Της Βασιλικής Σιούτη
Όταν πριν από λίγο καιρό, κάποιοι ελβετοί δημοσιογράφοι ζήτησαν από τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, να σχολιάσει ορισμένα αρνητικά δημοσιεύματα που γράφτηκαν για αυτόν στον ελληνικό τύπο, μίλησε για ανοησίες κάποιων εφημερίδων και για μεμονωμένες περιπτώσεις. Στη συνέχεια τους αποστόμωσε, δηλώνοντας τους πως όταν η ελληνική Βουλή ψήφισε για τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, στην Αθήνα διαδήλωσαν μόνο 3.000 άνθρωποι. Και για εκείνον αυτό είναι που έχει σημασία. Ότι τα μέτρα εφαρμόζονται και η ελληνική κοινωνία δεν αντιδρά.
Είναι όμως έτσι; Και που ξέρει ο Σόιμπλε πόσοι Έλληνες κατεβαίνουν στις διαδηλώσεις, αφού όπως είχε πει -στους ίδιους δημοσιογράφους- δεν ασχολείται με το τι γράφουν οι εφημερίδες (ειδικά οι ελληνικές) γιατί έχει σοβαρές δουλειές να κάνει;
Κι όμως, ο Σόιμπλε γνωρίζει πολύ καλά πόσοι βγαίνουν στους δρόμους, καθώς ζητά πληροφόρηση από τους συνεργάτες του, ώστε να έχει ιδία άποψη για το κατά πόσο αντέχουν οι Έλληνες. Για αυτό και σε όποιον του λέει ότι η πολιτική αυτή δεν είναι αποδεκτή στην Ελλάδα, του απαντά με αυταρέσκεια να πάει να δει πόσοι είναι αυτοί που διαμαρτύρονται.
Ακόμα και όταν κάποιες -ελάχιστες- φορές οι εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης στις συναντήσεις που έχει μαζί τους, πάνε να του ψελλίσουν ότι «ο ελληνικός λαός δεν αντέχει άλλα βάρη», τους αγνοεί σχεδόν επιδεικτικά, πιστεύοντας ότι υπερβάλλουν.
Το περίφημο «success story» ήταν γερμανικό επικοινωνιακό εφεύρημα για την προεκλογική καμπάνια της Μέρκελ . Εκείνοι αποφάσισαν να παρουσιάσουν την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος ως γερμανικό «success story». Το μήνυμα ήταν «στην Ελλάδα τα καταφέραμε». Άρεσε όμως, στο επιτελείο του Σαμαρά και το υιοθέτησαν κι εκείνοι με τα γνωστά αποτελέσματα. Για να πείσουν, ωστόσο, στη Γερμανία για το «success story» θα έπρεπε να μην κουνηθεί φύλλο στην Ελλάδα μέχρι τις γερμανικές εκλογές. Κι αυτό τους έδωσαν να το καταλάβουν καλά στην κυβέρνηση, η οποία έκανε και κάνει ότι μπορεί για να τους ικανοποιήσει.
Το ερώτημα είναι: θα έπρεπε; Είναι αυτό προς το δικό της συμφέρον; Ακόμα κι αν δεχθούμε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά θέλει διακαώς να διαπραγματευθεί με τη Γερμανία και να την πιέσει να υποχωρήσει, πόσες πιθανότητες έχει να το πετύχει με έναν λαό που δεν αντιδρά και αποδέχεται κάθε νέο σκληρότερο μέτρο αδιαμαρτύρητα;
Γνωρίζουμε καλά όλοι εδώ ότι η ελληνική κοινωνία φτωχοποιείται και τα δύο τρίτα της αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες. Τα φτωχότερα στρώματα εξαθλιώνονται και μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αγωνίζεται για την επιβίωση πλέον. Δεν είναι οι 3 χιλιάδες και κάποιες «συντεχνίες» μόνο, που διαφωνούν, όπως (θέλει να) πιστεύει ο Σόιμπλε. Είναι εκατομμύρια, αλλά είναι απελπισμένοι, απογοητευμένοι, σε απόγνωση.
Κάποιοι τους έχουν πείσει ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τίποτα. Δεν είναι έτσι όμως. Σε αυτή την περίπτωση ο Σόιμπλε δεν θα ενδιαφερόταν να μαθαίνει πόσοι έλληνες κατεβαίνουν στους δρόμους. Κι αν έβλεπε να είναι εκατομμύρια, δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η πολιτική του εγκρίνεται από τον ελληνικό λαό. Αλλά και η διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας θα μεγάλωνε, αν έβλεπαν οι Γερμανοί ότι υπάρχει αντίδραση.
Συμπέρασμα: Η ελληνική κοινωνία δεν αρκεί να διαφωνεί με την πολιτική που επιβάλλουν οι δανειστές. Πρέπει και να το δείχνει.
(δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Επενδυτής)
Όταν πριν από λίγο καιρό, κάποιοι ελβετοί δημοσιογράφοι ζήτησαν από τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, να σχολιάσει ορισμένα αρνητικά δημοσιεύματα που γράφτηκαν για αυτόν στον ελληνικό τύπο, μίλησε για ανοησίες κάποιων εφημερίδων και για μεμονωμένες περιπτώσεις. Στη συνέχεια τους αποστόμωσε, δηλώνοντας τους πως όταν η ελληνική Βουλή ψήφισε για τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, στην Αθήνα διαδήλωσαν μόνο 3.000 άνθρωποι. Και για εκείνον αυτό είναι που έχει σημασία. Ότι τα μέτρα εφαρμόζονται και η ελληνική κοινωνία δεν αντιδρά.
Είναι όμως έτσι; Και που ξέρει ο Σόιμπλε πόσοι Έλληνες κατεβαίνουν στις διαδηλώσεις, αφού όπως είχε πει -στους ίδιους δημοσιογράφους- δεν ασχολείται με το τι γράφουν οι εφημερίδες (ειδικά οι ελληνικές) γιατί έχει σοβαρές δουλειές να κάνει;
Κι όμως, ο Σόιμπλε γνωρίζει πολύ καλά πόσοι βγαίνουν στους δρόμους, καθώς ζητά πληροφόρηση από τους συνεργάτες του, ώστε να έχει ιδία άποψη για το κατά πόσο αντέχουν οι Έλληνες. Για αυτό και σε όποιον του λέει ότι η πολιτική αυτή δεν είναι αποδεκτή στην Ελλάδα, του απαντά με αυταρέσκεια να πάει να δει πόσοι είναι αυτοί που διαμαρτύρονται.
Ακόμα και όταν κάποιες -ελάχιστες- φορές οι εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης στις συναντήσεις που έχει μαζί τους, πάνε να του ψελλίσουν ότι «ο ελληνικός λαός δεν αντέχει άλλα βάρη», τους αγνοεί σχεδόν επιδεικτικά, πιστεύοντας ότι υπερβάλλουν.
Το περίφημο «success story» ήταν γερμανικό επικοινωνιακό εφεύρημα για την προεκλογική καμπάνια της Μέρκελ . Εκείνοι αποφάσισαν να παρουσιάσουν την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος ως γερμανικό «success story». Το μήνυμα ήταν «στην Ελλάδα τα καταφέραμε». Άρεσε όμως, στο επιτελείο του Σαμαρά και το υιοθέτησαν κι εκείνοι με τα γνωστά αποτελέσματα. Για να πείσουν, ωστόσο, στη Γερμανία για το «success story» θα έπρεπε να μην κουνηθεί φύλλο στην Ελλάδα μέχρι τις γερμανικές εκλογές. Κι αυτό τους έδωσαν να το καταλάβουν καλά στην κυβέρνηση, η οποία έκανε και κάνει ότι μπορεί για να τους ικανοποιήσει.
Το ερώτημα είναι: θα έπρεπε; Είναι αυτό προς το δικό της συμφέρον; Ακόμα κι αν δεχθούμε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά θέλει διακαώς να διαπραγματευθεί με τη Γερμανία και να την πιέσει να υποχωρήσει, πόσες πιθανότητες έχει να το πετύχει με έναν λαό που δεν αντιδρά και αποδέχεται κάθε νέο σκληρότερο μέτρο αδιαμαρτύρητα;
Γνωρίζουμε καλά όλοι εδώ ότι η ελληνική κοινωνία φτωχοποιείται και τα δύο τρίτα της αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες. Τα φτωχότερα στρώματα εξαθλιώνονται και μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αγωνίζεται για την επιβίωση πλέον. Δεν είναι οι 3 χιλιάδες και κάποιες «συντεχνίες» μόνο, που διαφωνούν, όπως (θέλει να) πιστεύει ο Σόιμπλε. Είναι εκατομμύρια, αλλά είναι απελπισμένοι, απογοητευμένοι, σε απόγνωση.
Κάποιοι τους έχουν πείσει ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τίποτα. Δεν είναι έτσι όμως. Σε αυτή την περίπτωση ο Σόιμπλε δεν θα ενδιαφερόταν να μαθαίνει πόσοι έλληνες κατεβαίνουν στους δρόμους. Κι αν έβλεπε να είναι εκατομμύρια, δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η πολιτική του εγκρίνεται από τον ελληνικό λαό. Αλλά και η διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας θα μεγάλωνε, αν έβλεπαν οι Γερμανοί ότι υπάρχει αντίδραση.
Συμπέρασμα: Η ελληνική κοινωνία δεν αρκεί να διαφωνεί με την πολιτική που επιβάλλουν οι δανειστές. Πρέπει και να το δείχνει.
(δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Επενδυτής)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου