γράφει η Νάση Πετριτσοπούλου *
Με αεροβόλο μάλλον σημάδεψαν άγνωστοι τα τζάμια του κεντρικού κτιρίου στο 1οδημοτικό σχολείο Ελληνικού κάποια στιγμή μέσα στο περασμένο Σαββατοκύριακο. Χθες, Δευτέρα 13 Οκτωβρίου βρήκαμε τα σπασμένα γυαλιά και τις τρύπες να μας φέρνουν στο μυαλό περιστατικά και γεγονότα από άλλες εποχές…
Σχολείο: καθημερινός τόπος συνάντησης, προσπέρασης κι αναφοράς για τόσους ανθρώπους κι ακόμα περισσότερες ηλικίες και ιδέες. Από το σχολείο ερχόμαστε όλοι, ακόμα κι αυτοί που έχουν χρόνια να περάσουν την πόρτα του κι εκεί επιστρέφουμε μοιραία οι περισσότεροι, είτε για να εργαστούμε, είτε κρατώντας από το χέρι το πρωτάκι της καρδιάς μας.
Δε μας αρέσει που μικραίνει στα μάτια μας, καθώς εμείς μεγαλώνουμε ανεπανόρθωτα, αλλά τουλάχιστον ελπίζουμε να βρούμε εκεί κάτι που να μας θυμίζει τον εαυτό μας μαθητή, μιας και η ανάμνηση του παιδιού μέσα μας είναι από μόνη της η παρηγοριά και συχνά το αντίδοτο της ενηλικίωσης…
Αλλά κι εκείνο γερνάει μαζί μας και χρειάζεται όλο και περισσότερη φροντίδα, ενώ καθημερινά δέχεται σκληρές επιθέσεις από τους επίσημους κι ανεπίσημους επισκέπτες του!
Καταρχήν κάθε σχολείο που σέβεται τον εαυτό του έχει ένα κάγκελο λιγότερο, σαν βγαλμένο δόντι… Πώς συμβαίνει και το κενό γίνεται η δεύτερη και καλύτερη πόρτα του είναι από μόνο του μυστήριο και κοινό μυστικό.
Θα μπούνε και θα βγούνε από κει όσοι δε φτάνουν να σκαρφαλώσουν ή όσοι δε θέλουν να ταλαιπωρούνται. Φωνές, γέλια, αναποφάσιστες ματιές για τους πρωτάρηδες κι ύστερα η ικανοποίηση μιας… παράνομης και καταχρηστικής επίσκεψης. Ένα πέρασμα στη σύγχρονη αλάνα μιας γειτονιάς που διαθέτει όλο και λιγότερους δημόσιους χώρους.
Και το σχολείο ζωντανεύει πάλι! Ας έχει χτυπήσει το τελευταίο κουδούνι της ημέρας ώρες τώρα. Ο γίγαντας ανοίγει κλεφτά το ένα του μάτι και σκάει χαμόγελο συνωμοτικό και παιχνιδιάρικο…
Η μία όψη του νομίσματος θα μου πεις, το ξέρω.
Γιατί στον ίδιο χώρο θα βρεθούν και άλλοι με λιγότερο ή καθόλου αγαθές διαθέσεις, που θα καταστρέψουν, σπάσουν, βρομίσουν, πετάξουν… Σε μια εποχή που η παραμικρή ζημιά κοστίζει πολύ περισσότερη αναμονή και αγωνία από ποτέ, πώς μπορούμε να διαφυλάξουμε το σχολείο ως τόπο ομορφιάς και καλλιέργειας ψυχής και σώματος;
Να σου πω;
Το κτίριο από μόνο του δεν κάνει το σχολείο!
Αν το έκανε, θα του βάζαμε ένα ψηλό συρματόπλεγμα με ηλεκτροφόρο καλώδιο.
Αν το έκανε, θα το φωτίζαμε με προβολείς και θα στήναμε ένα φυλάκιο για το σεκιουριτά να το φυλάει τη νύχτα.
Αν το έκανε, θα προμηθεύαμε τα παιδιά με κάρτα εισόδου, να την χτυπάνε μπαίνοντας και βγαίνοντας, όπως ακριβώς οι εργάτες.
Θα το στολίζαμε με κάμερες συνεχούς παρακολούθησης σε κάθε του γωνιά και προειδοποιητικές πινακίδες.
Και θα σώζαμε το κτίριο, αλλά θα χάναμε το σχολείο!
Γιατί αν δυσκολευόμαστε τώρα να το αγαπήσουμε μερικές φορές, για φαντάσου πόσο δύσκολα θα το υπερασπιζόμασταν απέναντι στις καινούριες γενιές που θα το γνώριζαν ακόμα πιο αυταρχικό, απρόσωπο και αποστασιοποιημένο.
Το ζητούμενο ωστόσο δεν είναι να σώσουμε τα ντουβάρια και τις πόρτες, αλλά το σχολείο μας!
Για να γίνει αυτό χρειάζονται πολλά: μια κοινότητα ενεργών πολιτών, δάσκαλοι με όραμα, γονείς με κατανόηση, δημοτική αρχή με φροντίδα, κράτος πρόνοιας και μέριμνας για τους ευάλωτους πολίτες… Ένα ολόκληρο δίχτυ προστασίας πρέπει να υψωθεί γύρω από το σχολείο, αλλά δεν μπορεί να είναι φτιαγμένο από τα υλικά της εξουσίας και της βίας, όχι γιατί ενδεχομένως δε θα καταφέρει να απωθήσει κάποιους από τους άλλους- πιθανούς εισβολείς, αλλά κυρίως γιατί μια τέτοια λύση θα σηματοδοτεί την οριστική ήττα της σύγχρονης κοινωνίας μας.
Να διαφυλάξει, χωρίς να αστυνομεύσει.
Να υπερασπίσει, χωρίς να βιαιοπραγήσει.
-Μα τα παιδιά τι φταίνε;
-Τα παιδιά έτσι κι αλλιώς δε φταίνε που τους φτιάξαμε έναν κόσμο με αεροβόλα, πιστόλια, βόμβες, μαχαίρια και άλλα πολεμικά υλικά. Εμείς φταίμε, αλλά δε βλέπω να είμαστε πρόθυμοι να πληρώσουμε τη ζημιά, ούτε να αναγνωρίσουμε την ευθύνη μας.
Σε μια κοινωνία που μετράει, σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, 2.500.000 ανθρώπους να ζουν στο όριο της φτώχειας (στον ίδιο αριθμό ανέρχονται και οι ανασφάλιστοι στη χώρα μας) όλα γίνονται ακόμα πιο δραματικά και κραυγάζουν πλέον το αυτονόητο: χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Δε νομίζω ότι αυτό είναι το «κλέφτες κι αστυνόμοι».
Όχι τουλάχιστον όσο οι παραβάτες είναι τα μεγάλα μας παιδιά που κυκλοφορούν στους δρόμους της γειτονιάς βιώνοντας ήδη τον κοινωνικό αποκλεισμό, τη μοναξιά μέσα στην ίδια τους την οικογένεια, τη φωνή και το δικό μας χαστούκι.
Όχι όσο συνεχίζουμε να τα εκθέτουμε στην ασχήμια του κόσμου που εμείς δημιουργήσαμε, ενώ ταυτόχρονα αδυνατούμε όχι μόνο να λύσουμε τα μεγάλα μας προβλήματα, αλλά και ν’ αγωνιστούμε γι’ αυτά με τρόπο αποτελεσματικό, σταθερό, συνεπή, ιδεολογικό.
Όχι όσο δε συζητάμε-επικοινωνούμε επί της ουσίας μαζί τους, αλλά απαιτούμε σεβασμό και σοβαρότητα, την ίδια στιγμή που εμείς χάνουμε τόσες φορές την ψυχραιμία και τους τρόπους μας μπροστά τους!
Οι άλλοι λοιπόν είναι δικοί μας, καιρός να το κατανοήσουμε επιτέλους!
Είναι ο γιος σου, που δεν πέρασε στις πανελλαδικές και αντιμετωπίζει την εκδοχή της ανεργίας μια ώρα αρχύτερα, η κόρη μου που περνάει ερωτική απογοήτευση και το βλέμμα της καθρεφτίζεται μονίμως σε μια οθόνη, ο ανιψιός μας που έκλεισε την πόρτα στον καυγά: άλλοι, αλλά μαζί και δικοί μας πιο πολύ απ’ όσο φανταζόμαστε ή απ’ όσο είμαστε διατεθειμένοι να παραδεχτούμε.
Ποιος θέλουμε να τους υποδεχτεί και πώς να τους αντιμετωπίσει στο σχολείο;
Σκέψου καλά πριν απαντήσεις, εσύ που θα κάνεις παιδιά, εσύ που έχεις ήδη, αλλά κι εσύ που γνωρίζεις έστω κι έναν πιτσιρικά στη γειτονιά σου, γιατί όλοι είμαστε εν δυνάμει άλλοι!
-Και το σχολείο; Να ρημάξει;
-Το σχολείο, για να είναι σχολείο, έχει νόημα να μένει πάντα τόπος υποδοχής κι αποδοχής του παιδιού που κρύβουμε μέσα μας, του παιδιού που αγαπάμε κι εκείνου του άλλου που πρέπει να υπερασπιστούμε, όταν κινδυνεύει. Ακόμα κι αν το ίδιο δεν είναι σε θέση να μας απευθύνει ευθέως τη διαμαρτυρία και το αδιέξοδο που βιώνει κι αντ’ αυτού, τα σπάει…
* η Νάση Πετριτσοπούλου
είναι εκπαιδευτικός
Με αεροβόλο μάλλον σημάδεψαν άγνωστοι τα τζάμια του κεντρικού κτιρίου στο 1οδημοτικό σχολείο Ελληνικού κάποια στιγμή μέσα στο περασμένο Σαββατοκύριακο. Χθες, Δευτέρα 13 Οκτωβρίου βρήκαμε τα σπασμένα γυαλιά και τις τρύπες να μας φέρνουν στο μυαλό περιστατικά και γεγονότα από άλλες εποχές…
Σχολείο: καθημερινός τόπος συνάντησης, προσπέρασης κι αναφοράς για τόσους ανθρώπους κι ακόμα περισσότερες ηλικίες και ιδέες. Από το σχολείο ερχόμαστε όλοι, ακόμα κι αυτοί που έχουν χρόνια να περάσουν την πόρτα του κι εκεί επιστρέφουμε μοιραία οι περισσότεροι, είτε για να εργαστούμε, είτε κρατώντας από το χέρι το πρωτάκι της καρδιάς μας.
Δε μας αρέσει που μικραίνει στα μάτια μας, καθώς εμείς μεγαλώνουμε ανεπανόρθωτα, αλλά τουλάχιστον ελπίζουμε να βρούμε εκεί κάτι που να μας θυμίζει τον εαυτό μας μαθητή, μιας και η ανάμνηση του παιδιού μέσα μας είναι από μόνη της η παρηγοριά και συχνά το αντίδοτο της ενηλικίωσης…
Αλλά κι εκείνο γερνάει μαζί μας και χρειάζεται όλο και περισσότερη φροντίδα, ενώ καθημερινά δέχεται σκληρές επιθέσεις από τους επίσημους κι ανεπίσημους επισκέπτες του!
Καταρχήν κάθε σχολείο που σέβεται τον εαυτό του έχει ένα κάγκελο λιγότερο, σαν βγαλμένο δόντι… Πώς συμβαίνει και το κενό γίνεται η δεύτερη και καλύτερη πόρτα του είναι από μόνο του μυστήριο και κοινό μυστικό.
Θα μπούνε και θα βγούνε από κει όσοι δε φτάνουν να σκαρφαλώσουν ή όσοι δε θέλουν να ταλαιπωρούνται. Φωνές, γέλια, αναποφάσιστες ματιές για τους πρωτάρηδες κι ύστερα η ικανοποίηση μιας… παράνομης και καταχρηστικής επίσκεψης. Ένα πέρασμα στη σύγχρονη αλάνα μιας γειτονιάς που διαθέτει όλο και λιγότερους δημόσιους χώρους.
Και το σχολείο ζωντανεύει πάλι! Ας έχει χτυπήσει το τελευταίο κουδούνι της ημέρας ώρες τώρα. Ο γίγαντας ανοίγει κλεφτά το ένα του μάτι και σκάει χαμόγελο συνωμοτικό και παιχνιδιάρικο…
Η μία όψη του νομίσματος θα μου πεις, το ξέρω.
Γιατί στον ίδιο χώρο θα βρεθούν και άλλοι με λιγότερο ή καθόλου αγαθές διαθέσεις, που θα καταστρέψουν, σπάσουν, βρομίσουν, πετάξουν… Σε μια εποχή που η παραμικρή ζημιά κοστίζει πολύ περισσότερη αναμονή και αγωνία από ποτέ, πώς μπορούμε να διαφυλάξουμε το σχολείο ως τόπο ομορφιάς και καλλιέργειας ψυχής και σώματος;
Να σου πω;
Το κτίριο από μόνο του δεν κάνει το σχολείο!
Αν το έκανε, θα του βάζαμε ένα ψηλό συρματόπλεγμα με ηλεκτροφόρο καλώδιο.
Αν το έκανε, θα το φωτίζαμε με προβολείς και θα στήναμε ένα φυλάκιο για το σεκιουριτά να το φυλάει τη νύχτα.
Αν το έκανε, θα προμηθεύαμε τα παιδιά με κάρτα εισόδου, να την χτυπάνε μπαίνοντας και βγαίνοντας, όπως ακριβώς οι εργάτες.
Θα το στολίζαμε με κάμερες συνεχούς παρακολούθησης σε κάθε του γωνιά και προειδοποιητικές πινακίδες.
Και θα σώζαμε το κτίριο, αλλά θα χάναμε το σχολείο!
Γιατί αν δυσκολευόμαστε τώρα να το αγαπήσουμε μερικές φορές, για φαντάσου πόσο δύσκολα θα το υπερασπιζόμασταν απέναντι στις καινούριες γενιές που θα το γνώριζαν ακόμα πιο αυταρχικό, απρόσωπο και αποστασιοποιημένο.
Το ζητούμενο ωστόσο δεν είναι να σώσουμε τα ντουβάρια και τις πόρτες, αλλά το σχολείο μας!
Για να γίνει αυτό χρειάζονται πολλά: μια κοινότητα ενεργών πολιτών, δάσκαλοι με όραμα, γονείς με κατανόηση, δημοτική αρχή με φροντίδα, κράτος πρόνοιας και μέριμνας για τους ευάλωτους πολίτες… Ένα ολόκληρο δίχτυ προστασίας πρέπει να υψωθεί γύρω από το σχολείο, αλλά δεν μπορεί να είναι φτιαγμένο από τα υλικά της εξουσίας και της βίας, όχι γιατί ενδεχομένως δε θα καταφέρει να απωθήσει κάποιους από τους άλλους- πιθανούς εισβολείς, αλλά κυρίως γιατί μια τέτοια λύση θα σηματοδοτεί την οριστική ήττα της σύγχρονης κοινωνίας μας.
Να διαφυλάξει, χωρίς να αστυνομεύσει.
Να υπερασπίσει, χωρίς να βιαιοπραγήσει.
-Μα τα παιδιά τι φταίνε;
-Τα παιδιά έτσι κι αλλιώς δε φταίνε που τους φτιάξαμε έναν κόσμο με αεροβόλα, πιστόλια, βόμβες, μαχαίρια και άλλα πολεμικά υλικά. Εμείς φταίμε, αλλά δε βλέπω να είμαστε πρόθυμοι να πληρώσουμε τη ζημιά, ούτε να αναγνωρίσουμε την ευθύνη μας.
Σε μια κοινωνία που μετράει, σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, 2.500.000 ανθρώπους να ζουν στο όριο της φτώχειας (στον ίδιο αριθμό ανέρχονται και οι ανασφάλιστοι στη χώρα μας) όλα γίνονται ακόμα πιο δραματικά και κραυγάζουν πλέον το αυτονόητο: χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Δε νομίζω ότι αυτό είναι το «κλέφτες κι αστυνόμοι».
Όχι τουλάχιστον όσο οι παραβάτες είναι τα μεγάλα μας παιδιά που κυκλοφορούν στους δρόμους της γειτονιάς βιώνοντας ήδη τον κοινωνικό αποκλεισμό, τη μοναξιά μέσα στην ίδια τους την οικογένεια, τη φωνή και το δικό μας χαστούκι.
Όχι όσο συνεχίζουμε να τα εκθέτουμε στην ασχήμια του κόσμου που εμείς δημιουργήσαμε, ενώ ταυτόχρονα αδυνατούμε όχι μόνο να λύσουμε τα μεγάλα μας προβλήματα, αλλά και ν’ αγωνιστούμε γι’ αυτά με τρόπο αποτελεσματικό, σταθερό, συνεπή, ιδεολογικό.
Όχι όσο δε συζητάμε-επικοινωνούμε επί της ουσίας μαζί τους, αλλά απαιτούμε σεβασμό και σοβαρότητα, την ίδια στιγμή που εμείς χάνουμε τόσες φορές την ψυχραιμία και τους τρόπους μας μπροστά τους!
Οι άλλοι λοιπόν είναι δικοί μας, καιρός να το κατανοήσουμε επιτέλους!
Είναι ο γιος σου, που δεν πέρασε στις πανελλαδικές και αντιμετωπίζει την εκδοχή της ανεργίας μια ώρα αρχύτερα, η κόρη μου που περνάει ερωτική απογοήτευση και το βλέμμα της καθρεφτίζεται μονίμως σε μια οθόνη, ο ανιψιός μας που έκλεισε την πόρτα στον καυγά: άλλοι, αλλά μαζί και δικοί μας πιο πολύ απ’ όσο φανταζόμαστε ή απ’ όσο είμαστε διατεθειμένοι να παραδεχτούμε.
Ποιος θέλουμε να τους υποδεχτεί και πώς να τους αντιμετωπίσει στο σχολείο;
Σκέψου καλά πριν απαντήσεις, εσύ που θα κάνεις παιδιά, εσύ που έχεις ήδη, αλλά κι εσύ που γνωρίζεις έστω κι έναν πιτσιρικά στη γειτονιά σου, γιατί όλοι είμαστε εν δυνάμει άλλοι!
-Και το σχολείο; Να ρημάξει;
-Το σχολείο, για να είναι σχολείο, έχει νόημα να μένει πάντα τόπος υποδοχής κι αποδοχής του παιδιού που κρύβουμε μέσα μας, του παιδιού που αγαπάμε κι εκείνου του άλλου που πρέπει να υπερασπιστούμε, όταν κινδυνεύει. Ακόμα κι αν το ίδιο δεν είναι σε θέση να μας απευθύνει ευθέως τη διαμαρτυρία και το αδιέξοδο που βιώνει κι αντ’ αυτού, τα σπάει…
* η Νάση Πετριτσοπούλου
είναι εκπαιδευτικός
edostonoto.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου