Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Σε ιστορικών διαστάσεων γεγονός αναδεικνύεται η αραβική εξέγερση. Aν και διανύει ήδη τον τέταρτο μήνα της, συνεχίζει να επεκτείνεται σαν χιονοστιβάδα, με τον δικτάτορα Σάλεχ της Υεμένης έτοιμο να συνοδεύσει τους Μπεν Αλι και Μουμπάρακ στην έξοδο και το καθεστώς της Συρίας να δέχεται ισχυρούς κραδασμούς. Αν και η κατεύθυνση των εξελίξεων δεν είναι δεδομένη- ιδίως μετά την αιματηρή αντεπανάσταση του Καντάφι και την ξένη επέμβαση στον λιβυκό εμφύλιο- φαίνεται ότι βαίνουμε προς τεκτονικού χαρακτήρα ανατροπές στην περιοχή με την εντονότερη γεωπολιτική αστάθεια και τα μεγαλύτερα πετρελαϊκά αποθέματα του πλανήτη.
Η πρώτη Αραβική Εξέγερση του 1916- 1918 υπό τον Σαρίφ Χουσείν είχε στόχο τη χειραφέτηση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη συγκρότηση μεγάλου, ανεξάρτητου κράτους των Αράβων, από το Αλέπο μέχρι το Άντεν. Για το σκοπό αυτό, οι Άραβες συμμάχησαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τους Αγγλογάλλους, οι οποίοι πολεμούσαν τους συμμάχους των Γερμανών, Οθωμανούς. Ωστόσο, Γάλλοι και Βρετανοί, με τη διαβόητη συμφωνία Σάικς- Πικό, διαμοίρασαν τα αραβικά εδάφη σε προτεκτοράτα, ενώ η διακήρυξη του Μπάλφουρ άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, με την υπόσχεση για εβραϊκό κράτος στην Παλαιστίνη.
Η αποδυνάμωση των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πυροδότησε τη δεύτερη αραβική αφύπνιση. Τα αραβικά κράτη που προέκυψαν αναγκάσθηκαν, στο περιβάλλον του Ψυχρού Πολέμου, να επιλέξουν όχθη. Οι συντηρητικές μοναρχίες αναζήτησαν προστασία στις ΗΠΑ, ενώ τα κοσμικά, εκσυγχρονιστικά καθεστώτα του παναραβισμού, τύπου Νάσερ ή Μπάαθ, βρήκαν στήριξη στην ΕΣΣΔ. Οι στρατιωτικές ήττες από το Ισραήλ και η υποταγή των αραβικών κρατών στην Pax Americana, με ορόσημο τον πρώτο πόλεμο κατά του Ιράκ, το 1992, κατέδειξαν την αποτυχία και των δύο εκδοχών της ανάπηρης, αραβικής ανεξαρτησίας.
Το τρίτο κύμα της αραβικής αφύπνισης εμφανίζει ριζικές διαφορές με τα προηγούμενα: Δεν ξεκίνησε από τα πάνω- από φωτισμένους αξιωματικούς ή παράτολμους φύλαρχους- αλλά από τα κάτω, από τους ανώνυμους φοιτητές της Ταχρίρ και της Σαναά, τους βιομηχανικούς εργάτες της Μαχάλα και του Σουέζ, τους μηχανικούς και τους δικηγόρους της Βεγγάζης. Δεν προέταξε αλυτρωτικούς, εθνικούς στόχους εναντίον του Ισραήλ και των Δυτικών υποστηρικτών του, αλλά τις λαϊκές, δημοκρατικές απαιτήσεις μιας εσωτερικής, «κοινωνικής Ιντιφάντα».
Ωστόσο, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ιμπέρ Βεντρίν έχει δίκιο όταν βλέπει στα δραματικά γεγονότα των ημερών μας την «Αυγή ενός νέου αραβικού εθνικισμού» (Financial Times, 28/3/2011). Και μόνο η ταχύτητα εξάπλωσης της πυρκαγιάς, από την Τύνιδα μέχρι το Άντεν, αποτελεί ένδειξη ανθεκτικότητας του μεγάλου «αραβικού έθνους», που διεκδικεί μια καλύτερη ένταξη στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, υπερβαίνοντας τον κατακερματισμό και την απολυταρχία που το καταδικάζουν σε περιθωριοποίηση. Η αναγέννηση του Νασερισμού στην Αίγυπτο, το πέρασμα ιστορικών στελεχών των Ελεύθερων Αξιωματικών με τη λιβυκή επανάσταση, ο σημαντικός ρόλος των κομμουνιστικών και σοσιαλιστικών κομμάτων στην Ιορδανία και στην Υεμένη ενισχύουν αυτό το συμπέρασμα.
Η Δύση και το Ισραήλ υποδέχθηκαν με ψυχρότητα τις αραβικές εξεγέρσεις, καθώς βολεύονταν μια χαρά με τους Μουμπάρακ, Καντάφι, Σάλεχ και πάει λέγοντας. Ο πιο άμεσος φόβος ήταν μια εξέλιξη «αλα Ιράν»: Μετά από έναν πρώτο γύρο, λαϊκής- δημοκρατικής επανάστασης με αστική- κοσμική ηγεσία, να ακολουθήσει ένας δεύτερος, που θα φέρει στην εξουσία ένα ριζοσπαστικό Ισλάμ- αυτή τη στιγμή, τη μόνη οργανωμένη, σε πανεθνική κλίμακα, δύναμη στις περισσότερες αραβικές χώρες.
Το στοίχημα για τις μεγάλες δυνάμεις είναι αν θα καταφέρουν να «πειθαρχήσουν» την αραβική εξέγερση, με ένα συνδυασμό μέσων: Τον έλεγχο της εκρηκτικά αβέβαιης μεταπολίτευσης από το στρατό (Αίγυπτος, Τυνησία, Υεμένη), την ανοχή- συνενοχή στην καταστολή εξεγέρσεων από συμμαχικά στρατεύματα (της Σαουδικής Αραβίας στο Μπαχρέιν) και την «απαγωγή» της λιβυκής εξέγερσης μέσω μιας ξένης επέμβασης, που οδηγεί στην εξουθένωση και των δύο στρατοπέδων και ανοίγει το δρόμο για την εγκατάσταση «ειρηνοποιών».
Ωστόσο, ακόμη κι αν η αραβική εξέγερση λυγίσει κάτω από το τεράστιο βάρος της αποστολής της, τίποτα δεν θα είναι όπως πριν. Οι όποιοι αυριανοί ηγέτες του αραβικού κόσμου θα αναγκασθούν να κάνουν μεγάλες υποχωρήσεις στις μάζες που έσπασαν το φράγμα του φόβου και ωρίμασαν πολιτικά, μέσα σε τρεις μήνες, όσο δεν θα ωρίμαζαν μέσα σε μια ζωή. Όσο για την Αμερική και το Ισραήλ, πρέπει να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι θα έχουν απέναντί τους πιο διεκδικητικά κράτη, με μεγαλύτερη πολιτική και ηθική ισχύ. Όπως οι πλημμυρίδες του Νείλου, η αραβική εξέγερση είναι ένα σπάνιο φαινόμενο, που κάποτε θα καταλαγιάσει, αλλά μόνο αφού γονιμοποιήσει όλη την περιοχή γύρω του.
Από την "Καθημερινή", 1.4.2011
aristerovima.gr
Σε ιστορικών διαστάσεων γεγονός αναδεικνύεται η αραβική εξέγερση. Aν και διανύει ήδη τον τέταρτο μήνα της, συνεχίζει να επεκτείνεται σαν χιονοστιβάδα, με τον δικτάτορα Σάλεχ της Υεμένης έτοιμο να συνοδεύσει τους Μπεν Αλι και Μουμπάρακ στην έξοδο και το καθεστώς της Συρίας να δέχεται ισχυρούς κραδασμούς. Αν και η κατεύθυνση των εξελίξεων δεν είναι δεδομένη- ιδίως μετά την αιματηρή αντεπανάσταση του Καντάφι και την ξένη επέμβαση στον λιβυκό εμφύλιο- φαίνεται ότι βαίνουμε προς τεκτονικού χαρακτήρα ανατροπές στην περιοχή με την εντονότερη γεωπολιτική αστάθεια και τα μεγαλύτερα πετρελαϊκά αποθέματα του πλανήτη.
Η πρώτη Αραβική Εξέγερση του 1916- 1918 υπό τον Σαρίφ Χουσείν είχε στόχο τη χειραφέτηση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη συγκρότηση μεγάλου, ανεξάρτητου κράτους των Αράβων, από το Αλέπο μέχρι το Άντεν. Για το σκοπό αυτό, οι Άραβες συμμάχησαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τους Αγγλογάλλους, οι οποίοι πολεμούσαν τους συμμάχους των Γερμανών, Οθωμανούς. Ωστόσο, Γάλλοι και Βρετανοί, με τη διαβόητη συμφωνία Σάικς- Πικό, διαμοίρασαν τα αραβικά εδάφη σε προτεκτοράτα, ενώ η διακήρυξη του Μπάλφουρ άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, με την υπόσχεση για εβραϊκό κράτος στην Παλαιστίνη.
Η αποδυνάμωση των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πυροδότησε τη δεύτερη αραβική αφύπνιση. Τα αραβικά κράτη που προέκυψαν αναγκάσθηκαν, στο περιβάλλον του Ψυχρού Πολέμου, να επιλέξουν όχθη. Οι συντηρητικές μοναρχίες αναζήτησαν προστασία στις ΗΠΑ, ενώ τα κοσμικά, εκσυγχρονιστικά καθεστώτα του παναραβισμού, τύπου Νάσερ ή Μπάαθ, βρήκαν στήριξη στην ΕΣΣΔ. Οι στρατιωτικές ήττες από το Ισραήλ και η υποταγή των αραβικών κρατών στην Pax Americana, με ορόσημο τον πρώτο πόλεμο κατά του Ιράκ, το 1992, κατέδειξαν την αποτυχία και των δύο εκδοχών της ανάπηρης, αραβικής ανεξαρτησίας.
Το τρίτο κύμα της αραβικής αφύπνισης εμφανίζει ριζικές διαφορές με τα προηγούμενα: Δεν ξεκίνησε από τα πάνω- από φωτισμένους αξιωματικούς ή παράτολμους φύλαρχους- αλλά από τα κάτω, από τους ανώνυμους φοιτητές της Ταχρίρ και της Σαναά, τους βιομηχανικούς εργάτες της Μαχάλα και του Σουέζ, τους μηχανικούς και τους δικηγόρους της Βεγγάζης. Δεν προέταξε αλυτρωτικούς, εθνικούς στόχους εναντίον του Ισραήλ και των Δυτικών υποστηρικτών του, αλλά τις λαϊκές, δημοκρατικές απαιτήσεις μιας εσωτερικής, «κοινωνικής Ιντιφάντα».
Ωστόσο, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ιμπέρ Βεντρίν έχει δίκιο όταν βλέπει στα δραματικά γεγονότα των ημερών μας την «Αυγή ενός νέου αραβικού εθνικισμού» (Financial Times, 28/3/2011). Και μόνο η ταχύτητα εξάπλωσης της πυρκαγιάς, από την Τύνιδα μέχρι το Άντεν, αποτελεί ένδειξη ανθεκτικότητας του μεγάλου «αραβικού έθνους», που διεκδικεί μια καλύτερη ένταξη στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, υπερβαίνοντας τον κατακερματισμό και την απολυταρχία που το καταδικάζουν σε περιθωριοποίηση. Η αναγέννηση του Νασερισμού στην Αίγυπτο, το πέρασμα ιστορικών στελεχών των Ελεύθερων Αξιωματικών με τη λιβυκή επανάσταση, ο σημαντικός ρόλος των κομμουνιστικών και σοσιαλιστικών κομμάτων στην Ιορδανία και στην Υεμένη ενισχύουν αυτό το συμπέρασμα.
Η Δύση και το Ισραήλ υποδέχθηκαν με ψυχρότητα τις αραβικές εξεγέρσεις, καθώς βολεύονταν μια χαρά με τους Μουμπάρακ, Καντάφι, Σάλεχ και πάει λέγοντας. Ο πιο άμεσος φόβος ήταν μια εξέλιξη «αλα Ιράν»: Μετά από έναν πρώτο γύρο, λαϊκής- δημοκρατικής επανάστασης με αστική- κοσμική ηγεσία, να ακολουθήσει ένας δεύτερος, που θα φέρει στην εξουσία ένα ριζοσπαστικό Ισλάμ- αυτή τη στιγμή, τη μόνη οργανωμένη, σε πανεθνική κλίμακα, δύναμη στις περισσότερες αραβικές χώρες.
Το στοίχημα για τις μεγάλες δυνάμεις είναι αν θα καταφέρουν να «πειθαρχήσουν» την αραβική εξέγερση, με ένα συνδυασμό μέσων: Τον έλεγχο της εκρηκτικά αβέβαιης μεταπολίτευσης από το στρατό (Αίγυπτος, Τυνησία, Υεμένη), την ανοχή- συνενοχή στην καταστολή εξεγέρσεων από συμμαχικά στρατεύματα (της Σαουδικής Αραβίας στο Μπαχρέιν) και την «απαγωγή» της λιβυκής εξέγερσης μέσω μιας ξένης επέμβασης, που οδηγεί στην εξουθένωση και των δύο στρατοπέδων και ανοίγει το δρόμο για την εγκατάσταση «ειρηνοποιών».
Ωστόσο, ακόμη κι αν η αραβική εξέγερση λυγίσει κάτω από το τεράστιο βάρος της αποστολής της, τίποτα δεν θα είναι όπως πριν. Οι όποιοι αυριανοί ηγέτες του αραβικού κόσμου θα αναγκασθούν να κάνουν μεγάλες υποχωρήσεις στις μάζες που έσπασαν το φράγμα του φόβου και ωρίμασαν πολιτικά, μέσα σε τρεις μήνες, όσο δεν θα ωρίμαζαν μέσα σε μια ζωή. Όσο για την Αμερική και το Ισραήλ, πρέπει να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι θα έχουν απέναντί τους πιο διεκδικητικά κράτη, με μεγαλύτερη πολιτική και ηθική ισχύ. Όπως οι πλημμυρίδες του Νείλου, η αραβική εξέγερση είναι ένα σπάνιο φαινόμενο, που κάποτε θα καταλαγιάσει, αλλά μόνο αφού γονιμοποιήσει όλη την περιοχή γύρω του.
Από την "Καθημερινή", 1.4.2011
aristerovima.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου