Σταύρος Χριστακόπουλος
Η επίσκεψη Ολάντ στην Ελλάδα δεν ήταν, προφανώς, ένα κοσμογονικό γεγονός ούτε συνοδεύτηκε από κάποια εξέλιξη που να βελτιώνει την εικόνα της κυβέρνησης και της Ελλάδας. Άλλωστε αυτές οι επισκέψεις έχουν κύριο αντικείμενο τις μπίζνες.
Στο πολιτικό επίπεδο η Γαλλία, πιεσμένη η ίδια από τα δικά της δημοσιονομικά προβλήματα και την απέλπιδα προσπάθειά της να περιορίσει τα δυσάρεστα μέτρα λιτότητας εν μέσω ύφεσης, δεν είχε κάτι να προσφέρει στην Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε, εξ άλλου, ότι η Γαλλία, ούτε επί Σαρκοζί ούτε επί Ολάντ, έχει καταφέρει να τιθασεύσει τον οικονομικό ιμπεριαλισμό της Γερμανίας και τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που βυθίζει την Ευρώπη και την ίδια στην ύφεση.
Μπορεί η κρίση να βαθαίνει παρά τη σχετική ηρεμία στην αγορά ομολόγων, μπορεί η τραπεζική μαύρη τρύπα να ρουφάει έθνη και κράτη, μπορεί η παγκόσμια οικονομία να ανησυχεί για έναν πιθανό νομισματικό πόλεμο, μπορεί η πολιτική κρίση στην Ευρώπη να καταβροχθίζει τη μια κυβέρνηση μετά την άλλη, αλλά η Ευρώπη... δεν βιάζεται. Είναι κοινή άλλωστε η παραδοχή ότι εξ αρχής τα ανακλαστικά της ήταν τραγικά αργά.
Τώρα η Γηραιά Ήπειρος έχει στραμμένο το βλέμμα της στη Γερμανία και τις φθινοπωρινές εκλογές της. πολλοί είναι αυτοί που ελπίζουν ότι η πρωτοπόρος των δημοσκοπήσεων Μέρκελ θα βάλει νερό στο κρασί της αν εξασφαλίσει μια ακόμη θητεία απρόσκοπτης διακυβέρνησης.
Κάποιοι, μάλιστα, θεωρούν ότι η αποδυνάμωση των σκληρών νεοφιλελεύθερων συμμάχων της θα την υποχρεώσει να συνεργαστεί με τους σοσιαλδημοκράτες του Στάινμπρουκ και επενδύουν σε μια μεγάλη συγκυβέρνηση, η οποία θα αναχαιτίσει την θρησκοληπτική εμμονή στη λιτότητα. Προφανώς δεν παρατηρούν προσεκτικά τις μετατοπίσεις του Στάινμπρουκ προς την πλευρά της Μέρκελ, ίσως εν όψει μιας μελλοντικής συγκυβέρνησης.
Μια δεύτερη παράμετρος που πολλοί περιμένουν να δουν αν θα συντελέσει στη δημιουργία ενός αναχώματος προς τη Γερμανία είναι οι ιταλικές εκλογές την Κυριακή. Δύσκολο όμως να βγει «λευκός καπνός» και από εκεί, αφού η Ιταλία είναι μια δημοσιονομική βόμβα της οποίας η διαχείριση ελάχιστα θα κριθεί από τις σημερινές εξαγγελίες των υποψηφίων.
Σε αυτό το περιβάλλον, με την κάθε μία από τις μεγάλες χώρες της Ευρώπης να πολιτεύεται εσωστρεφώς προσπαθώντας να περιορίσει τις επιπτώσεις της κρίσης στο εσωτερικό της και τις νυν ή μελλοντικές κυβερνήσεις να αγωνίζονται πρωτίστως για την επιβίωσή τους, το «καμένο χαρτί» που λέγεται Ελλάδα δεν αποτελεί προτεραιότητά τους και καμιά δεν θα ρίσκαρε την σπατάλη πολιτικού και διαπραγματευτικού κεφαλαίου για χάρη της. Ιδιαιτέρως όταν:
● Καμιά απόπειρα σύμπηξης μιας ισχυρής συμμαχίας χωρών πληττόμενων ή απειλούμενων από τη γερμανική οικονομική επέλαση δεν έχει καρποφορήσει.
● Οι τρεις τελευταίες ελληνικές κυβερνήσεις καμιά προσπάθεια δεν έχουν καταβάλει ώστε να ενδυναμώσουν τους δεσμούς της Ελλάδας με χώρες οι οποίες θα μπορούσαν, έστω στο μέλλον, να συμπήξουν μια τέτοια συμμαχία.
«Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια» θα πείτε ίσως – και θα έχετε δίκιο.
Το πρόβλημά μας είναι ότι αυτή την εποχή οι επαφές με ηγέτες άλλων χωρών, τις οποίες η κυβέρνηση εμπορεύεται σαν «στήριξη» δεν είναι τίποτε άλλο από εκδηλώσεις ενδιαφέροντος – και πιέσεις – για συμμετοχή στο χάρισμα φιλέτων του Ελληνικού Δημοσίου και τη διατήρηση παλαιών προνομιακών σχέσεων σε εμπορικούς τομείς. Αυτή ήταν και η ατζέντα Ολάντ: εμπόριο όπλων, ταχυδρομεία, σιδηρόδρομοι, νερό κ.λπ.
Στο θέμα της ελληνικής ΑΟΖ, η γαλλική προφορική στήριξη και η διάθεση συνεκμετάλλευσης πιθανών ενεργειακών πόρων είναι περισσότερο μια υπερατλαντική παρά ευρωπαϊκή – πόσω μάλλον διμερής – υπόθεση, στην οποία κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει την Τουρκία, όπου ο Ολάντ θα πάει τις επόμενες ημέρες.
Με απλά λόγια ο πρόεδρος της Γαλλίας ήρθε για να καπαρώσει κι αυτός ό,τι προλαβαίνει υπενθυμίζοντας (και «πουλώντας») το ότι είναι η δεύτερη οικονομική και πολιτική δύναμη της ευρωζώνης και εμπορευόμενος στήριξη και εμπιστοσύνη χωρίς κόστος και ρίσκο.
Όμως όλα αυτά είναι απλώς διπλωματικές αβρότητες – άνευ, προς το παρόν, ιδιαίτερης αξίας.
topontiki.
Η επίσκεψη Ολάντ στην Ελλάδα δεν ήταν, προφανώς, ένα κοσμογονικό γεγονός ούτε συνοδεύτηκε από κάποια εξέλιξη που να βελτιώνει την εικόνα της κυβέρνησης και της Ελλάδας. Άλλωστε αυτές οι επισκέψεις έχουν κύριο αντικείμενο τις μπίζνες.
Στο πολιτικό επίπεδο η Γαλλία, πιεσμένη η ίδια από τα δικά της δημοσιονομικά προβλήματα και την απέλπιδα προσπάθειά της να περιορίσει τα δυσάρεστα μέτρα λιτότητας εν μέσω ύφεσης, δεν είχε κάτι να προσφέρει στην Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε, εξ άλλου, ότι η Γαλλία, ούτε επί Σαρκοζί ούτε επί Ολάντ, έχει καταφέρει να τιθασεύσει τον οικονομικό ιμπεριαλισμό της Γερμανίας και τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που βυθίζει την Ευρώπη και την ίδια στην ύφεση.
Μπορεί η κρίση να βαθαίνει παρά τη σχετική ηρεμία στην αγορά ομολόγων, μπορεί η τραπεζική μαύρη τρύπα να ρουφάει έθνη και κράτη, μπορεί η παγκόσμια οικονομία να ανησυχεί για έναν πιθανό νομισματικό πόλεμο, μπορεί η πολιτική κρίση στην Ευρώπη να καταβροχθίζει τη μια κυβέρνηση μετά την άλλη, αλλά η Ευρώπη... δεν βιάζεται. Είναι κοινή άλλωστε η παραδοχή ότι εξ αρχής τα ανακλαστικά της ήταν τραγικά αργά.
Τώρα η Γηραιά Ήπειρος έχει στραμμένο το βλέμμα της στη Γερμανία και τις φθινοπωρινές εκλογές της. πολλοί είναι αυτοί που ελπίζουν ότι η πρωτοπόρος των δημοσκοπήσεων Μέρκελ θα βάλει νερό στο κρασί της αν εξασφαλίσει μια ακόμη θητεία απρόσκοπτης διακυβέρνησης.
Κάποιοι, μάλιστα, θεωρούν ότι η αποδυνάμωση των σκληρών νεοφιλελεύθερων συμμάχων της θα την υποχρεώσει να συνεργαστεί με τους σοσιαλδημοκράτες του Στάινμπρουκ και επενδύουν σε μια μεγάλη συγκυβέρνηση, η οποία θα αναχαιτίσει την θρησκοληπτική εμμονή στη λιτότητα. Προφανώς δεν παρατηρούν προσεκτικά τις μετατοπίσεις του Στάινμπρουκ προς την πλευρά της Μέρκελ, ίσως εν όψει μιας μελλοντικής συγκυβέρνησης.
Μια δεύτερη παράμετρος που πολλοί περιμένουν να δουν αν θα συντελέσει στη δημιουργία ενός αναχώματος προς τη Γερμανία είναι οι ιταλικές εκλογές την Κυριακή. Δύσκολο όμως να βγει «λευκός καπνός» και από εκεί, αφού η Ιταλία είναι μια δημοσιονομική βόμβα της οποίας η διαχείριση ελάχιστα θα κριθεί από τις σημερινές εξαγγελίες των υποψηφίων.
Σε αυτό το περιβάλλον, με την κάθε μία από τις μεγάλες χώρες της Ευρώπης να πολιτεύεται εσωστρεφώς προσπαθώντας να περιορίσει τις επιπτώσεις της κρίσης στο εσωτερικό της και τις νυν ή μελλοντικές κυβερνήσεις να αγωνίζονται πρωτίστως για την επιβίωσή τους, το «καμένο χαρτί» που λέγεται Ελλάδα δεν αποτελεί προτεραιότητά τους και καμιά δεν θα ρίσκαρε την σπατάλη πολιτικού και διαπραγματευτικού κεφαλαίου για χάρη της. Ιδιαιτέρως όταν:
● Καμιά απόπειρα σύμπηξης μιας ισχυρής συμμαχίας χωρών πληττόμενων ή απειλούμενων από τη γερμανική οικονομική επέλαση δεν έχει καρποφορήσει.
● Οι τρεις τελευταίες ελληνικές κυβερνήσεις καμιά προσπάθεια δεν έχουν καταβάλει ώστε να ενδυναμώσουν τους δεσμούς της Ελλάδας με χώρες οι οποίες θα μπορούσαν, έστω στο μέλλον, να συμπήξουν μια τέτοια συμμαχία.
«Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια» θα πείτε ίσως – και θα έχετε δίκιο.
Το πρόβλημά μας είναι ότι αυτή την εποχή οι επαφές με ηγέτες άλλων χωρών, τις οποίες η κυβέρνηση εμπορεύεται σαν «στήριξη» δεν είναι τίποτε άλλο από εκδηλώσεις ενδιαφέροντος – και πιέσεις – για συμμετοχή στο χάρισμα φιλέτων του Ελληνικού Δημοσίου και τη διατήρηση παλαιών προνομιακών σχέσεων σε εμπορικούς τομείς. Αυτή ήταν και η ατζέντα Ολάντ: εμπόριο όπλων, ταχυδρομεία, σιδηρόδρομοι, νερό κ.λπ.
Στο θέμα της ελληνικής ΑΟΖ, η γαλλική προφορική στήριξη και η διάθεση συνεκμετάλλευσης πιθανών ενεργειακών πόρων είναι περισσότερο μια υπερατλαντική παρά ευρωπαϊκή – πόσω μάλλον διμερής – υπόθεση, στην οποία κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει την Τουρκία, όπου ο Ολάντ θα πάει τις επόμενες ημέρες.
Με απλά λόγια ο πρόεδρος της Γαλλίας ήρθε για να καπαρώσει κι αυτός ό,τι προλαβαίνει υπενθυμίζοντας (και «πουλώντας») το ότι είναι η δεύτερη οικονομική και πολιτική δύναμη της ευρωζώνης και εμπορευόμενος στήριξη και εμπιστοσύνη χωρίς κόστος και ρίσκο.
Όμως όλα αυτά είναι απλώς διπλωματικές αβρότητες – άνευ, προς το παρόν, ιδιαίτερης αξίας.
topontiki.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου