Tου Θέμη Τζήμα,
μέλους του ΕΣ ΠΑΣΟΚ Ξεκινώ από τα βασικά: χθες, 16-8-2011 το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών και μέσω αυτού προφανώς και η ελληνική κυβέρνηση δήλωσε ικανοποιημένο- δια διαρροών του υπουργού- από τη συμφωνία Ελλάδας- Φινλανδίας σχετικά με το δανεισμό της χώρας μας από τη Φινλανδία και από τα συμπεράσματα της συνάντησης Μέρκελ- Σαρκοζί. Καμία έκπληξη μέχρι τώρα: η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει το λιγότερο ικανοποιημένη και συχνά κατενθουσιασμένη μετά από κάθε διεθνή συνάντηση και δη ευρωπαϊκή- διμερή, πολυμερή, με ελληνική συμμετοχή ή χωρίς, στο πλαίσιο της ΕΕ ή διακρατική. Εξίσου περήφανη είναι για κάθε της διαπραγματευτική επιτυχία τον τελευταίο ενάμισι χρόνο.
Δε θέλω να σκιάσω τις νέες, εξόχως ικανοποιητικές εξελίξεις- άλλωστε δε θα μπορούσα- ωστόσο μια λίγο πιο προσεκτική ματιά γεννά ορισμένους εύλογους προβληματισμούς.
Σε σχέση με τη Φινλανδία αποφασίστηκε να καταθέσουμε χρηματική εγγύηση, όπως διέρρευσε ανάλογη- με ό, τι αυτό μπορεί να σημάνει- του ποσού που θα μας δανείσουν...
Υπάρχει ένα σημείο προς διερεύνηση, το ακριβές ποσό που θα καταθέσουμε σε σχέση με αυτό που θα δανειστούμε και άρα τι βαθμό ρίσκου επωμίζεται η δανείστρια χώρα και τι η δανειοδοτούμενη.
Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο, πολύ χειρότερο σημείο σε αυτή τη συμφωνία: Η διαμόρφωση προηγούμενου στη σχέση της χώρας με τους δανειστές της, βάσει του οποίου οι δεύτεροι μπορούν να διαπραγματεύονται εγγυήσεις απευθείας με την Ελλάδα. Τι εγγυήσεις θα δοθούν όταν μια σειρά ακόμα κυβερνήσεων θα αναγκαστούν ή θα επιλέξουν να επιδιώξουν εγγυήσεις για τη συνέχιση της συμμετοχής τους στο ελληνικό πρόγραμμα; Και πότε θα τελειώσει αυτός ο κύκλος διαπραγματεύσεων εάν τυχόν και άλλες κυβερνήσεις κινήσουν αντίστοιχες διαδικασίες;
Η ελληνική κυβέρνηση σε ό, τι αφορά τη διαπραγμάτευση με τη Φινλανδία απεδέχθη να αποτελέσει η Ελλάδα για μια ακόμη φορά θλιβερή εξαίρεση και μοναδική, τουλάχιστον έως τώρα περίπτωση, επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας.
Ακόμα χειρότερα όμως είναι τα πράγματα σε σχέση με τα αποτελέσματα της συνάντησης Μέρκελ- Σαρκοζί. Χωρίς καν να αναφερθούν στο δήθεν- υπ’ αυτούς τους όρους- δέλεαρ του ευρωομολόγου κατέστησαν καθαρή τη θέση τους για μια δημοσιονομική ένωση της ευρωζώνης και μια οικονομική υπέρ- κυβέρνηση, μονεταριστικής και νεοφιλελεύθερης στρατηγικής, με εμπεδωμένη την αντί- δημοκρατική επιβολή του γάλλο- γερμανικού και βασικά μόνο γερμανικού διευθυντηρίου σε όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς. Απαιτούν μάλιστα τη συνταγματική κατοχύρωση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών για τα 17 κράτη- μέλη της ευρωζώνης. Επιλογή οικονομικά ανόητη και πολιτικά αντιδραστική. Ένας γύψος ύφεσης, ανεργίας, φτωχοποίησης, παραγωγικής καχεξίας για τους πολλούς και εντεινόμενων κοινωνικών και διακρατικών ανισοτήτων. Η απόλυτη συνταγή ενδυνάμωσης της κρίσης και αποδόμησης όλων των πλεονεκτημάτων των λαών της Ευρώπης από τη συμμετοχή τους στο Ευρώ.
Πέραν των παραπάνω, η εν λόγω πολιτική, εφόσον υιοθετηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο γεννά το εξής ερώτημα: τι συνεπάγεται η απόρριψή της από το λαό κάποιου κράτους- μέλους; Και ακόμα πιο συγκεκριμένα: επειδή προσωπικά δε θέλω να πιστέψω ότι η κυβέρνηση θα «ξεχάσει» να θέσει ερώτημα και για αυτό το θέμα στο φθινοπωρινό της δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση, τι θα συμβεί αν απορριφθεί η εν λόγω πολιτική από το λαό; Θα γίνει η πιθανή δημοκρατική αυτή άρνηση ανεκτή από τους εταίρους ή θα αποτελεί η μη πειθάρχηση στο διευθυντήριο, πρόσχημα για να ωθηθούν ορισμένοι ανεπιθύμητοι σε έξοδο από την ευρωζώνη;
Βέβαια, διέρρευσε από το Υπουργείο Οικονομικών ότι η υπεροχή του πρωτογενούς ευρωπαϊκού δικαίου ως προς το ελληνικό σύνταγμα δε γεννά ζήτημα μη εφαρμογής του κανόνα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών από την Ελλάδα. Ακόμα κι έτσι όμως, η εν λόγω προσέγγιση προϋποθέτει ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι διατεθειμένη και πρόθυμη να συνυπογράψει μια πολιτική κορυφαίας οικονομικής ανοησίας και πολιτικής αντιδραστικότητας. Ισχύει κάτι τέτοιο ή είμαστε απλά καχύποπτοι; Η ελληνική κυβέρνηση θα υποστηρίξει εκ νέου ότι εφόσον η χώρα βρίσκεται σε δανειακή ανάγκη δεν μπορεί κατ’ ουσίαν να διαπραγματευθεί ή θα αρνηθεί την αντιδραστική πολιτική του συνταγματοποιημένου μονεταρισμού και νεοφιλελευθερισμού;
Και επίσης πως ακριβώς θα νομιμοποιείται δημοκρατικά και που θα λογοδοτεί η οικονομική υπέρ- κυβέρνηση που επιδιώκει το δίδυμο της ευρωπαϊκής συμφοράς, Μέρκελ- Σαρκοζί;
Από τα παραπάνω καθίσταται προφανές ότι κυοφορούνται τρία σενάρια, διαζευκτικά ή και σωρευτικά: Α) συμμετοχή όλων των κρατών- μελών σε μια σκληρή δημοσιονομική ένωση με μονεταριστικό και νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό, που θα αποτελέσει γύψο για τους λαούς, με αντάλλαγμα μια βραχυπρόθεσμη και εύθραυστη δημοσιονομική σταθερότητα. Β) ώθηση συγκεκριμένων κρατών- μελών του ευρώ, με πρώτη πιθανότατα την Ελλάδα, στην έξοδο από την ευρωζώνη, λόγω αδυναμίας τους να ακολουθήσουν τις πολιτικές επιλογές που θα έχουν αποφασιστεί. Πολύ πιθανόν το δεύτερο σενάριο να είναι συμπληρωματικό του πρώτου σεναρίου. Γ) Διάσπαση της ευρωζώνης είτε υπό την πίεση των αγορών, είτε με στόχο τη διαμόρφωση δύο ζωνών μέσα στο κοινό νόμισμα, που εν τέλει όμως θα τεμαχίσουν το κοινό νόμισμα.
Και τα τρία σενάρια με διαφορετικό εν μέρει τρόπο και με διαφοροποιημένη ένταση θα αποβούν καταστροφικά για τους λαούς της Ευρώπης και φυσικά για τον ελληνικό λαό. Οι εξελίξεις είναι ευανάγνωστες. Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει πλέον ότι αιφνιδιάζεται εκτός κι αν θέλει να αιφνιδιαστεί. Και όλοι θα κριθούμε βάσει του αν μπορούμε και θέλουμε να συντείνουμε στην εκπόνηση και στην υλοποίηση μιας άλλης, δημοκρατικής, αριστερής και προοδευτικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση ή αν θα υπηρετήσουμε ένα από τα τρία καταστροφικά σενάρια, προς τα οποία αισίως και «ικανοποιημένοι»- τουλάχιστον σε ό, τι αφορά την πολιτική και την παρασιτική οικονομική ελίτ της χώρας- οδεύουμε μέχρι σήμερα.
Δε θέλω να σκιάσω τις νέες, εξόχως ικανοποιητικές εξελίξεις- άλλωστε δε θα μπορούσα- ωστόσο μια λίγο πιο προσεκτική ματιά γεννά ορισμένους εύλογους προβληματισμούς.
Σε σχέση με τη Φινλανδία αποφασίστηκε να καταθέσουμε χρηματική εγγύηση, όπως διέρρευσε ανάλογη- με ό, τι αυτό μπορεί να σημάνει- του ποσού που θα μας δανείσουν...
Υπάρχει ένα σημείο προς διερεύνηση, το ακριβές ποσό που θα καταθέσουμε σε σχέση με αυτό που θα δανειστούμε και άρα τι βαθμό ρίσκου επωμίζεται η δανείστρια χώρα και τι η δανειοδοτούμενη.
Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο, πολύ χειρότερο σημείο σε αυτή τη συμφωνία: Η διαμόρφωση προηγούμενου στη σχέση της χώρας με τους δανειστές της, βάσει του οποίου οι δεύτεροι μπορούν να διαπραγματεύονται εγγυήσεις απευθείας με την Ελλάδα. Τι εγγυήσεις θα δοθούν όταν μια σειρά ακόμα κυβερνήσεων θα αναγκαστούν ή θα επιλέξουν να επιδιώξουν εγγυήσεις για τη συνέχιση της συμμετοχής τους στο ελληνικό πρόγραμμα; Και πότε θα τελειώσει αυτός ο κύκλος διαπραγματεύσεων εάν τυχόν και άλλες κυβερνήσεις κινήσουν αντίστοιχες διαδικασίες;
Η ελληνική κυβέρνηση σε ό, τι αφορά τη διαπραγμάτευση με τη Φινλανδία απεδέχθη να αποτελέσει η Ελλάδα για μια ακόμη φορά θλιβερή εξαίρεση και μοναδική, τουλάχιστον έως τώρα περίπτωση, επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας.
Ακόμα χειρότερα όμως είναι τα πράγματα σε σχέση με τα αποτελέσματα της συνάντησης Μέρκελ- Σαρκοζί. Χωρίς καν να αναφερθούν στο δήθεν- υπ’ αυτούς τους όρους- δέλεαρ του ευρωομολόγου κατέστησαν καθαρή τη θέση τους για μια δημοσιονομική ένωση της ευρωζώνης και μια οικονομική υπέρ- κυβέρνηση, μονεταριστικής και νεοφιλελεύθερης στρατηγικής, με εμπεδωμένη την αντί- δημοκρατική επιβολή του γάλλο- γερμανικού και βασικά μόνο γερμανικού διευθυντηρίου σε όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς. Απαιτούν μάλιστα τη συνταγματική κατοχύρωση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών για τα 17 κράτη- μέλη της ευρωζώνης. Επιλογή οικονομικά ανόητη και πολιτικά αντιδραστική. Ένας γύψος ύφεσης, ανεργίας, φτωχοποίησης, παραγωγικής καχεξίας για τους πολλούς και εντεινόμενων κοινωνικών και διακρατικών ανισοτήτων. Η απόλυτη συνταγή ενδυνάμωσης της κρίσης και αποδόμησης όλων των πλεονεκτημάτων των λαών της Ευρώπης από τη συμμετοχή τους στο Ευρώ.
Πέραν των παραπάνω, η εν λόγω πολιτική, εφόσον υιοθετηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο γεννά το εξής ερώτημα: τι συνεπάγεται η απόρριψή της από το λαό κάποιου κράτους- μέλους; Και ακόμα πιο συγκεκριμένα: επειδή προσωπικά δε θέλω να πιστέψω ότι η κυβέρνηση θα «ξεχάσει» να θέσει ερώτημα και για αυτό το θέμα στο φθινοπωρινό της δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση, τι θα συμβεί αν απορριφθεί η εν λόγω πολιτική από το λαό; Θα γίνει η πιθανή δημοκρατική αυτή άρνηση ανεκτή από τους εταίρους ή θα αποτελεί η μη πειθάρχηση στο διευθυντήριο, πρόσχημα για να ωθηθούν ορισμένοι ανεπιθύμητοι σε έξοδο από την ευρωζώνη;
Βέβαια, διέρρευσε από το Υπουργείο Οικονομικών ότι η υπεροχή του πρωτογενούς ευρωπαϊκού δικαίου ως προς το ελληνικό σύνταγμα δε γεννά ζήτημα μη εφαρμογής του κανόνα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών από την Ελλάδα. Ακόμα κι έτσι όμως, η εν λόγω προσέγγιση προϋποθέτει ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι διατεθειμένη και πρόθυμη να συνυπογράψει μια πολιτική κορυφαίας οικονομικής ανοησίας και πολιτικής αντιδραστικότητας. Ισχύει κάτι τέτοιο ή είμαστε απλά καχύποπτοι; Η ελληνική κυβέρνηση θα υποστηρίξει εκ νέου ότι εφόσον η χώρα βρίσκεται σε δανειακή ανάγκη δεν μπορεί κατ’ ουσίαν να διαπραγματευθεί ή θα αρνηθεί την αντιδραστική πολιτική του συνταγματοποιημένου μονεταρισμού και νεοφιλελευθερισμού;
Και επίσης πως ακριβώς θα νομιμοποιείται δημοκρατικά και που θα λογοδοτεί η οικονομική υπέρ- κυβέρνηση που επιδιώκει το δίδυμο της ευρωπαϊκής συμφοράς, Μέρκελ- Σαρκοζί;
Από τα παραπάνω καθίσταται προφανές ότι κυοφορούνται τρία σενάρια, διαζευκτικά ή και σωρευτικά: Α) συμμετοχή όλων των κρατών- μελών σε μια σκληρή δημοσιονομική ένωση με μονεταριστικό και νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό, που θα αποτελέσει γύψο για τους λαούς, με αντάλλαγμα μια βραχυπρόθεσμη και εύθραυστη δημοσιονομική σταθερότητα. Β) ώθηση συγκεκριμένων κρατών- μελών του ευρώ, με πρώτη πιθανότατα την Ελλάδα, στην έξοδο από την ευρωζώνη, λόγω αδυναμίας τους να ακολουθήσουν τις πολιτικές επιλογές που θα έχουν αποφασιστεί. Πολύ πιθανόν το δεύτερο σενάριο να είναι συμπληρωματικό του πρώτου σεναρίου. Γ) Διάσπαση της ευρωζώνης είτε υπό την πίεση των αγορών, είτε με στόχο τη διαμόρφωση δύο ζωνών μέσα στο κοινό νόμισμα, που εν τέλει όμως θα τεμαχίσουν το κοινό νόμισμα.
Και τα τρία σενάρια με διαφορετικό εν μέρει τρόπο και με διαφοροποιημένη ένταση θα αποβούν καταστροφικά για τους λαούς της Ευρώπης και φυσικά για τον ελληνικό λαό. Οι εξελίξεις είναι ευανάγνωστες. Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει πλέον ότι αιφνιδιάζεται εκτός κι αν θέλει να αιφνιδιαστεί. Και όλοι θα κριθούμε βάσει του αν μπορούμε και θέλουμε να συντείνουμε στην εκπόνηση και στην υλοποίηση μιας άλλης, δημοκρατικής, αριστερής και προοδευτικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση ή αν θα υπηρετήσουμε ένα από τα τρία καταστροφικά σενάρια, προς τα οποία αισίως και «ικανοποιημένοι»- τουλάχιστον σε ό, τι αφορά την πολιτική και την παρασιτική οικονομική ελίτ της χώρας- οδεύουμε μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου