ΚΑΤΑΡΡΕΕΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΛΟΥΝΤΕΜΗ
«Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» μέσα από το σπίτι του συγγραφέα που… δεν έχει σκεπή.
«Κείνο το βράδυ σώπαιναν οι λύκοι γιατί ουρλιάζανε άνθρωποι». Η διαχρονικά επίκαιρη φράση, από το μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Οδός Αβύσσου, Αριθμός 0», χαραγμένη σε μπρούντζινη πλάκα στο μνημείο, κάτω από τον ίσκιο δύο μεγάλων πλατάνων στη δυτική είσοδο του Εξαπλατάνου Πέλλας, γνωστοποιεί στον επισκέπτη του χωριού ότι εκεί ο μεγάλος έλληνας λογοτέχνης πέρασε τα παιδικά του χρόνια.
Μερικά στενά πιο κάτω, στην οδό Μενελάου Λουντέμη, βρίσκεται- όπως πληροφορεί η σχετική επιγραφή- το σπίτι όπου ο συγγραφέας έζησε με την οικογένειά του για δέκα περίπου χρόνια: Ερειπωμένο, εγκαταλειμμένο, ετοιμόρροπο. Στους εναπομείναντες τοίχους είναι γραμμένα συνθήματα με σπρέι και μέσα στα ερείπια σκουπίδια. Η εικόνα προκαλεί απλώς θλίψη.
Το σπίτι έχει χαρακτηριστεί με προεδρικό διάταγμα του 1985 διατηρητέο, όμως, είκοσι τρία χρόνια μετά, η μόνη παρέμβαση που έχει γίνει είναι η τοποθέτηση- προσφάτως- από τον Δήμο, ενός μαύρου πλέγματος περιμετρικά της κατοικίας, ώστε να αποφευχθούν ενδεχόμενοι τραυματισμοί των περαστικών από τους σοβάδες και τα κεραμίδια που πέφτουν.
Η αναπαλαίωση του σπιτιού κόλλησε στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, στην αδυναμία εξεύρεσης αποδεκτής- από όλους τους κληρονόμους του Λουντέμη- λύσης, αλλά και στα γρανάζια της γραφειοκρατίας.
Η δημοτική αρχή έχει, κατά καιρούς, αναλάβει πρωτοβουλίες για την διευθέτηση του ζητήματος, καμία, ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Το 1999 η υπηρεσία απαλλοτριώσεων του υπουργείου Πολιτισμού, σε αίτημα του Δήμου για την χρηματοδότηση της αγοράς του σπιτιού από τους κληρονόμους, είχε απαντήσει αρνητικά καθώς, «δεν νομιμοποίητο να καταβάλει αποζημιώσεις για τη μεταβίβαση ακινήτων, τα οποία θα περιέρχονταν σε άλλους φορείς».
Για την αναπαλαίωση της κατοικίας, ώστε αυτή να καταστεί προσβάσιμη και επισκέψιμη, ο Δήμος εκπόνησε πριν από οκτώ χρόνια τεχνική μελέτη. Η εν λόγω μελέτη, με προϋπολογισμό δαπάνης για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών αποκατάστασης στα 222.000 ευρώ, κατατέθηκε πριν από περίπου ένα χρόνο στο υπουργείο Πολιτισμού, ενώ είχε κατατεθεί και παλαιότερα.
«Η αναπαλαίωση της οικίας του Μενέλαου Λουντέμη είναι μία επένδυση για τους δημότες μας, για την πολιτιστική και τουριστική αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δήμαρχος Εξαπλατάνου Σταύρος Τουφεγγόπουλος. Η τελευταία προσπάθεια που γίνεται από τη δική μας πλευρά, προσθέτει, αφορά στην επίτευξη μίας συμφωνίας με τους κληρονόμους για την ανταλλαγή του- επτακοσίων περίπου τετραγωνικών μέτρων- οικοπέδου, μέσα στο οποίο βρίσκεται η οικία του Λουντέμη, με άλλο οικόπεδο αντίστοιχης αξίας, μέσα στον Εξαπλάτανο.
Ο εκπρόσωπος των κληρονόμων, ανιψιός του Μενέλαου Λουντέμη, Νίκος Τσίτσος, διαβεβαιώνει ότι και από την πλευρά τους η βούληση για λύση είναι δεδομένη. «Εμείς θέλουμε να αποκατασταθεί το σπίτι, αλλά το κόστος για να το φτιάξουμε εμείς είναι πολύ μεγάλο, γι’ αυτό και είχαμε κάνει πρόταση για δωρεά. Τώρα προσπαθούμε να συμφωνήσουμε στην ανταλλαγή με ένα οικόπεδο ισάξιο», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σημειώνοντας ότι οι γραφειοκρατικές διαδικασίες είναι εξαιρετικά χρονοβόρες και «εκείνοι που για παράδειγμα έχουν μερίδιο 1/76 στην κληρονομιά ίσως δεν επιθυμούν ή δεν έχουν τη δυνατότητα να τρέξουν».
Η κόρη του Μενέλαου Λουντέμη, Μυρτώ, σύμφωνα με τον δήμαρχο του Εξαπλατάνου, έχει παραιτηθεί από όποια απαίτηση και το μόνο που επιθυμεί είναι να δει το σπίτι του πατέρα της να αποκαθίσταται. Η Μυρτώ ζει σήμερα στην Αθήνα και προσπαθεί να αποφεύγει τη δημοσιότητα.
«Από πολύ μικρή ηλικία έμεινε μόνη, με τον πατέρα της εξόριστο. Όλη η οικογένεια υπήρξε ένα μεγάλο διάστημα που απαγορευόταν και να μιλήσουμε για τον Λουντέμη», σημειώνει ο Νίκος Τσίτσος. Ο ίδιος, όπως λέει, γνώρισε τον θείο του κυρίως μέσα από τις εξιστορήσεις των γιαγιάδων, ενώ τον υποδέχθηκε στην επάνοδό από την εξορία στο Βουκουρέστι, στην Ελλάδα, όπου μετά από ένα χρόνο -το 1977- πέθανε από καρδιακή προσβολή. «Το όνειρό του θείου μου ήταν να επιστρέψει στην Ελλάδα και να πιει ένα ποτήρι ρετσίνα. Ήταν ταλαιπωρημένη η υγεία του από τις κακουχίες, από τον ενθουσιασμό του που επέστρεψε στην Ελλάδα δεν πρόσεξε και ιδιαίτερα και έτσι έφυγε στα 65 του χρόνια».
Από τα χρόνια που έζησε ο μεγάλος συγγραφέας στον Εξαπλάτανο -1923 μέχρι το 1932- οι γηραιότεροι κάτοικοι του χωριού τον θυμούνται ως μία ευγενική μορφή, έναν άνθρωπο τον γραμμάτων. «Ήταν ένας διανοούμενους, τον βλέπαμε να μιλάει με τους δασκάλους», λέει ο ενενηντάχρονος Θόδωρος Καραπαλής, ο οποίος παρατηρούσε συχνά τον Λουντέμη, όταν τον συναντούσε στο ποτάμι όπου πήγαινε για να ψαρέψει.
Στον Εξαπλάτανο ο Λουντέμης έγραψε και τα πρώτα του έργα, το 1927 και 1928. Πρόκειται για συλλογές ποιημάτων που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα της Έδεσσας «Αγροτική Ιδέα». Μάλιστα τα έργα αυτά τα υπέγραψε με το πραγματικό του όνομα, Τάκης Βαλασιάδης (Το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο, που λέγεται ότι το εμπνεύστηκε από τον ποταμό Λουδία, το χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1933 στο διήγημα «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια»).
Τον Αύγουστο ο Δήμος πρόκειται να διοργανώσει τριήμερο συμπόσιο στην μνήμη του Λουντέμη. Ελπίδα όλων είναι ότι μέχρι τότε το σπίτι του, σημείο αναφοράς για τα χρόνια που πέρασε εκεί, δεν θα έχει καταρρεύσει.
Κείμενο: Σοφία Αβραμίδου
Φωτογραφίες: Νίκος Αρβανιτίδης
«Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» μέσα από το σπίτι του συγγραφέα που… δεν έχει σκεπή.
«Κείνο το βράδυ σώπαιναν οι λύκοι γιατί ουρλιάζανε άνθρωποι». Η διαχρονικά επίκαιρη φράση, από το μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Οδός Αβύσσου, Αριθμός 0», χαραγμένη σε μπρούντζινη πλάκα στο μνημείο, κάτω από τον ίσκιο δύο μεγάλων πλατάνων στη δυτική είσοδο του Εξαπλατάνου Πέλλας, γνωστοποιεί στον επισκέπτη του χωριού ότι εκεί ο μεγάλος έλληνας λογοτέχνης πέρασε τα παιδικά του χρόνια.
Μερικά στενά πιο κάτω, στην οδό Μενελάου Λουντέμη, βρίσκεται- όπως πληροφορεί η σχετική επιγραφή- το σπίτι όπου ο συγγραφέας έζησε με την οικογένειά του για δέκα περίπου χρόνια: Ερειπωμένο, εγκαταλειμμένο, ετοιμόρροπο. Στους εναπομείναντες τοίχους είναι γραμμένα συνθήματα με σπρέι και μέσα στα ερείπια σκουπίδια. Η εικόνα προκαλεί απλώς θλίψη.
Το σπίτι έχει χαρακτηριστεί με προεδρικό διάταγμα του 1985 διατηρητέο, όμως, είκοσι τρία χρόνια μετά, η μόνη παρέμβαση που έχει γίνει είναι η τοποθέτηση- προσφάτως- από τον Δήμο, ενός μαύρου πλέγματος περιμετρικά της κατοικίας, ώστε να αποφευχθούν ενδεχόμενοι τραυματισμοί των περαστικών από τους σοβάδες και τα κεραμίδια που πέφτουν.
Η αναπαλαίωση του σπιτιού κόλλησε στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, στην αδυναμία εξεύρεσης αποδεκτής- από όλους τους κληρονόμους του Λουντέμη- λύσης, αλλά και στα γρανάζια της γραφειοκρατίας.
Η δημοτική αρχή έχει, κατά καιρούς, αναλάβει πρωτοβουλίες για την διευθέτηση του ζητήματος, καμία, ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Το 1999 η υπηρεσία απαλλοτριώσεων του υπουργείου Πολιτισμού, σε αίτημα του Δήμου για την χρηματοδότηση της αγοράς του σπιτιού από τους κληρονόμους, είχε απαντήσει αρνητικά καθώς, «δεν νομιμοποίητο να καταβάλει αποζημιώσεις για τη μεταβίβαση ακινήτων, τα οποία θα περιέρχονταν σε άλλους φορείς».
Για την αναπαλαίωση της κατοικίας, ώστε αυτή να καταστεί προσβάσιμη και επισκέψιμη, ο Δήμος εκπόνησε πριν από οκτώ χρόνια τεχνική μελέτη. Η εν λόγω μελέτη, με προϋπολογισμό δαπάνης για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών αποκατάστασης στα 222.000 ευρώ, κατατέθηκε πριν από περίπου ένα χρόνο στο υπουργείο Πολιτισμού, ενώ είχε κατατεθεί και παλαιότερα.
«Η αναπαλαίωση της οικίας του Μενέλαου Λουντέμη είναι μία επένδυση για τους δημότες μας, για την πολιτιστική και τουριστική αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δήμαρχος Εξαπλατάνου Σταύρος Τουφεγγόπουλος. Η τελευταία προσπάθεια που γίνεται από τη δική μας πλευρά, προσθέτει, αφορά στην επίτευξη μίας συμφωνίας με τους κληρονόμους για την ανταλλαγή του- επτακοσίων περίπου τετραγωνικών μέτρων- οικοπέδου, μέσα στο οποίο βρίσκεται η οικία του Λουντέμη, με άλλο οικόπεδο αντίστοιχης αξίας, μέσα στον Εξαπλάτανο.
Ο εκπρόσωπος των κληρονόμων, ανιψιός του Μενέλαου Λουντέμη, Νίκος Τσίτσος, διαβεβαιώνει ότι και από την πλευρά τους η βούληση για λύση είναι δεδομένη. «Εμείς θέλουμε να αποκατασταθεί το σπίτι, αλλά το κόστος για να το φτιάξουμε εμείς είναι πολύ μεγάλο, γι’ αυτό και είχαμε κάνει πρόταση για δωρεά. Τώρα προσπαθούμε να συμφωνήσουμε στην ανταλλαγή με ένα οικόπεδο ισάξιο», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σημειώνοντας ότι οι γραφειοκρατικές διαδικασίες είναι εξαιρετικά χρονοβόρες και «εκείνοι που για παράδειγμα έχουν μερίδιο 1/76 στην κληρονομιά ίσως δεν επιθυμούν ή δεν έχουν τη δυνατότητα να τρέξουν».
Η κόρη του Μενέλαου Λουντέμη, Μυρτώ, σύμφωνα με τον δήμαρχο του Εξαπλατάνου, έχει παραιτηθεί από όποια απαίτηση και το μόνο που επιθυμεί είναι να δει το σπίτι του πατέρα της να αποκαθίσταται. Η Μυρτώ ζει σήμερα στην Αθήνα και προσπαθεί να αποφεύγει τη δημοσιότητα.
«Από πολύ μικρή ηλικία έμεινε μόνη, με τον πατέρα της εξόριστο. Όλη η οικογένεια υπήρξε ένα μεγάλο διάστημα που απαγορευόταν και να μιλήσουμε για τον Λουντέμη», σημειώνει ο Νίκος Τσίτσος. Ο ίδιος, όπως λέει, γνώρισε τον θείο του κυρίως μέσα από τις εξιστορήσεις των γιαγιάδων, ενώ τον υποδέχθηκε στην επάνοδό από την εξορία στο Βουκουρέστι, στην Ελλάδα, όπου μετά από ένα χρόνο -το 1977- πέθανε από καρδιακή προσβολή. «Το όνειρό του θείου μου ήταν να επιστρέψει στην Ελλάδα και να πιει ένα ποτήρι ρετσίνα. Ήταν ταλαιπωρημένη η υγεία του από τις κακουχίες, από τον ενθουσιασμό του που επέστρεψε στην Ελλάδα δεν πρόσεξε και ιδιαίτερα και έτσι έφυγε στα 65 του χρόνια».
Από τα χρόνια που έζησε ο μεγάλος συγγραφέας στον Εξαπλάτανο -1923 μέχρι το 1932- οι γηραιότεροι κάτοικοι του χωριού τον θυμούνται ως μία ευγενική μορφή, έναν άνθρωπο τον γραμμάτων. «Ήταν ένας διανοούμενους, τον βλέπαμε να μιλάει με τους δασκάλους», λέει ο ενενηντάχρονος Θόδωρος Καραπαλής, ο οποίος παρατηρούσε συχνά τον Λουντέμη, όταν τον συναντούσε στο ποτάμι όπου πήγαινε για να ψαρέψει.
Στον Εξαπλάτανο ο Λουντέμης έγραψε και τα πρώτα του έργα, το 1927 και 1928. Πρόκειται για συλλογές ποιημάτων που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα της Έδεσσας «Αγροτική Ιδέα». Μάλιστα τα έργα αυτά τα υπέγραψε με το πραγματικό του όνομα, Τάκης Βαλασιάδης (Το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο, που λέγεται ότι το εμπνεύστηκε από τον ποταμό Λουδία, το χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1933 στο διήγημα «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια»).
Τον Αύγουστο ο Δήμος πρόκειται να διοργανώσει τριήμερο συμπόσιο στην μνήμη του Λουντέμη. Ελπίδα όλων είναι ότι μέχρι τότε το σπίτι του, σημείο αναφοράς για τα χρόνια που πέρασε εκεί, δεν θα έχει καταρρεύσει.
Κείμενο: Σοφία Αβραμίδου
Φωτογραφίες: Νίκος Αρβανιτίδης
1 σχόλιο:
Το περίεργο θα ήταν να το έχουν προσέξει το σπίτι του συγγραφέα "Οι κερασιές θα ανθίσουν πάλι" Τούτος ο τόπος τρώει τα παιδιά του. Θάβει τις αξίες του όλες. Λες και ο Κρόνος ακόμα ζει. Στα Τρίκαλα γκρέμισαν το σπίτι του Τσιτσάνη σε ένα βράδυ. Σε λίγα χρόνια Τίποτα δεν θα θυμίζει αυτούς, που δεν έγραψαν μόνο, αλλά τα έζησαν κιόλας.
Δημοσίευση σχολίου