Η γερμανική σοσιαλδημοκρατία βρίσκονται σε κρίση∙ και δεν είναι η μόνη. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αγωνίζονται να συνδεθούν με τη νέα γενιά ψηφοφόρων. Ποιο είναι όμως το πρόβλημα;
Η επανεκλογή της γερμανίδας καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ επιβεβαίωσε ό,τι ήδη γνώριζαν πολλοί: τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης έχουν αποτύχει να αντλήσουν οποιοδήποτε πολιτικό όφελος από τη συσχέτιση του δεξιόστροφου σεβασμού απέναντι στην ελεύθερη αγορά με τις οικονομικές κρίσεις που ταλανίζουν την ήπειρο.
Παραδοσιακά, οι Ευρωπαίοι σε περιόδους κρίσης στρέφονται στον συντηρητισμό. Σήμερα όμως η κατάσταση είναι πιο σύνθετη. Στη Γερμανία, οι χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ τα πήγαν χειρότερα στις εκλογές του 2009 απ’ ό,τι στις προηγούμενες. Αντίθετα, οι ψηφοφόροι επέλεξαν το αριστερό κόμμα Die Linke, τους φιλελεύθερους Ελεύθερους Δημοκράτες και τους Πράσινους. Αυτά τα κόμματα αντλούν από τις τάσεις δημογραφικού εκσυγχρονισμού: την ανάδυση μιας προοδευτικής νεότερης γενιάς, τη συνεχή άνοδο του εκπαιδευτικού επιπέδου, τη διεύρυνση της τάξης των ελεύθερων επαγγελματιών, τη συνεχή αύξηση του κοινωνικού βάρους των εργένικων ή εναλλακτικών νοικοκυριών, την αυξανόμενη θρησκευτική διαφοροποίηση και την εκκοσμίκευση. Παρά την ήττα των σοσιαλδημοκρατών, λοιπόν, μπορεί κανείς να διακρίνει την εμφάνιση νέων εκλογικών ακροατηρίων που ευνοούν τους προοδευτικούς. Αυτές οι τάσεις επαναλαμβάνονται σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη.
Γιατί όμως οι ομάδες αυτές δεν ψηφίζουν τους σοσιαλδημοκράτες;
Οι ανεπάρκειες της σοσιαλδημοκρατίας
Μπορεί κανείς να διακρίνει τέσσερις λόγους, κοινούς σε πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη, που καθένας έχει τις ρίζες του στις ανεπάρκειες του Τρίτου Δρόμου.
Καταρχάς, οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες έχουν κάνει ελάχιστα για να προσδιορίσουν τι αντιπροσωπεύουν ή σε τι διαφέρουν από τους συντηρητικούς. Ο Τρίτος Δρόμος συμφιλίωσε την προοδευτική σκέψη με την οικονομία της αγοράς, τον ατομικισμό και την παγκοσμιοποίηση. Αυτό βοήθησε τον Μπιλ Κλίντον στις ΗΠΑ, τον Τόνι Μπλερ στη Μεγάλη Βρετανία και τον Γκέρχαρντ Σρέντερ στη Γερμανία να εγκαθιδρύσουν πολιτική ηγεμονία σε μια εποχή συντηρητικής κυριαρχίας. Και τα τρία προγράμματα υπεραμύνονταν της ισονομίας και της ισοπολιτείας, αλλά απορρίπτοντας πολλές πολιτικές που έχουν σφραγίσει το σοσιαλδημοκρατικό ρεύμα ιδεών, επέτρεψαν στους συντηρητικούς να «θολώσουν» τις διαφορές με τους σοσιαλδημοκράτες. Επιπλέον, η τρέχουσα δυσκολία των σοσιαλδημοκρατών να καθορίσουν ένα εναλλακτικό οικονομικό παράδειγμα προέρχεται από τα χάσματα στη σκέψη του Τρίτου Δρόμου, ειδικότερα σε σχέση με τη βιομηχανική ανανέωση.
Δεύτερον, οι σοσιαλδημοκράτες έχουν αποτύχει να συνδεθούν με τις αξίες των ψηφοφόρων και κατά συνέπεια αγωνίζονται να ανταποκριθούν στον λαϊκιστικό θυμό που ριζώνει χαρακτηριστικά σε αυτές τις αξίες. Η απόρριψη εκ μέρους του Τρίτου Δρόμου της ιδεολογίας ήταν, κάποτε, δύναμη∙ σήμερα έχει γίνει αδυναμία. Οι σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί πάσχουν συχνά από «σεμιναρίτιδα» — αντιλαμβανόμενοι την πολιτική διαδικασία ως ζήτημα συγκέντρωσης στοιχείων, αποδείξεων και καλύτερων ιδεών. Όμως οι ψηφοφόροι χρειάζονται κάτι περισσότερο από έναν κατάλογο πολιτικών θέσεων. Εστιάζοντας στην υπευθυνότητα και την τεχνοκρατική μεταρρύθμιση, οι σοσιαλδημοκράτες εμφανίζονται αδιάφοροι απέναντι στις αξίες και τα συναισθήματα της εργατικής τάξης και των δυνάμει προοδευτικών υποστηρικτών. Κατά συνέπεια υπερφαλαγγίζονται από τα κόμματα στα αριστερά και τα δεξιά τους, όπως και από τους φιλελευθέρους και τους πράσινους.
Καμία πειστική απάντηση
Τρίτον, οι σοσιαλδημοκράτες βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι με ένα σύνολο νέων πολιτικών προκλήσεων που ο Τρίτος Δρόμος δεν προέβλεψε. Ο Τρίτος Δρόμος αναδύθηκε σε μια εποχή βαθιάς αισιοδοξίας. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η άνθηση του διαδικτύου οδήγησαν πολλούς να θεωρήσουν ότι η ιδεολογία (και η σύγκρουση) τελείωσαν και ότι η μεταμοντέρνα Δύση θα μπορούσε να ζήσει από τις υπηρεσίες, καταναλώνοντας τα αγαθά που παρήχθησαν από τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Αλλά η είσοδος δισεκατομμυρίων νέων εργαζομένων στην παγκόσμια οικονομία δεν ήταν άμοιρη συνεπειών. Ενώ τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης έχουν κατανεμηθεί ευρέως, οι θυσίες γίνονται από συγκεκριμένες κοινότητες, συνήθως της εργατικής τάξης, που ήταν κάποτε η βάση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων.
Αυτές οι τάσεις έχουν επιδεινωθεί από την τρέχουσα κρίση, ενώ τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα απέτυχαν να προσφέρουν οποιαδήποτε πειστική απάντηση. Προσθέστε εδώ τις αυξανόμενες ανησυχίες για τη μετανάστευση, το έγκλημα και την ισλαμική τρομοκρατία, και θα καταλάβετε γιατί τα ευρωπαϊκά εκλογικά σώματα έχουν γίνει ευάλωτα απέναντι σε μια πολιτική φόβου και λαϊκισμού. Οι σοσιαλδημοκράτες είναι αυτή την περίοδο παγιδευμένοι μεταξύ του να εμφανίζονται ως άμουσοι που άδουν τις αρετές της παγκοσμιοποίησης ή της πολυπολιτισμικότητας χωρίς να αναγνωρίζουν τις δυσκολίες τους και του να αλλοτριώνουν μέρος του εκλογικού σώματος που έχουν ανάγκη προκειμένου να κερδίσουν αξιώματα. Επιπλέον, στην οικονομία και τη μετανάστευση, η ζωτική ενδοχώρα των ψηφοφόρων τους δελεάζεται από τα συναισθηματικά μηνύματα δεξιών και αριστερών αντιπάλων.
Τέλος εποχής
Τέλος, οι σοσιαλδημοκράτες απέτυχαν να εκσυγχρονίσουν τον τρόπο που κάνουν πολιτική. Η γοητεία πολλών νέων ηθικών ή προοδευτικών κινημάτων συνίσταται στο να είναι ανοικτά και λιγότερο ιεραρχικά. Οι μέρες που μια δομή διοίκησης και ελέγχου διαχειριζόταν την ειδησιογραφία, την πολιτική και την επικοινωνία παρήλθαν. Η εμφάνιση των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της μπλογκόσφαιρας καθιστούν μια τέτοια προσέγγιση αδύνατη. Εκτός αυτού, οι ψηφοφόροι διακατέχονται από μικρότερο σεβασμό απέναντι στα κόμματα και θέλουν να διαδραματίσουν έναν ενεργότερο ρόλο στην πολιτική διαδικασία.
Μολονότι ο Τρίτος Δρόμος ήταν ένα ουσιαστικό στάδιο στην ανανέωση της σοσιαλδημοκρατικής σκέψης, ειδικότερα επειδή συμφιλίωσε ένα εκλογικό σώμα που είχε εγκλιματιστεί στον συντηρητισμό με τη δυνατότητα προοδευτικής πολιτικής, έχει φάει τα ψωμιά του. Εάν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα επανέλθουν, τότε πρέπει να κινηθούν προς μια νέα φάση προοδευτικής διακυβέρνησης.
Για να επωφεληθούν οι σοσιαλδημοκράτες από την εμφάνιση των νέων κοινωνικών ομάδων και των εκλογικών ακροατηρίων που ενδεχομένως διάκεινται ευνοϊκά απέναντί τους, θα χρειαστούν μια νέα ημερήσια διάταξη, ένα νέο πάθος, μια νέα πολιτική –ανοικτή στη συνεργασία με άλλα κόμματα και με νέα εκλογικά ακροατήρια.
Για εκείνους που έχουν εντρυφήσει στην πολιτική του Τρίτου Δρόμου, αυτή η μετάβαση θα είναι σκληρή, αλλά πρέπει να ξεκινήσει άμεσα.
Μετάφραση: Αλίκη Βιτσότρατες
*Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύθηκε στο γερμανικό περιοδικό Spiegel και βασίζεται σε ένα εκτενέστερο κείμενο των συγγραφέων με τίτλο «Το ευρωπαϊκό παράδοξο».
sibilla-gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου