι είναι επιεικώς περίεργο – ή μάλλον πολλά είναι... πολύ περίεργα, αλλά ας αρκεστούμε στα ελάχιστα. Κατ’ αρχάς ο πρωθυπουργός, ερωτώμενος γι’ αυτά που έλεγε πριν γίνει πρωθυπουργός, τα «αντιμνημονιακά» του δηλαδή, απάντησε ευθέως: «Ουδείς αναμάρτητος». Κοινώς, όταν έκανε την όποια «κριτική» του στις προβλέψεις και την εφαρμογή του μνημονίου, «αμάρτανε». Καλά δηλαδή που δεν ζήτησε άφεση αμαρτιών και συγχωροχάρτι από την... κόρη του παπά.
Τι έλεγε όμως τότε ο νυν πρωθυπουργός;
Ότι οι αριθμοί δεν βγαίνουν, ότι το μνημόνιο φέρνει ύφεση και καταστροφή της οικονομίας, ότι πνίγει τη χώρα, ότι φέρνει «εθνική κατάθλιψη», ότι θα κάνει εξεταστική για το ποιοι και πώς έφτασαν τη χώρα στο μνημόνιο και άλλα τέτοια «επαναστατικά»...
Επιπλέον έλεγε ότι ο ίδιος θα το επαναδιαπραγματευόταν: στην αρχή γενικώς, ύστερα μερικώς και έπειτα ξέχασε τα πάντα και υιοθέτησε πλήρως τη λογική – και τη φρασεολογία – των κυβερνήσεωνΠαπανδρέου και Παπαδήμου. Το διατυπωθέν ερώτημα λοιπόν για όσα έλεγε ο Σαμαράς πριν γίνει πρωθυπουργός, αυτομάτως, γεννά και μερικά άλλα, εντελώς ρητορικά, τα οποία δεν ετέθησαν και ως εκ τούτου παρέμειναν αναπάντητα:

● Ομολογώντας ότι τότε... «ημάρτησε», δύο πράγματα μπορεί να εννοεί: ότι, ασκώντας τότε «κριτική», έκανελάθος ή ότι εκ προθέσεως εξαπάτησε. Τι συνέβη από τα δύο;

● Πότε λοιπόν έκανε λάθος – ή έλεγε ψέματα: τότε ή τώρα;

● Αν τότε έκανε λάθος – ή έλεγε ψέματα – για να προσποριστεί πολιτικά ωφελήματα, τότε γιατί να τον εμπιστευθούμε σήμερα;

Αν πράγματι θεωρεί ότι αυτά που λέει σήμερα είναι τα ορθά, τότε τα σημαντικότερα από όλα τα ερωτήματα είναι τα ακόλουθα:

● Γιατί έβαλε χρονικό ορίζοντα στην κυβέρνηση Παπαδήμου;

● Γιατί δεν συμμετείχε σε αυτήν πλήρως, παρότι αυτή ψήφιζε όσα ο ίδιος έρχεται σήμερα να εφαρμόσει;

● Γιατί έβαλε φρένο σε μια κυβέρνηση αποδεκτή από τους «εταίρους», οι οποίοι άλλωστε την είχαν επιβάλει και την περιέβαλλαν με την εμπιστοσύνη τους;

● Γιατί την οδήγησε σε πτώση και, μαζί με αυτήν, τη χώρα σε δύο αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις;

● Γιατί επέλεξε να καθυστερήσουν επί μήνες όσα και ο ίδιος, στο πλαίσιο εκείνης της κυβέρνησης, είχε επιβάλει διά πυρός και σιδήρου, ρισκάροντας μάλιστα ακόμη τη μη αναστρέψιμη συρρίκνωση του κόμματός του;

● Γιατί επέτρεψε, με τις πράξεις του αυτές, να συνεχιστεί η κατάρρευση της οικονομίας και πρέπει τώρα να εκκινήσει από πολύ δυσμενέστερη αφετηρία η προσπάθεια ανασυγκρότησης της οικονομίας και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερο έλλειμμα «αξιοπιστίας»;

Φυσικά δεν έχει νόημα να περιμένουμε οποιαδήποτε απάντηση. Απλώς τα ερωτήματα, ρητορικά και πλήρως προσαρμοσμένα στις σημερινές θέσεις του πρωθυπουργού, προκύπτουν από την απίστευτη για πρωθυπουργό απάντησή του: «Ουδείς αναμάρτητος»...

Τσάι... χωρίς συμπάθεια

Αν όμως φύγουμε από τις πολιτικές κωλοτούμπες και προσεγγίσουμε στοιχειωδώς την ουσία, το πραγματικά σημαντικό ερώτημα είναι τι ακριβώς... κέρδισε ο Σαμαράς κατά την περιοδεία του και πώς ακριβώς δικαιολογούνται οι σημερινοί πανηγυρισμοί πολλών από αυτούς που μέχρι χθες κατήγγελλαν το φάντασμα της «κακιάς» Μέρκελ για να της αναγνωρίσουν σήμερα την υποτιθέμενη πολιτική στροφή που δίνει ελπίδα στην Ελλάδα.

Για την επίσκεψη Γιούνκερ – προπαρασκευαστική της συνάντησης με την καγκελάριο της Γερμανίας – τα είπαμε την Παρασκευή προσπαθώντας, όσο ήταν δυνατόν, να προδιαγράψουμε και το κλίμα που αναμενόταν να επικρατήσει την ίδια μέρα στο Βερολίνο. Τελικά σήμερα ελάχιστα υπάρχουν πραγματικά για να προστεθούν. Άλλωστε η Άνγκελα Μέρκελ κινήθηκε επακριβώς στη γραμμή Γιούνκερ:

● «Σκοπός της ομοσπονδιακής κυβέρνησης της Γερμανίας είναι να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη».

● «Ξέρω ότι ζητάμε από τους Έλληνες πολίτες πολλά. Πέντε χρόνια έχουν περάσει τα πάνδεινα. Το είπα και το ξαναλέω ότι είναι θέση της Γερμανίας να μείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη».

● «Το ευρώ είναι κάτι περισσότερο από ένα νόμισμα, είναι μια ιδέα».

● «Περιμένουμε η Ελλάδα να υλοποιήσει όσα έχει υποσχεθεί. Στα λόγια το έχουμε ακούσει, πρέπει να γίνει και πράξη».

● «Σε στόχους όπως οι αποκρατικοποιήσεις και ο ισοσκελισμός του προϋπολογισμού βοηθούμε και θα είμαστε πάντα πρόθυμοι να βοηθήσουμε. Η κρίση δεν θα λυθεί ξαφνικά. Θα λυθεί βήμα προς βήμα. Η Γερμανία θα βοηθήσει».

● «Θα περιμένουμε την έκθεση της τρόικας».

Όλα τα υπόλοιπα που ακούσαμε και διαβάσαμε περί αλλαγής στάσης της Γερμανίας προς την Ελλάδα ανιχνεύονται από δύο κυρίως πηγές:

● Από τη μελέτη της γλώσσας του σώματος, όπως αυτή υπεραναλύθηκε από έμπειρους στον χειρισμό τόσο κρίσιμων συναντήσεων δημοσιογράφους.

● Από διαρροές, αποκαλύψεις και αποκλειστικότητες που δόθηκαν απλόχερα από την... κυβερνητικήαντιπροσωπεία στο Βερολίνο.

Από τον Ολάντ στον... Ομπάμα

Ύστερα, το Σάββατο, ακολούθησε η επίσκεψη στον πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ στο Παρίσι, όπου το κλίμα ήταν λίγο θερμότερο, στο πλαίσιο πάντα του γερμανογαλλικού ανταγωνισμού για το ακριβές μοντέλο διαχείρισης της κρίσης του ευρώ. Ο Ολάντ είπε τα εξής:

● «Πρέπει να αναγνωριστούν οι προσπάθειες της Ελλάδας τα τελευταία δυόμισι χρόνια».

● «Για μένα δεν τίθεται θέμα για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη. Η Ελλάδα είναι στην ευρωζώνη και πρέπει να παραμείνει».

● «Η έκθεση της τρόικας πρέπει να επιβεβαιώσει ότι τηρούνται οι δεσμεύσεις αλλά και οι διαρθρωτικές αλλαγές που αποφάσισε ο ελληνικός λαός. Όταν αυτό γίνει, τότε και η Ευρώπη πρέπει να κάνει ότι πρέπει να κάνει».

● «Η Ελλάδα να δείξει την αξιοπιστία του προγράμματός της και τη βούληση να φτάσουν τα προγράμματα μέχρι το τέλος λαμβάνοντας υπ’ όψιν τι μπορεί να αντέξει ο ελληνικός λαός».

Το σημαντικότερο όλων όμως ήταν ότι οι αποφάσεις θα πρέπει να ληφθούν τον Οκτώβριο. Γιατί τον Οκτώβριο; Λέτε ακόμη και ο Ολάντ να... ανησύχησε από το μήνυμα που φέρεται να εξέπεμψε ο Μπάρακ Ομπάμα μέσω της βρετανικής εφημερίδας Independent: οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να διατηρήσουν την Ελλάδα στο ευρώ τουλάχιστον μέχρι τις αμερικανικές εκλογές.

Το «μήνυμα» αυτό πάντως αμφισβητήθηκε από πολλές πλευρές και έτσι ο ιδιαίτερα έμπειρος ανταποκριτής του Mega στην Ουάσιγκτον Μιχάλης Ιγνατίου έθεσε το ερώτημα στον Λευκό Οίκο λαμβάνοντας την εξής – από κάθε άποψη διπλωματική και αμφίσημη – απάντηση:

«Έχουμε δηλώσει ότι είναι προς το συμφέρον όλων να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη τηρώνταςπαράλληλα τις δεσμεύσεις της για μεταρρυθμίσεις. Αναγνωρίζουμε τις θυσίες, τις οποίες έχει κάνει ο λαός της Ελλάδας, και οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατανοούν την ανάγκη για την παροχή στήριξης, εάν οι Έλληνες επιλέξουν να παραμείνουν στη ζώνη του ευρώ».

Το τελικό ερώτημα

Κατόπιν όλων αυτών, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι παραμένει απολύτως σκοτεινό το πώς θα διαχειριστούν οι Ευρωπαίοι – και όσοι άλλοι μπορούν να έχουν λόγο σε αυτή τη διαχείριση – την Ελλάδα. Μέχρι στιγμής:

● Όλοι επιμένουν ότι πρέπει να συνεχιστεί η εφαρμογή του μνημονιακού μοντέλου, ανεξάρτητα από το αν αυτό θα σημάνει περαιτέρω καταστροφή της χώρας μας.

● Όλοι θεωρούν ότι «η Ελλάδα» είναι αναξιόπιστη παρότι μυξόκλαινε για τα πάθη «των Ελλήνων».

● Όλοι προσπαθούν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, να διώξουν από πάνω τους την ευθύνη για τις όποιες αποφάσεις μεταθέτοντάς τη είτε στην έκθεση της τρόικας είτε στην «αντοχή των Ελλήνων» είτε στις «επιλογές των Ελλήνων». Οι ίδιοι απλώς... ηγούνται – είτε μιας ευρωζώνης που αδυνατεί να διαχειριστεί την κρίση της είτε δυνάμεων που ελπίζουν ότι θα τη διαχειριστεί.

Ποια όμως είναι τα κρισιμότερα στοιχεία από εδώ και πέρα; Αυτά θα τα δούμε σε επόμενα σημειώματα. Προς το παρόν πάντως η ελληνική κυβέρνηση δείχνει πως είναι οριστικά καταδικασμένη να χορέψει στον σκοπό που της σφυρίζουν – παρ’ ότι αντιλαμβάνεται και η ίδια πως, στις τελικές αποφάσεις τους, ελάχισταθα τη λάβουν υπ’ όψιν. Αν τη λάβουν...
pontiki

Δεν υπάρχουν σχόλια: