Γνωστοί Ευρωπαίοι διανοούμενοι κλήθηκαν από την ιταλική εφημερίδα La Repubblica να διατυπώσουν τις σκέψεις τους για την Αριστερά και τις προοπτικές της. Παρουσιάζουμε στη συνέχεια τις απόψεις του Ιταλού ιστορικού Κάρλο Γκάλι, του Βρετανού κοινωνιολόγου Αντονι Γκίντενς, του Γερμανού φιλοσόφου Γιούργκεν Χάμπερμας και του Ισπανού φιλοσόφου Φερνάντο Σαβατέρ.
ΚΑΡΛΟ ΓΚΑΛΙ
Η ήττα της κομμουνιστικής Αριστεράς και οι οικονομικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί που ακολούθησαν -η παγκοσμιοποίηση- έκαναν το κεφάλαιο πιο επιθετικό (επειδή είναι περισσότερο εκτεθειμένο στον ανταγωνισμό) και προκάλεσαν την κρίση του σοσιαλδημοκρατικού συμβιβασμού, δηλαδή των κατακτήσεων της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς.
Σήμερα τα κοινωνικά δικαιώματα αντιμετωπίζονται σαν ένα κόστος και όχι ως μία αξία. Σήμερα το κέντρο της κοινωνίας είναι η αγορά, η επιχείρηση και οι ανάγκες της για ανάπτυξη, ο επιθετικός ατομικισμός. Συντελείται ήδη ο κατακερματισμός του μεσαίου στρώματος, το οποίο είχε δημιουργηθεί από τις πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας του παρελθόντος, και η κοινωνία πολώνεται μεταξύ λίγων πλούσιων και πολλών φτωχών.
Ακόμα και οι νομικές μορφές της ισότητας -η νομιμότητα, τα πολιτικά δικαιώματα- απειλούνται από την ανασφάλεια και το φόβο, τα νέα βιοπολιτικά μηνύματα που εκπέμπει το κράτος. Η δημοκρατία έχει αντικατασταθεί από το λαϊκισμό. Η Αριστερά οφείλει επομένως να βρει την ικανότητα να ασκεί κριτική στο παρόν και οφείλει να κατονομάζει ανοιχτά τις αντιφάσεις του.
Οφείλει να είναι πεπεισμένη ότι για ένα πρόβλημα δεν υπάρχει μόνον η λύση που προτείνεται από όποιον κατέχει την εξουσία, αλλά υπάρχει τουλάχιστον και μια άλλη, εναλλακτική, η οποία έχει σκοπό τη χειραφέτηση όσων δεν κατέχουν εξουσία και την απελευθέρωση των ικανοτήτων τους για αυτόνομη ανάπτυξη (γι' αυτό η Αριστερά οφείλει να είναι αντιααυταρχική και κοσμική).
Οφείλει να είναι διακριτή και αναγνωρίσιμη, δηλαδή οφείλει να είναι με συνέπεια «μέρος» -τη στιγμή που η κοινωνία κατακερματίζεται σε μέρη, αν και αυτά δεν συμπίπτουν με τις παραδοσιακές «κοινωνικές τάξεις»- και επομένως οφείλει να μετέχει αποφασιστικά στις πραγματικές συγκρούσεις.
Οφείλει όμως και να αναλαμβάνει την ευθύνη για τα γενικά ζητήματα τυπικής και ουσιαστικής ισότητας, συνυπολογίζοντας το ότι οι συγκρούσεις δεν θα μπορέσουν ποτέ να πάψουν. Οφείλει να παράγει μια νέα ιδέα κοινωνίας, μια νέα «ηγεμονία», την οποία πρέπει να αντιπαραθέτει στην ηγεμονία της Δεξιάς.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καταπολεμά το φόβο και την ανισότητα με τη νομιμότητα, τη δικαιοσύνη και την ελπίδα. Και να παλεύει για ένα νέο συμβιβασμό -πολύ πιο ισορροπημένο από τον τωρινό και λιγότερο γραφειοκρατικό από εκείνον του παρελθόντος- ανάμεσα σε οικονομία και δικαιώματα ελευθερίας, ανάμεσα σε κράτος και αγορά, ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό.
ΑΝΤΟΝΙ ΓΚΙΝΤΕΝΣ
Στη σημερινή πολιτική η διαίρεση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς είναι λιγότερο σαφής από όσο ήταν στο παρελθόν, επειδή στον καπιταλισμό δεν αντιπαρατίθεται πλέον μια σαφώς προσδιορισμένη σοσιαλιστική εναλλακτική λύση. Επιπλέον, ορισμένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε -για παράδειγμα, η κλιματική αλλαγή που βρίσκεται στο επίκεντρο πολλών σύγχρονων συζητήσεων- υπερβαίνουν την κλασική διάκριση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς.
Ωστόσο, η διάκριση έχει ακόμα νόημα. Να είναι κανείς αριστερός σημαίνει να έχει στην καρδιά του ορισμένες θεμελιώδεις αξίες. Σημαίνει να πιστεύει στη σημασία της κοινωνικής αλληλεγγύης, της ισότητας, της προστασίας των πιο ευάλωτων και στην «ουσιαστική ελευθερία»: όχι μόνο στην οικονομική ή την ελευθερία απέναντι στο νόμο, αλλά σε μια πραγματική ελευθερία για όλους τους πολίτες.
Σημαίνει, επίσης, να συνδέεται με ένα ορισμένο πολιτικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αποδίδεται μεγάλη σημασία στον ακτιβισμό και στην ικανότητα παρέμβασης των κυβερνήσεων, που είναι αναγκαία για να αντισταθμίζει την τάση των ανεξέλεγκτων αγορών να παράγουν οικονομική αστάθεια και μακροσκοπικές κοινωνικές ανισότητες, υποκαθιστώντας τις κοινωνικές αξίες με καθαρά οικονομικές παραμέτρους.
ΓΙΟΥΡΓΚΕΝ ΧΑΜΠΕΡΜΑΣ
Η «Αριστερά» οφείλει το όνομά της στη διάταξη των κοινοβουλευτικών εδρών στη γαλλική Εθνοσυνέλευση του 1789. Οσο για τον όρο «σοσιαλισμός», το νόημά του ήταν και παραμένει ακριβώς η υλοποίηση των συνθημάτων της Γαλλικής Επανάστασης.
Η «ελευθερία» δεν μπορεί να περιορίζεται στην απλή δυνατότητα να εκφράζουν ατομικά την ψήφο τους τα υποκείμενα που μετέχουν σε ένα σύστημα αγοράς. Μόνον η εξισωτική ένταξη όλων των πολιτών ως συν-νομοθετών σε ένα πλαίσιο διαμόρφωσης πληροφορημένων γνωμών και πολιτικών βουλήσεων μπορεί να εξασφαλίζει στον καθένα τους χώρους και τα μέσα για να καθορίζει και να διαμορφώνει αυτόνομα τη δική του προσωπική ύπαρξη.
Η «ισότητα» δεν μπορεί να είναι εκείνη η τυπική απέναντι στο νόμο, αλλά πρέπει να συνεπάγεται την ίση κατανομή των δικαιωμάτων, τα οποία πρέπει να έχουν ίση αξία για τον καθένα, ανεξάρτητα από την κοινωνική του θέση. Η αλληλεγγύη δεν πρέπει να εκφυλίζεται σε πατερναλιστική βοήθεια προς τους περιθωριοποιημένους.
Η συμμετοχή στην πολιτική κοινότητα με ίσα δικαιώματα δεν συμβιβάζεται με την ιδιωτικοποίηση, η οποία φορτώνει τους κινδύνους και τα κόστη που προέρχονται από το συνολικό κοινωνικό επίπεδο πάνω στους ώμους επιμέρους ομάδων ή προσώπων χωρίς κάποιαν αποζημίωση ή επανόρθωση. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο η Αριστερά αντιλαμβάνεται τις συνταγματικές αρχές, οι οποίες στις δημοκρατικές κοινωνίες μας διαμορφώνουν το ισχύον δίκαιο.
Η Αριστερά στρατολογεί τα μέλη της μεταξύ των πολιτών που ευαισθητοποιούνται μπροστά στις έντονες αντιθέσεις ανάμεσα σε αυτές τις βαθύτερες αρχές και την πραγματικότητα μιας κοινωνίας όλο και λιγότερο αλληλέγγυας. Μια κοινωνία στην οποία οι ελίτ οχυρώνονται, ακόμη και ηθικά, στις δικές τους περιφραγμένες κοινότητες είναι αποκρουστική.
Τα δεινά της Αριστεράς αντανακλούν τη γενική άμβλυνση αυτού του κανονιστικού πνεύματος και την αυξανόμενη τάση να αποδεχόμαστε ως φυσιολογικό και προφανή έναν ορθολογιστικό εγωισμό, ο οποίος με τις επιταγές της αγοράς έχει ήδη διεισδύσει βαθιά μέσα στους πόρους ενός αποικιοποιημένου περιβάλλοντος ζωής. Φυσικά το έλλειμμα της Αριστεράς δεν είναι μόνον έλλειμμα κινήτρων, αλλά αφορά και το γνωστικό πεδίο, όπου δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει όλη την πολυπλοκότητα των υπαρκτών προκλήσεων -για παράδειγμα, τους κινδύνους που διατρέχει σήμερα το κοινό νόμισμα. Διαφορετικά η Αριστερά δεν θα περιοριζόταν στο να παραπονιέται για την καταστροφικότητα των ανεξέλεγκτων χρηματοπιστωτικών αγορών, αλλά θα είχε διαβλέψει στην κερδοσκοπία ενάντια στο ευρωπαϊκό νόμισμα μια πολιτική πανουργία του οικονομικού λόγου. Θα ενεργοποιούνταν εναντίον της ασυμμετρίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου μια πλήρης οικονομική ενοποίηση συνοδεύεται από μιαν ατελή πολιτική ενοποίηση. Και θα κατανοούσε τέλος ότι μια δημοκρατική και αλληλέγγυα Ευρώπη είναι ένα σχέδιο της Αριστεράς.
ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΣΑΒΑΤΕΡ
Σήμερα η Αριστερά δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο παρά εκείνη η δύναμη που υπερασπίζεται την έννοια της κοινωνίας. Δηλαδή κάτι διαφορετικό από την απλή παράθεση εξατομικευμένων υποκειμένων και αντιτιθέμενων συμφερόντων που βρίσκονται σε σύγκρουση. Τα μέλη μιας κοινωνίας βλέπουν τους εαυτούς τους ως συνεταίρους των άλλων, δηλαδή ως συνεργάτες και συνεργούς στη δημιουργία ενός οφέλους, το οποίο σε κάποιο βαθμό πρέπει να διαχέεται σε όλους.
Η Αριστερά οφείλει να υπενθυμίζει ότι, σε οποιονδήποτε τόπο του κόσμου, η δημοκρατία έχχει δύο βασικούς εχθρούς: τη φτώχεια και την άγνοια. Εκεί όπου η φτώχεια γίνεται ανεκτή, εκεί όπου η άγνοια δεν καταπολεμιέται, η δημοκρατία μετατρέπεται σε μια καρικατούρα του εαυτού της.
Γι' αυτό η Αριστερά -η οποία έχει ήδη διδαχθεί ότι δεν μπορεί παρά να είναι δημοκρατική με τρόπο ενσυνείδητο και αποφασιστικό- οφείλει να προσπαθεί να θέτει εκτός νόμου την κατάσταση της ακραίας φτώχειας (όπως στον καιρό της τέθηκε εκτός νόμου η δουλεία) και οφείλει να ενεργεί έτσι ώστε η δημόσια λαϊκή και χωρίς δόλιους αποκλεισμούς εκπαίδευση για όλους να γίνει το πρωταρχικό της καθήκον.
Ενα άλλο πολύ επίκαιρο ζήτημα, που η Αριστερά οφείλει να αντιμετωπίσει, είναι η αύξηση της διαφθοράς, τόσο της πολιτικής όσο και της οικονομικής (που συνήθως δρουν από κοινού), η οποία απειλεί να μετατρέψει τη δημοκρατία σε «κλεπτοκρατία», θέτοντας τους θεσμούς ή τη δημόσια σφαίρα στην υπηρεσία των αρπακτικών. *
Από την Ελευθεροτυπία της 1/3/2011
tvxs
ΚΑΡΛΟ ΓΚΑΛΙ
Η ήττα της κομμουνιστικής Αριστεράς και οι οικονομικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί που ακολούθησαν -η παγκοσμιοποίηση- έκαναν το κεφάλαιο πιο επιθετικό (επειδή είναι περισσότερο εκτεθειμένο στον ανταγωνισμό) και προκάλεσαν την κρίση του σοσιαλδημοκρατικού συμβιβασμού, δηλαδή των κατακτήσεων της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς.
Σήμερα τα κοινωνικά δικαιώματα αντιμετωπίζονται σαν ένα κόστος και όχι ως μία αξία. Σήμερα το κέντρο της κοινωνίας είναι η αγορά, η επιχείρηση και οι ανάγκες της για ανάπτυξη, ο επιθετικός ατομικισμός. Συντελείται ήδη ο κατακερματισμός του μεσαίου στρώματος, το οποίο είχε δημιουργηθεί από τις πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας του παρελθόντος, και η κοινωνία πολώνεται μεταξύ λίγων πλούσιων και πολλών φτωχών.
Ακόμα και οι νομικές μορφές της ισότητας -η νομιμότητα, τα πολιτικά δικαιώματα- απειλούνται από την ανασφάλεια και το φόβο, τα νέα βιοπολιτικά μηνύματα που εκπέμπει το κράτος. Η δημοκρατία έχει αντικατασταθεί από το λαϊκισμό. Η Αριστερά οφείλει επομένως να βρει την ικανότητα να ασκεί κριτική στο παρόν και οφείλει να κατονομάζει ανοιχτά τις αντιφάσεις του.
Οφείλει να είναι πεπεισμένη ότι για ένα πρόβλημα δεν υπάρχει μόνον η λύση που προτείνεται από όποιον κατέχει την εξουσία, αλλά υπάρχει τουλάχιστον και μια άλλη, εναλλακτική, η οποία έχει σκοπό τη χειραφέτηση όσων δεν κατέχουν εξουσία και την απελευθέρωση των ικανοτήτων τους για αυτόνομη ανάπτυξη (γι' αυτό η Αριστερά οφείλει να είναι αντιααυταρχική και κοσμική).
Οφείλει να είναι διακριτή και αναγνωρίσιμη, δηλαδή οφείλει να είναι με συνέπεια «μέρος» -τη στιγμή που η κοινωνία κατακερματίζεται σε μέρη, αν και αυτά δεν συμπίπτουν με τις παραδοσιακές «κοινωνικές τάξεις»- και επομένως οφείλει να μετέχει αποφασιστικά στις πραγματικές συγκρούσεις.
Οφείλει όμως και να αναλαμβάνει την ευθύνη για τα γενικά ζητήματα τυπικής και ουσιαστικής ισότητας, συνυπολογίζοντας το ότι οι συγκρούσεις δεν θα μπορέσουν ποτέ να πάψουν. Οφείλει να παράγει μια νέα ιδέα κοινωνίας, μια νέα «ηγεμονία», την οποία πρέπει να αντιπαραθέτει στην ηγεμονία της Δεξιάς.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καταπολεμά το φόβο και την ανισότητα με τη νομιμότητα, τη δικαιοσύνη και την ελπίδα. Και να παλεύει για ένα νέο συμβιβασμό -πολύ πιο ισορροπημένο από τον τωρινό και λιγότερο γραφειοκρατικό από εκείνον του παρελθόντος- ανάμεσα σε οικονομία και δικαιώματα ελευθερίας, ανάμεσα σε κράτος και αγορά, ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό.
ΑΝΤΟΝΙ ΓΚΙΝΤΕΝΣ
Στη σημερινή πολιτική η διαίρεση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς είναι λιγότερο σαφής από όσο ήταν στο παρελθόν, επειδή στον καπιταλισμό δεν αντιπαρατίθεται πλέον μια σαφώς προσδιορισμένη σοσιαλιστική εναλλακτική λύση. Επιπλέον, ορισμένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε -για παράδειγμα, η κλιματική αλλαγή που βρίσκεται στο επίκεντρο πολλών σύγχρονων συζητήσεων- υπερβαίνουν την κλασική διάκριση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς.
Ωστόσο, η διάκριση έχει ακόμα νόημα. Να είναι κανείς αριστερός σημαίνει να έχει στην καρδιά του ορισμένες θεμελιώδεις αξίες. Σημαίνει να πιστεύει στη σημασία της κοινωνικής αλληλεγγύης, της ισότητας, της προστασίας των πιο ευάλωτων και στην «ουσιαστική ελευθερία»: όχι μόνο στην οικονομική ή την ελευθερία απέναντι στο νόμο, αλλά σε μια πραγματική ελευθερία για όλους τους πολίτες.
Σημαίνει, επίσης, να συνδέεται με ένα ορισμένο πολιτικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αποδίδεται μεγάλη σημασία στον ακτιβισμό και στην ικανότητα παρέμβασης των κυβερνήσεων, που είναι αναγκαία για να αντισταθμίζει την τάση των ανεξέλεγκτων αγορών να παράγουν οικονομική αστάθεια και μακροσκοπικές κοινωνικές ανισότητες, υποκαθιστώντας τις κοινωνικές αξίες με καθαρά οικονομικές παραμέτρους.
ΓΙΟΥΡΓΚΕΝ ΧΑΜΠΕΡΜΑΣ
Η «Αριστερά» οφείλει το όνομά της στη διάταξη των κοινοβουλευτικών εδρών στη γαλλική Εθνοσυνέλευση του 1789. Οσο για τον όρο «σοσιαλισμός», το νόημά του ήταν και παραμένει ακριβώς η υλοποίηση των συνθημάτων της Γαλλικής Επανάστασης.
Η «ελευθερία» δεν μπορεί να περιορίζεται στην απλή δυνατότητα να εκφράζουν ατομικά την ψήφο τους τα υποκείμενα που μετέχουν σε ένα σύστημα αγοράς. Μόνον η εξισωτική ένταξη όλων των πολιτών ως συν-νομοθετών σε ένα πλαίσιο διαμόρφωσης πληροφορημένων γνωμών και πολιτικών βουλήσεων μπορεί να εξασφαλίζει στον καθένα τους χώρους και τα μέσα για να καθορίζει και να διαμορφώνει αυτόνομα τη δική του προσωπική ύπαρξη.
Η «ισότητα» δεν μπορεί να είναι εκείνη η τυπική απέναντι στο νόμο, αλλά πρέπει να συνεπάγεται την ίση κατανομή των δικαιωμάτων, τα οποία πρέπει να έχουν ίση αξία για τον καθένα, ανεξάρτητα από την κοινωνική του θέση. Η αλληλεγγύη δεν πρέπει να εκφυλίζεται σε πατερναλιστική βοήθεια προς τους περιθωριοποιημένους.
Η συμμετοχή στην πολιτική κοινότητα με ίσα δικαιώματα δεν συμβιβάζεται με την ιδιωτικοποίηση, η οποία φορτώνει τους κινδύνους και τα κόστη που προέρχονται από το συνολικό κοινωνικό επίπεδο πάνω στους ώμους επιμέρους ομάδων ή προσώπων χωρίς κάποιαν αποζημίωση ή επανόρθωση. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο η Αριστερά αντιλαμβάνεται τις συνταγματικές αρχές, οι οποίες στις δημοκρατικές κοινωνίες μας διαμορφώνουν το ισχύον δίκαιο.
Η Αριστερά στρατολογεί τα μέλη της μεταξύ των πολιτών που ευαισθητοποιούνται μπροστά στις έντονες αντιθέσεις ανάμεσα σε αυτές τις βαθύτερες αρχές και την πραγματικότητα μιας κοινωνίας όλο και λιγότερο αλληλέγγυας. Μια κοινωνία στην οποία οι ελίτ οχυρώνονται, ακόμη και ηθικά, στις δικές τους περιφραγμένες κοινότητες είναι αποκρουστική.
Τα δεινά της Αριστεράς αντανακλούν τη γενική άμβλυνση αυτού του κανονιστικού πνεύματος και την αυξανόμενη τάση να αποδεχόμαστε ως φυσιολογικό και προφανή έναν ορθολογιστικό εγωισμό, ο οποίος με τις επιταγές της αγοράς έχει ήδη διεισδύσει βαθιά μέσα στους πόρους ενός αποικιοποιημένου περιβάλλοντος ζωής. Φυσικά το έλλειμμα της Αριστεράς δεν είναι μόνον έλλειμμα κινήτρων, αλλά αφορά και το γνωστικό πεδίο, όπου δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει όλη την πολυπλοκότητα των υπαρκτών προκλήσεων -για παράδειγμα, τους κινδύνους που διατρέχει σήμερα το κοινό νόμισμα. Διαφορετικά η Αριστερά δεν θα περιοριζόταν στο να παραπονιέται για την καταστροφικότητα των ανεξέλεγκτων χρηματοπιστωτικών αγορών, αλλά θα είχε διαβλέψει στην κερδοσκοπία ενάντια στο ευρωπαϊκό νόμισμα μια πολιτική πανουργία του οικονομικού λόγου. Θα ενεργοποιούνταν εναντίον της ασυμμετρίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου μια πλήρης οικονομική ενοποίηση συνοδεύεται από μιαν ατελή πολιτική ενοποίηση. Και θα κατανοούσε τέλος ότι μια δημοκρατική και αλληλέγγυα Ευρώπη είναι ένα σχέδιο της Αριστεράς.
ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΣΑΒΑΤΕΡ
Σήμερα η Αριστερά δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο παρά εκείνη η δύναμη που υπερασπίζεται την έννοια της κοινωνίας. Δηλαδή κάτι διαφορετικό από την απλή παράθεση εξατομικευμένων υποκειμένων και αντιτιθέμενων συμφερόντων που βρίσκονται σε σύγκρουση. Τα μέλη μιας κοινωνίας βλέπουν τους εαυτούς τους ως συνεταίρους των άλλων, δηλαδή ως συνεργάτες και συνεργούς στη δημιουργία ενός οφέλους, το οποίο σε κάποιο βαθμό πρέπει να διαχέεται σε όλους.
Η Αριστερά οφείλει να υπενθυμίζει ότι, σε οποιονδήποτε τόπο του κόσμου, η δημοκρατία έχχει δύο βασικούς εχθρούς: τη φτώχεια και την άγνοια. Εκεί όπου η φτώχεια γίνεται ανεκτή, εκεί όπου η άγνοια δεν καταπολεμιέται, η δημοκρατία μετατρέπεται σε μια καρικατούρα του εαυτού της.
Γι' αυτό η Αριστερά -η οποία έχει ήδη διδαχθεί ότι δεν μπορεί παρά να είναι δημοκρατική με τρόπο ενσυνείδητο και αποφασιστικό- οφείλει να προσπαθεί να θέτει εκτός νόμου την κατάσταση της ακραίας φτώχειας (όπως στον καιρό της τέθηκε εκτός νόμου η δουλεία) και οφείλει να ενεργεί έτσι ώστε η δημόσια λαϊκή και χωρίς δόλιους αποκλεισμούς εκπαίδευση για όλους να γίνει το πρωταρχικό της καθήκον.
Ενα άλλο πολύ επίκαιρο ζήτημα, που η Αριστερά οφείλει να αντιμετωπίσει, είναι η αύξηση της διαφθοράς, τόσο της πολιτικής όσο και της οικονομικής (που συνήθως δρουν από κοινού), η οποία απειλεί να μετατρέψει τη δημοκρατία σε «κλεπτοκρατία», θέτοντας τους θεσμούς ή τη δημόσια σφαίρα στην υπηρεσία των αρπακτικών. *
Από την Ελευθεροτυπία της 1/3/2011
tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου