Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010

ΟΙ ΕΠΙΖΗΣΑΝΤΕΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΤΟΥ ΤΣΕ - ΝΤΑΡΙΕΛ ΑΛΑΡΚΟΝ ΡΑΜΙΡΕΣ (''ΜΠΕΝΙΝΙΟ'') και ΜΑΡΙΑΝΟ ΡΟΝΤΡΙΓΚΕΣ

Ένα συγκλονιστικό χρονικό που βασίστηκε στο ημερολόγιο του αντάρτη Μπενίνιο. Η τελευταία μάχη του Γκεβάρα, οι διάλογοι με τους συντρόφους του, η σύλληψη και η εκτέλεση. Την επομένη, οι έξι επιζήσαντες σύντροφοί του, κρυμμένοι σε απόσταση τριακοσίων μέτρων ακούνε τους πυροβολισμούς. Δεν ξέρουν όμως ότι πρόκειται για την εκτέλεση του αρχηγού τους. Μαθαίνουν την τρομαχτική είδηση από ένα μικρο ραδιοφωνάκι που έχουν μαζί τους. Η περιγραφή του Μπενίνιο ραγίζει πέτρες: «Όλοι οι σταθμοί δίνουν το ίδιο τρομερό νέο [...]ο καπετάνιος του αντάρτικου Ραμόν, ο θρυλικός κομαντάντε Ερνέστο Τσε Γκεβάρα έπεσε στη μάχη μέσα στο φαράγγι του Γιούρο. Το ράδιο συνεχίζει... ''ο αρχηγός των ανταρτών φορούσε ένα τζάκετ τέτοιου χρώματος και δυο ρολόγια''. Δυο ρολόγια....δυο ρολόγια στο χέρι του, το δικό του και του Τούμα. Είναι αλήθεια! [...] Ο Τσε δεν ήθελε να αποχωριστεί αυτό που του είχε δώσει ο Ελ Τούμα όταν, καθώς πέθαινε, δεν μπορούσε πια να μιλήσει. Γιαυτό φορούσε αυτό το επιπλέον ρολόι, για να το δώσει στο γιο του Τούμα, που γεννήθηκε όταν ο πατέρας του ήταν ήδη στη Βολιβία [....]
Πρέπει να κρατηθώ για να μην ορμήξω πάνω στους φαντάρους και να ρίχνω στο σωρό. Θέλω να σηκωθώ, να ουρλιάξω ''Ζήτω ο Τσε'' και να σκοτώσω. Οι στρατιώτες δεν είναι μακρυά. Τους βλέπω καθαρά. Βρίσκονται στη Λα Ιγκέρα και θα έλεγε κάνεις πως είναι ευχαριστημένοι. Υπάρχει κίνηση, σαν να γίνεται γλέντι, ίσως πίνουν για να γιορτάσουν το θάνατο του Τσε. Νιώθω τα δάκρυα να κυλάνε στο πρόσωπό μου άλλα δεν θέλω να παραδεχτώ πως κλαίω...Τότε, σηκώνω τα μάτια και κοιτάζω τους άλλους....Ο Ελ Ίντι, τόσο σκληραγωγημένος, ο Ελ Νιάτο, θαρραλέος άνθρωπος, ο Νταρίο που είναι σαν παιδί, αλλά που για αυτόν ο θάνατος δε σημαίνει τίποτα, ο Πόμπο, ο Ουρμπάνο, όλοι κλαίνε. Κλαίνε όλοι κι από εκείνη τη στιγμή κι ύστερα, ξέρω: ξέρω αυτό που αρνείται να παραδεχτεί το μυαλό μου, ξέρω πως είναι αλήθεια. Σκότωσαν τον Τσε μας.»
Και μετά? Μετά τι? Έξι άντρες, (τρεις Κουβανοί και τρεις Βολιβιανοί) πεινασμένοι, ρακένδυτοι, νικημένοι, περιπλανώνται στα βουνά της Βολιβίας με σκοπό να φτάσουν στα σύνορα της Χιλής του Αλιέντε. Πίσω τους όλος ο Βολιβιανός στρατός μαζί με τους καταδότες του. Στα ίχνη τους και η CIA. Στόχος τους να μην επιζήσει κανείς .Όμως αυτοί είναι οι άντρες του Γκεβάρα. Και πρέπει να τα καταφέρουν! Έτσι σκεφτόταν σε όλη τη ζωή τους. Συγκλονιστικές μέρες, συγκλονιστικές περιγραφές. Όπως η σκηνή με τον τραυματισμένο Βολιβιανό, τον Νιάτο, που ζητάει από τον Μπενίνιο να τον σκοτώσει για να γλυτώσουν οι υπόλοιποι ''Αγκάλιασέ με, αδελφέ μου, πολύ δυνατά και ρίξε μου. Δεν υπάρχει ελπίδα, τουλάχιστον να χρησιμεύσει σε κάτι ο θάνατός μου'' και φιλάει τους συντρόφους του έναν-έναν.....Ή η σκηνή που αποχαιρετούν τον γερο-ινδιάνο που τους έκρυψε για αρκετό καιρό. Του δίνουν να φυλάξει το όπλο του Τσε για να μην διακινδυνεύσουν να το χάσουν και με σκοπό μια μέρα να το πάρουν στην Κούβα. Κι έτσι έγινε. Σήμερα αυτό το όπλο βρίσκεται στο νησί.

Μια άλλη μεγάλη σκηνή είναι αυτή της υποδοχής τους από τον Φιντέλ, όταν πια έφτασαν στην Αβάνα. Ο Φιντέλ αγκαλιάζει τον Μπενίνιο τόσο δυνατά που σπάει στην τσέπη του πουκαμίσου του ένα καθρεφτάκι, ενθύμιο ενός νεκρού συντρόφου.

- ''Κομαντάντε, σπάσατε τον καθρέφτη μου.''

-''Ποιον καθρέφτη?''

-''Τον καθρέφτη που μου έδωσε ο Κόκο Περέδο δυο ώρες πριν σκοτωθεί. Από το Γιούρο και μετά, τον φύλαγα πάντα. Έσπασε. Κι όμως τον πρόσεχα....'' [....]

-'' Φύλαξέ τον έτσι. Θα σου θυμίζει δυο πράγματα: τον κομπανιέρο που σου τον έδωσε, και τα αδέρφια σου που χαίρονται βλέποντάς σε να επιστρέφεις''

σημείωση* Ο Νταριέλ Αλαρκόν Ραμίρες, ή Μπενίνιο, δεν πήγε ποτέ σχολείο, τη μόρφωσή του την απόκτησε εμπειρικά, μέσα στις φάλαγγες του επαναστατικού στρατού, και στο αντάρτικο δίπλα στον Τσε Γκεβάρα, που τον πέρναγε από εξετάσεις μες στην καρδιά της ζούγκλας. Κατάφερε να πάρει το πτυχίο του από το πανεπιστήμιο της Αβάνας το 1983, σε ηλικία 44 χρονών....

Και από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Βολιβία, 8 Οκτωβρίου 1967. Μια ομάδα δεκαεπτά ανταρτών, με αρχηγό τον Τσε Γκεβάρα, παίρνει θέση στο φαράγγι του Γιούρο. Μετά από μια σκληρή μάχη με τις δυνάμεις του στρατού, ο Τσε αιχμαλωτίζεται μαζί με άλλους δυο συντρόφους του. Θα εκτελεστεί την επομένη. Η μάχη του Γιούρο θα μείνει στην Ιστορία.

Μόνον έξι απ' τους δεκαεπτά κατάφεραν να γλιτώσουν. Και τότε θ' αρχίσει γι'αυτούς μια απελπισμένη πορεία φυγής προς τη Χιλή. Δυο ανάμεσά τους έχουν τραυματιστεί. Ένας θα τραυματιστεί θανάσιμα λίγο αργότερα, σε μια μάχη με το στρατό. Θ' αναγκαστεί να τον τελειώσει ο ίδιος ο σύντροφός του, ο Μπενίνιο: «Αγκάλιασέ με, αδελφέ μου, πολύ δυνατά και ρίξε μου. Δεν υπάρχει ελπίδα, τουλάχιστον να χρησιμεύσει σε κάτι ο θάνατός μου».

Επί πέντε μήνες, ο στρατός τούς καταδιώκει με χιλιάδες άντρες. Οι αγρότες τούς καταδίδουν. Κι αυτοί περιπλανιούνται σ' έναν κόσμο εχθρικό και άγριο: απόκρημνα βουνά, ξηρασία ή τροπικές βροχοπτώσεις, αποπνικτική ζέστη της ζούγκλας και τρομερό κρύο στα υψίπεδα. Τους επικήρυξαν, είναι απομονωμένοι, χωρίς καμιά επαφή, χωρίς τροφή και σχεδόν χωρίς πολεμοφόδια. Τους έξι αυτούς ανθρώπους όμως τους ενώνει το επαναστατικό τους παρελθόν. Θα βρουν Ινδιάνους που θα τους βοηθήσουν. Και θα συνεχίσουν να ελπίζουν, να τρεκλίζουν, να βαδίζουν και πάντα να βαδίζουν μέχρι την ελευθερία.

Ο Μπενίνιο, ο Ελ Νιάτο, ο Ελ Ίντι, ο Ουρμπάνο, ο Νταρίο και ο Πόμπο, έξι άνθρωποι πέρα απ' τα καθιερωμένα, έξι επαναστάτες που θέλησαν να φανούν αντάξιοι του «νέου ανθρώπου» που ονειρευόταν ο αρχηγός τους, ο Τσε. Τούτο το βιβλίο είναι το χρονικό της απίστευτης περιπέτειάς τους, της απελπισμένης τους μάχης για τη ζωή μετά τη διάλυση του αντάρτικου της Βολιβίας, μετά τη δολοφονία του Τσε Γκεβάρα. Είναι οι Επιζήσαντες του Τσε κι αυτή είναι η τελευταία πράξη του δράματός τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: