Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

Νεοφιλελευθερισμός, μια άγρια ιστορία έως τις μέρες μας.

Η υπόθεση ότι η ελευθερία της αγοράς και του εμπορίου εγγυάται τις ατομικές ελευθερίες, αποτελεί το κεντρικό στοιχείο της νεοφιλελεύθερης σκέψης και έχει κυριαρχήσει επί μακρόν στη στάση των ΗΠΑ έναντι του υπόλοιπου κόσμου.
Το πρώτο πείραμα σχηματισμού νεοφιλελεύθερου κράτους έγινε στη Χιλή μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ την 11 Σεπτεμβρίου 1973 , τριάντα χρόνια πριν από την ημέρα, που ο Πολ Μπρέμερ, επικεφαλής της Προσωρινής Συμμαχικής Αρχής , που κυβερνούσε το κατεστραμμένο μεταπολεμικό Ιράκ , ανακοίνωνε « την πλήρη ιδιωτικοποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων , την εξάλειψη των εμπορικών φραγμών και το άνοιγμα των Ιρακινών τραπεζών στον ξένο έλεγχο ».
Το πραξικόπημα του Πινοσέτ εναντίον της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης του Σαλβαδόρ Αλιέντε , προωθήθηκε από τις εγχώριες επιχειρηματικές ελίτ, που απειλούνταν από τον σοσιαλιστικό προσανατολισμό του Αλιέντε.
Κατέστειλαν βίαια όλα τα κινήματα, τις λαϊκές οργανώσεις, όπως τα κοινοτικά κέντρα υγείας στις φτωχογειτονιές και « απελευθερώθηκε »η αγορά εργασίας από ρυθμιστικούς ή θεσμικούς περιορισμούς (π.χ. συνδικάτα ).
Μια ομάδα οικονομολόγων , οι περίφημοι « Σικάγο Μπόις » , εξαιτίας της προσκόλλησής τους στις νεοφιλελεύθερες αρχές του Μίλτον Φρίντμαν
, που δίδασκε στο πανεπιστήμιο του Σικάγου , κλήθηκε να αναδιοργανώσει την οικονομία της Χιλής του Πινοσέτ.
Οι ΗΠΑ χρηματοδοτούσαν την εκπαίδευση των Χιλιανών οικονομολόγων στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου από την εποχή του 1950, στα πλαίσια ενός ψυχροπολεμικού προγράμματος αντίδρασης στις αριστερές τάσεις της Λατινικής Αμερικής .
Στις αρχές του 1970 οι επιχειρηματικές ελίτ οργάνωσαν την αντιπολίτευσή τους στον Αλιέντε, μέσω των οικονομολόγων της «Λέσχης της Δευτέρας».
Μετά τον παραγκωνισμό του στρατηγού Γουσταύου Λέι, οπαδού του κεϊνσιανισμού , το 1975 ο Πινοσέτ συμπεριλαμβάνει τους οικονομολόγους αυτούς στην κυβέρνηση , όπου η πρώτη τους δουλειά ήταν να διαπραγματευτούν δάνεια με το ΔΝΤ.
Σε συνεργασία με το ΔΝΤ , αναδόμησαν την οικονομία της Χιλής, σύμφωνα με τις νεοφιλελεύθερες θεωρίες τους.
Ιδιωτικοποίησαν τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου, ακύρωσαν τις εθνικοποιήσεις , άνοιξαν τους φυσικούς πόρους στους ιδιώτες , ιδιωτικοποίησαν την κοινωνική ασφάλιση και διευκόλυναν τις άμεσες ξένες επενδύσεις και το ελεύθερο εμπόριο.
Κατοχυρώθηκε το δικαίωμα των ξένων εταιρειών να επαναπατρίζουν τα κέρδη από τις επιχειρήσεις τους στη Χιλή. Ο μόνος τομέας που διαφυλάχτηκε για το κράτος ήταν οι πολύ σημαντικές πρόσοδοι από το χαλκό όπως και το πετρέλαιο στο Ιράκ .
Η αναζωογόνηση της χιλιανής οικονομίας βάσει της κεφαλαιακής συσσώρευσης, των ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και των ποσοστών αποδόσεων των ξένων επενδύσεων ήταν βραχύβια.
Εξανεμίσθηκαν όλα από την κρίση του χρέους της Λατινικής Αμερικής το 1982.
Το βάναυσο πείραμα του νεοφιλευθερισμού που έγινε στην περιφέρεια αποτέλεσε το μοντέλο για τη διαμόρφωση πολιτικής στο κέντρο με την νεοφιλελεύθερη στροφή τόσο στη Βρετανία από τη Θάτσερ , όσο και στις ΗΠΑ από τον Ρήγκαν.
Η φιλελευθεροποίηση της Κίνας το 1978 , οι επί μέρους κινήσεις της Ινδίας στην κατεύθυνση του νεοφιλελευθερισμού στη δεκαετία του 1980 , στη Σουηδία τη δεκαετία του 1990, δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο στην ιμπεριαλιστική εμβέλεια της ισχύος των ΗΠΑ.

Γιατί συνέβη η νεοφιλελεύθερη στροφή και ποιες ήταν οι δυνάμεις που κατέστησαν ηγεμονικό το νεοφιλελευθερισμό στον παγκόσμιο καπιταλισμό;

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο για να εξασφαλιστεί η εσωτερκή ειρήνη και ηρεμία , οικοδομήθηκε κάποια μορφή ταξικού συμβιβασμού μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας.
Δημιούργησαν ένα μείγμα αγοράς , κράτους και δημοκρατικών θεσμών , που θα εγγυάται την ειρήνη , τη σταθερότητα , τον μη αποκλεισμό και την ευημερία.
Οικοδομήθηκε διεθνώς μια νέα παγκόσμια τάξη μέσω των συμφωνιών Μπρέτον Γουντς και θεσμών όπως τα Ηνωμένα Έθνη , η Παγκόσμια Τράπεζα , το ΔΝΤ και η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών , για να συμβάλουν στη σταθερότητα των διεθνών σχεδίων. Το ελεύθερο εμπόριο αγαθών ενθαρρύνθηκε με ένα σύστημα σταθερών ισοτιμιών , που στηρίχθηκε στη μετατρεψιμότητα του αμερικανικού δολαρίου σε χρυσό. Παρόλο που οι σταθερές ισοτιμίες ήταν ασύμβατες με τις ελεύθερες ροές κεφαλαίου , οι ΗΠΑ είχαν το δικαίωμα να διοχετεύουν ελεύθερα τα δολάρια πέραν των συνόρων τους ,εάν το δολάριο επρόκειτο να λειτουργήσει ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα.
Και ενώ στην Ευρώπη δημιουργήθηκαν σοσιαλδημοκρατικά κράτη , χριστιανοδημοκρατικά και κράτη με διευθυνόμενη οικονομία, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία στράφηκαν προς την φιλελεύθερη κρατική μορφή .
Το κοινό στοιχείο ήταν η αποδοχή ότι το κράτος πρέπει να στραφεί στην πλήρη απασχόληση, την οικονομική μεγέθυνση και στην ευημερία των πολιτών.

Οι επονομαζόμενες « Κεϋνσιανές », δημοσιονομική πολιτική και νομισματική,
εφαρμόζονταν με σκοπό τον μετριασμό της έντασης των διακυμάνσεων του οικονομικού κύκλου και την εξασφάλιση της πλήρους απασχόλησης.
Ο « ταξικός συμβιβασμός » μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας ήταν η εγγύηση για την εξασφάλιση εσωτερικής ηρεμίας και έθετε τα κριτήρια για τον κοινωνικό μισθό , με τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας ( υγεία , παιδεία ..).
Ο «εμπεδωμένος αυτός φιλελευθερισμός» παρήγαγε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και οικονομικής μεγέθυνσης στις δεκαετίες του 1950 και 1960, με τους θεσμούς της εργατικής τάξης, όπως τα συνδικάτα και τα πολιτικά κόμματα της Αριστεράς να έχουν πραγματική επιρροή στον κρατικό μηχανισμό.

Στα τέλη του 1960 ο εμπεδωμένος φιλελευθερισμός αρχίζει να καταρρέει διεθνώς και τα σημάδια μιας σοβαρής κρίσης συσσώρευσης κεφαλαίου διαφαίνεται, με αλματώδη αύξηση της ανεργίας και του πληθωρισμού , μπαίνοντας οι οικονομίες σε μια παγκόσμια φάση « στασιμοπληθωρισμού» .
Οι δημοσιονομικές κρίσεις των διαφόρων κρατών( π.χ η Βρετανία προσέφυγε στο ΔΝΤ στο 1975-76) , είχαν σαν αποτέλεσμα το κατρακύλισμα των φορολογικών εσόδων και την ραγδαία αύξηση των κοινωνικών δαπανών.
Οι κεϋνσιανές πολιτικές δεν ήταν πλέον αποτελεσματικές. Το σύστημα σταθερών ισοτιμιών του Μπρέτον Γουντς που στηριζόταν στα αποθέματα χρυσού είχε αποδιοργανωθεί και έτσι το 1971 , εγκαταλείφθηκε και ο χρυσός δεν μπορούσε πια να λειτουργήσει ως μεταλλική βάση του διεθνούς χρήματος και επιτράπηκε η ελεύθερη διακύμανση των ισοτιμιών.
Μία εναλλακτική λύση στο υπαρκτό τέλος του εμπεδωμένου φιλελευθερισμού , που είχε παράγει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στις καπιταλιστικές χώρες μετά το 1945 , ήταν η οργάνωση των κοινωνιών τουλάχιστον στην Ευρώπη από τα σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά κόμματα.
Τα καινοτόμα πειράματα διακυβέρνησης , όπως η «κόκκινη Μπολόνια» στην Ιταλία , ο επαναστατικός μετασχηματισμός της Πορτογαλίας , η στροφή στον σοσιαλισμό της αγοράς και στις ιδέες του « ευρωκομμουνισμού» , στην Ιταλία ( Μπερλιγκουέρ) στην Ισπανία ( Καρίγιο) και οι σοσιαλδημοκρατίες με το ισχυρό κράτος πρόνοιας στις Σκανδιναβικές χώρες , έκαναν ακόμη και τον Νίξον (ρεπουμπλικάνο πρόεδρο ) να αναφωνήσει « τώρα είμαστε όλοι κεϋνσιανιστές» .
Αλλά η Αριστερά δεν κατάφερε να προχωρήσει πέρα από τις παραδοσιακές κοινωνικο-δημοκρατικές λύσεις ( συνεργασία εργοδοτών και εργατών μέσα από την καθοδήγηση του κράτους) , λύσεις που στα μέσα της δεκαετίας του ΄70 αποδείχθηκαν ασύμβατες με τις απαιτήσεις της κεφαλαιακής συσσώρευσης.
Έτσι τα συμφέροντα εκείνων που υπαγόρευαν την απελευθέρωση της ισχύος των εταιρειών και των επιχειρήσεων και την επανεδραίωση των αγορών επικράτησαν , φέρνοντας τον νεοφιλελευθερισμό , ως τη μοναδική απάντηση για την εκ νέου δυναμική συσσώρευση κεφαλαίου.
Τη δεκαετία του 1970 η οικονομική μεγέθυνση κατέρρευσε , τα πραγματικά επιτόκια τότε έγιναν αρνητικά, τα κέρδη και τα μερίδια πενιχρά, οπότε οι απανταχού ανώτερες τάξεις αισθάνθηκαν να απειλούνται και έπρεπε να δράσουν αποφασιστικά προκειμένου να προστατευθούν από την πολιτική και οικονομική εκμηδένιση.
Το πραξικόπημα στη Χιλή και η ανάληψη της εξουσίας από τους στρατιωτικούς στην Αργεντινή, που στηρίχθηκαν εσωτερικά από τις ανώτερες τάξεις με τη βοήθεια των ΗΠΑ , έδιναν ένα είδος λύσης. Οι χώρες αυτές και οι κυβερνώσες τάξεις μαζί με τους ξένους επενδυτές στα πρώτα στάδια αναδιένειμαν τον πλούτο υπέρ των πλουσίων και η κοινωνική ανισότητα διευρύνθηκε. Ο Ζεράρ Ντουμενίλ και ο Ντομινίκ Λεβί , συνθέτοντας τα δεδομένα αυτά , συμπέραναν ότι ο νεοφιλελευθερισμός εξαρχής ήταν ένα σχέδιο για την παλινόρθωση της ταξικής ισχύος.
Με την εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος , που ανήκε στο εισοδηματικά ανώτερο 1% των Αμερικανών αυξήθηκε ραγδαία, για να φτάσει στο 15% στα τέλη του αιώνα.
Το 0,1% (εισοδηματικά ανώτερο των Αμερικανών) αύξησε το μερίδιό του στο εθνικό εισόδημα από 2% το 1978 σε μεγαλύτερο από > 6% το 1999 και η αναλογία των μισθών των διευθυνόντων συμβούλων σε σχέση με τη μέση αμοιβή των εργατών αυξήθηκε από άνω του 30/1 το 1970, σε σχεδόν 500/1 το 2000.
Το αντίστοιχο συνέβη και στο εισοδηματικά ανώτερο 1% των Βρετανών , που διπλασίασε το μερίδιό του στο εθνικό εισόδημα από 6,5% σε 13% το ΄82.
Ακόμη και στη Ρωσία εμφανίστηκε μια μικρή και ισχυρή ολιγαρχία , μετά την νεοφιλελεύθερη στροφή του 1990.Στην Κίνα , που υιοθέτησε μεθόδους προσανατολισμένες στην ελεύθερη αγορά, παρατηρούνται φαινόμενα ακραίας εισοδηματικής ανισότητας και πλούτου. Στο Μεξικό, μετά το κύμα ιδιωτικοποιήσεων , το 1992 ελάχιστα άτομα σχεδόν σε μια νύχτα μπήκαν στη λίστα των πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου (π.χ. Κάρλος Σλιμ).
Οι χώρες δε της « Ανατολικής Ευρώπης και η Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών » κατέγραψαν μερικές από τις μεγαλύτερες αυξήσεις που έχουν παρατηρηθεί ποτέ στην κοινωνική ανισότητα.
Συνεπώς η νεοφιλελευθεροποίηση εφαρμόστηκε στη βάση ενός σχεδίου αναδιοργάνωσης του διεθνούς καπιταλισμού , της καπιταλιστικής συσσώρευσης και της παλινόρθωσης της δύναμης των οικονομικών ελίτ.

Ο καπιταλιστικός κόσμος μέσα από πειράματα και διαδρομές χαοτικές προχώρησε προς τον νεοφιλελευθερισμό , και συγκροτήθηκε ως μια καινούργια ορθοδοξία, γνωστή με τη διατύπωση ως « Συναίνεση της Ουάσιγκτον» τη δεκαετία του ΄90 , όταν τότε Κλίντον και Μπλερ ανέστρεψαν με ευκολία την προηγούμενη δήλωση του Νίξον και είπαν απλά « Τώρα είμαστε όλοι νεοφιλελεύθεροι».
Η νεοφιλελευθεροποίηση μπορεί να ερμηνευθεί ως ένα ουτοπικό πρόγραμμα με σκοπό την υλοποίηση ενός σχεδίου αναδιοργάνωσης του διεθνούς καπιταλισμού , που δεν υπήρξε τόσο αποτελεσματική ως προς την αναζωογόνηση της παγκόσμιας συσσώρευσης κεφαλαίου και τη δημιουργία δύναμης των οικονομικών ελίτ.
- Η μικρή και κλειστή ομάδα των παθιασμένων ακαδημαϊκών-οικονομολόγων συσπειρωμένη γύρω από τον Αυστριακό Φρίντριχ φον Χάγιεκ (βραβείο Νόμπελ το 1974 για τα οικονομικά – ελεγχόμενο φυσικά το βραβείο αυτό από την τραπεζική ελίτ της Σουηδίας) ,τον Μίλτον Φρίντμαν, τον φιλόσοφο Κάρλ Πόπερ έφτιαξαν την ιδρυτική διακήρυξη της Εταιρείας Μον Πελερέν, με ταμπέλα την προσκόλλησή τους στις αρχές της αγοράς των νεοκλασικών οικονομικών του 19ου αιώνα , εκτοπίζοντας τις κλασικές θεωρίες των Άνταμ Σμίθ , Ντέιβιντ Ρικάρντο και Κάρλ Μάρξ.
Διατήρησαν όμως την άποψη του Άνταμ Σμιθ για το αόρατο χέρι που εξισορροπεί την αγορά και εναντιωνόταν βαθιά στις θεωρίες του κρατικού παρεμβατισμού , όπως του Τζον Κέυνς, που κυριάρχησαν στη δεκαετία του 1930, σαν αντίδραση στην Μεγάλη Ύφεση.
Οι νεοφιλελεύθεροι εναντιώνονται στις θεωρίες του κεντρικού κρατικού σχεδιασμού, όπως εκείνες που προωθούσε ο Όσκαρ Λανζ, που προσέγγιζαν την μαρξιστική παράδοση, υποστηρίζοντας ότι οι κρατικές αποφάσεις σε θέματα επενδύσεων και κεφαλαιακής συσσώρευσης μοιραία θα είναι λανθασμένες , αφού στο κράτος οι πληροφορίες δεν μπορούν να ανταγωνιστούν αυτές που εκπέμπει η αγορά.
Η νεοφιλελεύθερη πλέον θεωρία με το μονεταριστικό της περιτύλιγμα, σαν οικονομική ορθοδοξία γίνεται πράξη στην Αγγλία με την εκλογή της Θάτσερ .

Η μεταρρύθμιση της οικονομίας προς τις μονεταριστικές λύσεις της « προσφοράς» ,για την θεραπεία του στασιμοπληθωρισμού της οικονομίας της Βρετανίας ήταν η απαρχή του λυσσαλέου ξεπαστρέματος των θεσμών και του κοινωνικο-δημοκρατικού κράτους που είχε δημιουργηθεί μετά το 1945.

- Η διεθνής χρηματοπιστωτική πολιτική, οι κατευθύνσεις της οποίας καθορίζονται από το ΔΝΤ , υπό την καθοδήγηση της Ουάσινγκτον , προσδιορίσθηκε όπως αναφέραμε και παραπάνω την περίοδο ΄90- 2000 , από τους κανόνες της « Συναίνεσης της Ουάσιγκτον». Όμως γρήγορα αναθεωρήθηκε υπό την πίεση της δραματικής επέκτασης του αμερικανικού ελλείμματος και την νεοσυντηρητική καθοδήγηση της ομάδας Μπους (2001).
Ο πρώην διευθυντής μελετών του ΔΝΤ Κένεθ Ρόγκοφ δεν δίστασε να χαρακτηρίσει την Συναίνεση « αντινομική και «οξύμωρη» επειδή αποδίδει υπερβολική σημασία στην άμεση διάσωση των « εθνικών » οικονομιών , που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, παραμελώντας τις συνέπειες των παρεμβάσεων του ΔΝΤ στο διεθνές πλαίσιο.
Ένα νέο ρεύμα οικονομολόγων συγκροτήθηκε γύρω από τις θέσεις του Ρόγκοφ , η Άννα Κρούγκερ, Μάικλ Μπόρντο, οπαδούς της «κλασσικής» φιλελεύθερης προσέγγισης.
Το ρεύμα αυτό αμφισβήτησε ανοικτά τη διεθνή χρηματοπιστωτική πολιτική του ΔΝΤ και της Ουάσιγκτον.
Οι σταθερές ισοτιμίες , συνοδευόμενες από την πλήρη κατάργηση ελέγχων στις διεθνείς κινήσεις κεφαλαίων , ενθαρρύνουν πιστεύει ο Ρόγκοφ, όχι μόνο τη διεθνή κινητικότητα κεφαλαίων, αλλά ακόμη περισσότερο τη διεθνή κερδοσκοπία.
Η αναγκαία αλληλεγγύη του ΔΝΤ έναντι των αδυνάτων χωρών και νομισμάτων , συχνών θυμάτων των κερδοσκοπικών επιθέσεων , έχει αποδειχθεί πλέον ο βασικός μηχανισμός εξαγωγής και επέκτασης των εθνικών κρίσεων σε διεθνές πεδίο.
Η ένταξη και διατήρηση κάθε χώρας στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές , αντί να τη διασφαλίζουν , αποδεικνύονται συχνά παράγοντες κρίσεων , λόγω της υπερκινητικότητας των κερδοσκοπικών κεφαλαίων και της υπερρευστότητας των διεθνών αγορών χρήματος.
Όσον αφορά την διόγκωση του εξωτερικού χρέους σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες ο Ρόγκοφ την αποδίδει κατά μεγάλο μέρος στην εμμονή του ΔΝΤ να επιβάλλει σε κάθε χώρα την επαγρύπνηση για την συγκράτηση του πληθωρισμού.
Όμως κατά τον ίδιο , η συγκράτηση του πληθωρισμού δεν είναι κατ΄ανάγκη σε κάθε περίπτωση ευεργετική , αφού συνεπάγεται συχνά την επιδείνωση των δημοσίων ελλειμμάτων και την επιβάρυνση των χρεών σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα και την αυξανόμενη αδυναμία αποπληρωμής των πιστωτών.
Στην Ευρώπη τώρα με τη διεύρυνση της Ε.Ε από 15 σε 27 χώρες –μέλη , η αναλογία των φτωχών αυξήθηκε και ανήρθε το 2007 σε 78 εκατ., ήτοι 16% του συνολικού ευρωπαϊκού πληθυσμού. Πηγές της φτώχειας σήμερα είναι όχι μόνο η ανεργία , που διογκώνεται , αλλά περισσότερο η ευκαιριακή και προσωρινή εργασία. Φτωχοί στις μέρες μας είναι όχι μόνο οι άνεργοι , αλλά επίσης όλο και περισσότερο εργαζόμενοι. Η αποδιάρθρωση της αγοράς εργασίας και η απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων με την προσωρινότητα και την ανασφάλεια των εργαζομένων ,αποτελούν συνειδητούς στόχους της οικονομικής πολιτικής όλων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Ο Τόμας Μάλθους , βρετανός οικονομολόγος(1766- 1834) υποστήριζε ότι πρέπει οι εργαζόμενοι να αισθάνονται ανασφαλείς , να στερούνται ακόμη και των αναγκαίων για την επιβίωση, προκειμένου να γίνονται έτσι περισσότερο πειθήνιοι και παραγωγικοί.
Ο Ελβετός Ζαν Ζιγκλέρ , διαβλέπει ότι, υπό την καθοδήγηση των πολυεθνικών επιχειρήσεων , συντελείται στην εποχή μας σε πλανητική κλίμακα ένα « πελώριο άλμα προς τα πίσω» , δηλ, ο καπιταλισμός παλινορθώνει τη φεουδαρχία.
Με την υπερχρέωση και την επέκταση του δανεισμού , οι νέοι « δεσπότες του πλανήτη» κατοχυρώνουν την εξουσία τους.
Οι εργαζόμενοι μετατρέπονται σε «νέους δουλοπάροικους» με μειωμένα δικαιώματα στην ελευθερία, στην πολιτεία, στη ζωή.
Με την έμφαση στα χρηματοπιστωτικά κυκλώματα , προτιμώνται παντού οι προμήθειες και εργολαβίες σε έργα υποδομών , εις βάρος των επενδύσεων στην υγεία και την εκπαίδευση.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο , ενώ στραγγαλίζει τις δημόσιες δαπάνες στους κοινωνικούς τομείς , τις επιτρέπει ανεξέλεγκτα στην άμυνα , στην πολιτική καταστολή, που ενθαρρύνουν τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Όπου το ΔΝΤ επεμβαίνει , η φτώχεια αυξάνεται και το ιδανικό της παγκόσμιας και κοινωνικής δικαιοσύνης , που η ανθρωπότητα θεώρησε ως νόμιμο και εφικτό κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο , απομακρύνεται σήμερα όλο και περισσότερο από τον ορίζοντα!
Βιβλιογραφία
Ντέϊβιντ Χάρβεϊ " Νεοφιλελευθερισμός - Ιστορία και παρόν"
Κώστας Βεργόπουλος " Το Μεγάλο ρήγμα - η αποδόμηση του κόσμου"
Nαόμι Κλάιν

Δεν υπάρχουν σχόλια: