Δεν ανήκω σε εκείνους που αρέσκονται ιδιαιτέρως στην ατέρμονη σκανδαλολογία. Συνήθως, η προσφυγή σε συζητήσεις που κινούνται μεταξύ αστυνομικού δελτίου, παραπολιτικής και ονοματολογίας μάλλον συσκοτίζουν παρά αναδεικνύουν τα βαθύτερα πολιτικά ζητήματα. Δηλαδή αντί να καταπιανόμαστε με τη δομή ενός συστήματος, που παράγει διαφθορά προκειμένου να κερδοσκοπεί και να αναπτύσσεται ασχολούμαστε με τα επιμέρους γρανάζια του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δικαιούται κανείς να διαφεύγει επικαλούμενος το μικρό μέγεθός του συγκριτικά με τον ευρύτερο κατεστημένο συσχετισμό δυνάμεων.
Ωστόσο, σε κρίσιμες ιστορικά στιγμές η αποκάλυψη ενός ή περισσοτέρων σκανδάλων μπορεί να αποτελέσει καταλύτη ή έστω πυροκροτητή για ευρύτερες εξελίξεις, υπό την έννοια ότι καταδεικνύει το βάθος του θράσους των συστημικών δυνάμεων. Μια τέτοια είναι η περίπτωση της λίστας Λαγκάρντ- Παπακωνσταντίνου- Βενιζέλου.
Στην υπόθεση αυτή εξ αρχής εντοπίστηκαν εξοργιστικοί και προφανώς ύποπτοι χειρισμοί. Τόσο ο Γ. Παπακωνσταντίνου, όσο και ο Ε. Βενιζέλος διαχειρίστηκαν την εν λόγω λίστα σε καθεστώς πλήρους αδιαφάνειας και προσωπικών τους παρεμβάσεων. Από κοντά βεβαίως, όπως όλα δείχνουν και υψηλόβαθμοι υπηρεσιακοί παράγοντες. Η απώλεια και η επανεμφάνιση μετά από χρόνια της λίστας, η προσθαφαίρεση ονομάτων, η δημοσιογραφική διακίνηση και κατόπιν οι κινήσεις της δικαστικής λειτουργίας σηματοδότησαν την προκλητική εύνοια προς τη μεγάλη και μεσαία φοροδιαφυγή την ώρα που η φτωχοποίηση ισοπεδώνει το λαό.
Η περίπτωση της λίστας Λαγκάρντ- Παπακωνσταντίνου- Βενιζέλου αναδεικνύει- ελαφρώς μόνο στην πραγματικότητα- πτυχές του εγχωρίου παρασιτισμού από τον οποίο φυσικά ο ξένος παράγοντας, διά μέσου των εταιρειών του και όχι μόνο, έβγαινε επί δεκαετίες κερδισμένος. Αυτή είναι η μία πτυχή της προκλητικότητας της εν λόγω υπόθεσης. Το γεγονός δηλαδή ότι δύο υπουργοί οικονομικών και ορισμένοι υπηρεσιακοί παράγοντες, μέσα από παραθεσμικές διαδικασίες αντικειμενικά παρεμπόδισαν τη διερεύνηση υποθέσεων που πιθανότατα εντοπίζονται σοβαρά κρούσματα φοροδιαφυγής.
Το δεύτερο στοιχείο της πρόκλησης έχει να κάνει με την πολιτική διαχείριση του ζητήματος από τον Ε. Βενιζέλο, την τρικομματική συγκυβέρνηση και τα κατεστημένα ΜΜΕ. Ξαφνικά η όλη υπόθεση μετατράπηκε σε υπόθεση Παπακωνσταντίνου και δύο εξαδέλφων του. Το πρώην πριγκιπικό κεφάλι “πετιέται”- μόνο αυτό- προκειμένου να εκτονωθεί το πόπολο. Φυσικά και πρέπει να υπάρξει διερεύνηση των ευθυνών Παπακωνσταντίνου. Από εκεί και πέρα όμως η αποκλειστική ενοχοποίησή του και η αποποίηση ευθυνών από πλευράς Βενιζέλου, με έναν τρόπο μάλιστα εξόχως ευνοϊκό για τα συμφέροντα που συμπαρατάσσονται με τη συγκυβέρνηση βγάζουν μάτι ως προς τις μεθοδεύσεις που εξυπηρετούν.
Αυτή η διπλή πρόκληση του εν λόγω σκανδάλου μπορεί να αντιμετωπιστεί με δύο τρόπους: ο ένας είναι με τις συνήθεις αιτιάσεις για κλέφτες πολιτικούς κλπ, έως ότου το ζήτημα μοιραία ξεφουσκώσει.
Ο άλλος είναι να αντιμετωπιστεί ως πυροκροτητής για συνειδητοποίηση και αμφισβήτηση. Συνειδητοποίηση ότι οι περιπτώσεις τύπου λίστας Λαγκάρντ- Παπακωνσταντίνου- Βενιζέλου αποτέλεσαν ιστορικά βασική μέθοδο συγκέντρωσης ισχύος στα χέρια του κατεστημένου της χώρας, μέσα από προνομιακές σχέσεις πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ, συγκάλυψης κλπ. Αμφισβήτηση της συγκυβέρνησης που προσπαθεί να διαρρυθμίσει μια σειρά συμφερόντων με τρόπο που να διασφαλίζει τους εσωτερικούς της συσχετισμούς, φορτώνοντας ευθύνες στα πλέον ανώδυνα- σήμερα πλέον- πρόσωπα και καλύπτοντας όσα έχουν ακόμα κάποιο ρόλο να διαδραματίσουν υπέρ του παρασιτισμού και της μνημονιακής συγκυβέρνησης. Σε αυτήν την προοπτική μπορεί να καταστεί καταλύτης ευρυτέρων εξελίξεων.
Ωστόσο, σε κρίσιμες ιστορικά στιγμές η αποκάλυψη ενός ή περισσοτέρων σκανδάλων μπορεί να αποτελέσει καταλύτη ή έστω πυροκροτητή για ευρύτερες εξελίξεις, υπό την έννοια ότι καταδεικνύει το βάθος του θράσους των συστημικών δυνάμεων. Μια τέτοια είναι η περίπτωση της λίστας Λαγκάρντ- Παπακωνσταντίνου- Βενιζέλου.
Στην υπόθεση αυτή εξ αρχής εντοπίστηκαν εξοργιστικοί και προφανώς ύποπτοι χειρισμοί. Τόσο ο Γ. Παπακωνσταντίνου, όσο και ο Ε. Βενιζέλος διαχειρίστηκαν την εν λόγω λίστα σε καθεστώς πλήρους αδιαφάνειας και προσωπικών τους παρεμβάσεων. Από κοντά βεβαίως, όπως όλα δείχνουν και υψηλόβαθμοι υπηρεσιακοί παράγοντες. Η απώλεια και η επανεμφάνιση μετά από χρόνια της λίστας, η προσθαφαίρεση ονομάτων, η δημοσιογραφική διακίνηση και κατόπιν οι κινήσεις της δικαστικής λειτουργίας σηματοδότησαν την προκλητική εύνοια προς τη μεγάλη και μεσαία φοροδιαφυγή την ώρα που η φτωχοποίηση ισοπεδώνει το λαό.
Η περίπτωση της λίστας Λαγκάρντ- Παπακωνσταντίνου- Βενιζέλου αναδεικνύει- ελαφρώς μόνο στην πραγματικότητα- πτυχές του εγχωρίου παρασιτισμού από τον οποίο φυσικά ο ξένος παράγοντας, διά μέσου των εταιρειών του και όχι μόνο, έβγαινε επί δεκαετίες κερδισμένος. Αυτή είναι η μία πτυχή της προκλητικότητας της εν λόγω υπόθεσης. Το γεγονός δηλαδή ότι δύο υπουργοί οικονομικών και ορισμένοι υπηρεσιακοί παράγοντες, μέσα από παραθεσμικές διαδικασίες αντικειμενικά παρεμπόδισαν τη διερεύνηση υποθέσεων που πιθανότατα εντοπίζονται σοβαρά κρούσματα φοροδιαφυγής.
Το δεύτερο στοιχείο της πρόκλησης έχει να κάνει με την πολιτική διαχείριση του ζητήματος από τον Ε. Βενιζέλο, την τρικομματική συγκυβέρνηση και τα κατεστημένα ΜΜΕ. Ξαφνικά η όλη υπόθεση μετατράπηκε σε υπόθεση Παπακωνσταντίνου και δύο εξαδέλφων του. Το πρώην πριγκιπικό κεφάλι “πετιέται”- μόνο αυτό- προκειμένου να εκτονωθεί το πόπολο. Φυσικά και πρέπει να υπάρξει διερεύνηση των ευθυνών Παπακωνσταντίνου. Από εκεί και πέρα όμως η αποκλειστική ενοχοποίησή του και η αποποίηση ευθυνών από πλευράς Βενιζέλου, με έναν τρόπο μάλιστα εξόχως ευνοϊκό για τα συμφέροντα που συμπαρατάσσονται με τη συγκυβέρνηση βγάζουν μάτι ως προς τις μεθοδεύσεις που εξυπηρετούν.
Αυτή η διπλή πρόκληση του εν λόγω σκανδάλου μπορεί να αντιμετωπιστεί με δύο τρόπους: ο ένας είναι με τις συνήθεις αιτιάσεις για κλέφτες πολιτικούς κλπ, έως ότου το ζήτημα μοιραία ξεφουσκώσει.
Ο άλλος είναι να αντιμετωπιστεί ως πυροκροτητής για συνειδητοποίηση και αμφισβήτηση. Συνειδητοποίηση ότι οι περιπτώσεις τύπου λίστας Λαγκάρντ- Παπακωνσταντίνου- Βενιζέλου αποτέλεσαν ιστορικά βασική μέθοδο συγκέντρωσης ισχύος στα χέρια του κατεστημένου της χώρας, μέσα από προνομιακές σχέσεις πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ, συγκάλυψης κλπ. Αμφισβήτηση της συγκυβέρνησης που προσπαθεί να διαρρυθμίσει μια σειρά συμφερόντων με τρόπο που να διασφαλίζει τους εσωτερικούς της συσχετισμούς, φορτώνοντας ευθύνες στα πλέον ανώδυνα- σήμερα πλέον- πρόσωπα και καλύπτοντας όσα έχουν ακόμα κάποιο ρόλο να διαδραματίσουν υπέρ του παρασιτισμού και της μνημονιακής συγκυβέρνησης. Σε αυτήν την προοπτική μπορεί να καταστεί καταλύτης ευρυτέρων εξελίξεων.
TVXS
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου