Με αφορμή την 24ωρη γενική απεργία και με δεδομένη τη νέα σκληρή εργασιακή πραγματικότητα το tvxs.gr επιχειρεί μια σκιαγράφηση της κατάστασης του συνδικαλιστικού κινήματος. Υπάρχουν ελλείμματα και που αυτά εντοπίζονται; Αποτελεί η κρίση μια ευκαιρία για την αναδιοργάνωση των συνδικάτων; Είναι αναγκαίοι νέοι τρόποι οργάνωσης και κινητοποίησης; «Η κρίση αποτελεί ευκαιρία για το συνδικαλιστικό κίνημα ώστε να έρθει σε ευθεία επαφή με τον κόσμο που καλείται να εκπροσωπεί. Πρέπει να επιστρέψει στις παραδοσιακές αξίες που δημιούργησαν ιστορικά τα συνδικάτα. Είναι αναγκαίο ένα κοινωνικό μέτωπο εργαζομένων – ανέργων» σημειώνει μεταξύ άλλων στο tvxs.gr, ο Γιάννης Κουζήςκαθηγητής εργασιακών σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου.
Με δεδομένα τα νέα σκληρά μέτρα που προωθούνται η τελευταία γενική απεργία της 26ης Σεπτέμβρη δεν είχε την αναμενόμενη συμμετοχή. Αντίθετα βλέπουμε ότι σε Ισπανία και Πορτογαλία οι κινητοποιήσεις γιγαντώνονται.
Είναι γεγονός ότι η τελευταία γενική απεργία δεν είχε την αναμενόμενη συμμετοχή, δηλαδή την υψηλή συμμετοχή που είχε καταγραφεί σε προηγούμενες γενικές απεργίες κυρίως προ των εκλογών. Η γενική απεργία της 26ης Σεπτέμβρη είχε όμως μια αξιοπρεπή συμμετοχή. Σε ένα βαθμό αυτό μπορεί να εξηγηθεί καθώς ήταν η πρώτη απεργία που έγινε μετά τις δυο εκλογικές αναμετρήσεις και σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η ψυχολογία του κόσμου ακόμη είναι υπό την επήρεια των πρόσφατων εκλογών. Μην ξεχνάμε τις πολύ μεγάλες κινητοποιήσεις την περίοδο των Αγανακτισμένων που είχαν κατακλύσει τη Βουλή και προσωρινά είχαν αναγκάσει τον Παπανδρέου να παραιτηθεί για κάποιες ώρες. Τεράστια ήταν και η κινητοποίηση που έγινε στις 12 Φεβρουαρίου που ψηφίστηκε το δεύτερο Μνημόνιο και πνίγηκε όλη η Αθήνα στα χημικά. Εκτιμώ λοιπόν, ότι στην πορεία του χρόνου οι κινητοποιήσεις θα έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή καθώς θα υπάρξει μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και όλων αυτών των κατηγοριών που θίγονται από τα μέτρα. Παράλληλα εξάλλου θα γίνεται όλο και πιο σαφές το περιεχόμενο των μέτρων που αναμένεται να επιβληθούν.
Πιστεύετε ότι υπάρχει από την πλευρά των εργαζομένων μια απαξίωση προς τα συνδικάτα;
Αυτό είναι όντως ένα σοβαρό ζήτημα. Το πρόβλημα έρχεται από μακριά και δεν εντοπίζεται ξαφνικά στην περίοδο της κρίσης και του Μνημονίου. Το συνδικαλιστικό κίνημα διέρχεται μια κρίση που έχει να κάνει και με εξωγενείς παράγοντες οι οποίοι δεν σχετίζονται με την εσωτερική του λειτουργία. Έχει να κάνει με τις οικονομικές εξελίξεις, την παγκοσμιοποίηση, την ανεργία, την ανάπτυξη ευέλικτων μορφών εργασίας, την απόλυτη κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού που προβάλλει το ατομοκεντρικό πρότυπο σε βάρος του συλλογικού. Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν και τεράστιες ευθύνες των ίδιων των Συνδικάτων που από τη μία έχουν κάνει ελάχιστα για να αντιμετωπίσουν αυτές τις αρνητικές συνέπειες και από την άλλη δεν ευνοούν την συσπείρωση και την ένταξη του κόσμου της εργασίας μέσα τους κόλπους τους.
Που εντοπίζετε τα ελλείμματα;
Για παράδειγμα τα συνδικάτα δεν έχουν κάνει επαρκείς κινήσεις για να εντάξουν τους εργαζόμενους από τα νέα κοιτάσματα της μισθωτής εργασίας. Νέους, γυναίκες, μετανάστες και φυσικά τους ευέλικτα απασχολούμενους και τους μισθωτούς από τους νέους δυναμικούς κλάδους. Αυτά είναι τεράστια ελλείμματα που συνδυάζονται και με άλλα προβλήματα εσωτερικής λειτουργίας των συνδικάτων, όπως για παράδειγμα, ο οργανωτικός πολυκερματισμός τους, με τις πάρα πολλές ομοσπονδίες και τα εξίσου πολλά εργατικά κέντρα που δεν ευνοούν την αποτελεσματικότητα. Επίσης εντοπίζεται μια κρίση στο πεδίο της αυτονομίας καθώς υπάρχει εξάρτηση από εξωτερικούς παράγοντες. Η παραταξιοποίηση διατρέχει όλο το φάσμα του συνδικαλιστικού κινήματος και είναι από τους παράγοντες που δεν ευνοούν τη συσπείρωση του κόσμου στα συνδικάτα. Με λίγα λόγια τα συνδικάτα δεν παρουσιάζουν μια εικόνα ελκυστική για όσους βρίσκονται εκτός των επίσημων σωματείων.
Η παραταξιοποίηση είναι ένας λόγος που κρατάει τον κόσμο έξω από τα συνδικάτα με τη λογική ότι αφού δεν εμπιστεύονται τα πολιτικά κόμματα δεν εμπιστεύονται και τις αντίστοιχες συνδικαλιστικές παρατάξεις;
Πρέπει να επισημανθεί ότι η δράση του συνδικάτου έχει κατ’ εξοχήν πολιτικό περιεχόμενο. Απλώς υπάρχει μια σύγχυση ανάμεσα στην λειτουργία των κομμάτων και τη συνδικαλιστική δράση, δηλαδή στο πως υφίσταται η σχέση ανάμεσα στους δυο φορείς. Είναι προφανές ότι κάθε άνθρωπος που ανήκει στο χώρο της εργασίας και είναι ενεργός συνδικαλιστής μπορεί να είναι ταυτόχρονα μέλος ενός πολιτικού κόμματος. Εξάλλου είναι θετικό να είναι μέλη των κομμάτων άνθρωποι που βρίσκονται στα συνδικάτα καθώς είναι αυτοί που δίνουν τα ερεθίσματα από τον κόσμο της εργασίας προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη στις πολιτικές αποφάσεις. Το πρόβλημα που υπάρχει είναι ότι με ευθύνη των ίδιων των συνδικάτων αλλά και των κομμάτων – που δεν αφήνουν τα συνδικάτα να λειτουργήσουν αυτόνομα – παραβιάζεται η έννοια της οργανωτικής και λειτουργικής τους αυτονομίας. Τα συνδικάτα πρέπει να λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο μιας γνήσιας συνδικαλιστικής κουλτούρας και να μην άγονται και φέρονται από αποφάσεις ή σκοπιμότητες που λαμβάνονται εκτός των συνδικαλιστικών οργάνων. Ορισμένες φορές τα όργανα επικυρώνοντας απλώς τις ήδη ειλημμένες αποφάσεις καταντούν διακοσμιτικά. Όλα αυτά έχουν συμβάλλει στην αρνητική εικόνα που έχει σχηματιστεί για τα συνδικάτα. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η ισοπέδωση της εργασίας από τα Μνημόνια και την οικονομική κρίση δημιουργεί άλλους όρους και νέες προκλήσεις για το συνδικαλιστικό κίνημα.
Πιστεύετε ότι η κρίση αποτελεί μια ευκαιρία για την αναδιοργάνωση του συνδικαλιστικού κινήματος;
Ακριβώς. Είναι μια ευκαιρία το συνδικαλιστικό κίνημα να έρθει κατάματα με την πραγματικότητα και σε ευθεία επαφή και σχέση με τον κόσμο που έχει κληθεί να εκπροσωπεί. Και το πιο βασικό είναι να επιστρέψει στις παραδοσιακές αξίες που δημιούργησαν ιστορικά τα συνδικάτα και που με την πάροδο του χρόνου καταπατήθηκαν σε μεγάλο βαθμό.
Στο εξωτερικό γίνονται πάρα πολύ μεγάλες κινητοποιήσεις με μαζική συμμετοχή των ανέργων. Στην Ελλάδα αυτό γίνεται σε μικρότερη κλίμακα; Θα μπορούσε ή θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο μέτωπο εργαζομένων – ανέργων;
Δεν έχει γίνει προσπάθεια από την πλευρά των συνδικάτων να συσπειρώσουν κατ’ αρχήν όλο το φάσμα της μισθωτής εργασίας. Και υπονόησα προηγουμένως μέσα από την τοποθέτηση μου ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένες, συστηματοποιημένες δράσεις για την προσέλκυση νέων μελών. Εννοούσα κυρίως στους νέους – που η μικρή παρουσία τους είναι πραγματικό σημαντικό έλλειμμα στα συνδικάτα - αλλά και άλλες κατηγορίες. Μια σημαντική κατηγορία είναι οι ευέλικτα απασχολούμενοι καθώς οι ευέλικτες μορφές εργασίας κυριαρχούν πλέον στην αγορά εργασίας. Και οι μετανάστες που συνήθως εντάσσονται στην πλειοψηφία τους σε αυτή την εργασιακή κατηγορία. Από κει και πέρα είναι προφανές ότι το έλλειμμα είναι ακόμη πιο σημαντικό όταν δεν αναζητούμε κοινές μορφές δράσης με αυτούς που είναι εκτός της αγοράς εργασίας. Χρειάζεται ένα κοινωνικό μέτωπο της εργασίας – και ειδικότερα της μισθωτής εργασίας – και της οιωνοί μισθωτής εργασίας, δηλαδή τους ανέργους και εν δυνάμει μισθωτούς. Χρειάζονται συγκεκριμένες δράσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Στο εξωτερικό υπάρχουν φαινόμενα συνεργασίας. Αυτό βέβαια έχει να κάνει και με το γεγονός ότι σε πάρα πολλές χώρες τους εξωτερικού οι άνεργοι είναι ενεργά μέλη των συνδικάτων και αυτό διευκολύνει το συντονισμό. Αυτό που επίσης χρειάζεται πάντως ανεξάρτητα από την ένταξη ή μη των ανέργων στα συνδικάτα είναι να δημιουργηθούν συλλογικές οργανώσεις ανέργων ώστε κι εκείνοι να μη αναζητούν ατομική λύση στο πρόβλημά τους. Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει φυσικά να συμβάλλει στο να υπάρξουν αυτές οι δομές είτε αυτόνομες, είτε ενταγμένες στα συνδικάτα, να συμβάλλει στη δηλαδή στη διαμόρφωση ενός κινήματος των ανέργων και να αναζητήσει τρόπους συνεργασίας και κοινής παρέμβασης με αυτό. Είναι λοιπόν αναγκαίο ένα μέτωπο της μισθωτής εργασίας με ενταγμένες όλες τις επιμέρους κατηγορίες. Βλέπουμε εξάλλου ότι σήμερα συγκλίνει απόλυτα το εργασιακό καθεστώς δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Κατά την άποψή μου δεν υπάρχει κανένας λόγος σήμερα ύπαρξης διαφορετικών οργανώσεων ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ.
Μια κριτική που γίνεται για τις 24ωρες γενικές απεργίες είναι ότι δεν έχουν κάποιο αποτέλεσμα. Θα έπρεπε ίσως να αναζητηθούν άλλοι τρόποι οργάνωσής τους ή άλλοι τρόποι κινητοποιήσεων;
Είναι εύλογο ερώτημα. Θα πρέπει να μας απασχολεί πάντα ένα βασικό ζήτημα. Η απεργία είναι ένας θεσμός που θα πρέπει να εξασφαλίζεται στο μέγιστο δυνατό επίπεδο η αποτελεσματικότητα της. Γιατί είναι το έσχατο όπλο στα χέρια των εργαζόμενων. Πρέπει να είναι λοιπόν αποτελεσματική γιατί αν δεν είναι απαξιώνεται και η έννοια της απεργίας και συνακόλουθα το συνδικαλιστικό κίνημα. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνεται η μέγιστη δυνατή οργάνωση. Χρειάζεται μια μεγάλη κινητοποίηση με αποδέκτη τα μέλη των συνδικάτων και μια ευρύτερη κινητοποίηση με αποδέκτη τον κόσμο της εργασίας στον οποίο απευθύνεσαι ως συνδικάτο, σε εργαζόμενους δηλαδή που δεν αποτελούν μέλη. Χρειάζεται επαφή στους χώρους δουλειάς, παρέμβαση στα δημόσια μέσα και μια σειρά άλλων παρεμβάσεων που να προηγούνται της απεργίας, χωρίς απαραίτητα να έχουν απεργιακό περιεχόμενο, αλλά να διαμορφώνουν το έδαφος για την τελική συλλογική δράση. Καταλαβαίνει κανείς τις δυσκολίες. Παίρνοντας εμπειρίες από άλλες χώρες και από το παρελθόν οι απεργίες δεν είχαν συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα. Ξεκινούσαν μετά από προετοιμασία και κατέληγαν στην τελική έκβαση που έπρεπε να είναι νικηφόρα. Δεν βάζεις ορίζοντα ότι απεργώ 24 ώρες ή 48 ώρες. Αυτό βεβαίως απαιτεί, όπως είπα καλύτερη οργάνωση και ταμεία που θα ενισχύουν τους εργαζόμενους. Εδώ υπάρχει ένα ακόμη έλλειμμα του συνδικαλιστικού κινήματος. Δεν έχει δημιουργήσει όρους οικονομικής αυτοδυναμίας. Τέλος πρέπει να απευθύνεται κανείς και στην ευρεία κοινή γνώμη για να δημιουργεί ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες. Αυτά είναι στοιχεία τα οποία είναι βασικά εργαλεία για την επιτυχία μιας απεργίας, η οποία είναι εξ’ αρχής ο στόχος.
Με δεδομένα τα νέα σκληρά μέτρα που προωθούνται η τελευταία γενική απεργία της 26ης Σεπτέμβρη δεν είχε την αναμενόμενη συμμετοχή. Αντίθετα βλέπουμε ότι σε Ισπανία και Πορτογαλία οι κινητοποιήσεις γιγαντώνονται.
Είναι γεγονός ότι η τελευταία γενική απεργία δεν είχε την αναμενόμενη συμμετοχή, δηλαδή την υψηλή συμμετοχή που είχε καταγραφεί σε προηγούμενες γενικές απεργίες κυρίως προ των εκλογών. Η γενική απεργία της 26ης Σεπτέμβρη είχε όμως μια αξιοπρεπή συμμετοχή. Σε ένα βαθμό αυτό μπορεί να εξηγηθεί καθώς ήταν η πρώτη απεργία που έγινε μετά τις δυο εκλογικές αναμετρήσεις και σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η ψυχολογία του κόσμου ακόμη είναι υπό την επήρεια των πρόσφατων εκλογών. Μην ξεχνάμε τις πολύ μεγάλες κινητοποιήσεις την περίοδο των Αγανακτισμένων που είχαν κατακλύσει τη Βουλή και προσωρινά είχαν αναγκάσει τον Παπανδρέου να παραιτηθεί για κάποιες ώρες. Τεράστια ήταν και η κινητοποίηση που έγινε στις 12 Φεβρουαρίου που ψηφίστηκε το δεύτερο Μνημόνιο και πνίγηκε όλη η Αθήνα στα χημικά. Εκτιμώ λοιπόν, ότι στην πορεία του χρόνου οι κινητοποιήσεις θα έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή καθώς θα υπάρξει μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και όλων αυτών των κατηγοριών που θίγονται από τα μέτρα. Παράλληλα εξάλλου θα γίνεται όλο και πιο σαφές το περιεχόμενο των μέτρων που αναμένεται να επιβληθούν.
Πιστεύετε ότι υπάρχει από την πλευρά των εργαζομένων μια απαξίωση προς τα συνδικάτα;
Αυτό είναι όντως ένα σοβαρό ζήτημα. Το πρόβλημα έρχεται από μακριά και δεν εντοπίζεται ξαφνικά στην περίοδο της κρίσης και του Μνημονίου. Το συνδικαλιστικό κίνημα διέρχεται μια κρίση που έχει να κάνει και με εξωγενείς παράγοντες οι οποίοι δεν σχετίζονται με την εσωτερική του λειτουργία. Έχει να κάνει με τις οικονομικές εξελίξεις, την παγκοσμιοποίηση, την ανεργία, την ανάπτυξη ευέλικτων μορφών εργασίας, την απόλυτη κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού που προβάλλει το ατομοκεντρικό πρότυπο σε βάρος του συλλογικού. Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν και τεράστιες ευθύνες των ίδιων των Συνδικάτων που από τη μία έχουν κάνει ελάχιστα για να αντιμετωπίσουν αυτές τις αρνητικές συνέπειες και από την άλλη δεν ευνοούν την συσπείρωση και την ένταξη του κόσμου της εργασίας μέσα τους κόλπους τους.
Που εντοπίζετε τα ελλείμματα;
Για παράδειγμα τα συνδικάτα δεν έχουν κάνει επαρκείς κινήσεις για να εντάξουν τους εργαζόμενους από τα νέα κοιτάσματα της μισθωτής εργασίας. Νέους, γυναίκες, μετανάστες και φυσικά τους ευέλικτα απασχολούμενους και τους μισθωτούς από τους νέους δυναμικούς κλάδους. Αυτά είναι τεράστια ελλείμματα που συνδυάζονται και με άλλα προβλήματα εσωτερικής λειτουργίας των συνδικάτων, όπως για παράδειγμα, ο οργανωτικός πολυκερματισμός τους, με τις πάρα πολλές ομοσπονδίες και τα εξίσου πολλά εργατικά κέντρα που δεν ευνοούν την αποτελεσματικότητα. Επίσης εντοπίζεται μια κρίση στο πεδίο της αυτονομίας καθώς υπάρχει εξάρτηση από εξωτερικούς παράγοντες. Η παραταξιοποίηση διατρέχει όλο το φάσμα του συνδικαλιστικού κινήματος και είναι από τους παράγοντες που δεν ευνοούν τη συσπείρωση του κόσμου στα συνδικάτα. Με λίγα λόγια τα συνδικάτα δεν παρουσιάζουν μια εικόνα ελκυστική για όσους βρίσκονται εκτός των επίσημων σωματείων.
Η παραταξιοποίηση είναι ένας λόγος που κρατάει τον κόσμο έξω από τα συνδικάτα με τη λογική ότι αφού δεν εμπιστεύονται τα πολιτικά κόμματα δεν εμπιστεύονται και τις αντίστοιχες συνδικαλιστικές παρατάξεις;
Πρέπει να επισημανθεί ότι η δράση του συνδικάτου έχει κατ’ εξοχήν πολιτικό περιεχόμενο. Απλώς υπάρχει μια σύγχυση ανάμεσα στην λειτουργία των κομμάτων και τη συνδικαλιστική δράση, δηλαδή στο πως υφίσταται η σχέση ανάμεσα στους δυο φορείς. Είναι προφανές ότι κάθε άνθρωπος που ανήκει στο χώρο της εργασίας και είναι ενεργός συνδικαλιστής μπορεί να είναι ταυτόχρονα μέλος ενός πολιτικού κόμματος. Εξάλλου είναι θετικό να είναι μέλη των κομμάτων άνθρωποι που βρίσκονται στα συνδικάτα καθώς είναι αυτοί που δίνουν τα ερεθίσματα από τον κόσμο της εργασίας προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη στις πολιτικές αποφάσεις. Το πρόβλημα που υπάρχει είναι ότι με ευθύνη των ίδιων των συνδικάτων αλλά και των κομμάτων – που δεν αφήνουν τα συνδικάτα να λειτουργήσουν αυτόνομα – παραβιάζεται η έννοια της οργανωτικής και λειτουργικής τους αυτονομίας. Τα συνδικάτα πρέπει να λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο μιας γνήσιας συνδικαλιστικής κουλτούρας και να μην άγονται και φέρονται από αποφάσεις ή σκοπιμότητες που λαμβάνονται εκτός των συνδικαλιστικών οργάνων. Ορισμένες φορές τα όργανα επικυρώνοντας απλώς τις ήδη ειλημμένες αποφάσεις καταντούν διακοσμιτικά. Όλα αυτά έχουν συμβάλλει στην αρνητική εικόνα που έχει σχηματιστεί για τα συνδικάτα. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η ισοπέδωση της εργασίας από τα Μνημόνια και την οικονομική κρίση δημιουργεί άλλους όρους και νέες προκλήσεις για το συνδικαλιστικό κίνημα.
Πιστεύετε ότι η κρίση αποτελεί μια ευκαιρία για την αναδιοργάνωση του συνδικαλιστικού κινήματος;
Ακριβώς. Είναι μια ευκαιρία το συνδικαλιστικό κίνημα να έρθει κατάματα με την πραγματικότητα και σε ευθεία επαφή και σχέση με τον κόσμο που έχει κληθεί να εκπροσωπεί. Και το πιο βασικό είναι να επιστρέψει στις παραδοσιακές αξίες που δημιούργησαν ιστορικά τα συνδικάτα και που με την πάροδο του χρόνου καταπατήθηκαν σε μεγάλο βαθμό.
Στο εξωτερικό γίνονται πάρα πολύ μεγάλες κινητοποιήσεις με μαζική συμμετοχή των ανέργων. Στην Ελλάδα αυτό γίνεται σε μικρότερη κλίμακα; Θα μπορούσε ή θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο μέτωπο εργαζομένων – ανέργων;
Δεν έχει γίνει προσπάθεια από την πλευρά των συνδικάτων να συσπειρώσουν κατ’ αρχήν όλο το φάσμα της μισθωτής εργασίας. Και υπονόησα προηγουμένως μέσα από την τοποθέτηση μου ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένες, συστηματοποιημένες δράσεις για την προσέλκυση νέων μελών. Εννοούσα κυρίως στους νέους – που η μικρή παρουσία τους είναι πραγματικό σημαντικό έλλειμμα στα συνδικάτα - αλλά και άλλες κατηγορίες. Μια σημαντική κατηγορία είναι οι ευέλικτα απασχολούμενοι καθώς οι ευέλικτες μορφές εργασίας κυριαρχούν πλέον στην αγορά εργασίας. Και οι μετανάστες που συνήθως εντάσσονται στην πλειοψηφία τους σε αυτή την εργασιακή κατηγορία. Από κει και πέρα είναι προφανές ότι το έλλειμμα είναι ακόμη πιο σημαντικό όταν δεν αναζητούμε κοινές μορφές δράσης με αυτούς που είναι εκτός της αγοράς εργασίας. Χρειάζεται ένα κοινωνικό μέτωπο της εργασίας – και ειδικότερα της μισθωτής εργασίας – και της οιωνοί μισθωτής εργασίας, δηλαδή τους ανέργους και εν δυνάμει μισθωτούς. Χρειάζονται συγκεκριμένες δράσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Στο εξωτερικό υπάρχουν φαινόμενα συνεργασίας. Αυτό βέβαια έχει να κάνει και με το γεγονός ότι σε πάρα πολλές χώρες τους εξωτερικού οι άνεργοι είναι ενεργά μέλη των συνδικάτων και αυτό διευκολύνει το συντονισμό. Αυτό που επίσης χρειάζεται πάντως ανεξάρτητα από την ένταξη ή μη των ανέργων στα συνδικάτα είναι να δημιουργηθούν συλλογικές οργανώσεις ανέργων ώστε κι εκείνοι να μη αναζητούν ατομική λύση στο πρόβλημά τους. Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει φυσικά να συμβάλλει στο να υπάρξουν αυτές οι δομές είτε αυτόνομες, είτε ενταγμένες στα συνδικάτα, να συμβάλλει στη δηλαδή στη διαμόρφωση ενός κινήματος των ανέργων και να αναζητήσει τρόπους συνεργασίας και κοινής παρέμβασης με αυτό. Είναι λοιπόν αναγκαίο ένα μέτωπο της μισθωτής εργασίας με ενταγμένες όλες τις επιμέρους κατηγορίες. Βλέπουμε εξάλλου ότι σήμερα συγκλίνει απόλυτα το εργασιακό καθεστώς δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Κατά την άποψή μου δεν υπάρχει κανένας λόγος σήμερα ύπαρξης διαφορετικών οργανώσεων ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ.
Μια κριτική που γίνεται για τις 24ωρες γενικές απεργίες είναι ότι δεν έχουν κάποιο αποτέλεσμα. Θα έπρεπε ίσως να αναζητηθούν άλλοι τρόποι οργάνωσής τους ή άλλοι τρόποι κινητοποιήσεων;
Είναι εύλογο ερώτημα. Θα πρέπει να μας απασχολεί πάντα ένα βασικό ζήτημα. Η απεργία είναι ένας θεσμός που θα πρέπει να εξασφαλίζεται στο μέγιστο δυνατό επίπεδο η αποτελεσματικότητα της. Γιατί είναι το έσχατο όπλο στα χέρια των εργαζόμενων. Πρέπει να είναι λοιπόν αποτελεσματική γιατί αν δεν είναι απαξιώνεται και η έννοια της απεργίας και συνακόλουθα το συνδικαλιστικό κίνημα. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνεται η μέγιστη δυνατή οργάνωση. Χρειάζεται μια μεγάλη κινητοποίηση με αποδέκτη τα μέλη των συνδικάτων και μια ευρύτερη κινητοποίηση με αποδέκτη τον κόσμο της εργασίας στον οποίο απευθύνεσαι ως συνδικάτο, σε εργαζόμενους δηλαδή που δεν αποτελούν μέλη. Χρειάζεται επαφή στους χώρους δουλειάς, παρέμβαση στα δημόσια μέσα και μια σειρά άλλων παρεμβάσεων που να προηγούνται της απεργίας, χωρίς απαραίτητα να έχουν απεργιακό περιεχόμενο, αλλά να διαμορφώνουν το έδαφος για την τελική συλλογική δράση. Καταλαβαίνει κανείς τις δυσκολίες. Παίρνοντας εμπειρίες από άλλες χώρες και από το παρελθόν οι απεργίες δεν είχαν συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα. Ξεκινούσαν μετά από προετοιμασία και κατέληγαν στην τελική έκβαση που έπρεπε να είναι νικηφόρα. Δεν βάζεις ορίζοντα ότι απεργώ 24 ώρες ή 48 ώρες. Αυτό βεβαίως απαιτεί, όπως είπα καλύτερη οργάνωση και ταμεία που θα ενισχύουν τους εργαζόμενους. Εδώ υπάρχει ένα ακόμη έλλειμμα του συνδικαλιστικού κινήματος. Δεν έχει δημιουργήσει όρους οικονομικής αυτοδυναμίας. Τέλος πρέπει να απευθύνεται κανείς και στην ευρεία κοινή γνώμη για να δημιουργεί ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες. Αυτά είναι στοιχεία τα οποία είναι βασικά εργαλεία για την επιτυχία μιας απεργίας, η οποία είναι εξ’ αρχής ο στόχος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου