Mε το προσωνύμιο «σιδηρά κυρία», έμεινε στην ιστορία ως η πλέον μισητή εκπρόσωπος της άρχουσας τάξης στη Μ. Βρετανία και αυτό δεν ήταν καθόλου τυχαίο. Η ίδια μισούσε επίσης βαθύτατα και απόλυτα την εργατική τάξη. Η άνοδος της Θάτσερ δεν έγινε σε πολιτικό κενό. Ολόκληρη η δεκαετία του ’70 σημαδεύτηκε από μεγάλους εργατικούς αγώνες. Η διετία 1972-74 υπήρξε το πρώτο κύμα, με αιχμή την απεργία των ανθρακωρύχων το 1974, η οποία ανάγκασε τη δεξιά κυβέρνηση του Χιθ να προσφύγει στις εκλογές με το σλόγκαν «ή οι ανθρακωρύχοι ή εμείς».Ο λαός καταψήφισε τη Δεξιά και η κυβέρνηση πέρασε στα χέρια τωνΕργατικών. Όμως βρήκαν και πάλι απέναντί τους το οργανωμένο εργατικό κίνημα.
Κορύφωση των εργατικών αγώνων ήταν ο λεγόμενος «χειμώνας της δυσαρέσκειας» το 1978-79, όταν ο αριθμός των απεργών και των απεργιών ξεπέρασε κάθε μεταπολεμικό προηγούμενο με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να καταφέρουν μία σειρά από νίκες. Ο Εργατικός πρωθυπουργός Κάλαχαν έλεγε ότι η κυβέρνησή του έπεσε τότε εξαιτίας των «ανυπάκουων και άπληστων συνδικάτων».Άνοδος Η Θάτσερ ανέβηκε
στην εξουσία με στόχο να σταματήσει αυτή την επιτυχή αντίσταση του εργατικού κινήματος, αλλά και να μεταρρυθμίσει την αγγλική οικονομία, έχοντας ένα καθαρό πρόγραμμα νεοφιλελευθερισμού. Υπήρξε η αρχιτέκτονας των ιδιωτικοποιήσεων. Η μανία της για απορρύθμιση έθεσε τις βάσεις των σκανδάλων του νεοφιλελευθερισμού. Τα υψηλά επιτόκια και η σκληρή λίρα έκαναν πανάκριβα τα εξαγόμενα προϊόντα, πράγμα που σήμαινε ατέλειωτες απολύσεις στους παραγωγικούς κλάδους και κλεισίματα εργοστασίων. Το1983 η βιομηχανική παραγωγή είχε πέσει κατά 30% σε σχέση με το 1978!
Στη διάρκεια της 11ετούς θητείας της, η ανισοκατανομή του πλούτου πολλαπλασιάστηκε: αύξηση των κερδών και δραστική μείωση των φόρων για τους πλούσιους, από τη μια, ραγδαία μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων και των άλλων φτωχών
στρωμάτων, από την άλλη. Τα τρία πρώτα χρόνια της κυβέρνησης Θάτσερ, η ανεργία αυξήθηκε κατά 250% φτάνοντας στα υψηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του ’30.
Την ίδια στιγμή χτυπιόταν με άγριες περικοπές και το κράτος πρόνοιας και συρρικνώνονταν οι κοινωνικές παροχές. Το ποσοστό του πληθυσμού που ζούσε κάτω από το επίπεδο της φτώχειας εκτινάχθηκε από το 9% το 1979 στο 23% στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το φαινόμενο των αστέγων μαζικοποιήθηκε για πρώτη φορά στις πόλεις. Η επίθεση στην εργατική τάξη επεκτάθηκε και σε «θεσμικό» επίπεδο, καθώς η Θάτσερ επέβαλε τους σκληρότερους αντισυνδικαλιστικούς νόμους σε όλη τη Δ. Ευρώπη με στόχο να τρομοκρατήσει και να σπάσει το ηθικό του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Η κυβέρνηση ακολούθησε την έξυπνη τακτική του «σαλαμιού»: χτυπούσε έναν κλάδο κάθε φορά, προσπαθώντας να στρέψει όλη την κοινωνία εναντίον του. Ωστόσο η αντίσταση των
εργαζομένων και της βάσης των συνδικάτων υπήρξε διαρκής, επίμονη και πολλές φορές ηρωική. Την πρώτη φορά, το 1980, η απεργία των μεταλλεργατών –που κράτησε τρεισήμισι μήνες!– παραλίγο να ρίξει τη Θάτσερ λίγους μόλις μήνες μετά την εκλογή της. Κορύφωση της αντίστασης υπήρξε η μεγάλη απεργία των ανθρακωρύχων που συγκλόνισε όλον τον κόσμο τη διετία 1984-85. Γενικά, ολόκληρη η δεκαετία του ’80 ήταν γεμάτη
απεργίες νοσηλευτών, δημόσιων και δημοτικών υπαλλήλων, τυπογράφων, ναυτεργατών, σιδηροδρομικών, εργαζόμενων στην αυτοκινητοβιομηχανία κ.ά.Ο λόγος που όλοι αυτοί οι αγώνες δεν μπόρεσαν να σταματήσουν τη «σιδηρά κυρία» ήταν οι προδοσίες της ηγεσίας των Εργατικών. Π.χ. το 1984-85, τα συνδικάτα δεν έκαναν καμία κινητοποίηση συμπαράστασης στους απεργούς ανθρακωρύχους, ενώ ο ηγέτης των Εργατικών Νιλ Κίνοκ έφτασε στο κατάπτυστο σημείο να καταγγέλλει τις απεργιακές φρουρές που πάλευαν νύχτα μέρα να κρατήσουν τον αγώνα. Η ίδια η Θάτσερ έγραψε αρκετά χρόνια μετά ότι,
αν είχε να αντιμετωπίσει μια οργανωμένη αντίσταση όπως αυτή του 1978-79, τότε, «μπορεί τελικά να είχαμε διαλυθεί, όπως διαλύθηκε η κυβέρνηση των Εργατικών».Βοήθεια από τους Εργατικούς είχε η Θάτσερ και στην περίπτωση του πολέμου με την Αργεντινή για τα Φόκλαντ, καθώς η αντιπολίτευση όχι μόνον δεν αντιστάθηκε, αλλά, αντίθετα, συνέβαλε στην ενορχήστρωση του εθνικιστικού παραληρήματος για αυτά τα νησιά
που βρίσκονταν στον Νότιο Ατλαντικό! Οι Εργατικοί και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τη στάση τους λέγοντας ότι ο νεοφιλελευθερισμός ήταν «οδοστρωτήρας», ότι είχε σαρώσει και τα μυαλά των ανθρώπων, ότι οι ιδέες του ήταν κυρίαρχες. Κι όμως τα νούμερα έδειχναν άλλα πράγματα: Το 1984 το 85% των
ερωτηθέντων ήταν ενάντια στη μείωση των δημόσιων δαπανών για υγεία και παιδεία, ενώ το 69% ζητούσε από την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει την ανεργία και όχι τον πληθωρισμό. Το 1990 μόνο το 3% του πληθυσμού ήταν υπέρ της μείωσης των φόρων και της περικοπής των κοινωνικών δαπανών.Poll TaxΗ διαρκής απάθεια των Εργατικών μπορεί να είχε επιτρέψει στη Θάτσερ να συνεχίσει το «έργο» της και στη δεκαετία του ’90. Ωστόσο η ίδια έκανε ένα λάθος: Υπερτιμώντας τις δυνάμεις της προσπάθησε να
επιβάλει τον poll tax, έναν κεφαλικό φόρο που θα πλήρωνε ο καθένας ανεξαρτήτως του ύψους του εισοδήματος και της περιουσίας του. Ήταν ένα σκληρό ταξικό μέτρο που εγκατέλειπε την τακτική του «σαλαμιού»: στόχευε να χτυπήσει με μιας όλους τους εργαζόμενους και τους φτωχούς της χώρας. Κόντρα σε αυτόν το φόρο στήθηκε αυθόρμητα ένα τεράστιο κίνημα αντίστασης και σε λίγες μόνον εβδομάδες 18 εκατομμύρια
άνθρωποι δήλωναν ότι αρνούνταν να πληρώσουν. Το Μάρτιο του 1990 υπήρξαν άγριες συγκρούσεις εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών με την αστυνομία στο Λονδίνο με αφορμή το φόρο. Τελικά το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς το ίδιο το κόμμα της Θάτσερ εκπαραθύρωσε από την κυβέρνηση τη «σιδηρά κυρία» προκειμένου να αποφύγει τη λαϊκή κατακραυγή.
Τελικά πέτυχε η Θάτσερ; Και ναι και όχι. Όσον αφορά τη διάλυση του κράτους πρόνοιας και το χτύπημα των μισθών, παρότι κατέστρεψε τις ζωές πολλών ανθρώπων, δεν μπόρεσε να κάνει αυτά που ζητούσε η άρχουσα τάξη. Εκείνο που σίγουρα απέτυχε να κάνει ήταν να
αντιστρέψει τη μακρόχρονη πορεία φθοράς του αγγλικού καπιταλισμού. Τώρα πια φαίνεται πόσο αδιέξοδη ήταν η στροφή στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, το Σίτι και τα γκόλντεν μπόις. Σήμερα η Βρετανία είναι περισσότερο εκτεθειμένη στην παγκόσμια κρίση εξαιτίας αυτής της πολιτικής, που φυσικά ακολούθησε αργότερα και το Εργατικό Κόμμα. Η
ατομική ιδιοκτησία για όλους την οποία υποσχόταν ο «λαϊκός καπιταλισμός» της Θάτσερ αποδείχθηκε επίσης απάτη: η έλλειψη στέγης και οι κατασχέσεις αφορούν πια εκατομμύρια ανθρώπους, ενώ η κατασκευή οικιών βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1924.Ωστόσο, η Θάτσερ κατάφερε να χτυπήσει το οργανωμένο εργατικό κίνημα, αφού
μόλις στις μέρες μας αναβιώνει σε μαζικό επίπεδο ο εργοστασιακός συνδικαλισμός στην Αγγλία. Με αυτό τον τρόπο άνοιξε το δρόμο στους Νέους Εργατικούς του Μπλερ και του Μπράουν, που είχαν προσαρμόσει πλέον απόλυτα το κόμμα τους στις ανάγκες της άρχουσας τάξης. Το σλόγκαν απελπισίας «όποιος να ‘ναι αρκεί να φύγει η Δεξιά», δοκιμάστηκε με πολύ άσχημα αποτελέσματα στην Αγγλία. Η Δεξιά έφυγε και στη θέση της
ήρθε μια κυβέρνηση που συνέχισε την πολιτική της στο εσωτερικό, ενώ στο εξωτερικό προκάλεσε και συμμετείχε σε έναν πόλεμο πολύ μεγαλύτερο και φονικότερο από αυτόν στα Φόκλαντ. Η ίδια η Θάτσερ έγραψε πριν από λίγα χρόνια ότι η καλύτερη κληρονομιά που άφησε είναι οι Νέοι Εργατικοί. Οι εργαζόμενοι σε ολόκληρη την Ευρώπη δεν χρειάζεται να επαναλάβουν τον βρετανικό φαύλο κύκλο. Ειδικά σήμερα που οι ιδέες του νεοφιλελευθερισμού έχουν λιώσει παρασύροντας όλες τις ιδεολογικές παρακαταθήκες της «σιδηράς κυρίας»
logosendrasei.
στην εξουσία με στόχο να σταματήσει αυτή την επιτυχή αντίσταση του εργατικού κινήματος, αλλά και να μεταρρυθμίσει την αγγλική οικονομία, έχοντας ένα καθαρό πρόγραμμα νεοφιλελευθερισμού. Υπήρξε η αρχιτέκτονας των ιδιωτικοποιήσεων. Η μανία της για απορρύθμιση έθεσε τις βάσεις των σκανδάλων του νεοφιλελευθερισμού. Τα υψηλά επιτόκια και η σκληρή λίρα έκαναν πανάκριβα τα εξαγόμενα προϊόντα, πράγμα που σήμαινε ατέλειωτες απολύσεις στους παραγωγικούς κλάδους και κλεισίματα εργοστασίων. Το1983 η βιομηχανική παραγωγή είχε πέσει κατά 30% σε σχέση με το 1978!
Στη διάρκεια της 11ετούς θητείας της, η ανισοκατανομή του πλούτου πολλαπλασιάστηκε: αύξηση των κερδών και δραστική μείωση των φόρων για τους πλούσιους, από τη μια, ραγδαία μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων και των άλλων φτωχών
στρωμάτων, από την άλλη. Τα τρία πρώτα χρόνια της κυβέρνησης Θάτσερ, η ανεργία αυξήθηκε κατά 250% φτάνοντας στα υψηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του ’30.
Την ίδια στιγμή χτυπιόταν με άγριες περικοπές και το κράτος πρόνοιας και συρρικνώνονταν οι κοινωνικές παροχές. Το ποσοστό του πληθυσμού που ζούσε κάτω από το επίπεδο της φτώχειας εκτινάχθηκε από το 9% το 1979 στο 23% στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το φαινόμενο των αστέγων μαζικοποιήθηκε για πρώτη φορά στις πόλεις. Η επίθεση στην εργατική τάξη επεκτάθηκε και σε «θεσμικό» επίπεδο, καθώς η Θάτσερ επέβαλε τους σκληρότερους αντισυνδικαλιστικούς νόμους σε όλη τη Δ. Ευρώπη με στόχο να τρομοκρατήσει και να σπάσει το ηθικό του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Η κυβέρνηση ακολούθησε την έξυπνη τακτική του «σαλαμιού»: χτυπούσε έναν κλάδο κάθε φορά, προσπαθώντας να στρέψει όλη την κοινωνία εναντίον του. Ωστόσο η αντίσταση των
εργαζομένων και της βάσης των συνδικάτων υπήρξε διαρκής, επίμονη και πολλές φορές ηρωική. Την πρώτη φορά, το 1980, η απεργία των μεταλλεργατών –που κράτησε τρεισήμισι μήνες!– παραλίγο να ρίξει τη Θάτσερ λίγους μόλις μήνες μετά την εκλογή της. Κορύφωση της αντίστασης υπήρξε η μεγάλη απεργία των ανθρακωρύχων που συγκλόνισε όλον τον κόσμο τη διετία 1984-85. Γενικά, ολόκληρη η δεκαετία του ’80 ήταν γεμάτη
απεργίες νοσηλευτών, δημόσιων και δημοτικών υπαλλήλων, τυπογράφων, ναυτεργατών, σιδηροδρομικών, εργαζόμενων στην αυτοκινητοβιομηχανία κ.ά.Ο λόγος που όλοι αυτοί οι αγώνες δεν μπόρεσαν να σταματήσουν τη «σιδηρά κυρία» ήταν οι προδοσίες της ηγεσίας των Εργατικών. Π.χ. το 1984-85, τα συνδικάτα δεν έκαναν καμία κινητοποίηση συμπαράστασης στους απεργούς ανθρακωρύχους, ενώ ο ηγέτης των Εργατικών Νιλ Κίνοκ έφτασε στο κατάπτυστο σημείο να καταγγέλλει τις απεργιακές φρουρές που πάλευαν νύχτα μέρα να κρατήσουν τον αγώνα. Η ίδια η Θάτσερ έγραψε αρκετά χρόνια μετά ότι,
αν είχε να αντιμετωπίσει μια οργανωμένη αντίσταση όπως αυτή του 1978-79, τότε, «μπορεί τελικά να είχαμε διαλυθεί, όπως διαλύθηκε η κυβέρνηση των Εργατικών».Βοήθεια από τους Εργατικούς είχε η Θάτσερ και στην περίπτωση του πολέμου με την Αργεντινή για τα Φόκλαντ, καθώς η αντιπολίτευση όχι μόνον δεν αντιστάθηκε, αλλά, αντίθετα, συνέβαλε στην ενορχήστρωση του εθνικιστικού παραληρήματος για αυτά τα νησιά
που βρίσκονταν στον Νότιο Ατλαντικό! Οι Εργατικοί και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τη στάση τους λέγοντας ότι ο νεοφιλελευθερισμός ήταν «οδοστρωτήρας», ότι είχε σαρώσει και τα μυαλά των ανθρώπων, ότι οι ιδέες του ήταν κυρίαρχες. Κι όμως τα νούμερα έδειχναν άλλα πράγματα: Το 1984 το 85% των
ερωτηθέντων ήταν ενάντια στη μείωση των δημόσιων δαπανών για υγεία και παιδεία, ενώ το 69% ζητούσε από την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει την ανεργία και όχι τον πληθωρισμό. Το 1990 μόνο το 3% του πληθυσμού ήταν υπέρ της μείωσης των φόρων και της περικοπής των κοινωνικών δαπανών.Poll TaxΗ διαρκής απάθεια των Εργατικών μπορεί να είχε επιτρέψει στη Θάτσερ να συνεχίσει το «έργο» της και στη δεκαετία του ’90. Ωστόσο η ίδια έκανε ένα λάθος: Υπερτιμώντας τις δυνάμεις της προσπάθησε να
επιβάλει τον poll tax, έναν κεφαλικό φόρο που θα πλήρωνε ο καθένας ανεξαρτήτως του ύψους του εισοδήματος και της περιουσίας του. Ήταν ένα σκληρό ταξικό μέτρο που εγκατέλειπε την τακτική του «σαλαμιού»: στόχευε να χτυπήσει με μιας όλους τους εργαζόμενους και τους φτωχούς της χώρας. Κόντρα σε αυτόν το φόρο στήθηκε αυθόρμητα ένα τεράστιο κίνημα αντίστασης και σε λίγες μόνον εβδομάδες 18 εκατομμύρια
άνθρωποι δήλωναν ότι αρνούνταν να πληρώσουν. Το Μάρτιο του 1990 υπήρξαν άγριες συγκρούσεις εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών με την αστυνομία στο Λονδίνο με αφορμή το φόρο. Τελικά το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς το ίδιο το κόμμα της Θάτσερ εκπαραθύρωσε από την κυβέρνηση τη «σιδηρά κυρία» προκειμένου να αποφύγει τη λαϊκή κατακραυγή.
Τελικά πέτυχε η Θάτσερ; Και ναι και όχι. Όσον αφορά τη διάλυση του κράτους πρόνοιας και το χτύπημα των μισθών, παρότι κατέστρεψε τις ζωές πολλών ανθρώπων, δεν μπόρεσε να κάνει αυτά που ζητούσε η άρχουσα τάξη. Εκείνο που σίγουρα απέτυχε να κάνει ήταν να
αντιστρέψει τη μακρόχρονη πορεία φθοράς του αγγλικού καπιταλισμού. Τώρα πια φαίνεται πόσο αδιέξοδη ήταν η στροφή στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, το Σίτι και τα γκόλντεν μπόις. Σήμερα η Βρετανία είναι περισσότερο εκτεθειμένη στην παγκόσμια κρίση εξαιτίας αυτής της πολιτικής, που φυσικά ακολούθησε αργότερα και το Εργατικό Κόμμα. Η
ατομική ιδιοκτησία για όλους την οποία υποσχόταν ο «λαϊκός καπιταλισμός» της Θάτσερ αποδείχθηκε επίσης απάτη: η έλλειψη στέγης και οι κατασχέσεις αφορούν πια εκατομμύρια ανθρώπους, ενώ η κατασκευή οικιών βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1924.Ωστόσο, η Θάτσερ κατάφερε να χτυπήσει το οργανωμένο εργατικό κίνημα, αφού
μόλις στις μέρες μας αναβιώνει σε μαζικό επίπεδο ο εργοστασιακός συνδικαλισμός στην Αγγλία. Με αυτό τον τρόπο άνοιξε το δρόμο στους Νέους Εργατικούς του Μπλερ και του Μπράουν, που είχαν προσαρμόσει πλέον απόλυτα το κόμμα τους στις ανάγκες της άρχουσας τάξης. Το σλόγκαν απελπισίας «όποιος να ‘ναι αρκεί να φύγει η Δεξιά», δοκιμάστηκε με πολύ άσχημα αποτελέσματα στην Αγγλία. Η Δεξιά έφυγε και στη θέση της
ήρθε μια κυβέρνηση που συνέχισε την πολιτική της στο εσωτερικό, ενώ στο εξωτερικό προκάλεσε και συμμετείχε σε έναν πόλεμο πολύ μεγαλύτερο και φονικότερο από αυτόν στα Φόκλαντ. Η ίδια η Θάτσερ έγραψε πριν από λίγα χρόνια ότι η καλύτερη κληρονομιά που άφησε είναι οι Νέοι Εργατικοί. Οι εργαζόμενοι σε ολόκληρη την Ευρώπη δεν χρειάζεται να επαναλάβουν τον βρετανικό φαύλο κύκλο. Ειδικά σήμερα που οι ιδέες του νεοφιλελευθερισμού έχουν λιώσει παρασύροντας όλες τις ιδεολογικές παρακαταθήκες της «σιδηράς κυρίας»
logosendrasei.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου