Στο άρθρο του με τίτλο «Η Ταραγμένη Τουρκία και ο κίνδυνος μετάδοσης» ο Paul Krugman θέτει ένα από τα κατεξοχήν ερωτήματα αναφερόμενος στον καπιταλισμό των ημερών μας: «Γιατί συνεχίζουμε να έχουμε αυτές τις κρίσεις; Υπάρχει και το εξής: Τα διαστήματα μεταξύ των κρίσεων μοιάζουν να μικραίνουν ενώ οι επιπτώσεις από κάθε κρίση μοιάζουν να είναι χειρότερες από τις προηγούμενες. Τι συμβαίνει;»
Το ερώτημα τι συμβαίνει με τις επαναλαμβανόμενες κρίσεις αυξανόμενης έντασης στον παγκόσμιο καπιταλισμό μοιάζει- μαζί με τη λέξη «καπιταλισμός»- απαγορευμένο, ιδίως στην Ελλάδα. Διόλου περίεργο: η κατεστημένη, συντηρητική οικονομική ορθοδοξία, όπως κάθε ορθοδοξία, όταν δεν μπορεί να απαντήσει σε ένα ερώτημα, απλά το απαγορεύει.
Η προπαγανδιστική μηχανή δε, είναι τόσο χοντροκομμένη ώστε τα οικονομικά και κοινωνικά τεκταινόμενα παρουσιάζονται πάντα αποσπασματικά- από τη μια, ένα ή δύο μεγέθη το πολύ ώστε η εικόνα να διαμορφώνεται προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο ανάλογα με τις επιδιώξεις και από την άλλη αυθαίρετες, αναιτιολόγητες ιστορικές συνδέσεις.
Τρανταχτό παράδειγμα ο τρόπος παρουσίασης των εξελίξεων στην Αργεντινή. Οτιδήποτε αρνητικό διογκώνεται και συνδυάζεται με το 2001. Η κατοπινή παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που σοβεί ακόμα είναι σα να μην υπήρξε ποτέ ή σα να μην επηρέασε την Αργεντινή σε τίποτα. Αντίθετα, για το δήθεν “success story” του ΔΝΤ, την Τουρκία, οι ειδήσεις για τις οικονομικές της επιδόσεις όταν αφορούν κάποια αρνητική εξέλιξη μετά δυσκολίας περνούν σε οποιοδήποτε καθεστωτικό ΜΜΕ.
Η ουσία όμως είναι ότι η οικονομική ορθοδοξία, αυτή η ίδια που αποπειράται να αφηγηθεί κατά πώς τη βολεύει τις εξελίξεις είχε διαψευστεί οικτρά ήδη πριν το 2007 και την έναρξη της παρούσας κρίσης.
Όσες θριαμβολογίες και αν προσπάθησε να αντλήσει από τα ιδεολογήματα περί τέλους της ιστορίας, εδώ και τρεις δεκαετίες ο καπιταλισμός παράγει διαρκώς κρίσεις σε κομβικά σημεία είτε της «εσωτερικής» δηλαδή κλαδικής επικράτειάς του, είτε και της «εξωτερικής», γεωγραφικής: κρίση στις χώρες της Λ. Αμερικής, στις ασιατικές τίγρεις, κρίση του ρουβλίου στη Ρωσία, κρίση των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας στις ΗΠΑ, οικονομική στασιμότητα για πολλά χρόνια στην ΕΕ και μάλιστα στη Γερμανία, πριν από τη σημερινή, κρίση των τιμών των τροφίμων- που απειλεί διαρκώς να επανέλθει- κρίση περιβαλλοντική δηλαδή υπαρξιακή για τον πλανήτη που οξύνεται, στροφή στο «μιλιταριστικό κεϋνσιανισμό» των επεμβάσεων στο πλαίσιο του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, κρίση που ξεκίνησε από το 2007 και που μαίνεται ακόμα στον πλανήτη με διαφορετικές εντάσεις ανά περιοχή.
Θα απαντήσουν κάποιοι ότι πολλές εξ αυτών των κρίσεων ξεπεράστηκαν. Το επιχείρημα είναι έωλο. Πρώτα απ’ όλα γιατί και εκεί που ξεπεράστηκαν πρέπει να εξετάσει κανείς το κόστος στο επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων, της κοινωνικής συγκρότησης, της διεθνούς θέσης αυτών των κοινωνιών και βεβαίως την πιθανή επανάκαμψή τους ή μη στο προ- κρίσης επίπεδο μεγέθυνσης.
Δεύτερον, σε αρκετές εξ αυτών των περιπτώσεων οι κρίσεις συνεχίζονται με διαφορετική ένταση και τρόπο. Και τρίτον διότι το επίμονο ερώτημα παραμένει: γιατί ο παγκόσμιος καπιταλισμός αδυνατεί να εισέλθει σε περίοδο γενικής, έστω σχετικά μακρόχρονης μεγέθυνσης όπως σε προγενέστερες ιστορικές του φάσεις, με αποτέλεσμα διαρκώς να μεταπίπτει σε προσπάθειες –όχι και τόσο πλέον- «δημιουργικής» για τον ίδιο καταστροφής;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη και δεδομένη. Διαφαίνεται ότι η «επικράτεια» της κεφαλαιοκρατίας, «εσωτερική» και «εξωτερική»- δηλαδή αφενός της διάνοιξης νέων κλαδικών πεδίων δράσης του κεφαλαίου, ενσωμάτωσης νέων διαδικασιών στην παραγωγή και αφετέρου της γεωγραφικής εξάπλωσης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής σε εκτεταμένες περιοχές που στοχεύουν στη συγκρότηση αστικού τύπου μεσαίων τάξεων, όπως είναι η ΝΑ Ασία και προϊόντος του χρόνου η Αφρική- καθίσταται ολοένα δυσκολότερα ελέγξιμη από τις παραδοσιακές δομές εξουσίας που δομεί το κεφάλαιο τόσο στη βάση- σχέσεις παραγωγής- όσο και στο εποικοδόμημα- πολιτικοί θεσμοί, δίκαιο κλπ.
Έπειτα, η ίδια η απορύθμιση της κίνησης κεφαλαίων, προκειμένου να πετύχουν τη μέγιστη δυνατή κινητικότητα και ταχύτητα οδηγεί σε διαρκώς νέες φούσκες. Το χρηματιστικό κεφάλαιο υποτάσσει στη λούμπεν- υπό την έννοια της ολότελα αρπακτικής και παρασιτικής- νοοτροπία του, το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Οι δυνατότητες ακόμα και των ελαχίστων ρυθμίσεων εξανεμίζονται. Η ανορθολογική, βραχυπρόθεσμη και κατατετμημένη προσέγγιση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής γιγαντώνει την κυριαρχία της.
Ο καπιταλισμός δείχνει να «παλιώνει». Βάσει μιας λεπτής ειρωνείας της τύχης είναι οι κατεξοχήν επιθετικές μερίδες του κεφαλαίου και οι εξαρτημένες πολιτικές ελίτ που εξαντλούν την ανανεωτική επίδραση του κεϋνσιανισμού. Γυρεύοντας να αυξήσουν το ποσοστό κέρδους του κεφαλαίου με την υπερκινητικότητα και την απόσπαση μεγαλύτερης υπεραξίας από τις παραγωγικές δυνάμεις επιταχύνουν διαδικασίες υπέρβασης του ίδιου του καπιταλισμού. Παραγωγικές δυνάμεις με νέα ταλέντα και δυνατότητες αμφισβητούν την αναγκαιότητα υπαγωγής τους στον καπιταλιστικό καταμερισμό ισχύος σε κάθε επίπεδο, που αυτός εκδηλώνεται.
Πέρα όμως από μια πρόχειρη προσπάθεια ανίχνευσης της απάντησης σε ένα τόσο σημαντικό ερώτημα υπάρχει και κάτι βαθύτερο που αναφύεται: η οικονομική ορθοδοξία, εγκλωβισμένη στα συστημικά στεγανά του τεχνοκρατικού μυστικισμού και της αφυδάτωσης της επιστήμης χρησιμεύει μόνο ως εργαλείο καταπίεσης και καθυπόταξης της συνείδησης.
Γι’ αυτό και καθίσταται τόσο αναγκαίο ένα μανιφέστο και μια ολοκληρωμένη εκστρατεία για την απελευθερωτική επιστήμη εν γένει και οικονομική σκέψη ειδικότερα. Για αυτήν που τολμά να θέτει και να πραγματεύεται δημόσια τα μεγάλα ερωτήματα.
tvxs.gr
Το ερώτημα τι συμβαίνει με τις επαναλαμβανόμενες κρίσεις αυξανόμενης έντασης στον παγκόσμιο καπιταλισμό μοιάζει- μαζί με τη λέξη «καπιταλισμός»- απαγορευμένο, ιδίως στην Ελλάδα. Διόλου περίεργο: η κατεστημένη, συντηρητική οικονομική ορθοδοξία, όπως κάθε ορθοδοξία, όταν δεν μπορεί να απαντήσει σε ένα ερώτημα, απλά το απαγορεύει.
Η προπαγανδιστική μηχανή δε, είναι τόσο χοντροκομμένη ώστε τα οικονομικά και κοινωνικά τεκταινόμενα παρουσιάζονται πάντα αποσπασματικά- από τη μια, ένα ή δύο μεγέθη το πολύ ώστε η εικόνα να διαμορφώνεται προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο ανάλογα με τις επιδιώξεις και από την άλλη αυθαίρετες, αναιτιολόγητες ιστορικές συνδέσεις.
Τρανταχτό παράδειγμα ο τρόπος παρουσίασης των εξελίξεων στην Αργεντινή. Οτιδήποτε αρνητικό διογκώνεται και συνδυάζεται με το 2001. Η κατοπινή παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που σοβεί ακόμα είναι σα να μην υπήρξε ποτέ ή σα να μην επηρέασε την Αργεντινή σε τίποτα. Αντίθετα, για το δήθεν “success story” του ΔΝΤ, την Τουρκία, οι ειδήσεις για τις οικονομικές της επιδόσεις όταν αφορούν κάποια αρνητική εξέλιξη μετά δυσκολίας περνούν σε οποιοδήποτε καθεστωτικό ΜΜΕ.
Η ουσία όμως είναι ότι η οικονομική ορθοδοξία, αυτή η ίδια που αποπειράται να αφηγηθεί κατά πώς τη βολεύει τις εξελίξεις είχε διαψευστεί οικτρά ήδη πριν το 2007 και την έναρξη της παρούσας κρίσης.
Όσες θριαμβολογίες και αν προσπάθησε να αντλήσει από τα ιδεολογήματα περί τέλους της ιστορίας, εδώ και τρεις δεκαετίες ο καπιταλισμός παράγει διαρκώς κρίσεις σε κομβικά σημεία είτε της «εσωτερικής» δηλαδή κλαδικής επικράτειάς του, είτε και της «εξωτερικής», γεωγραφικής: κρίση στις χώρες της Λ. Αμερικής, στις ασιατικές τίγρεις, κρίση του ρουβλίου στη Ρωσία, κρίση των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας στις ΗΠΑ, οικονομική στασιμότητα για πολλά χρόνια στην ΕΕ και μάλιστα στη Γερμανία, πριν από τη σημερινή, κρίση των τιμών των τροφίμων- που απειλεί διαρκώς να επανέλθει- κρίση περιβαλλοντική δηλαδή υπαρξιακή για τον πλανήτη που οξύνεται, στροφή στο «μιλιταριστικό κεϋνσιανισμό» των επεμβάσεων στο πλαίσιο του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, κρίση που ξεκίνησε από το 2007 και που μαίνεται ακόμα στον πλανήτη με διαφορετικές εντάσεις ανά περιοχή.
Θα απαντήσουν κάποιοι ότι πολλές εξ αυτών των κρίσεων ξεπεράστηκαν. Το επιχείρημα είναι έωλο. Πρώτα απ’ όλα γιατί και εκεί που ξεπεράστηκαν πρέπει να εξετάσει κανείς το κόστος στο επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων, της κοινωνικής συγκρότησης, της διεθνούς θέσης αυτών των κοινωνιών και βεβαίως την πιθανή επανάκαμψή τους ή μη στο προ- κρίσης επίπεδο μεγέθυνσης.
Δεύτερον, σε αρκετές εξ αυτών των περιπτώσεων οι κρίσεις συνεχίζονται με διαφορετική ένταση και τρόπο. Και τρίτον διότι το επίμονο ερώτημα παραμένει: γιατί ο παγκόσμιος καπιταλισμός αδυνατεί να εισέλθει σε περίοδο γενικής, έστω σχετικά μακρόχρονης μεγέθυνσης όπως σε προγενέστερες ιστορικές του φάσεις, με αποτέλεσμα διαρκώς να μεταπίπτει σε προσπάθειες –όχι και τόσο πλέον- «δημιουργικής» για τον ίδιο καταστροφής;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη και δεδομένη. Διαφαίνεται ότι η «επικράτεια» της κεφαλαιοκρατίας, «εσωτερική» και «εξωτερική»- δηλαδή αφενός της διάνοιξης νέων κλαδικών πεδίων δράσης του κεφαλαίου, ενσωμάτωσης νέων διαδικασιών στην παραγωγή και αφετέρου της γεωγραφικής εξάπλωσης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής σε εκτεταμένες περιοχές που στοχεύουν στη συγκρότηση αστικού τύπου μεσαίων τάξεων, όπως είναι η ΝΑ Ασία και προϊόντος του χρόνου η Αφρική- καθίσταται ολοένα δυσκολότερα ελέγξιμη από τις παραδοσιακές δομές εξουσίας που δομεί το κεφάλαιο τόσο στη βάση- σχέσεις παραγωγής- όσο και στο εποικοδόμημα- πολιτικοί θεσμοί, δίκαιο κλπ.
Έπειτα, η ίδια η απορύθμιση της κίνησης κεφαλαίων, προκειμένου να πετύχουν τη μέγιστη δυνατή κινητικότητα και ταχύτητα οδηγεί σε διαρκώς νέες φούσκες. Το χρηματιστικό κεφάλαιο υποτάσσει στη λούμπεν- υπό την έννοια της ολότελα αρπακτικής και παρασιτικής- νοοτροπία του, το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Οι δυνατότητες ακόμα και των ελαχίστων ρυθμίσεων εξανεμίζονται. Η ανορθολογική, βραχυπρόθεσμη και κατατετμημένη προσέγγιση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής γιγαντώνει την κυριαρχία της.
Ο καπιταλισμός δείχνει να «παλιώνει». Βάσει μιας λεπτής ειρωνείας της τύχης είναι οι κατεξοχήν επιθετικές μερίδες του κεφαλαίου και οι εξαρτημένες πολιτικές ελίτ που εξαντλούν την ανανεωτική επίδραση του κεϋνσιανισμού. Γυρεύοντας να αυξήσουν το ποσοστό κέρδους του κεφαλαίου με την υπερκινητικότητα και την απόσπαση μεγαλύτερης υπεραξίας από τις παραγωγικές δυνάμεις επιταχύνουν διαδικασίες υπέρβασης του ίδιου του καπιταλισμού. Παραγωγικές δυνάμεις με νέα ταλέντα και δυνατότητες αμφισβητούν την αναγκαιότητα υπαγωγής τους στον καπιταλιστικό καταμερισμό ισχύος σε κάθε επίπεδο, που αυτός εκδηλώνεται.
Πέρα όμως από μια πρόχειρη προσπάθεια ανίχνευσης της απάντησης σε ένα τόσο σημαντικό ερώτημα υπάρχει και κάτι βαθύτερο που αναφύεται: η οικονομική ορθοδοξία, εγκλωβισμένη στα συστημικά στεγανά του τεχνοκρατικού μυστικισμού και της αφυδάτωσης της επιστήμης χρησιμεύει μόνο ως εργαλείο καταπίεσης και καθυπόταξης της συνείδησης.
Γι’ αυτό και καθίσταται τόσο αναγκαίο ένα μανιφέστο και μια ολοκληρωμένη εκστρατεία για την απελευθερωτική επιστήμη εν γένει και οικονομική σκέψη ειδικότερα. Για αυτήν που τολμά να θέτει και να πραγματεύεται δημόσια τα μεγάλα ερωτήματα.
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου